Μπορεί οι κανονισμοί για την εκ των έσω διάσωση(bail-in) των ευρωπαϊκών τραπεζών να έχουν μειώσει τον κίνδυνο για μελλοντικές διασώσεις με χρήματα των φορολογουμένων, αφήνουν όμως τους επενδυτές εκτεθειμένους σε σημαντικό διασυνοριακό ρίσκο, όπως προειδοποιεί η Fitch Ratings.

Oι ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν οριστικοποιήσει τους κανονισμούς του bail-in για τη διαδικασία εκκαθάρισης των συστημικά σημαντικών τραπεζών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με ενεργητικό άνω των 100 δισ. ευρώ.

Παρ’ όλα αυτά, σε περίπτωση μιας διασυνοριακής τραπεζικής κατάρρευσης, δεν είναι ακόμη σαφές πώς θα γίνει η κατανομή των ζημιών μεταξύ επενδυτών εντός και εκτός συνόρων. Αυτό εξαρτάται από τις στρατηγικές εκκαθάρισης των τραπεζών, εάν ο μητρικός όμιλος και θυγατρικές υπάγονται σε διαφορετικές ρυθμιστικές αρχές και πιθανότατα και σε διαφορετικά πλαίσια, αναφέρει η Fitch στην έκθεσή της.

Στον απόηχο της πιστωτικής κρίσης και της μετέπειτα ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, έχει αυστηροποιηθεί το πλαίσιο που διέπει το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος κατάρρευσης μιας συστημικά σημαντικής τράπεζας και διάσωσής της με χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων. Το νέο πλαίσιο υποχρεώνει τις τράπεζες να διαθέτουν επαρκή κεφάλαια για τη διαχείριση των δυσμενέστερων σεναρίων. Σύμφωνα ορισμένες εκτιμήσεις, οι τράπεζες της Ε.Ε., στο πλαίσιο των νέων κανονισμών χρειάζεται να συγκεντρώσουν 450 δισ. ευρώ σε κεφάλαια απορρόφησης ζημιών(loss absorbing capital). Αλλά, όπως εκτιμούν ορισμένοι αναλυτές, το bail-in χρέος είναι ακριβό και έχει αντίκτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών.