| | | Ολοκληρώθηκε πριν από λίγο σε θετικό κλίμα η συνάντηση του Υπουργού Παιδείας με το ΔΣ της ΟΙΕΛΕ.

Πραγματοποιήθηκε εκτενής και γόνιμη συζήτηση για το νέο εξεταστικό σύστημα. Οι εκπρόσωποι της ΟΙΕΛΕ τόνισαν πως αποτελεί θετική εξέλιξη η κατάργηση του υπάρχοντος, παθογενούς συστήματος. Αντηλλάγησαν απόψεις για το ρόλο του Λυκείου και κυρίως της και κατατέθηκε από την Ομοσπονδία αναλυτικό υπόμνημα με τις θέσεις και τις παρατηρήσεις της για το νέο σύστημα, το οποίο και δίδουμε σήμερα στη δημοσιότητα.

Τέλος, ο Υπουργός Παιδείας δεσμεύτηκε ότι σύντομα θα υπάρξει νομοθετική παρέμβαση για το θέμα των Κέντρων Μελέτης.

Ακολουθεί το υπόμνημα της για το νέο εξεταστικό:

Η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Διαπιστώσεις για το εξεταστικό σύστημα και τη βαθμίδα του Λυκείου

Η πρόσβαση από τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Τριτοβάθμια, αποτελεί μια διαδικασία μετάβασης από την εγκύκλια εκπαίδευση στην εξειδίκευση. Η παρατήρηση αυτή μας επιτρέπει να διαγνώσουμε το μέγεθος του προβλήματος, το οποίο αφορά την ελληνική κοινωνία συνολικά και μακροχρονίως.

1. Το εξεταστικό σύστημα και οι παθογένειές του

Η καθιέρωση πανελλαδικών εξετάσεων για τα ΑΕΙ βοήθησε στη μετάβαση προς τη μαζική εκπαίδευση. Η κεντρικότητα και η λειτουργικότητα του θεσμού των εξετάσεων επέτρεψαν την μακροβιότητά του για πάνω από πέντε δεκαετίες και του χάρισαν την υπόληψη ενός από τους πλέον αδιάβλητους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας. Ωστόσο το κόστος ήταν και είναι βαρύτατο, πλήττει οικονομικά και ψυχολογικά την ελληνική οικογένεια, τους ίδιους τους νέους και την εκπαίδευσή τους, πριν και μετά από τις εξετάσεις, παραμορφώνει το εκπαιδευτικό σύστημα. Το κόστος των φροντιστηρίων ανέρχεται σε 1 δισ.€ ετησίως ακόμα και σε περίοδο βαθειάς κρίσης (1.058 εκ.€ το 2010, 1.056 εκ.€ το 2011, 1.036 εκ.€ το 2012 και 994 εκ.€ το 2013)και συνολικά επιβαρύνει κάθε οικογένεια κατ’ ελάχιστο με το ποσό 3.500 ευρώ. Κάθε χρόνο εξαιτίας των χάνονται δύο μήνες από την μέση εκπαίδευση, δηλαδή αφαιρείται ένας ολόκληρος χρόνος διδασκαλίας σε κάθε παιδί.

Βρισκόμαστε στην ιστορικά παράδοξη θέση να θεωρούμε επιτυχές και αδιάβλητο ένα το οποίο έχει αποδειχτεί πολλαπλώς καταστροφικό. Οι οκτώ στους δέκα φοιτητές δεν σπουδάζουν αυτό που θέλουν και έχουν κοπιάσει, ενώ μόλις ένας στους δέκα έχει επιλέξει το τμήμα που παρακολουθεί. Φαινόμενα όπως οι χαμηλές αποδόσεις, η αδιαφορία ως προς το περιεχόμενο των σπουδών ή η τυπική διεκπεραίωσή τους, η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των σπουδών καθώς και η εγκατάλειψη τους – που διογκώνει το πρόβλημα των «αιωνίων φοιτητών», ευθύνονται για το γεγονός ότι οι φοιτητές δεν σπουδάζουν αυτό που τους ταιριάζει και οι ίδιοι επιθυμούν να σπουδάσουν, αλλά αυτό το οποίο τους επιτάσσει ένα ανώνυμο σύστημα, μια γραφειοκρατία χωρίς πρόσωπο. Η πραγματικότητα των εξετάσεων, όπως διαμορφώθηκαν εδώ και πενήντα και πλέον χρόνια, έχει διαμορφώσει με στρεβλό τρόπο προσωπικότητες και συμπεριφορές.

Δημιουργείται κάθε χρόνο ένα ντόμινο με τη μορφή χιονοστιβάδας. Αυτή η χιονοστιβάδα η οποία δημιουργείται από τους αποτυχόντες των τμημάτων υψηλής βαθμολογίας, κατρακυλά στα τμήματα χαμηλότερης βαθμολογίας, διώχνοντας από εκεί όσους τα είχαν προτιμήσει. Η χιονοστιβάδα διογκώνεται με νέους αποτυχόντες και κατρακυλώντας προς τα τμήματα χαμηλής βαθμολογίας διώχνει όσους επιθυμούν να σπουδάσουν σε αυτά, τοποθετώντας τυχαίως άλλους που αδιαφορούν πλήρως γι αυτά.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Α. Σχολές υψηλής ζήτησης: Στο ΕΜΠ, Τμήμα μεταλλειολόγων: Το τμήμα πρόσφερε 63 θέσεις. Ως πρώτη επιλογή το είχαν επιλέξει 19 υποψήφιοι, ως δεύτερη 30, και ως τρίτη 31 (σύνολο 80 υποψήφιοι). Συνολικά όμως το τμήμα συγκέντρωνε 1362 προτιμήσεις από το μηχανογραφικό. Από αυτούς που τελικά φοίτησαν στο τμήμα, στις τρεις πρώτες προτιμήσεις τους το είχαν θέσει μόλις οι 18, και υπόλοιποι 45 επιτυχόντες προήλθαν από τη χιονοστιβάδα του μηχανογραφικού (22 εκ των οποίων είχαν δηλώσει το τμήμα από 7η και πέρα επιλογή).

Β. Σχολές χαμηλής ζήτησης: Στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας: Το τμήμα πρόσφερε 144 θέσεις. Ως πρώτη επιλογή το είχαν επιλέξει 20 υποψήφιοι, ως δεύτερη 56, και ως τρίτη 54 (σύνολο 130 υποψήφιοι). Συνολικά όμως το τμήμα συγκέντρωνε 4.470 προτιμήσεις από το μηχανογραφικό. Από αυτούς που τελικά φοίτησαν στο τμήμα, στις τρεις πρώτες προτιμήσεις τους το είχαν θέσει μόνο11 φοιτητές, και από τη χιονοστιβάδα του μηχανογραφικού προήλθαν οι υπόλοιποι 133 επιτυχόντες. (120 εκ των οποίων είχαν δηλώσει το τμήμα από 7η και πέρα επιλογή). Δηλαδή δεν σπούδασαν εκεί 130 από όσους το είχαν δηλώσει στις τρεις πρώτες τους επιλογές, και τελικά εισήχθησαν 120 που είχαν συμπεριλάβει το τμήμα μόνο για να συμπληρώσουν το μηχανογραφικό.

Το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της Γ’ Λυκείου από τις εξετάσεις ματαιώνει σε μεγάλο βαθμό την εκπαιδευτική διαδικασία.

