Η Οδός και η Αλήθεια του Χριστού

και η “Σύνοδος” της Κρήτης

Συνέντευξη[1]με τον πρωτοπρεσβύτερο Πέτρο Χιρς[2],

για το περιοδικό της Ι. Μ. Σαμταύρο, Μτσκέτα, Γεωργίας.

1. Δώστε μας παρακαλώ την αποτίμησή σας για τη Σύνοδο της Κρήτης.
π. Π. Χιρς: Η σύνοδος της Κρήτης είναι, δυστυχώς, μια ψευδοσύνοδος, η οποία παρήγαγε ανορθόδοξα κείμενα, τα οποία πρέπει τώρα να απορριφθούν από το Ορθόδοξο πλήρωμα.
Ο Χριστός είναι η Οδός και η Αλήθεια και, ως προς αυτά τα δύο κριτήρια, η «Κρητική Σύνοδος» απέχει πολύ από του να εκπροσωπεί ορθώς τον Χριστό! Τόσο από πλευράς μεθοδολογίας (το πώς προετοιμάστηκε, πώς οργανώθηκε και διεξήχθη), όσο και από πλευράς ουσίας (τα τελικά κείμενα είχαν βαθιά αλλοιωθεί από τη μη-Ορθόδοξη οικουμενιστική νοοτροπία ), προκύπτει ότι η «Κρητική Σύνοδος» παρεξέκλινε από την Οδό και την Αλήθεια των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων. Ένα αλλότριο πνεύμα, ξένο προς τους Αγίους Πατέρες αλλά οικείο προς το πνεύμα του κόσμου τούτου, ενέπνευσε τις εργασίες αυτής της Συνόδου, κηρύσσοντας διδάγματα ανήκουστα και ξένα, όχι αυτά τα «ξένα ρήματα, ξένα δόγματα, ξένα διδάγματα της Αγίας Τριάδος» (Αίνοι, Όρθρου Εορτής της Πεντηκοστής) τα οποία ειπώθηκαν στο παρελθόν και διέπουν σε κάθε αληθινή Οικουμενική Σύνοδο.
Παρά την πληθώρα των επιβεβαιώσεων περί του αντιθέτου, εντούτοις τόσο η παρασκευαστική διαδικασία, όσο και η οργάνωση και οι Κανόνες λειτουργίας αυτής της ‘Συνόδου’, δεν αντανακλούν την Ορθόδοξη Οδό (της Συνοδικότητας). Μείζονες αποφάσεις που αφορούσαν τη Σύνοδο, συμπεριλαμβανομένης και της τελικής απόφασης για τη διεξαγωγή της, λαμβάνονταν κατ’ εξακολούθηση, χωρίς την προηγούμενη γνώση, πόσο δε μάλλον τη συμμετοχή των Συνόδων των Τοπικών Εκκλησιών. Πράγματι, στην Κρήτη ενθαρρύνθηκε και εφαρμόστηκε μια νέα μορφή παπικισμού, στο πλαίσιο του οποίου οι Προκαθήμενοι των Τοπικών Εκκλησιών λειτουργούσαν όχι ως «πρώτοι μεταξύ ίσων» – αλλά ως «πρώτοι χωρίς ίσους» και ως «πάπες», υπεράνω των επισκόπων τους. Αυτό έγινε ολοφάνερο στην πρωτοφανή και ανορθόδοξη πρακτική του περιορισμού της δυνατότητας ψήφου, μόνο στους Προκαθημένους των Τοπικών Εκκλησιών. Όπως παρατήρησε κάποιος επίσκοπος, χωρίς αυτή τη δυνατότητα ψήφου, τελικά η μόνη διαφορά – μεταξύ των συμμετεχόντων Ορθοδόξων Επισκόπων και των παρευρισκομένων παρατηρητών, ποικίλων ετεροδόξων ομολογιών – ήταν ότι οι πρώτοι [οι Ορθόδοξοι επίσκοποι] μπορούσαν να μιλήσουν δημοσίως, έστω και για περιορισμένο μόνο χρόνο.
Η Αλήθεια του Χριστού, αυτό το «σημείον αντιλεγόμενον»… «όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί», (Λουκ.2, 34) απουσίαζε επίσης από τη σύνοδο της Κρήτης ή ήταν διαστρεβλωμένο. Τα καθιερωμένο κοινό χαρακτηριστικό όλων των Ορθοδόξων Συνόδων, είναι ότι αυτές καλούνταν να αντιμετωπίσουν δογματικές και κατ’ επέκταση ποιμαντικές προκλήσεις για την ενότητα της Εκκλησίας · έτσι, λοιπόν, οι Σύνοδοι αυτές αντιμετώπιζαν κατά κύριο λόγο ζητήματα Πίστεως (και, συνεπώς, αιρέσεις) και, δευτερευόντως μόνο, σχετικά θέματα κανονιστικής τάξεως. Στην Κρήτη όμως τέθηκε στο περιθώριο αυτή η σχέση Πίστης και Τάξης, Δόγματος και Ήθους, ενώ επίσης απουσίαζε εντελώς οποιαδήποτε αναφορά στο σχίσμα και στην αίρεση, πολλώ δε μάλλον σε αιρετικούς εν ζωή. Σε αυτή την πιο αιρετική εποχή όλων των εποχών, στην οποία βασιλεύουν ο συγκρητισμός και η Νέα Τάξη και ο διάβολος «διασχίζει γυμνός την ιστορία», η Σύνοδος της Κρήτης τόλμησε να αναφερθεί ακόμη και στις γνωστές εκείνες αιρέσεις, οι οποίες καταδικάστηκαν από προηγούμενες Οικουμενικές Συνόδους και από την Ομοφωνία των Πατέρων της Εκκλησίας, ως «Εκκλησίες».
