Η εκμάθηση της ποντιακής διαλέκτου εισάγεται, από τον Σεπτέμβριο, στο δεύτερο έτος σπουδών του τμήματος Γλώσσας, Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ).

Ο αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας του Ελληνισμού στον Παρευξείνιο Χώρο κατά την αρχαιότητα, Ηλίας Πετρόπουλος, συντονιστής και διδάσκων του νέου μαθήματος, μιλά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τη σημαντικότητα και τον στόχο της απόφασης του ΔΠΘ να εντάξει για πρώτη φορά «στα παγκόσμια χρονικά», ένα τέτοιο μάθημα. Σκιαγραφεί τον «ανεξερεύνητο πλούτο της γλώσσας και του πολιτισμού του Πόντου». Εξηγεί γιατί η ποντιακή είναι μία ζωντανή ελληνική διάλεκτος που «δεν αφομοιώθηκε και δεν εγκαταλείφθηκε» στην πάροδο των ετών και πως συνέβαλε σε αυτό το «μέχρι σήμερα αιμορραγόν τραύμα του ξεριζωμού».

«Η πρόταση διδασκαλίας της ποντιακής διαλέκτου, σε ένα έτος (χειμερινό και εαρινό εξάμηνο), ήρθε στη γενική συνέλευση του τμήματος, από τον σύλλογο των φοιτητών και δεν μπορούσαμε να την παραβλέψουμε. Ήταν μία πρόταση που διαμορφώθηκε σε συνεργασία των φοιτητών με τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Ποντίων Εκπαιδευτικών. Θεωρήσαμε ότι το τμήμα μας από τον τίτλο του και μόνο, «Παρευξείνιων Χωρών», είναι το μοναδικό καθ΄ ύλην και κατ΄ εξοχήν αρμόδιο ν΄ ασχοληθεί με το αντικείμενο αυτό» δηλώνει ο κ. Πετρόπουλος και προσθέτει: «Εδώ και πολλά χρόνια διδάσκεται ήδη το μάθημα της ποντιακής λαογραφίας από τον καθηγητή Εμμανουήλ Σέργη».

Διευκρινίζει πως «η ποντιακή διάλεκτος, παρά τα όσα λέγονται από κάποιους γλωσσολόγους, ακόμα και πανεπιστημιακούς, ότι είναι νεκρή γλώσσα, δεν είναι καθόλου νεκρή. Ομιλείται στο ανατολικό ημισφαίριο της Μαύρης Θάλασσας μέχρι σήμερα, δηλαδή απ΄ την Κριμαία, Νότια Ρωσία, που υπάρχουν εύρωστοι σύλλογοι ποντιακοί, στη μαυροθαλασσίτικη παραλία της Γεωργίας (Σουχούμι, Βατούμ, Κομπουλέτι, Σότσι και άλλες περιοχές και στη Βορειοανατολική Μικρασία, δηλαδή από τη Σινώπη μέχρι τα σύνορα της Γεωργίας. Αυτό αποδεικνύει ότι είναι μία ζωντανή διάλεκτος, άρα έχουμε ποντιόφωνους στο ανατολικό ημισφαίριο τουλάχιστον της Μαύρης Θάλασσας».

Αναφορικά με τη στόχευση του νεοεισαγόμενου μαθήματος, ο κ. Πετρόπουλος σημειώνει: «Υπάρχει πλούτος ανεξερεύνητος ως προς τη γλώσσα και τον πολιτισμό του Πόντου. Με την εισαγωγή του μαθήματος αυτού και μαζί με το μάθημα της ποντιακής λαογραφίας που είναι στα αντικείμενα του τμήματος, θα προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι εντελώς πρωτότυπο. Να δώσουμε στα παιδιά, αυτά που έχουν ενδιαφέρον για το μάθημα που θα είναι επιλογής, τη δυνατότητα ν’ ασχοληθούν με ένα σχεδόν ανεξερεύνητο ερευνητικό πεδίο. Να ασχοληθούν με μία ζωντανή και με πάρα πολλά ιδιώματα διάλεκτο και να γίνουν κοινωνοί σε μία προσπάθεια μελέτης, καταγραφής και διάσωσής της, κάνοντας κάτι για τον ποντιακό ελληνισμό που δεν έχει γίνει μέχρι τώρα. Στόχος του τμήματος είναι να υπάρχει συνέχεια σε μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο και να κάνουμε διατριβές “διαμάντια”, από τις οποίες αργότερα θα μπορέσουμε να κάνουμε πραγματικά πολύ υψηλού ακαδημαϊκού επιπέδου εγχειρίδια, γραμματικές και συντακτικό».

Δηλώνει εντυπωσιασμένος από την αρχική απήχηση της απόφασης από τους φοιτητές, εκτιμώντας ότι «στην πλειονότητά τους δεν έλκουν την καταγωγή τους από τον Πόντο» και αποδίδει το ενδιαφέρον τους στο ότι «πολλά παιδιά θέλουν να μάθουν την ποντιακή ίσως διαβλέποντας προς το μέλλον, καθώς είναι ένα εντελώς ανεξερεύνητο ερευνητικό πεδίο». Αναφορικά με τη βιβλιογραφία στην οποία θα βασιστεί η διδασκαλία της ποντιακής διαλέκτου, ο κ. Πετρόπουλος δηλώνει: «Υπάρχει μία πολύ καλή βάση πάνω στην οποία μπορεί κανείς να στηριχθεί. Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ποντίων Εκπαιδευτικών, σε συνεργασία με τον οποίο ο σύλλογος φοιτητών κατέθεσε την πρόταση εκμάθησης της ποντιακής διαλέκτου, έχει συντάξει ένα εξαιρετικό εγχειρίδιο και γραμματική της Αλκμήνης Θεοδωρίδου, βάσει των οποίων θα ξεκινήσουμε. Έχουμε στα χέρια μας ένα εξαιρετικότατο λεξικό του Άνθιμου Παπαδόπουλου, που εξέδωσε η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, ενώ υπάρχει και η ποντιακή λογοτεχνία η παραγωγή της οποίας συνεχίζεται και σήμερα. Μετά λόγου γνώσεως μπορώ να πω ότι υπάρχουν αρκετά πράγματα κι ελπίζουμε ότι σε κάποιο σύντομο και εύθετο χρονικό διάστημα θα μπορέσουμε να έχουμε κι εμείς ένα πραγματικά έγκυρο, πανεπιστημιακών και ακαδημαϊκών προδιαγραφών εγχειρίδιο ή εγχειρίδια, γραμματική και συντακτικό».

Ο κ. Πετρόπουλος δεν παραλείπει να αναφερθεί και στον «καημό των προγόνων-προσφύγων» για τις χαμένες πατρίδες, που περνώντας από γενιά σε γενιά συνέβαλε στη διατήρηση και μη αφομοίωση της ποντιακής διαλέκτου. «Εδώ και 96 χρόνια, ο ελληνισμός της Μικρασίας γενικότερα και δη του βορειοανατολικού τμήματος, ο Ποντιακός, όπως λέγεται, τη γλώσσα του τη λέει ρωμαίικη, όχι ποντιακή. Δεν υπάρχει η γεωγραφική αναφορά, ο γεωγραφικός προσδιορισμός. Η εκδίωξη, με τη Συνθήκη της Λωζάνης, από την ιστορική πατρίδα, δημιούργησε το μέχρι σήμερα αιμορραγόν τραύμα του ξεριζωμού. Ο καημός της ιστορικής πατρίδας απ΄ την οποία εκδιώχθηκαν, παρέμεινε άσβεστος και συνέβαλε στη διατήρηση της διαλέκτου αρχικά εντός των οικογενειών και στη συνέχεια και μέσω των συλλόγων».

Όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της ποντιακής διαλέκτου, ο κ. Πετρόπουλος σημειώνει ότι «έχει άμεση σύνδεση με την αρχαία ιωνική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και είναι τμήμα της και εξέλιξή της στην ανατολική εσχατιά του Βυζαντίου. Άρα πέρασε και από το Βυζάντιο η διαδικασία της εξέλιξης της διαλέκτου και άλλωστε στον Πόντο μέχρι περίπου τον 9ο αιώνα μιλούσαν τη δημώδη βυζαντινή αρχαία ελληνική διάλεκτο-γλώσσα. Από εκεί και πέρα φαίνεται ότι αρχίζει και διαφοροποιείται ιστορικά. Υπάρχουν δάνεια λέξεων και αντιδάνεια, λέξεις που ξαναπήραμε εμείς. Είναι αδύνατον 500 χρόνια σκλαβιάς να μην αποτυπωθούν στη διάλεκτο. Σίγουρα όμως η γλώσσα είναι κάτι που συνδέει και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χωρίζει».

Ειδική μνεία κάνει ο κ. Πετρόπουλος στην πρόεδρο του τμήματος, καθηγήτρια της Διδακτικής της Γλώσσας και της Λογοτεχνίας, Μαρία Δημάση, για τη δέσμευσή της στην κατάρτιση ενός πολύ καλού ωρολογίου προγράμματος μαθημάτων της ποντιακής διαλέκτου, καθώς και το σύνολο των συναδέλφων του που ομόφωνα αναγνώρισαν τη σοβαρότητα του μαθήματος αυτού, επικύρωσαν και πήραν την απόφαση ένταξης του μαθήματος στο πρόγραμμα σπουδών.

«Η Ρωμανία κι αν επέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο. Το γράφει κι ο Καβάφης στο ποίημά του για την Τραπεζούντια διάλεκτο, αλλά το γράφει και η Μούσα η ποντιακή όταν έπεσε πια το τελευταίο βυζαντινό προπύργιο, το 1461, από τους Οθωμανούς και γράφηκε ο θρήνος της Τραπεζούντας. Η Ρωμανία συνέδεε όλους τους βαλκάνιους και ευξείνιους λαούς. Έναν ακόμη συνδετικό κρίκο των απανταχού Ποντίων Ελλήνων προσπαθούμε να δημιουργήσουμε με τη διδασκαλία της ποντιακής διαλέκτου» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Πετρόπουλος.

Σημειώνεται πως με τη γνωστοποίηση της απόφασης του ΔΠΘ το ΔΣ της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδος σε σχετική ανακοίνωσή, εκφράζει την ικανοποίηση του για την «καθοριστικής σημασίας απόφαση να ενταχθεί, για πρώτη φορά σε ελληνικό πανεπιστήμιο, στο πρόγραμμα σπουδών του ως ξεχωριστό γνωστικό αντικείμενο η εκμάθηση της ποντιακής διαλέκτου. Μία απόφαση που έρχεται να ικανοποιήσει ένα χρόνιο αίτημα του ποντιακού ελληνισμού που επί 96 χρόνια, μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον ανηλεή ξεριζωμό, αγωνιά για το μέλλον της ποντιακής διαλέκτου της ελληνικής γλώσσας», ενώ δεσμεύεται ότι θα στηρίξει με όλες της τις δυνάμεις την εν λόγω πρωτοβουλία.