Τρεις Μύθοι και μια Αλήθεια για τις Μαθησιακές Δυσκολίες και το Τμήμα Ένταξης-  Ένα κείμενο με αφορμή τις αντιδράσεις γονέων όταν οι εκπαιδευτικοί τους μιλούν για δυσκολίες στη μάθηση του παιδιού τους

Τσιολπίδου Ξ./ Δασκάλα Ε.Α.


Τα παιδιά είναι για τους γονείς ο κόσμος τους ολόκληρος. Από την πρώτη κιόλας στιγμή που τα αντικρίζουν πλημμυρίζουν από αγάπη κι ένα αίσθημα ανείπωτης περηφάνιας για τα μικρά, μοναδικά και ξεχωριστά τους «δημιουργήματα». Κάθε στιγμή μετέπειτα και κάθε νέο τους επίτευγμα είναι για τους γονείς πηγή χαράς: το πρώτο βήμα, το πρώτο δόντι, η πρώτη λέξη.
Η έναρξη της σχολικής ζωής αποτελεί στιγμή-ορόσημο που «χρωματίζεται» από το άγχος του αποχωρισμού, το φόβο για την ασφάλεια του παιδιού και τις προσδοκίες για το μέλλον. Στο σχολείο περιμένουν οι γονείς να μάθει το παιδί να γράφει, να διαβάζει, να προσθέτει, να αφαιρεί, να σκέφτεται πώς και γιατί, να κάνει φίλους, να διαχειρίζεται τις διαφορές του, να επικοινωνεί, να παίζει, να κατασκευάζει, να δημιουργεί, να.., να…. Κι ύστερα αν είναι καλό με τα μαθήματα να σπουδάσει, να γίνει ένα εξαίρετος/μία εξαίρετη επαγγελματίας και να έχει μιαν όμορφη ζωή κι έτσι να ζήσουμε κι εμείς καλά κι αυτό καλύτερα. Ή μήπως όχι;
Συμβαίνει κάποιες φορές το σχολείο να ξεκινά και όλα να πηγαίνουν καλά τις πρώτες μέρες ή ακόμη και τα πρώτα χρόνια. Και ξαφνικά(;) μια μέρα ο δάσκαλος/η δασκάλα καλεί τους γονείς και τους ανακοινώνει πως το μικρό τους καμάρι δυσκολεύεται μάλλον στη μάθηση. Η πρώτη σκέψη των γονιών είναι «Αποκλείεται, όχι το δικό μου παιδί». Ωστόσο αν το καλοσκεφτούν συνειδητοποιούν πως πράγματι το παιδί και στο σπίτι δυσκολεύεται να γράψει ή να διαβάσει ή να θυμηθεί τι διάβασε ή να γράψει σωστά την ορθογραφία ή να βάλει τις σκέψεις του στη σειρά ή να μάθει την προπαίδεια ή να προσθέσει και να αφαιρέσει με τον νου ή να καθίσει συγκεντρωμένο για όσο χρόνο απαιτούν οι εργασίες του ή να επικοινωνήσει με τους άλλους ή να διαχειριστεί τα συναισθήματά του ή… ή ……. . Ωστόσο η επισήμανση του εκπαιδευτικού και δη η σύσταση να υποστηριχθεί το παιδί στο Τμήμα Ένταξης (ΤΕ) έρχεται σαν κεραυνός εν αιθρία και βιώνεται από τους γονείς ως προσβολή και πιθανώς ως απειλή. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε τρεις μεγάλες παρανοήσεις:
Μύθος Πρώτος: Όταν ο/η εκπαιδευτικός μιλάει για μαθησιακές δυσκολίες εννοεί ότι ο μαθητής υστερεί νοητικά.
ΛΑΘΟΣ. Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο πως οι Μαθησιακές Δυσκολίες συναντώνται σε ένα σημαντικό ποσοστό του μαθητικού πληθυσμού παγκοσμίως (σε ορισμένες περιπτώσεις ανέρχεται στο 15-20%) και παρατηρούνται συχνότερα στα αγόρια από ότι στα κορίτσια. Είναι ένας όρος ομπρέλα που καλύπτει διαφορετικές ομάδες με ανόμοια και ποικίλης μορφής χαρακτηριστικά. Οι Μαθησιακές Δυσκολίες που συχνότερα παρατηρούμε στα σχολεία δεν συνδέονται με νοητική υστέρηση. Συνεπώς όταν οι εκπαιδευτικοί μιλούν για ενδείξεις μαθησιακών δυσκολιών σε ένα μαθητή δεν υπαινίσσονται ότι το παιδί αυτό υπολείπεται σε γνωστικές ικανότητες. Τουναντίον επισημαίνουν το γεγονός ότι ένα παιδί με κανονική «ευφυΐα» δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα σε συγκεκριμένους τομείς της σχολικής ζωής (ανάγνωση, ορθογραφία, μαθηματικά). Μοναδική πρόθεση του/της εκπαιδευτικού είναι η κατά το δυνατόν πιο έγκαιρη ανίχνευση των δυσκολιών αφού είναι επίσης επιστημονικά τεκμηριωμένο πως η πρώιμη έναρξη της παρέμβασης συμβάλλει στην μέγιστη αποκατάσταση των δυσκολιών.