2.Ο «θάνατος» του Λυκείου ως εκπαιδευτικής βαθμίδας και το ζήτημα των εικονικών

Εκείνη όμως η βαθμίδα που θυσιάζεται κυριολεκτικά στον Μολώχ των εξετάσεων είναι το Λύκειο. Μια από τις πιο σημαντικές βαθμίδες της εκπαίδευσης, καταστρέφεται εντελώς. Η γνώση φροντιστηριοποιείται και γίνεται συνώνυμη της αποστήθισης. Αυτή η παραμόρφωση γίνεται ένα είδος habitus που συνοδεύει έκτοτε τους νέους στο πανεπιστήμιο. Επιπλέον, όπως ορθά αναγνωρίζεται για πρώτη φορά από το Υπουργείο Παιδείας, η Γ΄ Λυκείου έχει ουσιαστικά καταργηθεί. Αυτό συνιστά ένα γεγονός απολύτως απαξιωτικό για τον θεσμό «σχολείο» και είναι η βασική αιτία – μαζί με το κρίσιμο ζήτημα του απολυτηρίου – που οι αλλαγές για την τάξη αυτή αποτελούν αναγκαιότητα.

Όπως είναι παγκοίνως γνωστό, οι βαθμοί των απολυτηρίων στην Γ’ Λυκείου είναι σε μεγάλο βαθμό πλασματικοί (κυρίως στην ιδιωτική, αλλά και στη δημόσια εκπαίδευση), δημιουργώντας οξύτατο πρόβλημα νομιμότητας στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας, κυρίως μέσω του διαγωνισμού του ΑΣΕΠ. Όμως πλέον το απολυτήριο του Λυκείου αποτελεί ένα ισχυρό χαρτί, αναγνωρισμένο ως επίπεδο 4 στο Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων.

Δείτε τις τελευταίες από την Ελλάδα για την Παιδεία και τα νέα της επικαιρότητας στο

Αποτελεί, επομένως, κορυφαίο ζήτημα για την ελληνική πολιτεία και για το Υπουργείο Παιδείας η αποκατάσταση του Λυκείου ως εκπαιδευτικής βαθμίδας «για εφήβους» (όπως είχαμε σημειώσει στην επισυναπτόμενη – και επίκαιρη – πρόταση της ΟΙΕΛΕ για το Λύκειο του 2012) και η ενίσχυση και θωράκιση με διαφανείς διαδικασίες του απολυτηρίου του Λυκείου.

3.Σημειώσεις-Προτάσεις

Ο συστημικός χαρακτήρας των παθογενειών του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος μας υποχρεώνει να αναγνωρίσουμε την αδυναμία της επίλυσης των προβλημάτων με ένα νόμο, ή μία μεταρρύθμιση. Θεωρούμε πως θα ήταν γενναίο οι πολιτικές ηγεσίες να αποδεχθούν πως οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να βασίζονται σε έναν διαρκή στρατηγικό σχεδιασμό και να αναθεωρούνται, όπου χρειάζεται, χωρίς δογματισμούς.

Στο αρχικό κείμενο επισημαίνουμε τις βασικές παθογένειες που σχετίζονται με το Λύκειο και το εξεταστικό σύστημα. Επειδή κάθε βήμα, ακόμη κι αν δεν είναι ολοκληρωμένο, είναι θετικό, όταν τολμά να αντιμετωπίσει τα κρίσιμα ζητήματα, θεωρούμε στην βάση του θετικό το γεγονός της αναγνώρισης του προβλήματος και της ανάγκης αντιμετώπισής του από το Υπουργείο Παιδείας.

Πιο συγκεκριμένα:

