15-09-16 O Θεοδόσης Πελεγρίνης για την «Ημέρα Εθνικής Μνήμης για την καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού»

«Ο ελληνισμός, βέβαια, κατόρθωσε, όσο δυσβάσταχτο κι αν ήταν το άχθος της εθνικής αυτής τραγωδίας, να το σηκώσει και να προχωρήσει. Κι αυτή, ασφαλώς, δεν είναι η μοναδική φορά που ο ελληνισμός πετυχαίνει να επιβιώσει μέσα από την καταστροφή» τόνισε στην ομιλία του στη Βουλή για την «Ημέρα Εθνικής Μνήμης για την καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού» ο Υφυπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Θεοδόσης Πελεγρίνης, σημειώνοντας ότι ο ελληνισμός διαθέτει δύναμη επιβίωσης: «Αυτήν την δύναμη της επιβίωσής του ο ελληνισμός την οφείλει, πρωτίστως, στον πολιτισμό του –έναν πολιτισμό τέτοιας εμβέλειας, ώστε για την στήριξή του να μην απαιτείται η παρουσία των φυσικών του φορέων» τόνισε σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής ο Υφυπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Θεοδόσης Πελεγρίνης στην ομιλία του για την «Ημέρα Εθνικής Μνήμης για την καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού».

Ακολουθεί αναλυτικά η ομιλία κ. Πελεγρίνη:

Με την συνθήκη της Λωζάννης, στις 24 Ιουλίου 1923, υπεγράφη η ληξιαρχική πράξη της Μικρασιατικής Καταστροφής, της μεγαλύτερης τραγωδίας του νεοελληνικού κράτους. Δεν είναι μόνο οι 50.000 νεκροί, οι 75.000 τραυματίες πολέμου και οι πάνω από 1.500.000 Έλληνες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία στην καθημαγμένη Ελλάδα –αριθμοί εξαιρετικά μεγάλοι για την Ελλάδα των περίπου 6.000.000 κατοίκων– όπου αποτυπώνεται το βαρύ τίμημα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Είναι, κυρίως, το –άκρως σημαντικό τόσο από συμβολικής όσο και από ουσιαστικής πλευράς– γεγονός ότι για πρώτη φορά ο ελληνισμός στην πολυαίωνη ιστορία του υποχρεώθηκε να περιοριστεί στην μια πλευρά του Αιγαίου που δηλώνει το μέγεθος της μεγάλης τραγωδίας.

Ο ελληνισμός, βέβαια, κατόρθωσε, όσο δυσβάσταχτο κι αν ήταν το άχθος της εθνικής αυτής τραγωδίας, να το σηκώσει και να προχωρήσει. Κι αυτή, ασφαλώς, δεν είναι η μοναδική φορά που ο ελληνισμός πετυχαίνει να επιβιώσει μέσα από την καταστροφή. Το αντίθετο, μάλιστα. Αλλεπάλληλες ήταν οι καταστροφές –άλλοτε μεγαλύτερες κι άλλοτε μικρότερες, είτε από δικές του αστοχίες είτε εκ της επιβουλής άλλων είτε από συνδυασμό δικών του λαθών και επιθέσεων άλλων– τις οποίες χρειάστηκε ο ελληνισμός να αντιμετωπίσει. Κι αυτήν την δύναμη της επιβίωσής του ο ελληνισμός την οφείλει, πρωτίστως, στον πολιτισμό του –έναν πολιτισμό τέτοιας εμβέλειας, ώστε για την στήριξή του να μην απαιτείται η παρουσία των φυσικών του φορέων.

Το 31 π.Χ., μετά την μάχη του Ακτίου, καταλύεται το ελληνικό κράτος. Στον χάρτη δεν υπάρχει πουθενά πλέον ελληνικό κράτος. Υπάρχουν διαδοχικά η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, η βυζαντινή αυτοκρατορία, η οθωμανική αυτοκρατορία. Μόλις τον 19ο αιώνα, με την επανάσταση του 1821, δημιουργείται πάλι το ελληνικό κράτος. Όλους αυτούς τους αιώνες, όμως, ο ελληνικός πολιτισμός, παρά την απουσία των φυσικών φορέων του από τον χάρτη, συνεχίζει απρόσκοπτα το ταξίδι του στην ιστορία –όχι σαν ένα επίτευγμα απλώς στο παρελθόν, σαν ένα απολίθωμα της ιστορίας, αλλά ως μια δημιουργική δύναμη, ικανή να γονιμοποιήσει άλλους πολιτισμούς –τον ιταλικό, τον γαλλικό, τον γερμανικό, τον αγγλικό, με δυο λέξεις τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και, ακόμη γενικότερα, τον δυτικό πολιτισμό – έτσι, ώστε δικαίως να θεωρείται ο ελληνικός πολιτισμός ως η κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού.

