Η ανάγκη επένδυσης στη γνώση και στην καινοτομία ως απάντηση στις σύγχρονες και μελλοντικές προκλήσεις της νέας ψηφιακής εποχής, τονίστηκε σε σεμινάριο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ιδεών (European Ideas Network) με θέμα : “Επενδύοντας στην Εκπαίδευση και στην Καινοτομία”, το οποίο διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη, η ευρωβουλευτής του ΕΛΚ και της ΝΔ και εκπρόσωπος τύπου της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη.

“Ας σκεφτούμε, πως μπορούμε να κάνουμε τη μεγαλύτερη επένδυση σε αυτόν τον αιώνα, που δεν είναι άλλη από τη γνώση” είπε η κ. Σπυράκη, υπογραμμίζοντας ότι καμία πρόκληση δεν είναι δυνατόν να απαντηθεί χωρίς επένδυση στη γνώση.

“Είτε αυτή αφορά στις κοινωνικές ανισότητες, είτε αφορά στην κλιματική αλλαγή, είτε αφορά στην ψηφιακή επανάσταση, στη λεγόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση” συνέχισε η κ. Σπυράκη και πρόσθεσε :

“Καμία πρόκληση δεν μπορεί να απαντηθεί, εάν δεν υπάρχουν συνέργειες ανάμεσα στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, αν δεν υπάρχει σχέδιο που να απαντά ουσιαστικά σε αυτές τις προκλήσεις και εάν δεν υπάρχουν μηχανισμοί χρηματοδότησης”.

Η κ. Σπυράκη ανέφερε ότι απαιτείται, ωστόσο, ένα “μίνιμουμ συναίνεσης” και έφερε, ως παράδειγμα, το “νόμο Διαμαντοπούλου” για τον οποίο είπε, ότι ενώ “έτυχε αποδοχής, ιδιαίτερα στα πανεπιστήμια” και συνάντησε “υψηλή διακομματική συναίνεση (ψηφίστηκε και από τη ΝΔ) την περίοδο που η ίδια ήταν υπουργός”, όμως “ξηλώθηκε με συνοπτικές διαδικασίες, μόλις οι κυβερνήσεις άλλαξαν”. “Είναι λοιπόν απαραίτητο πρώτα απ όλα να πετύχουμε τη μίνιμουμ συναίνεση” είπε η κ. Σπυράκη.

Η ευρωβουλευτής του ΕΛΚ και της ΝΔ αναφέρθηκε στη χαμηλή θέση της Ελλάδας σε δείκτες καινοτομίας και εκπαίδευσης στην Ε.Ε. και ειδικότερα στο δείκτη ψηφιακής οικονομίας (DΕSI), σημειώνοντας ωστόσο, ότι αυτό μπορεί να αλλάξει και πρόσθεσε : “Και η Ελλάδα έχει πάρα πολλές δυνατότητες να κάνει καινοτομία – η Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτομίας είναι ένα καλό παράδειγμα- και να φέρει καινοτόμες επιχειρήσεις και στη Θεσσαλονίκη και στη χώρα συνολικά”.

Η κ. Σπυράκη ανέφερε, ως παράδειγμα, τη Φιλανδία, η οποία αξιοποιεί τη νέα τεχνολογία στην εκπαίδευση, λέγοντας ότι “οι μαθητές δεν πηγαίνουν στο σχολείο με βιβλία, αλλά με κωδικούς πρόσβασης” σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. “Στη Φιλανδία, το 90% της εμπιστοσύνης το έχει ένας θεσμός, η εκπαίδευση” είπε η κ. Σπυράκη και συνέχισε :

“Στην Ελλάδα, η εμπιστοσύνη στην εκπαίδευση είναι πάρα πολύ χαμηλή και ειδικά στη δημόσια εκπαίδευση. Είναι ευκαιρία να το αλλάξουμε αυτό, βλέποντας πώς συμβαίνει στο εξωτερικό και υιοθετώντας καλές πρακτικές, που δεν κοστίζουν και που μας δίνουν τη δυνατότητα να αναπτύξουμε τη χώρα μας σε πολύ καλύτερους ρυθμούς”.

Στην επίδραση της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης σε πολλούς τομείς και ταυτόχρονα και στην αγορά εργασίας, με πολλές επιπτώσεις στις νέες γενιές αλλά και στις μεγαλύτερες ηλικίες, αναφέρθηκε η πρώην Επίτροπος της Ε.Ε. και πρώην υπουργός ‘Αννα Διαμαντοπούλου και πρόσθεσε ότι τόσο στην Ελλάδα, όσο και συνολικά στην Ευρώπη “η απάντηση είναι, πάνω από όλα, η αλλαγή στο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο πρέπει να μπει στην ψηφιακή εποχή”.

Η κ. Διαμαντοπούλου διέβλεψε, ως προς αυτό, ότι στις προσεχείς ευρωεκλογές “θα συγκρουστούν δύο κόσμοι” και συνέχισε:

“Ο ένας είναι ο κόσμος που πιστεύει στα ανοιχτά σύνορα, στην Ενωμένη Ευρώπη, στη συνεργασία μεταξύ των λαών, στην αποδοχή του διαφορετικού, στους κανόνες της κοινωνίας, στο σεβασμό της εθνικής ταυτότητας και ο άλλος είναι ένας κόσμος, που ήρθε με βία τα τελευταία χρόνια και είναι σε όλες τις χώρες και είναι ένας κόσμος – που έχει σαφώς την εξήγηση του- ο οποίος είναι των κλειστών συνόρων, των κλειστών θεσμών, των αυταρχικών δομών, είναι ένας κόσμος, ακραία αριστερός, ακραία δεξιός, ακραία λαϊκιστικός”.

