Αφορμή για να γράψω το παρακάτω κείμενο στάθηκαν κάποιες σκηνές καθημερινότητας που παρόμοιές τους ξετυλίγονται μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου τώρα τελευταία όλο και συχνότερα:

Δημήτρης Τσιριγώτης. Φυσικός

Σκηνή 1: Σε ένα βαγόνι του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου μπαίνει γριούλα που κρατάει μπαστούνι και που με πολύ προσπάθεια στέκεται όρθια. Ψάχνει με αγωνία ένα άδειο κάθισμα. Παρέα τεσσάρων νεαρών γύρω στα 18 είναι καθισμένη σε καθίσματα. Η γριούλα τους κοιτάζει παρακαλετά ελπίζοντας ότι κάποιος από τους νεαρούς της παρέας θα προθυμοποιηθεί να σηκωθεί. Καμία τέτοια πρόθεση. Και εκεί που είχα πειστεί ότι πρόκειται για απόλυτη αγένεια συνέβη το εξής απίθανο: Μετά από την έντονη παρατήρηση ενός μεγαλύτερου άνδρα σηκώθηκαν και οι τέσσερις νεαροί σαν να τους χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα. Με τέτοια προθυμία. Τελικά δεν ήταν αγενείς όπως αρχικά νόμιζα, απλά πιθανότατα δεν τους είχε περάσει ποτέ από το μυαλό να σηκωθούν για να καθίσει μια ανήμπορη γιαγιά.

Σκηνή 2: Βρισκόμαστε σε μια παραλία το καλοκαίρι. Εγώ και καμία δεκαριά νέοι ηλικίας από 17 έως 22 ετών (όλοι παιδιά οικογενειακών φίλων μου) παίζουμε beach-volley. Είμαι ο μοναδικός μεγάλος της παρέας. Το παιχνίδι είναι απόλυτα βαρετό αφού σχεδόν όλοι οι νεαροί παίζουν σαν υπνωτισμένοι και δεν δείχνουν κανένα ενδιαφέρον. Ξαφνικά ακούω τον εαυτό μου να λέει: «να βάλουμε σκορ». Το παιχνίδι ανάβει για τα καλά και όλοι οι νεαροί παίζουν σαν κάποιος να τους πάτησε την ένδειξη «on». Το μυαλό μου τρέχει στο μάθημά μου στο σχολείο: «όποιος λύσει αυτή την άσκηση θα πάρει μια μονάδα παραπάνω στο τετράμηνο». Σκέφτομαι: «Σκορ, βαθμοί και στο βάθος κέρδος. Άτιμε καπιταλισμέ είσαι παντού».
Οι σημερινοί νέοι στην πλειοψηφία τους έχουν αναπτύξει κάποια χαρακτηριστικά που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά: μειωμένη κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία. Μοιάζουν εγκλωβισμένοι στον στενό κύκλο των δικών τους ενδιαφερόντων. Δυσκολεύονται δηλαδή να ενδιαφερθούν για κάποιον ή κάτι αν δεν αφορά τον εαυτό τους. Ο ορίζοντας των γεγονότων τους είναι τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα-συμφέροντα.

Το κείμενο αυτό δεν είναι κριτική για την συμπεριφορά των νέων μας τη σύγχρονη εποχή. Θα μπορούσαμε μάλιστα να ισχυριστούμε ότι είναι ένα είδος αυτοκριτικής ημών των μεγαλυτέρων που είμαστε οι κύριοι υπεύθυνοι για αυτή την συμπεριφορά. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε, να παρέμβουμε και όχι απλά να στιγματίσουμε τους νέους μας οφείλουμε να αντικρύσουμε το πρόβλημα κατάματα και να ψάξουμε τις αιτίες, αλλιώς θα πρόκειται για άλλη μια επανάληψη του απαράδεκτου στερεότυπου ότι «οι παλαιότερες γενιές ήταν καλύτερες από τις νεότερες». Όσο για τους νέους μας ας με συγχωρέσουν για την καταγραφή των αρνητικών στοιχείων που εγώ διακρίνω στάση ζωής τους και στη συμπεριφορά τους. Εννοείται ότι υπάρχουν και πολλά θετικά στοιχεία και εννοείται ότι υπάρχουν και πολλές εξαιρέσεις. Απλά θεώρησα ότι μερικές φορές είναι καλύτερα αντί να χαϊδεύουμε αυτιά, να τα τραβάμε. Ειδικά εκεί που υπάρχει ακόμα περιθώριο αλλαγής.