Δυστυχώς, όπως έχει γίνει σαφές, η Σύνοδος αυτή ούτε «μεγάλη» είναι ούτε «αγία». Απλώς ήταν μια ήσσονος σημασίας σύναξη, που θα μείνει στην ιστορία, στην καλύτερη περίπτωση, ως μια επισκοπική συνέλευση χωρίς παν-ορθόδοξο κύρος, τόσο εξαιτίας του μικρού αριθμού των προσκεκλημένων επισκόπων, όσο και εξαιτίας των μάλλον δευτερευόντων ζητημάτων που την απασχόλησαν. Επιπλέον, δεν ήταν «αγία» εξαιτίας της ολοφάνερης απόκλισης από την Αγία Παράδοση και της προώθησης του συγκρητιστικού οικουμενισμού, με τη χαλαρή υιοθέτηση και ανορθοδόξων κειμένων, μεταξύ άλλων, τα οποία εκδόθηκαν στο πλαίσιο του διαλόγου με την Παποσύνη (λ.χ. Μπάλαμαντ) και στο πλαίσιο του λεγομένου «Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών» (λ.χ. Πουσάν, Πόρτο Αλλέγκρε). Αυτή η τραγική απόκλιση από την Αγία Παράδοση είναι επίσης προφανής στο Κείμενο που έγινε δεκτό από το Συμβούλιο -«Το Μυστήριο του Γάμου και τα Κωλύματα αυτού» – το οποίο συνιστά ευθεία ανατροπή του 72ου Κανόνα της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου (‘εν Τρούλλω’). Το εν λόγω Κείμενο, με το να επιτρέπει μικτούς γάμους με τους ετεροδόξους, εκφράζει ανεπαίσθητα αλλά ξεκάθαρα τη λεγόμενη «βαπτισματική θεολογία» και τη νέα οικουμενιστική εκκλησιολογία των «ατελών εκκλησιών», εκτός της Μίας Εκκλησίας. Το κείμενο αυτό, όσο και το τιτλοφορούμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπό Χριστιανικό Κόσμο», που αναγνωρίζει την ύπαρξη «ετεροδόξων εκκλησιών», είναι κείμενα ανορθόδοξα, τα οποία πρέπει να απορριφθούν από την Ορθόδοξη Εκκλησία!
Συμπερασματικά, η συντριπτική πλειοψηφία των πιστών στην Ελλάδα είναι σφόδρα απογοητευμένη από την «Κρητική Σύνοδο» και προσβλέπει στη σαφή απόρριψή της από τις ιεραρχίες των Τοπικών Εκκλησιών, που δεν συμμετείχαν στις εργασίες, με πρώτη την σεβασμία Εκκλησία της Γεωργίας, αλλά και την Εκκλησία της Ελλάδος, οι προσυνοδικές αποφάσεις της οποίας αντικανονικά παραμερίστηκαν από τον αρχιεπίσκοπο της Ελλάδος, όταν ο ίδιος και η συνοδεία του αποδέχθηκαν την «ιστορική ονομασία» των «ετεροδόξων εκκλησιών».
2. Ποια ήταν η απήχηση της θέσης της Εκκλησίας της Γεωργίας στην Ελλάδα;
π. Π. Χιρς: Σ’ αυτήν την ιστορική συγκυρία, η Εκκλησία της Γεωργίας είναι σαν φως για τους απανταχού Ορθοδόξους Πιστούς και τους δίνει ελπίδα για την ενότητα της Εκκλησίας και για μια μελλοντική νίκη της Ορθοδοξίας επί της νέας αιρετικής εκκλησιολογίας του συγκρητιστικού οικουμενισμού. Συγκεκριμένα, η προ-συνοδική θέση της Ιεράς Συνόδου και της Αυτού Μακαριότητος, πατριάρχου Ηλία Β’, σε σχέση με τα ανορθόδοξα Κείμενα περί γάμου και περί ετεροδόξων, καθώς και η επιστολή του Πατριάρχου που εστάλη στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως διαρκούσης της Συνόδου, εξηγώντας τους λόγους για τη μη συμμετοχή στις εργασίες της, έδωσαν μεγάλη χαρά στους πιστούς, στην Ελλάδα