Μύθος Δεύτερος: Το ΤΕ είναι μία τάξη που πάνε όλοι μαζί οι αδύναμοι μαθητές
ΛΑΘΟΣ. Το ΤΕ είναι μία δομή που λειτουργεί σε αρκετά από τα σχολεία γενικής εκπαίδευσης. Δεν είναι τάξη στην οποία εγγράφονται και φοιτούν οι μαθητές χωριστά από τους συνομήλικους τους και για όλο το διάστημα της ημέρας. Τα παιδιά που χρειάζονται υποστήριξη προσέρχονται στο ΤΕ είτε ατομικά είτε σε μικρές ομάδες μαζί με άλλους (1 ή 2) συνομήλικους μαθητές με παρόμοιες δυσκολίες και υποστηρίζονται από εξειδικευμένους παιδαγωγούς, με εξατομικευμένο πρόγραμμα που στοχεύει στην αποκατάσταση των δυσκολιών τους. Αυτό συμβαίνει μερικές ώρες την εβδομάδα, ανάλογα με τον βαθμό της δυσκολίας τους, ενώ όλες τις υπόλοιπες ώρες βρίσκονται στις τάξεις τους και παρακολουθούν το πρόγραμμά τους. Μάλιστα ο νόμος ορίζει πως οι μαθητές δεν αποσύρονται από μαθήματα που τους προσφέρουν χαρά και τη δυνατότητα για έκφραση και διάκριση (π.χ. εικαστικά, μουσική, γυμναστική, θεατρική αγωγή, πληροφορική). Οι δάσκαλοι των ΤΕ συνεργάζονται με τους εκπαιδευτικούς των τάξεων.
Μύθος Τρίτος: Η απόσυρση του μαθητή στο ΤΕ τον στιγματίζει.
ΛΑΘΟΣ. Αυτό που στιγματίζει είναι η άρνηση της δυσκολίας του παιδιού και η πεποίθηση πως για όλα φταίει η «τεμπελιά» ή η «αδιαφορία» του. Με αυτή τη στάση ο μαθητής/η μαθήτρια φορτώνεται με μία ταμπέλα που δεν του/της αξίζει και που τον/την αδικεί. Επιπρόσθετα παρατείνεται το μαρτύριο της καθημερινής «αποτυχίας» μέσα στην τάξη (στην ορθογραφία, στην ανάγνωση, στα μαθηματικά, στο να πει το μάθημα), η οποία ακόμη κι όταν δεν σχολιάζεται αρνητικά από τους άλλους συμμαθητές, βιώνεται άσχημα από το ίδιο το παιδί και οδηγεί στον αυτοστιγματισμό του και σταδιακά στην εγκατάλειψη της προσπάθειας. Πρώτος και σημαντικότερος στόχος για τους εκπαιδευτικούς στο ΤΕ, μετά την άτυπη αξιολόγηση των δυσκολιών των μαθητών, είναι η αποκατάσταση της φθαρμένης αυτοεικόνας τους, η ψυχολογική τους ενδυνάμωση και η διασφάλιση εκείνων των μαθησιακών ευκαιριών που θα τους επιτρέψουν να επιτυγχάνουν ώστε να νιώσουν καλύτερα με τον εαυτό τους και να ανακτήσουν το ενδιαφέρον τους για τη μάθηση.
Και μια αλήθεια: «Η παιδεία είναι για τον άνθρωπο ένας δεύτερος ήλιος» (Πλάτωνας)- Τα ΤΕ διασφαλίζουν όλοι οι μαθητές να βρίσκουν μια θέση κάτω από αυτόν τον ήλιο.
Εναρμονιζόμενη με τις διεθνείς συνθήκες (UNESCO, 1994) η χώρα μας έχει νομοθετήσει την ισότιμη συνεκπαίδευση όλων των παιδιών σε ένα κοινό εκπαιδευτικό πλαίσιο. Συνεπώς ολοένα και περισσότεροι μαθητές με σύνθετες μαθησιακές δυσκολίες εγγράφονται στα γενικά σχολεία. Κάποιοι από αυτούς υποστηρίζονται ατομικά από εξειδικευμένο εκπαιδευτικό ενώ οι υπόλοιποι προσέρχονται στο Τμήμα Ένταξης για υποστήριξη. Δίνεται έτσι μία μοναδική ευκαιρία στα παιδιά και στους εκπαιδευτικούς των γενικών σχολείων να βιώσουν την χαρά της συνύπαρξης και να ενστερνιστούν την αξία του σεβασμού της διαφορετικότητας. Γιατί κάθε παιδί είναι εντέλει ξεχωριστό κι όχι μόνο το δικό μας.