Το κείμενο αυτό δεν είναι ειδικό, που αφορά δηλαδή κατά κύριο λόγο τους κλάδους των καθηγητών Γαλλικών και Γερμανικών που είναι επιφορτισμένοι με τη διδασκαλία της (ως μάθημα επιλογής) στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Δημήτρης Τσιριγώτης. Φυσικός

Αφορά όλους τους κλάδους και χρησιμοποιεί τη 2η ξένη γλώσσα ως παράδειγμα με εμφανή πλέον την πιθανότητα να γενικευθεί και στα άλλα μαθήματα.

ΘΕΣ ΝΑ ΚΟΨΕΙΣ ΩΡΕΣ ΣΕ ΕΝΑ ; ΟΡΙΣΕ ΤΟ ΩΣ «» ΜΕ ΠΟΛΛΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
Δεν μου αρέσει να κινδυνολογώ αλλά αν ρίξετε μια ματιά στις προτάσεις του υπουργείου Παιδείας για το νέο Λύκειο όπου τα μαθήματα στη Β΄ και στη Γ΄ Λυκείου θα είναι πολύ λιγότερα και όπου τα περισσότερα από αυτά θα είναι μαθήματα επιλογής θα καταλάβετε τι εννοώ. Βλέπετε, ένας πολύ πειστικός τρόπος για να εξοικονομείς θέσεις καθηγητών είναι να ορίζεις τα μαθήματα ως επιλεγόμενα και να λες: «λυπάμαι δεν σχηματίστηκε τμήμα» μετατοπίζοντας την ευθύνη στους μαθητές που δεν επέλεξαν το μάθημα και τις συνέπειες στους καθηγητές που απλά στάθηκαν άτυχοι. Ένας τρόπος διαχείρισης του εκπαιδευτικού προσωπικού είναι να δίνεται στους μαθητές η δυνατότητα επιλογής των μαθημάτων που θέλουν να διδαχθούν ενώ ταυτόχρονα η επιλογή τους αυτή ( βάζοντας ένα σωρό προϋποθέσεις σχηματισμού τμήματος) να μεθοδεύεται, ώστε κάποια τμήματα να παραγεμίζουν και κάποια άλλα να μην πιάνουν το όριο σχηματισμού. Αυτό πρακτικά σημαίνει σχηματισμό πολύ λιγότερων τμημάτων και ψαλίδιση πολλών θέσεων καθηγητών. Πρόκειται για μια ακόμα λογιστικού τύπου τεχνική στα πλαίσια του «εξορθολογισμού». Εξάλλου είναι πλέον κοινό μυστικό ότι στην προσπάθεια εξοικονόμησης πόρων το υπουργείο Παιδείας δεν έχει κανένα πρόβλημα να υποβαθμίζει την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΤΗΝ 2η ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΑΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣ «ΔΕΥΤΕΡΗ»
Είναι γνωστό ότι το μάθημα της 2ης ξένης γλώσσας στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει δεχτεί πάρα πολλά πλήγματα τα τελευταία χρόνια. Παρά τις εξαγγελίες του υπουργείου Παιδείας για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που θα κληθεί να παίξει η ξενόγλωσση εκπαίδευση στη χώρα μας, εκείνη αντί να αναβαθμίζεται συνεχώς υποβαθμίζεται .