Η σημερινή ημέρα μνήμης, που ορίστηκε ύστερα από απόφαση της Βουλής, μας δίνει ασφαλώς την ευκαιρία να θυμόμαστε, εξ αφορμής της μικρασιατικής τραγωδίας, τις αλλεπάλληλες καταστροφές που υπέστη ο ελληνισμός. Αυτοί είμαστε: ένας λαός που η μοίρα του είναι συνυφασμένη με καταστροφές, μέσα από τις οποίες, παρόλα αυτά, κατορθώσαμε να επιβιώσομε. Τούτο, βέβαια, δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε μοιρολάτρες, να περιμένομε, παραμένοντας αδρανείς, την επόμενη καταστροφή, ούτε, αυτοϊκανοποιούμενοι, να εφησυχάζομε ότι, αφού τα καταφέραμε στο παρελθόν, θα τα καταφέρομε και στο μέλλον. Εκείνο που συνέβη στο παρελθόν δεν σημαίνει ότι θα επαναληφθεί και στο μέλλον. Αυστηρή νομοτέλεια δεν υπάρχει και στην φύση ακόμη, όπως μπορεί να το διαπιστώσει κανείς από τις συνεχείς ανατροπές των νόμων της φύσης, οι οποίες αποτυπώνονται στην ιστορία της επιστήμης.

Το μέλλον χάσκει μπροστά μας, έτοιμο να μας καταπιεί, αν δεν φροντίσουμε εντωμεταξύ να λάβουμε τα μέτρα μας για αντιμετωπίσουμε την καταστροφή, που –ποιος μπορεί να το αποκλείσει ότι –είναι ενδεχόμενο να επέλθει. Ας σκεφτούμε, λοιπόν –μην εφησυχάζοντας– το παράδειγμα του εβραϊκού λαού.

Όσο κι αν το ολοκαύτωμα παραπέμπει, γενικώς, στον διωγμό και στην γενοκτονία που επιχειρεί κάποιο κράτος ή καθεστώς εναντίον εθνικών, θρησκευτικών, κοινωνικών ή πολιτικών ομάδων, που δρουν στους κόλπους ενός λαού, οι Εβραίοι πέτυχαν να ταυτίσουν το ολοκαύτωμα προς την τραγική μοίρα του έθνους των, προκειμένου να αναδείξουν τα εγκλήματα του ναζιστικού καθεστώτος εις βάρος των, με απώτερο στόχο να προκαλέσουν την οργή εναντίoν εκείνων που εγκλημάτησαν κατά της εθνικής των υπόστασης και την συμπάθεια του πολιτισμένου κόσμου για όσα υπέστησαν. Με υπομονή και επιμονή εξασφάλισαν την οικειοποίηση του ολοκαυτώματος έτσι, ώστε να διεκδικήσουν την δικαίωσή τους.

Με ανάλογο τρόπο, ίσως, θα μπορούσαμε, κι εμείς, να οικειοποιηθούμε την καταστροφή, σταθερό παρακολούθημα της ιστορίας του ελληνισμού. Επειδή πρόκειται δε για την διαμόρφωση μιας νοοτροπίας και, ως εκ τούτου, αποτελεί ζήτημα παιδείας, η προσήκουσα εκστρατεία θα ήταν σκόπιμο, ίσως, να αναληφθεί, σε πρώτη φάση, από τις διάφορες βαθμίδες της εκπαίδευσης –από το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας, την Ακαδημία Αθηνών, και τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα Πανεπιστήμια, έως τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Ο όρος καταστροφή –ίδιος στις λατινογενείς γλώσσες: στα αγγλικά catastrophe, στα γαλλικά catastrophe, στα γερμανικά Katastrophe, στα ιταλικά catastrofe, στα ισπανικά catástrofe– μπορεί να συντελέσει στην ευρεία εξάπλωση της οικειοπoίησης του εκ μέρους μας.

Μέσα στο κλίμα συμπάθειας, που ήθελε διαμορφωθεί από την συσχέτιση του ελληνισμού προς την καταστροφή, ενδεχομένως η διεκδίκηση αποζημιώσεων για όσα υπέστημεν εξ υπαιτιότητος άλλων να μπορεί να καταστεί αποτελεσματική. Να δειχθεί ότι η διεκδίκηση αυτή είναι αίτημα αποκατάστασης του δικαίου, και όχι ζήτημα αντιπαράθεσης προς αυτόν ή εκείνον τον λαό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προτεινόμενη οικειοποίηση της καταστροφής από τον ελληνισμό θα χρειαστεί χρόνο, για να επιτευχθεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Είναι δείγμα σωφροσύνης, όμως, να περιμένεις προετοιμαζόμενος παρά να σπεύδεις ανέτοιμος.