Συγχέουν τον δυναμισμό με την αγένεια
Κάτι που οφείλουμε να υπογραμμίσουμε είναι η αδυναμία των σημερινών ενηλίκων να εμπνεύσουν κανόνες ευγενικής συμπεριφοράς στα παιδιά. Και εκεί που τις παλαιότερες εποχές επικρατούσαν τα «πρέπει», τα «μη» και ο αυταρχισμός, σήμερα έχουμε περάσει στο άλλο άκρο. Στο όνομα της ελευθερίας των παιδιών φτάσαμε στην ελευθεριότητα. Πάρα πολλοί γονείς θεωρούν ότι οι «καλοί τρόποι» είναι περιορισμοί στην ατομικότητα του παιδιού τους καθώς και στην κοινωνική και επαγγελματική τους αναρρίχηση. Έτσι ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να επιδιώκουν αποκλειστικά και με κάθε μέσο το ατομικό τους συμφέρον. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα οι νέοι να μπερδεύουν τον δυναμισμό με την αγένεια, την διεκδικητικότητα με την αντιδραστικότητα και να θεωρούν την ευγένεια και τους καλούς τρόπους «μεγαλίστικη» συμπεριφορά.

Εγκλωβισμένοι στον στενό κύκλο των δικών τους ενδιαφερόντων
Και τις παλαιότερες εποχές οι νέοι έμοιαζαν να ζουν σε ένα ξεχωριστό δικό τους σύμπαν που όμως είχε πολλά σημεία τομής με το σύμπαν των ενηλίκων. Τη σημερινή εποχή οι νέοι φαίνεται να μην «συναντιούνται» ιδιαίτερα με τους ενήλικες. Σαν οι νέοι και οι μεγαλύτεροι να ζουν σε δύο παράλληλα σύμπαντα.
Ας πάρουμε μια μέση οικογένεια για παράδειγμα. Η συνήθεια που κρατούσαν οι οικογένειες, να κάθονται γύρω από το οικογενειακό τραπέζι (ομοτράπεζο) έχει σχεδόν χαθεί. Οι νέοι έχουν πάψει να μιλούν, να ρωτούν τους μεγαλύτερους για να μάθουν, ενοχλούνται και θεωρούν ανάκριση τις ερωτήσεις των γονέων τους. Με αυτό τον τρόπο δεν μαθαίνουν να ενδιαφέρονται για ένα θέμα έχοντας ως αποκλειστικό κίνητρο το ενδιαφέρον κάποιου άλλου για αυτό. Το να μάθουν τα παιδιά να ενδιαφέρονται για κάτι που απασχολεί κάποιον άλλον είναι ο πιο θεμελιώδης τρόπος να απεγκλωβίζονται από τον παιδικό εγωκεντρισμό τους. Αλλιώς παραμένουν κλεισμένα στο ατομιστικό τους κουκούλι και δεν ενηλικιώνονται σωστά.
Από την άλλη ούτε το εκπαιδευτικό μας σύστημα βοηθά τα παιδιά και τους νέους να ευαισθητοποιούνται και για θέματα που δεν ανήκουν στο στενό φάσμα των ενδιαφερόντων-συμφερόντων τους. Η γνώση αποκτά χρησιμοθηρική διάσταση: «μάθε ότι μπορεί να σου αποφέρει καλύτερο βαθμό ή καλύτερη επίδοση στις εξετάσεις. Η γενική γνώση σου είναι άχρηστη». Οι νέοι λοιπόν είναι σαφώς πεπεισμένοι ότι το μόνο που έχει σημασία είναι η απόδοση. Με μοναδικό κίνητρο της μόρφωσης τον ανταγωνισμό και τον πρωταθλητισμό οι νέοι μας μοιάζουν με άλογα κούρσας που τους έχουν φορέσει παρωπίδες για να μην διαταράσσεται η προσοχή τους με ότι συμβαίνει γύρω τους. Έτσι λοιπόν οι νέοι μη βλέποντας τι συμβαίνει στον κόσμο δεν μαθαίνουν ποτέ να νοιάζονται για αυτόν.