Το πρώτο λοιπόν «ψαλίδι», πριν μερικά χρόνια, ήταν η μείωση των ωρών εβδομαδιαίας διδασκαλίας από 3 ώρες σε 2 με συνέπεια την τεχνητή δημιουργία υπεράριθμων καθηγητών Γαλλικών ΠΕ05 και Γερμανικών ΠΕ07 και την υποχρεωτική μετάταξη πολλών εξ αυτών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Σήμερα, η νέα Υπουργική Απόφαση με τίτλο: «Επιλογή δεύτερης ξένης γλώσσας και συγκρότηση τμημάτων», η οποία αφορά το νέο σχολικό έτος 2017-2018, είναι ευθεία βολή εναντίον της 2ης ξένης γλώσσας και είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα προκαλέσει περαιτέρω υποβάθμιση του μαθήματος. Οι συνέπειες από την εφαρμογή της νέας Υπουργικής Απόφασης δεν αφορούν μόνο τους καθηγητές Γαλλικών και Γερμανικών αλλά εξίσου τους μαθητές και τους γονείς τους καθώς η επιλογή της 2ης ξένης γλώσσας που επιθυμεί να διδαχθεί ένας μαθητής καθίσταται τελείως διαφορετική υπόθεση από το ποια γλώσσα θα διδαχθεί τελικά. Η προτίμηση του μαθητή θα πρέπει να συνοδευτεί από μπόλικη τύχη για να ευοδωθεί τελικά. Βλέπετε η συγκρότηση τμήματος 2ης ξένης γλώσσας, σύμφωνα με την νέα Υπουργική Απόφαση, έχει τόσες πολλές προϋποθέσεις που είναι σίγουρο ότι πάρα πολλοί μαθητές θα υποχρεωθούν να παρακολουθήσουν άλλη ξένη γλώσσα από αυτήν που αρχικά επέλεξαν και κάποιοι πιθανότατα να μην διδαχθούν καθόλου 2η ξένη γλώσσα. Ήδη, σύμφωνα με τα στοιχεία που αφορούν τις επιλογές των παιδιών στην Ε΄ Δημοτικού για το σχολικό έτος 2017-2018, πάνω από το ένα τρίτο των μαθητών δεν θα παρακολουθήσουν την 2η γλώσσα που επέλεξαν.
Και ενώ οι διαφορετικοί κλάδοι των καθηγητών Γαλλικής ΠΕ05 και Γερμανικής ΠΕ07 κρατάνε μια αμιγώς αξιοπρεπή στάση χωρίς ανταγωνιστικά στοιχεία μεταξύ τους, και μέχρι τώρα παρουσιάζονται συνασπισμένοι και με ενιαίο μέτωπο στις διεκδικήσεις τους το υπουργείο Παιδείας με τις αποφάσεις του είναι σαν να ρίχνει λάδι στη φωτιά ώστε να αρχίσει το αλληλοφάγωμα.
Στη συνέχεια του κειμένου θα προσπαθήσω να σας αναφέρω με όσο γίνεται πιο απλά λόγια τα βασικά σημεία της παραπάνω Υπουργικής Απόφασης καθώς και τις επιπτώσεις για τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς (θεωρώντας εξαιρετικά πιθανό τα ίδια ή παρόμοια να εφαρμοστούν και σε άλλα μαθήματα):
1) «Η επιλογή της 2ης ξένης Γλώσσας που γίνεται στην Ε΄ τάξη του Δημοτικού ισχύει έως και την Γ΄ τάξη του Γυμνασίου».
Α) Καταρχάς η λέξη «επιλογή» στη Ε΄ Δημοτικού δεν ισχύει για όλους τους μαθητές αφού πολλοί από αυτούς θα υποχρεωθούν να διδαχθούν άλλη γλώσσα από αυτή που επιθυμούν λόγω έλλειψης καθηγητή ή μη σχηματισμού τμήματος.
Β)Κατά δεύτερο η επιλογή που κάνει ένας μαθητής στην Ε΄ Δημοτικού δεν είναι σίγουρο ότι θα ισχύσει ως το τέλος του Γυμνασίου όπως ισχυρίζεται η υπουργική απόφαση αφού σε οποιαδήποτε τάξη, από την ΣΤ ΄ μέχρι και την Γ΄ Γυμνασίου, είναι πιθανόν να υποχρεωθεί ο μαθητής να αλλάξει γλώσσα λόγω μη σχηματισμού τμήματος ή έλλειψης καθηγητή.

