09-10-16 Από τι κρίνεται η ποιότητα της εκπαίδευσης στο Γυμνάσιο;

(Απάντηση του Υπουργείου Παιδείας σε δημοσίευμα της Καθημερινής)

Πρόσφατο δημοσίευμα της Καθημερινής, που μάλιστα φιλοξενείται σε περίοπτη θέση της πρώτης σελίδας της εφημερίδας, επιχειρεί να αντιπολιτευτεί ανεπιτυχώς τη μεταρρύθμιση στο Γυμνάσιο, θέτοντας στο επίκεντρο της κριτικής το σύστημα προαγωγής από τη μια τάξη στην άλλη. Κάνει για μια ακόμη φορά χονδροειδές λάθος η καλή εφημερίδα. Ίδιο, ως προς την ελαφρότητα, την επιπολαιότητα και την έλλειψη τεκμηρίωσης με το προ μηνών, επίσης πρωτοσέλιδο δημοσίευμα, με το οποίο επιχείρησε να πλήξει την αξιοπιστία και την εγκυρότητα των Πανελληνίων Εξετάσεων.

Με τίτλο, αυτή τη φορά, «» καταγγέλλεται η απόφαση του υπουργείου να μη μεταβάλει, αλλά να αφήσει ως έχουν αυτή τη στιγμή, τα κριτήρια προαγωγής-απόλυσης των μαθητών/τριών. Δηλαδή, η επιλογή του Υπουργείου να διατηρήσει το σύστημα προαγωγής που ίσχυε επί ΝΔ-ΠΑΣΟΚ συνιστά υποβάθμιση του Γυμνασίου κατά την Καθημερινή, η οποία όμως δεν μπαίνει στον κόπο να απαντήσει στο ερώτημα: «Υποβάθμιση ως προς τι;». Αφού, είναι γνωστό ότι και με το μέχρι πολύ πρόσφατα ισχύον Προεδρικό Διάταγμα δεν προβλέπονταν για κανένα μάθημα ελάχιστη βάση. Αν, δηλαδή, ο γενικός μέσος όρος των μαθητών/τριών ήταν 13, μπορούσαν να προαχθούν, άσχετα με το πόσο χαμηλό βαθμό είχαν σε κάποιο ή κάποια μαθήματα. Αυτά όλα αποφασίστηκε να εξακολουθήσουν να ισχύουν. Πρόκειται, για ρυθμίσεις που δεν είναι της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, είναι πολύ παλιές -απλώς τώρα τις θυμήθηκε η Καθημερινή προς άγραν αντιπολιτευτικών εντυπώσεων. Εκτός, αν τώρα τις πληροφορήθηκε, οπότε, υπάρχει άλλης τάξης πρόβλημα.

Είναι, λοιπόν, σαφής και αυταπόδεικτη η προσπάθεια δημιουργίας λανθασμένων εντυπώσεων, από την πλευρά της Καθημερινής. Συνηθισμένη να κάνει το μαύρο άσπρο, αυτή τη φορά, παρουσίασε ως νέο το παλαιό σύστημα διαπράττοντας μια μεγάλη γκάφα. Γιατί, ακόμη κι αν δεχθεί κανείς τη λανθασμένη λογική στην οποία στηρίζεται το δημοσίευμα, το δεοντολογικό θα ήταν το άρθρο να είχε τίτλο «Παραμένει χαμηλά ο πήχυς στο γυμνάσιο».

Και, βέβαια, αναρωτιόμαστε, αν, όταν καθιερώθηκε για πρώτη φορά το υπάρχον σύστημα προαγωγής, το οποίο αφήνει αμετάβλητο η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, το είχε καταγγείλει με παρόμοιο πρωτοσέλιδο δημοσίευμα η Καθημερινή; Περιμένουμε την απάντηση.

Το υπουργείο είναι ανοικτό στην εποικοδομητική κριτική που γίνεται με παιδαγωγικά και επιστημονικά έγκυρα επιχειρήματα. Το πρόβλημα, όμως, είναι, ότι εντελώς άστοχα δημοσιεύματα όπως αυτό της Καθημερινής, αλλά και όλες οι σχετικές ανακοινώσεις της Νέας Δημοκρατίας, συντηρούν επιστημονικά αβάσιμες και αναχρονιστικές αντιλήψεις για το τι συνιστά ποιότητα στην εκπαίδευση. Ο πήχυς δεν βρίσκεται ψηλά, όταν γίνεται δυσκολότερη η προαγωγή των μαθητών/τριών, δεν αποτελεί αναβάθμιση της εκπαίδευσης ο πολλαπλασιασμός των μαθητών/τριών που δεν προάγονται. Κανένας διεθνής οργανισμός που σχετίζεται με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών συστημάτων σήμερα δεν θέτει τέτοιο κριτήριο. Ας σημειωθεί ότι στη Φινλανδία, της οποίας το εκπαιδευτικό σύστημα αναγνωρίζεται διεθνώς ως αποτελεσματικότατο, δεν υπάρχει καν η έννοια της απόρριψης μαθητών/τριών, ακριβώς γιατί οι έρευνες έχουν δείξει ότι η επανάληψη της τάξης κατά κανόνα δεν βελτιώνει την επίδοση. Ο πήχυς λοιπόν υψώνεται, όταν λαμβάνονται μέτρα που βελτιώνουν το περιεχόμενο, τη μέθοδο και τα εργαλεία της διδασκαλίας (τι και πώς διδάσκεται).

Μέτρα που συμβάλλουν στη βελτίωση της παρεχόμενης παιδείας είναι αυτά που ήδη έλαβε το υπουργείο Παιδείας φέτος και για τα οποία ο αντίλογος από επιστημονικής απόψεως υπήρξε μέχρι σήμερα εξαιρετικά ισχνός και ανεπαρκής.

Τα υπενθυμίζουμε:

  • εξορθολογισμός της διδακτέας ύλης και έγκαιρη ενημέρωση των σχολικών συμβούλων για αυτόν, ώστε να βοηθηθούν οι εκπαιδευτικοί να εστιάσουν τις προσπάθειές τους σε ό,τι είναι πραγματικά σημαντικό, αναγκαίο και χρήσιμο
  • ενίσχυση των συνθετικών-δημιουργικών εργασιών, ώστε να καλλιεργηθεί η κριτική σκέψη και η δημιουργικότητα
  • υποστήριξη των εκπαιδευτικών με πρόσθετο διδακτικό υλικό και ιδέες για τον τρόπο αξιοποίησής του, με προτάσεις για δραστηριότητες μέσα στην τάξη και για δημιουργικές/συνθετικές εργασίες, ώστε να εμπλακούν ενεργά οι μαθητές/τριες στη μαθησιακή διδασκαλία
  • επέκταση του χρόνου που αφιερώνεται στα μαθήματα, που έγινε εφικτή αφενός με τον περιορισμό της εξεταστικής διαδικασίας, αφετέρου με την έγκαιρη τοποθέτηση εκπαιδευτικών στα σχολεία
  • εκκίνηση προγραμμάτων ενισχυτικής διδασκαλίας στα γυμνάσια στις αρχές Νοεμβρίου και καθιέρωση δεύτερης φάσης ενισχυτικής διδασκαλίας, μετά το τέλος των μαθημάτων, για όσους/ες δεν προάγονται-απολύονται
  • δημιουργία νέων προγραμμάτων σπουδών για τις ξένες γλώσσες, συμβατών με τον σχεδιασμό για προετοιμασία της πιστοποίησης των γνώσεων σε αυτές (Κρατικό Πιστοποιητικό Γλωσσομάθειας) στο δημόσιο σχολείο
  • δημιουργία σύγχρονων και διδακτικά πολύ προωθημένων προγραμμάτων σπουδών στα Θρησκευτικά
  • εξασφάλιση μια ζώνης ελεύθερων ωρών εντός του εργασιακού ωραρίου για τη διευκόλυνση της ενδοσχολικής και διασχολικής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών και την πραγματοποίηση προγραμμάτων που έχουν ανάγκη και ενδιαφέρουν τα παιδιά.

Το υπουργείο Παιδείας θα συνεχίσει να εργάζεται σε αυτή την κατεύθυνση σε συνεργασία με το ΙΕΠ, ώστε να ανανεωθούν σταδιακά τα προγράμματα σπουδών και τα βιβλία σε όλα τα μαθήματα και να γίνει συστηματική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ώστε να υποστηριχθούν ουσιαστικά στο έργο τους. Γιατί, με αυτόν τον τρόπο υψώνεται ο πήχυς στην εκπαίδευση και όχι με τις απαρχαιωμένες, βαθιά συντηρητικές και αναποτελεσματικές συνταγές της Καθημερινής και της Νέας Δημοκρατίας.