Γνωστικοί γίγαντες και κοινωνικοί νάνοι
Οι νέοι μας σήμερα είναι στην πλειοψηφία τους γεμάτοι με τυπικά προσόντα αλλά έχουν έλλειμμα ακόμα και απλών κανόνων στοιχειώδους συμπεριφοράς. Φαίνεται να μην έχουν επαρκώς αναπτυγμένες τις λεγόμενες «μαλακές δεξιότητες».
Οι «μαλακές δεξιότητες» είναι εκείνες που δεν διδάσκονται επίσημα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και που δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν και να μετρηθούν. Αφορούν κυρίως τις διαπροσωπικές σχέσεις. Αναλυτικά περιλαμβάνουν: α) την ικανότητα για ομαδική εργασία β) την συναισθηματική νοημοσύνη ( ικανότητα του ατόμου να κατανοεί τα συναισθήματα, τόσο τα δικά του όσο και των άλλων, και να τα χειρίζεται αποτελεσματικά) γ) την ενσυναίσθηση (το άτομο να «μπαίνει στη θέση του άλλου) δ)την ευγενική συμπεριφορά και τον σεβασμό στους άλλους ε) την ευελιξία και την προσαρμοστικότητα στ) τις προσωπικές αξίες και το ήθος ζ) την ανάληψη πρωτοβουλίας και ευθύνης η) την κοινωνικότητα κ.α .

Αντιθέτως παρατηρούμε ότι όσον αφορά τις «σκληρές δεξιότητες» οι νέου μας έχουν απόλυτη επάρκεια. Οι «σκληρές δεξιότητες» αφορούν τις ειδικές γνώσεις και ικανότητες που απαιτούνται για καλές επιδόσεις στα μαθήματα, στις εξετάσεις και στο επάγγελμα. Αυτές διδάσκονται επίσημα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και είναι εντελώς μετρήσιμες. Περιλαμβάνουν την ικανότητα στα μαθήματα , τα τυπικά προσόντα( ξένες γλώσσες, χρήση Η/Υ, μεταπτυχιακά κ.α).

Κατά την γνώμη μου η ανισομερής καλλιέργεια των «σκληρών δεξιοτήτων» εις βάρος των «μαλακών δεξιοτήτων» είναι βασικός λόγος που οι νέοι μας σήμερα μοιάζουν με γνωστικοί γίγαντες και κοινωνικοί νάνοι.
Σε διαρκές κυνηγητό αλλά πάντα νιώθουν ότι έχουν μείνει πίσω
Δύο ακόμη πράγματα που έχουν μεγάλη σημασία στη διαμόρφωση των σημερινών νέων μας είναι τα εξής: α) οι πάρα πολλές επιλογές που έχουν όσον αφορά τις σπουδές και την επαγγελματική επιλογή και β) η τάση «να γίνουμε κάτι σπουδαίο». Ο αντίλογος εδώ θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι αυτά τα στοιχεία θα έπρεπε να εκληφθούν ως θετικά. Σύμφωνοι αλλά, όπως σε όλα τα πράγματα, αυτό που μετράει είναι το κίνητρο και το μέτρο. Στην προκειμένη περίπτωση λοιπόν το κίνητρο είναι ακραία ατομικιστικό και το μέτρο έχει εντελώς χαθεί. Ενώ φαινομενικά λοιπόν νέοι μας μοιάζουν να θέλουν να τα κάνουν όλα, να αποκτήσουν πάρα πολλά προσόντα και να διαπρέψουν επαγγελματικά κατά βάθος νιώθουν εντελώς χαμένοι μέσα σε ένα πακτωλό επιλογών και βιώνουν ισχυρή ματαίωση ότι τίποτα δεν είναι ποτέ αρκετό. Νιώθουν πάντα ότι μειονεκτούν και ότι έχουν μείνει πίσω σε σχέση με τους άλλους. Προσωπικά πιστεύω ότι αντί να βαυκαλιζόμαστε που τα ελληνόπουλα πλέον θεωρούν τις μεταπτυχιακές σπουδές δεδομένες, θα έπρεπε να ανησυχούμε. Ο λόγος είναι ότι το πραγματικό κίνητρο είναι η επικράτηση έναντι άλλων ακόμα και για πολύ απλές και χαμηλά αμειβόμενες δουλειές. Ενώ τα παλαιότερα χρόνια αρκούσε ένα πτυχίο Πανεπιστημίου και ένα Lower για να βρεις μια αξιοπρεπή δουλειά, σήμερα απαιτούνται πολλά πιστοποιημένα προσόντα και μεταπτυχιακές σπουδές για μια συνήθως υπο-αμειβόμενη δουλειά.