  • Η αναγνώριση από την πολιτεία ότι η Γ’ Λυκείου είναι μια «απονεκρωμένη» τάξη, αποτελεί βήμα για την αντιμετώπιση του ζητήματος. Πολύ σημαντικό, επίσης, είναι το γεγονός ότι προβλέπονται ισχυρά μέτρα για την αντιμετώπιση των χιλιάδων παράνομων απολυτηρίων Γ’ Λυκείου στην ιδιωτική εκπαίδευση, όπου ο αριθμός των άριστων τίτλων προκαλεί τη νοημοσύνη, αλλά και των σε αρκετές περιπτώσεις εικονικών βαθμολογήσεων στο δημόσιο σχολείο. Η ανάθεση ευθύνης στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς που επιλέγουν θέματα είναι σημαντικό γεγονός, καθώς με αυτό τον τρόπο αντιμετωπίζονται τοπικά ζητήματα που δεν μπορεί να λάβει υπόψη ο κεντρικός σχεδιασμός (φυσικές καταστροφές, κλίμα, απουσίες εκπαιδευτικών, τοπικές ιδιαιτερότητες κ.α.). Η διαδικασία ενίσχυσης της Γ’ Λυκείου και η θεσμοθέτηση διαδικασιών διαφάνειας δημιουργούν την ελπίδα ότι οδεύουμε επιτέλους στο διαχρονικό στόχο της έκδοσης ενός ισχυρού Εθνικού Απολυτηρίου, αναβαθμισμένου προς όφελος των μαθητών και του δημόσιου συμφέροντος.
  • Διαχρονική θέση της ΟΙΕΛΕ είναι η κατάργηση του εξεταστικού συστήματος και η ελεύθερη πρόσβαση των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Για πρώτη φορά, έστω και δειλά, προτείνονται σχολές ελεύθερης πρόσβασης, γεγονός που γεννά την ελπίδα ότι στο μέλλον θα εξευρεθεί τρόπος να συνδυαστεί ένα αξιοκρατικό και διαφανές μοντέλο επιλογής με την ελεύθερη πρόσβαση.

Επομένως πολλές από τις προτεινόμενες παρεμβάσεις κινούνται σε σωστή κατεύθυνση, αλλά υπάρχουν και μερικά θέματα τα οποία οφείλουμε να επισημάνουμε ώστε να αναζητηθούν λύσεις. Αυτά είναι:

