Ανησυχητικές θέσεις Σχολικών Συμβούλων Θεολόγων
για το μάθημα των Θρησκευτικών
του Ιωάννη Τάτση, Θεολόγου
Οι δεκατέσσερις από τους συνολικά δεκαοκτώ Σχολικούς Συμβούλους Θεολόγων της πατρίδας μας κυκλοφόρησαν πρόσφατα κείμενο που αφορά στο περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών. Στόχος του κειμένου η προώθηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών για τα Θρησκευτικά στο Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο. Ως γνωστόν τα Προγράμματα αυτά οδηγούν σε μια εκ βάθρων αλλαγή του περιεχομένου του θρησκευτικού μαθήματος και για τούτο έτυχαν τα τελευταία χρόνια αυστηρής κριτικής από θεολόγους, κληρικούς, ακόμη και επισκόπους
λόγω της υποβάθμισης των αναφορών στην Ορθόδοξη Πίστη και του «ανοίγματος» στις άλλες χριστιανικές ομολογίες και τις ξένες θρησκείες που επιχειρούν, ήδη μάλιστα από τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού σχολείου. Μολονότι μετά τη διετή πιλοτική τους εφαρμογή είχαν τεθεί στο συρτάρι, κάποιοι επιχειρούν να τα ξαναφέρουν στην επιφάνεια εκμεταλλευόμενοι την ευνοϊκή, όπως εκείνοι κρίνουν, στάση της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας προς το έργο τους καθώς και το «ξεπάγωμα» των κονδυλίων του ΕΣΠΑ για την εκπαίδευση, μέσω των οποίων φιλοδοξούν να χρηματοδοτήσουν την έκδοση νέων σχολικών εγχειριδίων που θα συνάδουν με αυτά τα νέα Προγράμματα Σπουδών.
Η παρέμβαση των 14 Σχολικών Συμβούλων εντάσσεται ακριβώς στην παραπάνω προσπάθεια επικαιροποίησης του δήθεν επιτακτικού αιτήματος αλλαγής του περιεχομένου του θρησκευτικού μαθήματος. Εκπλήσσει πραγματικά η συντριπτική πλειονότητα των Σχολικών Συμβούλων Θεολόγων που συνυπογράφει το κείμενο στο οποίο τονίζεται μεταξύ άλλων ότι «θεωρούμε θετικό γεγονός την εκπόνηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών στα Θρησκευτικά, καθώς και την πιλοτική εφαρμογή τους στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο»και ότι «η καθολική εφαρμογή τους μπορεί να συντελέσει στην ανανέωση της θρησκευτικής εκπαίδευσης και την προαγωγή της σύγχρονης μαρτυρίας της, καθώς επίσης στην προάσπιση του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημόσιο σχολείο». Η απουσία των ονομάτων των υπολοίπων τεσσάρων Σχολικών Συμβούλων έχει ασφαλώς την αξία της.
Για να μπορέσει κανείς να ερμηνεύσει τη στάση των 14 Σχολικών Συμβούλων Θεολόγων υπέρ των νέων Προγραμμάτων Σπουδών, τη στιγμή μάλιστα που έχει προηγηθεί αναλυτική κριτική των πολλών προβληματικών τους σημείων από άποψη παιδαγωγική, θεολογική, εκκλησιολογική αλλά και νομική, και από πρόσωπα με εγνωσμένο κύρος στο χώρο τους, θα πρέπει να συνυπολογίσει μία σημαντική παράμετρο. Η θητεία των Σχολικών Συμβούλων όλων των ειδικοτήτων παρατάθηκε μέχρι το τέλος Αυγούστου του 2016 με απόφαση του Υπουργού Παιδείας. Μέχρι τότε όμως θα υπάρξει επιλογή νέων Σχολικών Συμβούλων με διαδικασίες που θα «τρέξουν» μέσα στην ερχόμενη άνοιξη ή το αργότερο το καλοκαίρι. Το νομικό πλαίσιο που θα καθορίζει τον τρόπο επιλογής δεν έχει ακόμη ξεκαθαριστεί αλλά είναι βέβαιο ότι κάποιοι επιδιώκουν τη διατήρηση ή την καλλιέργεια «καλών σχέσεων» με στελέχη του Υπουργείου Παιδείας και του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής που τη επαύριον ίσως γίνουν οι αξιολογητές τους για την επιλογή ή όχι στις θέσεις των Σχολικών Συμβούλων. Εάν τούτο συμβαίνει πρόκειται περί μιας προσωπικής μικροφιλοδοξίας που εμποδίζει την έκφραση της προσωπικής αντίρρησης στο μείζον θέμα του περιεχομένου της θρησκευτικής εκπαίδευσης. Αν πάλι η συμφωνία με το περιεχόμενο τόσο του συνυπογραφόμενου κειμένου όσο και των νέων Προγραμμάτων Σπουδών είναι πραγματική – και τούτο ασφαλώς ισχύει για αρκετούς από τους υπογράφοντες, άλλωστε κάποιοι εξ αυτών ενεργά συμμετείχαν στη σύνταξη των Προγραμμάτων – τότε το πρόβλημα είναι πραγματικά μείζον και έχει να κάνει με το μέλλον της θρησκευτικής εκπαίδευσης των μαθητών της πατρίδας μας, αφού οι επιφορτισμένοι με την επιστημονική υποστήριξη των μάχιμων Θεολόγων κρίνουν ότι απαιτείται ριζική αλλαγή του χαρακτήρα του θρησκευτικού μαθήματος που μέχρι σήμερα γνωρίζαμε. Στην περίπτωση αυτή είναι μάλλον ευτυχές το γεγονός ότι λόγω της μεγάλης έκτασης των περιοχών ευθύνης των Σχολικών Συμβούλων Θεολόγων αλλά και λόγω της περιορισμένης εν γένει δράσης πολλών εξ αυτών οι περισσότεροι Θεολόγοι των σχολείων δέχονται ελάχιστες «συμβουλές» από τους παιδαγωγικά προϊστάμενούς τους.
Σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερη σημασία από το περιεχόμενο των Προγραμμάτων Σπουδών και τις προσωπικές απόψεις των Σχολικών Συμβούλων έχει η πνευματική κατάρτιση και το φρόνημα όσων υπηρετούν το μάθημα των Θρησκευτικών στην τάξη. Και οι ορθώς φρονούντες γνωρίζουν πώς πρέπει να εργάζονται για την πνευματική ωφέλεια των μαθητών τους χωρίς να λησμονούν ότι ο μάχιμος εκπαιδευτικός είναι ο «βασιλιάς» της τάξης που μοναδικό «εχθρό» του έχει την προσωπική του πνευματική πενία.
Ορθόδοξος Τύπος, 18/12/2015