Προτιμούν την ψηφιακή επικοινωνία παρά την άμεση
Από την άλλη μεριά έχουμε και όλα αυτούς τους τεχνολογικούς πειρασμούς που έχουν κάνει τους σημερινούς νέους να διαμορφώσουν και ανάλογη συμπεριφορά. Τα social media(κοινωνικά δίκτυα) , το internet, τα smartphones έχουν δημιουργήσει νέες συνήθειες στους νέους μας. Κατά την γνώμη μου δεν είναι σωστό να απορρίπτουμε συλλήβδην τους νέους τρόπους επικοινωνίας. Όμως δεν γίνεται να περνάει χωρίς έντονη κριτική το γεγονός ότι τα κοινωνικά δίκτυα για να επεκταθούν απαιτούν τα παιδιά να γίνουν αντικοινωνικά ή το γεγονός ότι τα smartphones λέγονται έτσι γιατί ακόμα και ένας βλάκας μπορεί να τα χειριστεί. Το πιο ανησυχητικό όμως από όλα είναι ότι αυτοί οι νέοι τεχνολογικοί «θησαυροί» έχουν επεκτείνει την αγορά τους σε μια μερίδα του καταναλωτικού κοινού που δεν έχει την απαιτούμενη ωριμότητα να κρίνει, στα παιδιά. Οφείλουμε να κατακρίνουμε το γεγονός ότι όλα αυτά τα τεχνολογικά καλούδια παρουσιάζονται στα παιδιά σαν παιχνίδια και δυστυχώς έχουν υποκαταστήσει σε μεγάλο βαθμό το πραγματικό παιχνίδι.

Νέοι, που δεν θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο
Θεωρώ ότι αυτό εδώ είναι το πιο τρομαχτικό από όλα. Δεν το χωράει ο νους μου ότι από τους σημερινούς νέους δεν ακούω οργισμένες κραυγές, ότι δεν αντικρίζω επαναστατημένες συνειδήσεις που όλα θέλουν να τα αλλάξουν. Αντιθέτως στην πλειοψηφία τους οι απόψεις τους είναι στα όρια του απολιτικού, ενίοτε δε και του κυνικού ειδικά άμα τους αναφέρεις περί συλλογικής διεκδίκησης, κινημάτων και άλλα συναφή. Το μόνο που τους απασχολεί είναι το δικό τους επαγγελματικό μέλλον. Μια εντελώς ατομικιστική στάση δηλαδή για την οποία φυσικά οι λιγότερο φταίχτες είναι οι ίδιοι. Βεβαίως όταν δεν θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο δυο τινά μπορεί να φταίνε : ή ότι θεωρείς ότι ο κόσμος «πάει και τελείωσε» δεν αλλάζει ή ότι είσαι ευχαριστημένος με τον κόσμο έτσι όπως έχει. Ειλικρινά δεν έχω αποφασίσει τι από τα δύο είναι χειρότερο.