και πανορθοδόξως. Οι πιστοί στην Ελλάδα προσβλέπουν τώρα στη Γεωργιανή Εκκλησία να συνεχίσει μέχρι τέλους σ’ αυτήν την πορεία και να παραμείνει δυνατή, άφοβα εδραιωμένη στον στέρεο βράχο της Ομολογίας της Πίστεως στο Ένα και Μόνο Σώμα του Χριστού, που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, η Σωτηρία του Κόσμου. Εμείς οι ίδιοι έχουμε εμπλακεί σε έναν φοβερό αγώνα εναντίον αντιχριστιανικών δυνάμεων που δρούν στη χώρα μας και οι οποίες ανοιχτά εργάζονται για την εκρίζωση της Χριστιανικής Πίστεως από την Ελλάδα. Ο συγκρητιστικός οικουμενισμός είναι ένα μέρος αυτής της αντιχριστιανικής ατζέντας. Έτσι λοιπόν, η μαρτυρία της Εκκλησίας της Γεωργίας είναι εξαιρετικά σημαντική.
3. Ποιες είναι οι εντυπώσεις από τη συνάντηση που είχατε με τον Πατριάρχη Γεωργίας;
π. Π. Χιρς: Η συνάντησή μας με την Αυτού Μακαριότητα ήταν το αποκορύφωμα της επίσκεψής μας στη χώρα σας και μια μεγάλη ευλογία για εμάς. Τα λόγια του και η ευγενική παρουσία του μας ενθάρρυναν, στον αγώνα μας υπέρ της σωστικής Πίστεως και κατά της νέας εκκλησιολογίας του οικουμενισμού. Έγινε σαφές σ’ εμάς, ότι ο Πατριάρχης και η Ιεραρχία έχουν δεσμευθεί στην υπόθεση της Ορθοδόξου ενότητος και δεν θα επηρεαστούν για να σταθούν ευνοϊκά απέναντι σε οποιαδήποτε από τις διχαστικές καινοτομίες, οι οποίες προτάθηκαν στην Κρήτη. Η Α. Μ. μας έδειξε ότι κατανοεί πως μόνον στη βάση της Ορθοδόξου ομολογίας της Πίστεως στη Μία Εκκλησία και με την απόρριψη της νέας εκκλησιολογίας μπορεί να οικοδομηθεί «η ενότητα της Πίστεως και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος» και να παραμείνει κραταιά. Η Α. Μ. μας διαβεβαίωσε ότι, για την Εκκλησία της Γεωργίας, «δεν υπάρχουν πολλές εκκλησίες, αλλά μόνο Μία Εκκλησία, η Ορθόδοξη Εκκλησία» και ότι, τόσο αυτός όσο και η Ιερά Σύνοδος «θα εργαστούν για την ενότητα όλων των Ορθοδόξων», που μπορεί να διασφαλιστεί μόνο στη βάση της, άπαξ παραδοθείσας, Πίστεως.
Είμαστε πάντοτε ευγνώμονες στην Αυτού Μακαριότητα τον πατριάρχη Ηλία Β’, τους σεβαστούς μητροπολίτες και τον ευσεβή κλήρο και πιστό λαό της Εκκλησίας της Γεωργίας, για την εξαιρετική φιλοξενία και την αδελφική στοργή, με την οποία μας περιέβαλαν στη διάρκεια της επισκέψεώς μας. Ευχόμεθα η σύντομη επίσκεψή μας να είναι η απαρχή μιας στενής και καρποφόρου συνεργασίας μεταξύ των πιστών λαών μας, της Γεωργίας και της Ελλάδος, στα μείζονος σημασίας ζητήματα της Πίστεως, που μας ενώνουν εν Χριστώ και εν τη Εκκλησία Αυτού.

ΠΗΓΗ:Orthodox Ethos
[μετ. Χαρά Λιαναντωνάκη]




[1]Η συνέντευξη αυτή πραγματοποιήθηκε το Αύγουστο, 2016, και εκδόθηκε στο περιοδικό της Ι. Μ. Σαμταύρο, Μτσκέτα, Γεωργίας, τεύχος Αυγούστου – Σεπτεμβρίου, 2016.
[2] Ο π. Πέτρος Χιρς είναι απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κάτοχος μεταπτυχιακού και διδακτορικού διπλώματος στον τομέα της Δογματικής. Είναι, επίσης, και ιδρυτής και πρώτος επιμελητής του περιοδικού Divine Αscent, A Journal of Orthodox Faith και συγγραφέας θεολογικών άρθρων, αλλά και των βιβλίων: “The Missionary of Modern Ecumenism : Milestone Leading up to 1920” και “Η εκκλησιολογική αναθεώρηση της Β΄ Βατικανής Συνόδο, Μία Ορθόδοξη διερεύνηση του Βαπτίσματος και της Εκκλησίας κατά το Διάταγμα περί Οικουμενισμού“.