Η κ. Διαμαντοπούλου υπογράμμισε ότι αυτή “η σύγκρουση, η πολιτική, δεν μπορεί να γίνει με όρους του παρελθόντος” και πρόσθεσε:

“Έχουμε ανάγκη νέων συμπαρατάξεων και συμμαχιών για να μπορέσει η Ευρώπη να διατηρήσει τον πολιτισμό αρχών και αξιών και να ξαναχτίσει πάνω σε αυτόν και το βασικό εργαλείο είναι η εκπαίδευση. Είναι σημαντικό, συνολικά, στην Ευρώπη να δώσουν οι προοδευτικές δυνάμεις μια μάχη για να μπει η εκπαίδευση και η καινοτομία στο κέντρο των επιλογών και των χρηματοδοτήσεων”.

Ο βουλευτής Κορινθίας της ΝΔ Χρίστος Δήμας επεσήμανε ότι στον εκπαιδευτικό τομέα και ιδιαίτερα στον τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης, ο οποίος παράγει έρευνα “ο ανταγωνισμός δεν είναι μόνο σε εθνικό, ή τοπικό επίπεδο”, αλλά παγκόσμιος. Επικαλέστηκε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία τα 28 κράτη – μέλη της Ε.Ε. το 2016 δαπάνησαν για την έρευνα και την καινοτομία, τριακόσια τρία δισεκατομμύρια ευρώ.

“Το ποσό είναι αρκετά μεγάλο και σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά είναι αυξημένο κατά 0,4% και η τάση είναι αυξητική. Αν δούμε μάλιστα τα νούμερα σε σχέση με δέκα χρόνια πριν το 2006 θα δούμε ότι υπάρχει μια αύξηση 40%. Όμως είναι αρκετό;” διερωτήθηκε ο κ. Δήμας και συνέχισε:

“Το 2015 τα είκοσι οκτώ κράτη- μέλη της Ε.Ε. ξόδεψαν το 66% του ποσού που ξόδεψαν οι ΗΠΑ. Είχαμε, όμως, 48,5% υψηλότερο ποσοστό από ότι στην Κίνα, δύο φορές παραπάνω από την Ιαπωνία και πέντε φορές παραπάνω από τη Ν. Κορέα. Βέβαια, αν κάνουμε τη σύγκριση κατά κεφαλήν, θα δούμε ότι είμαστε ακόμη πιο πίσω”.

“Αν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι το 2,03% του ΑΕΠ -στα κράτη της Ευρωζώνης είναι ελαφρώς αυξημένος- στην Ελλάδα, θα δείτε ότι είμαστε σχεδόν στο μισό, 1,01% του ΑΕΠ” είπε ο κ. Δήμας.

Ο βουλευτής της ΝΔ έφερε, ως παράδειγμα, την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στην Εσθονία και μάλιστα στη δημόσια διοίκηση, δείχνοντας, ως παράδειγμα την ιστοσελίδα της με τις οδηγίες για την λειτουργία και την προσέλκυση επενδύσεων.

“Έχουμε τις δυνατότητες, δεν έχουμε οργανωθεί όμως σωστά. Για να βελτιώσεις το σύστημα εκπαίδευσης πρέπει να έχεις τη δυνατότητα να αξιολογήσεις, να μετρήσεις και να συγκρίνεις” είπε ο κ. Δήμας και συνέχισε : “Αυτό το πράγμα δεν υπάρχει στην Ελλάδα, δεν υπάρχει εθνικός τρόπος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών μας ιδρυμάτων, όχι μόνο των τριτοβάθμιων – που είναι της μόδας να το λέμε – αλλά ακόμη και στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση”.

“Νομίζω, ότι αυτό που χρειάζεται είναι ένας μακροχρόνιος σχεδιασμός κατ’ αρχήν” είπε, μεταξύ άλλων, ο πρύτανης του ΠΑΜΑΚ, Αχιλλέας Ζαπράνης, αφού προηγουμένως ανέφερε στοιχεία για την ελληνική και την ευρωπαϊκή εμπειρία στην εκπαίδευση και στην καινοτομία και πρόσθεσε : “Αλλά η βασική συνταγή είναι προσδιορισμός των επιθυμητών στόχων και ακολούθως οι προτάσεις των λύσεων και φυσικά μέτρηση του αποτελέσματος και στην πορεία και στο τέλος”.

Συγκριτικά στοιχεία για τα εκπαιδευτικά συστήματα στην Ευρώπη παρουσίασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος Κοινωνίας και Εκπαίδευσης, Miguel Anhel Sancho και, μεταξύ άλλων, πρόσθεσε:

“Δύο είναι οι κύριοι στόχοι, να αυξήσουμε τα αποτελέσματα της εκπαίδευσης και να έχουμε παιδιά που πηγαίνουν νωρίς στο σχολείο. Σε αυτούς τους δύο στόχους η θέση της Ελλάδας είναι πολύ καλή. Αυτοί οι στόχοι συνδέονται με την ατζέντα του 2030 που αφορά τους στόχους αειφόρου ανάπτυξης, ιδίως του στόχου 4, να διασφαλίσουμε μια εκπαίδευση ισότιμη για όλους, που θα συμπεριλαμβάνει όλους”.