  1. Απαιτείται γενναία αναθεώρηση του Αναλυτικού Προγράμματος και των εγχειριδίων και αντικατάσταση των απαρχαιωμένων σημερινών αντικειμένων από κύκλους σπουδών όπου θα κυριαρχεί η διαθεματική επικοινωνία. Ως εκ τούτου η πρόταση του Υπουργείου πρέπει να συνοδευτεί από επανασχεδίαση του Προγράμματος Σπουδών για τις εναπομείνασες 5 τάξεις (του Γυμνασίου και του Λυκείου) για όλα τα γνωστικά αντικείμενα. Στη διαδικασία αναμόρφωσης των Α.Π. η ΟΙΕΛΕ θα συμβάλει με τις προτάσεις της στηριζόμενη στην πλούσια πείρα από την ιδιωτική εκπαίδευση αλλά και την ερευνητική εργασία του κλαδικού μας Ινστιτούτου και του ΚΑΝΕΠ.
  2. Εκφράζουμε την ανησυχία μας για το γεγονός ότι δεν σχεδιάζεται η αντιμετώπιση του (βέβαιου) ενδεχομένου μεταφοράς της σημερινής νοοτροπίας της Γ Λυκείου στην Β ή και στην Α τάξη. Η ανησυχία μας πηγάζει από το γεγονός της τεχνητής «ψυχολογικής πίεσης» που θα ασκηθεί στους μαθητές είτε για λόγους στείρας αντιπολίτευσης είτε για λόγους κερδοσκοπίας (φροντιστήρια). Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την θέσπιση προαγωγικών εξετάσεων, τουλάχιστον στην Β΄ Λυκείου, όπως οι σχεδιαζόμενες απολυτήριες με την θέσπιση της διαδικασίας των «ομάδων σχολείων», της κοινής θεματοδότησης και της απρόσωπης διόρθωσης των γραπτών. Η επιλογή αυτή θα οδηγούσε σε πραγματικό ενδιαφέρον και ουσιαστική διδασκαλία των μαθημάτων της τάξης αυτής, σε αντίθεση με την κατάσταση που παρατηρείται σήμερα.
  3. Θεωρούμε ότι απαιτούνται διευκρινήσεις σχετικά με τον τρόπο διδασκαλίας και εξέτασης του κοινού μαθήματος «Γλώσσα – Λογοτεχνία» όπως και στο μάθημα της Κοινωνιολογίας. Θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμη η έγκαιρη έκδοση αναλυτικών οδηγιών προς τους Εκπαιδευτικούς καθώς και η προώθηση στα σχολεία μερικών «δειγμάτων» θεμάτων εξετάσεων.
  4. Είναι απαραίτητο να ξεκινήσει άμεσα πρόγραμμα επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. Αρχικά απαιτείται κύκλος ενημερώσεων για τις λεπτομέρειες του Νέου συστήματος και τον ρόλο των μηχανογραφικών του Οκτωβρίου και του Φεβρουαρίου. Επιπλέον χρειάζεται διευκρίνηση η διδασκαλία εξάωρων μαθημάτων προκειμένου –το εξάωρο- να μην αποτελέσει αφορμή επίλυσης καταιγισμού ασκήσεων και μόνο. Ακόμα απαιτείται να γίνει συγκεκριμένο το περιεχόμενο και η αξία της ώρας «συνεργασίας» προκειμένου να μην εκφυλιστεί σε μία ακόμα ώρα διδασκαλίας.
  5. Δεν συμφωνούμε με την ΜΗ υποχρεωτική εισαγωγή (και υποχρεωτική εξέταση στις Πανελλαδικές) εργαστηριακών ασκήσεων αλλά και ανάλογων δραστηριοτήτων στα Θεωρητικά μαθήματα. Οι εργαστηριακές ασκήσεις θα μπορούσαν να είναι ένα μίγμα πραγματικών και εικονικών ασκήσεων, ενώ τα Θεωρητικά μαθήματα θα μπορούσαν να εμπλουτισθούν με νέες ουσιαστικές δραστηριότητες όπως για παράδειγμα η Μουσειακή Εκπαίδευση, η πρακτική εξάσκηση στην συλλογή δεδομένων και επεξεργασίας ερωτηματολογίων στο πλαίσιο της Κοινωνιολογίας κ.α.
  6. Ίσως ένα ιδιαίτερα κρίσιμο κομμάτι που συνδέεται με την πρόσβαση των νέων μας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και κατ’ επέκταση στην αγορά εργασίας είναι η ακαδημαϊκή και ψυχοσυναισθηματική τους στήριξη που αγνοείται δραματικά στο σημερινό σχολείο, ώστε να προβούν στις κατά το δυνατόν ορθότερες επιλογές. Κάθε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση πρέπει να έχει στην καρδιά της, όχι μηχανιστικές αλλαγές, αλλά το παιδί. Όπως καταδείξαμε, η μεγαλύτερη τραγωδία του εξεταστικού συστήματος είναι πως η «ρουλέτα» των Πανελλαδικών Εξετάσεων κατασκευάζει φοιτητές που σπουδάζουν κατά 80-90% αντικείμενα που δεν επιθυμούν. Αυτό γεννά δυστυχισμένους φοιτητές και κακούς επαγγελματίες. Επομένως, αποτελεί αναγκαιότητα να συμβαδίσουν οι όποιες αλλαγές με ένα σταθερό σύστημα υποστήριξης των μαθητών Λυκείου-υποψήφιων φοιτητών από επαγγελματίες του Επαγγελματικού Προσανατολισμού και ειδικευμένους συμβούλους/κοινωνικούς λειτουργούς/ψυχολόγους, οι οποίοι θα αξιολογούν το συνολικό προφίλ του παιδιού (ικανότητες, δεξιότητες, απόδοση, συμπεριφορές) και θα το βοηθήσουν στο να επιλέξει μια ακαδημαϊκή/επαγγελματική οδό που θα ανταποκρίνεται στα δικά του θέλω και τις δυνατότητες κι όχι στην τυχαιότητα ενός απρόσωπου, γραφειοκρατικού συστήματος, ή στις απαιτήσεις των κοινωνικών στερεοτύπων.