Γ) Η ίδια η υπουργική απόφαση περιέχει μια μεγάλη αντίφαση αφού σε άλλη παράγραφο αναφέρει ότι «…δίνεται κατ’ εξαίρεση η δυνατότητα αλλαγής της Β’ Ξένης Γλώσσας στην Α΄ Γυμνασίου σε όσους έχουν λόγους να αλλάξουν…… εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις σχηματισμού τμημάτων». Προσωπική μου άποψη είναι ότι αυτή η πρόταση περισσότερο ως παραθυράκι του νόμου μοιάζει αφού δεν αναφέρει επακριβώς τους λόγους που μπορούν να επικαλεστούν οι γονείς ώστε πηγαίνοντας το παιδί τους στο Γυμνάσιο να μπορεί να αλλάξει γλώσσα.
2) «Ο αριθμός των τμημάτων 2ης ξένης γλώσσας δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των τμημάτων γενικής παιδείας»

Τελείως δυσλειτουργική η πρόταση αυτή και θα προσπαθήσω να σας το αποδείξω με ένα απλό παράδειγμα: Έστω ότι μια τάξη ενός σχολείου έχει 81 μαθητές και οι 41 θέλουν γαλλικά και οι 40 γερμανικά. Τα τμήματα λοιπόν της γενικής παιδείας είναι 3 (αφού ο μέγιστος αριθμός ανά τμήμα ορίζεται να είναι το 27). Καταρχάς πως γίνεται να δημιουργηθούν 3 παράλληλα τμήματα 2ης ξένης γλώσσας αφού για να είναι παράλληλα τα τμήματα απαιτείται ζυγός αριθμός τμημάτων; Το κυριότερο όμως είναι ότι σύμφωνα με την εγκύκλιο θα πρέπει να σχηματιστούν το πολύ 3 τμήματα 2ης ξένης γλώσσας (2 τμήματα γαλλικά και 1 μόνο τμήμα γερμανικών). Το οποίο τμήμα γερμανικών παρακαλώ θα έχει πόσα παιδιά, 40; Προφανώς η πρόταση αυτή της Υπουργικής απόφασης δεν ευσταθεί. Και για να μην θεωρηθεί το παράδειγμα αυτό ως μεμονωμένο και συμπτωματικό σας προτείνω να ανατρέξετε στα στοιχεία διαφόρων ΠΥΣΠΕ που είναι αναρτημένα στο διαδίκτυο, όσον αφορά τις επιλογές για την 2η ξένη γλώσσα των μαθητών Ε΄ Δημοτικού, και θα διαπιστώσετε δεν είναι λίγα τα σχολεία στα οποία ακολουθήθηκε η διαδικασία του παραπάνω παραδείγματος.

3) (Για τους μαθητές που θα υποχρεωθούν να αλλάξουν 2η ξένη γλώσσα και να αρχίσουν μια γλώσσα από την αρχή)… «ο εκπαιδευτικός κάνει τις απαραίτητες προσαρμογές στο διδακτικό υλικό και επιδεικνύει την απαιτούμενη ευελιξία και επιείκεια σε όλα τα επίπεδα…»

Για εκείνους λοιπόν τους άτυχους μαθητές που θα αναγκαστούν να αλλάξουν γλώσσα στο Γυμνάσιο λόγω μη σχηματισμού τμήματος στη γλώσσα που είχαν ξεκινήσει στο Δημοτικό υπάρχει η εξής παιδαγωγική πρόβλεψη: οι καθηγητές πρέπει να κάνουν ότι μπορούν για να τους εντάξουν. Τελεία. Αυτό είναι όλο. Δηλαδή το υπουργείο πετάει το μπαλάκι και με αυτόν τον τρόπο και την ευθύνη στους καθηγητές. Δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τμήματα τύπου ένταξης στη νέα γλώσσα ή για αρχάριους αφού ως γνωστό τα επίπεδα(προχωρημένοι-αρχάριοι) που ίσχυαν παλιά έχουν και αυτά καταργηθεί. Αφήνεται λοιπόν μόνος του ένας καθηγητής μέσα στο τμήμα να προσπαθεί να γεφυρώσει τα αγεφύρωτα. Φανταστείτε λοιπόν τώρα ένα τμήμα Γυμνασίου που ένα μέρος του μαθητικού δυναμικού θα περιέχει προχωρημένους μαθητές και το άλλο μέρος εντελώς αρχάριους οι οποίοι κατά πάσα πιθανότητα θα είναι και αρνητικά προδιατεθειμένοι απέναντι στο μάθημα αφού θα έχουν αναγκαστεί να αλλάξουν 2η ξένη γλώσσα. Και φυσικά υπάρχει και το «κερασάκι στη τούρτα»: ο καθηγητής, μέσα σε όλα αυτά, πρέπει να προετοιμάσει τα παιδιά για τις εξετάσεις γλωσσικής επάρκειας αφού σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας η διδασκαλία των ξένων γλωσσών θα πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο ΚΠΓ (Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας).

ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ
Το υπουργείο Παιδείας από τη μια πλευρά εξαγγέλλει διαρκώς την σημασία της πολυγλωσσίας και από την άλλη πλευρά με τις αποφάσεις του σε λίγα χρόνια θα οδηγήσει τα περισσότερα σχολεία να είναι μονόγλωσσα. Επίσης υποτίθεται ότι θέτει ως βασικό στόχο η γλωσσική επάρκεια να κατακτιέται στο σχολείο μέσω του ΚΠΓ. Πως όμως μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, παραγεμίζοντας τα τμήματα; Ή μήπως έχοντας μέσα στο ίδιο τμήμα μαθητές που είναι αναγκασμένοι να παρακολουθήσουν μια γλώσσα που δεν επιθυμούν και που πρέπει να ξεκινήσουν από την αρχή ταυτόχρονα δε (πολλές φορές) παρατώντας την γλώσσα που είχαν ξεκινήσει αρχικά;

Με βάση την αρχή της ισονομίας, των δικαιωμάτων των μαθητών και της συνταγματικά κατοχυρωμένης δωρεάν παροχής παιδείας θα έπρεπε σε κάθε σχολείο να παρέχονται και οι δύο γλώσσες (γιατί όχι και περισσότερες) και να μην υπήρχε ελάχιστος αριθμός παιδιών για τον σχηματισμό τμήματος (12). Γιατί παρακαλώ στο συγκεκριμένο μάθημα οι προτιμήσεις της μειοψηφίας, πολλές φορές και οριακής, να υποτάσσονται στις προτιμήσεις της πλειοψηφίας; Επίσης αφού το μάθημα της 2ης ξένης γλώσσας κατατάσσεται στα μαθήματα επιλογής θα έπρεπε να δίνεται το δικαίωμα της πραγματικής επιλογής χωρίς όλες αυτές τις προϋποθέσεις που αναφέραμε παραπάνω αλλά και το δικαίωμα της αλλαγής στην επιλογή σε μια επόμενη τάξη. Έννοιες όπως «πλειοψηφούσα γλώσσα» ή «προϋποθέσεις για τον σχηματισμό τμήματος» δημιουργούν αντίφαση με τον χαρακτηρισμό: «μάθημα επιλογής». Αφού λοιπόν είναι έτσι τα πράγματα προτείνω η 2η ξένη γλώσσα από «μάθημα επιλογής» να φέρει στο εξής τον διακριτικό τίτλο «μάθημα επιβολής».

ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ
Δυστυχώς οι καθηγητές που διδάσκουν το μάθημα της 2ης ξένης γλώσσας αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμοι κρατικοί υπάλληλοι δεύτερης κατηγορίας και όχι ως επιστήμονες. Ένα μεγάλο ποσοστό(κυρίως στα Δημοτικά) αναγκάζεται να εργάζεται σε περισσότερα από 5 σχολεία που πρακτικά σημαίνει πάνω από 10 αλλαγές χώρου εργασίας την εβδομάδα αφού ως γνωστόν δεν επιτρέπεται ένα τμήμα να κάνει πάνω από μια ώρα την ημέρα το ίδιο μάθημα( παρεμπιπτόντως, πρόκειται για άλλη μια αγκύλωση). Αλήθεια που πήγαν οι πηχυαίοι τίτλοι των διακηρύξεων του υπουργείου Παιδείας για την αίσθηση του «συνανήκειν» ( κάθε εκπαιδευτικός να ανήκει σε ένα σχολείο), που αποτελεί προϋπόθεση για την αφοσίωσή του στην εκπαιδευτική του αποστολή;

Αυτό που πρέπει να κατανοήσει το υπουργείο Παιδείας είναι ότι όταν βάζει τόσες πολλές προϋποθέσεις για τον σχηματισμό τμήματος οι καθηγητές της 2ης ξένης γλώσσας νιώθουν τρομερή ανασφάλεια για το επαγγελματικό τους μέλλον (μήπως κάτι παρόμοιο δεν εφαρμόζεται και για τα μαθήματα ειδικότητας των συναδέλφων μας στα ΕΠΑΛ;) Πόσο υποτιμητικό είναι να τους αναγκάζει να νιώθουν εξαρτημένοι από τις προτιμήσεις των μαθητών λες και οι μαθητές είναι πελάτες, πρακτική που ταιριάζει σε επιχειρήσεις και όχι σε δημόσια σχολεία, να τους αναγκάζει να μην μπορούν να κάνουν αμερόληπτοι την εργασία τους σκεφτόμενοι πάντα ότι πρέπει να «προσέχουν για να έχουν». Εμείς λοιπόν οι υπόλοιπες ειδικότητες με τις δεδομένες ώρες (μέχρι νεωτέρας) ας υπερασπιστούμε τους συνάδελφούς μας όχι μόνο για ηθικούς λόγους αλλά ώστε να μην βρεθούμε σε παρόμοια θέση στο άμεσο μέλλον. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι πρόκειται για «φωτιά στο σπίτι του γείτονα……».