Το ερέθισμα για τη γραφή αυτού του άρθρου προέκυψε από ένα σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Γκάρντιαν». Η παρατήρηση ότι τα παιδιά μας είναι συνέχεια στο διαδίκτυο μπορεί να είναι κοινότοπη και ως εκ τούτου δεν έχει και καμιά ιδιαίτερη αξία.

 

Όμως στην περίπτωσή μας αυτό που έχει αξία είναι η έμφαση της έγκυρης βρετανικής εφημερίδας στο ότι εγκαταλείπουμε τα μας στο . Θεωρώ ότι πράγματι το όλο σκηνικό είναι σκηνικό εγκατάλειψης. Και να γιατί. Από την μικρή ηλικία των παιδιών δεν ασκούμε καμιά συστηματική διαπαιδαγώγηση και κατά βάση τα παιδιά είναι αφημένα να μεγαλώνουν μόνα τους ή πιο ορθά να μεγαλώνουν στους εικονότοπους του διαδικτύου.

Εδώ βέβαια υπάρχει και η εξής απορία: Γιατί δεν μαθαίνουμε το πώς να διαπαιδαγωγούμε τα παιδιά μας; Είναι η διαπαιδαγώγηση μια απλή και εύκολη λειτουργία και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες γνώσεις και δεξιότητες; Μήπως, από την άλλη πλευρά, είναι τόσο πολυσύνθετο το τοπίο της διαπαιδαγώγησης και δεν υπάρχουν βασικές σταθερές και θεμελιώδεις αρχές, νόρμες και κανόνες και επομένως δεν έχουμε τίποτα σταθερό και ουσιώδες να μάθουμε; Πιστεύω ότι δεν ισχύει καμιά απ’ αυτές τις εξηγήσεις, αν και σε επιμέρους ζητήματα και οι δύο αντιτιθέμενες ερμηνείες μπορούν να έχουν μια κάποια μερική ισχύ.

Η ερμηνεία για το έλλειμμα της διαπαιδαγώγησης των παιδιών μας οφείλεται σε μερικές βεβαιότητες που έχουν αποκτήσει την κρούστα της προκατάληψης και επομένως δεν τίθενται στο πεδίο της κριτικής και της αμφισβήτησης. Πρώτον, πιστεύουμε ότι τα παιδιά μας μεγαλώνουν μόνα τους αρκεί να τους εξασφαλίζουμε την τροφή τους. Πρόκειται για μεγάλο λάθος. Ο άνθρωπος γεννιέται εν δυνάμει άνθρωπος και εξανθρωπίζεται μέσα από μακρά – μακρότατη περίοδο παιδαγωγικής, κοινωνικής και μορφωτικής επίπονης διαδικασίας. Πώς μπορεί να αιτιολογηθεί το γεγονός ότι η φροντίδα μας για την εξασφάλιση της τροφής θεωρείται και είναι πρώτιστη προτεραιότητα αλλά η φροντίδα μας για την πνευματική καλλιέργεια του παιδιού – ανθρώπου ως ξεχωριστού και μοναδικού προσώπου να μην είναι η δεύτερη προτεραιότητά μας;

 

Δεύτερον, θεωρούμε ότι το κύριο ή μάλλον το μοναδικό βάρος της ευθύνης της αγωγής το φέρει το σχολείο. Πρόκειται και πάλι για μια λανθασμένη βεβαιότητα. Η αγωγή ξεκινά από τη στιγμή της γέννησης – ίσως και νωρίτερα! – και αν δεν αποκτήσει τα σχετικά πρώτα βήματά της στην οικογένεια, τότε η αγωγή του σχολείου δεν προσφύεται σε ένα πρόπλασμα ορθής αγωγής, σε μια ευεπίφορη συμπεριφορά του παιδιού και εξ αυτού του λόγου έχει αβέβαια αποτελέσματα. Η αγωγή στο σπίτι είναι συνθήκη και προϋπόθεση για την αγωγή στο σχολείο.

 

Τρίτον, εκτιμούμε ότι μπορούμε να διαπαιδαγωγήσουμε με βάση τις όποιες εμπειρίες έχουμε είτε από τη δική μας παιδική ηλικία είτε από τον περίγυρό μας. Και εδώ υπάρχει πρόβλημα μη ορθολογικής αντίληψής μας. Η εμπειρία είναι σημαντική από κάθε άποψη, αφού είναι ζωντανή έκφραση της ίδιας της ζωής μας. Αλλά δεν αρκεί, αφενός γιατί έχει σχετική πάντα αξία και αφετέρου γιατί αλλάζουν οι συνθήκες αγωγής συχνά από γενιά σε γενιά.

Ιδιαίτερα σήμερα για τη διαπαιδαγώγηση της σημερινής πρωτόλειας γενιάς του διαδικτύου δεν υπάρχει σχετική εμπειρία και η σχετική αναφορά είναι tabula rasa. Αυτοσχεδιάζουμε χωρίς να γνωρίζουμε τα βασικά στοιχεία μιας αγωγής στο νέο ψηφιακό κόσμο. Δεν γνωρίζουμε τις επιδράσεις της μακρόχρονης επίδρασης θητείας των παιδιών μας στις άπειρες δυνατότητες και προκλήσεις του διαδικτύου. Δεν γνωρίζουμε το πώς τελικά θα λειτουργήσει μακροπρόθεσμα η τόσο μεγάλης διάρκειας άσκηση των παιδιών στον εικονικό κόσμο του διαδικτύου και στη νέα μορφή της σχετικής (μη;) κοινωνικοποίησής τους.

 

Βλέπουμε και νιώθουμε τα παιδιά μας μέσα στο σπίτι μας, αλλά δεν συνειδητοποιούμε ότι δεν είναι στο σπίτι μας! Το σώμα τους είναι μόνο εκεί. Όλος ο κόσμος της σκέψης τους, όλη η υπό διαμόρφωση συμπεριφορά τους είναι αλλού, άγνωστο πού. Αισθανόμαστε κάπως ασφαλείς που δεν γυρίζουν έξω στους δρόμους, που δεν ξοδεύουν ενδεχομένως χρήματα – αν και αυτό είναι αβέβαιο -, αλλά η εικόνα της ασφάλειας και του εφησυχασμού μας είναι κίβδηλη. Στην ουσία η όλη συμπεριφορά μας απέναντι στα παιδιά μας είναι εικόνα εγκατάλειψης.

 

Και το ξέρουμε! Βιώνουμε το απόμακρο βλέμμα των παιδιών, την αντικοινωνικότητά τους, την εύκολη επιθετικότητά τους, την εύκολη αντίδρασή τους σε κάθε συμβουλή. Νιώθουμε ότι η επαφή μαζί τους είναι αδύναμη και τυπική. Γνωρίζουμε ότι το παιδί είναι δικό μας (βιολογικό) δημιούργημα αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι είναι και δικό μας κοινωνικό και πολιτισμικό δημιούργημα. Αλλά τότε ποιο είναι το νόημα των γονέων;