Το Μάθημα των βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της Εκπαιδευτικής επικαιρότητας τα τελευταία δύο χρόνια τουλάχιστον. Αυτό δείχνει την αξία που αποδίδει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας στα Ανθρωπιστικά Μαθήματα και, μάλιστα, σε ένα Μάθημα που μιλάει στα παιδιά για αξίες που ο σύγχρονος τεχνοκρατικός πολιτισμός παραγνωρίζει: την Αγάπη, τον Σεβασμό στον Άλλο και τον Διάλογο με τους άλλους, είτε πιστεύουν στον ίδιο Θεό, είτε όχι. Είναι σημαντικό, για τους γονείς, για τα παιδιά, αλλά και για ολόκληρη την Εκπαίδευση, η σχολική τάξη να είναι κάτι περισσότερο από μία ανταγωνιστική αρένα και το Μάθημα των Θρησκευτικών μπορεί να αποτελέσει έναν άλλο πόλο στο εξετασιοκεντρικό περιβάλλον του σχολείου.

Ανακοίνωση Πανελλήνιου Συλλόγου Αναπληρωτών

Το ίδιο το Υπουργείο δείχνει να πιστεύει στον ρόλο που μπορεί να παίξει η Θρησκευτική Εκπαίδευση στο σύγχρονο σχολείο, όπως συμβαίνει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Προέβη σε μία ‘μεταρρύθμιση’ του Μαθήματος, ώστε αυτό να απευθύνεται σε όλους τους μαθητές του σημερινού πολυπολιτισμικού σχολικού περιβάλλοντος και δείχνει να στηρίζει το Μάθημα των Θρησκευτικών. Είναι όμως έτσι;

Όσοι διδάσκουμε στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση γνωρίζουμε πολύ καλά ότι το κλειδί για να πετύχει ένα Μάθημα δεν είναι οι καλές προθέσεις που το συνοδεύουν. Το κλειδί είναι η διδασκαλία του από εκπαιδευτικούς που έχουν τις γνώσεις και την παιδαγωγική κατάρτιση να προσφέρουν αληθινή μάθηση στους μαθητές. Η Θρησκευτική Εκπαίδευση έχει πολλές ιδιαιτερότητες και ευαίσθητες ισορροπίες που ακόμα και έμπειροι θεολόγοι χρειάζονται συχνά μεγάλη προετοιμασία, να επιστρατεύσουν όλα τα «εργαλεία» που διαθέτουν για να παρουσιάσουν ένα εποικοδομητικό μάθημα. Εάν λοιπόν το Υπουργείο υποστηρίζει πραγματικά τη δική του μεταρρύθμιση οφείλει να την εμπιστεύεται μόνο σε επιμορφωμένους Θεολόγους εκπαιδευτικούς, γιατί είναι οι μόνοι που μπορούν να την υποστηρίξουν.

Τα τελευταία χρόνια τα μόνιμα κενά στο Μάθημα των Θρησκευτικών είναι εκατοντάδες. Είναι και αυτό ένα αποτέλεσμα της Κρίσης στη χώρα μας και της αδιοριστίας των Εκπαιδευτικών. Τα κενά αυτά συνηθίζεται να καλύπτονται από Θεολόγους αναπληρωτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι πέρυσι διορίστηκαν 173 Θεολόγοι αναπληρωτές. Την χρονιά που διανύουμε όμως, μολονότι έχουν διοριστεί μέχρι σήμερα περίπου 20.000 αναπληρωτές στο σύνολο της Εκπαίδευσης, οι Θεολόγοι αναπληρωτές που προσλήφθηκαν στην Δευτεροβάθμια Γενικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης ήταν μόλις 8! Τι γίνεται με τα υπόλοιπα κενά; Το Υπουργείο προσπαθεί να τα καλύψει με την γ’ ανάθεση παραχωρώντας το Μάθημα στον συμπαθή –πλην όμως χωρίς καμία Θεολογική επιστημονική κατάρτιση– κλάδο των Φιλολόγων ΠΕ02. Υπάρχουν δε καταγγελίες ότι στη νησιωτική επικράτεια γίνεται κατάχρηση και αυτής ακόμη της γ’ ανάθεσης, με αποτέλεσμα το Μάθημα να ανατίθεται σε συναδέλφους παντελώς άσχετων ειδικοτήτων που απλά συμπληρώνουν το ωράριό τους.

Αλήθεια, δεν αντιλαμβάνεται το Υπουργείο Παιδείας ότι μ’ αυτή την πολιτική συντελεί στην πλήρη απαξίωση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης; Δεν καταλαβαίνει ότι όλος αυτός ο αγώνας που το ίδιο δίνει για την ‘αναβάθμισή’ της ματαιώνεται στην πράξη από την ίδια την πολιτική του; Καλούμε το Υπουργείο, έστω και την ύστατη στιγμή:

1. να προχωρήσει άμεσα στην κάλυψη των κενών όλων των ειδικοτήτων στη Δευτεροβάθμια.

2. να κατανοήσει το αδιέξοδο που το ίδιο δημιουργεί και να καλύψει όλα τα κενά στο Μάθημα των Θρησκευτικών με Θεολόγους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς και μόνον.

Όλοι οι αδιόριστοι συνάδελφοι Θεολόγοι να εκτιμήσουν την κρισιμότητα της κατάστασης και να πλαισιώσουν τον Πανελλήνιο Σύλλογο Αναπληρωτών Θεολόγων. Είναι χρέος μας πρώτα απ’ όλα παιδαγωγικό και επιστημονικό να απαιτήσουμε και να διεκδικήσουμε μία ουσιαστική αναβάθμιση του Μαθήματός μας και να μην συντελέσουμε διά της σιωπής μας στην επιχειρούμενη απαξίωση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης.