Αίτηση των αποφοίτων ΤΕΙ Αθήνας και ΑΕΙ Πειραιά ΤΤ για την κατοχύρωση της ισοτίμησης και αντιστοίχησης των πτυχίων των ΤΕΙ Αθήνας και ΑΕΙ Πειραιά ΤΤ με τα πανεπιστημιακά πτυχία του ΠΑΔΑ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΜΟΡΦΩΤΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

 

ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΑΙΤΗΣΗ

 

Του Συλλόγου Αποφοίτων Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ., που εδρεύει στην Αθήνα Αττικής, επί της οδού Σκιάθου 95 Τ.Κ. 11255

 

Επί της συζήτησης και ψήφισης του Σχεδίου Νόμου «Συνέργειες Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι., πρόσβαση στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, Πειραματικά σχολεία, Γενικά Αρχεία του Κράτους και λοιπές διατάξεις», σχετικά με την προσθήκη διάταξης για την κατοχύρωση της πλήρους και ως προς κάθε συνέπεια αυτόματης ισοτίμησης και αντιστοίχισης των πτυχίων των Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ. με τα πανεπιστημιακά πτυχία του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής

 

***********************

 

Αξιότιμα μέλη της επιτροπής,

 

Είμαστε απόφοιτοι των πρώην Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων Τεχνολογικού Τομέα Αθήνας και Πειραιά. Δηλαδή, των δύο ιδρυμάτων που μετά την ένωσή τους, με την ψήφιση του Ν. 4521/2018 τον περασμένο Μάρτιο, μετατράπηκαν σε «Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής» χορηγώντας πτυχία τα οποία ανήκουν στον Πανεπιστημιακό τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης όπως αυτός ορίζεται στο άρθ. 2 παρ. 2α του Ν. 4485/2017. Συγχρόνως, είμαστε μέλη της Διοικούσας Επιτροπής του Συλλόγου Αποφοίτων Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ. ο οποίος αναγνωρίστηκε με την υπ’ αριθ. 83/2019 απόφαση του τμήματος εκούσιας δικαιοδοσίας του Ειρηνοδικείου Αθηνών.

Οι απόφοιτοι των δύο εν λόγω Α.Ε.Ι. Τ.Τ., από συστάσεώς τους έως σήμερα, ανέρχονται περίπου στους 170.000, ενώ σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι απόφοιτοι των Α.Ε.Ι. Τ.Τ. της χώρας, από το 2001 έως το 2016 ανέρχονται στους 269.000.  Σύμφωνα με τον μέσο αριθμό αποφοίτησης ανά έτος από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο συνολικός αριθμός των αποφοίτων όλων των Α.Ε.Ι. Τ.Τ., από ιδρύσεώς τους, εκτιμάται άνω των 400.000.

 

 

Σύντομο Ιστορικό

Κατά την σύσταση της επιτροπής ιδρύσεως του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, οι εκπρόσωποι του Τ.Ε.Ι. Αθήνας και του Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ. έθεσαν ως βασική προϋπόθεση την ύπαρξη διαδικασίας ισοτίμησης και αντιστοίχισης των παλαιών με τα νέα πτυχία.

Παρ’ όλα αυτά, προς μεγάλη μας έκπληξη διαπιστώσαμε ότι το σ/ν που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση με τίτλο «Ίδρυση Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και άλλες διατάξεις» δεν περιελάμβανε καμία διάταξη η οποία να ρυθμίζει το ζήτημα της ισοτίμησης και αντιστοίχισης των πτυχίων των παλαιών αποφοίτων με τα πανεπιστημιακά πτυχία του ΠΑ.Δ.Α.. Ακολούθως, εκατοντάδες απόφοιτοι των δύο ανωτέρω Α.Ε.Ι. Τ.Τ. εισήλθαν ηλεκτρονικά στην επίσημη διαδικτυακή πλατφόρμα διαβούλευσης του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης όπου το εν λόγω σ/ν βρισκόταν υπό διαβούλευση και κατέθεσαν τα σχόλια – προτάσεις (με επιχειρηματολογία) τους υπέρ της ύπαρξης διάταξης δια της οποίας θα προβλεπόταν ισοτίμηση

και αντιστοίχιση των πτυχίων τους με τα νέα πανεπιστημιακά.

Έπειτα, όπως αποδείχτηκε, τα ανωτέρω σχόλια – προτάσεις των αποφοίτων δεν ελήφθησαν υπόψη από τον κ. Υπουργό, με αποτέλεσμα το σ/ν να πάει προς συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, χωρίς πάλι να περιλαμβάνει καμία διάταξη περί ισοτίμησης και αντιστοίχισης των παλαιών με τα νέα πανεπιστημιακά πτυχία. Στην συζήτηση της παραπάνω επιτροπής για το εν λόγω σ/ν συμμετείχε και εκπρόσωπος του Συλλόγου Αποφοίτων Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ., ο οποίος επιχειρηματολόγησε υπέρ της ισοτίμησης και αντιστοίχισης των παλαιών πτυχίων με τα πανεπιστημιακά.

Κατόπιν, το σ/ν εισήχθη για συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής, χωρίς καμία διάταξη εντός αυτού να αναφέρεται στα πτυχία των απόφοιτων των Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ.. Συγχρόνως, κατατίθεται η υπ’ αριθ. 1493/23-02-2018 τροπολογία, μέσω της οποίας ζητείται να προστεθεί άρθρο που αφορά στην προαναφερόμενη ισοτίμηση και αντιστοίχιση των παλαιών πτυχίων με τα πανεπιστημιακά. Όπως προκύπτει από τα επίσημα πρακτικά της συνεδρίασης της 26/02/2018 της Ολομέλειας της Βουλής, ο κ. Υπουργός απέρριψε την εν λόγω τροπολογία αναφέροντας πως θα φέρει το θέμα στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων. Από την ημέρα εκείνη, κι ενώ η λειτουργία του ΠΑ.Δ.Α. έχει ήδη ξεκινήσει, έχει περάσει ένας ολόκληρος χρόνος και ο κ. Υπουργός δεν έχει φροντίσει να διευθετηθεί ένα τόσο σοβαρό ζήτημα όπως αυτό, το οποίο μάλιστα αφορά εκατοντάδες χιλιάδες απόφοιτους!

Αντί αυτού, ο κ. Γαβρόγλου εμφανίζεται να κάνει διάφορες αόριστες δηλώσεις περί μελλοντικής ρύθμισης του θέματος μέσω της θέσπισης κατατακτηρίων εξετάσεων με κάποιο ειδικό ποσοστό. Η εν λόγω διαδικασία είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι δεν αντιπροσωπεύει τόσο το επίπεδο των συγχωνευμένων Α.Ε.Ι. Τ.Τ. όσο και την σχέση τους με το νέο ίδρυμα και ως εκ τούτου μας βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετους!!!

Πέραν των ανωτέρω, ο κ. Γαβρόγλου προχώρησε σε μία δήλωση στις 21/12/2017 λέγοντας πως «…η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε απόφοιτο για παράδειγμα, του τμήματος Ηλεκτρολογίας του ΤΕΙ Αθήνας από εκείνον του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, θα είναι το κύρος του πτυχίου. Γιατί κατά τ’ άλλα, τα επαγγελματικά δικαιώματα είναι τα ίδια (επιπέδου 6) και σαφώς, η αντίστοιχη ζήτηση στην αγορά εργασίας». Εν συνεχεία, στις 14/09/2018, το Υπουργείο Παιδείας εξέδωσε δελτίο τύπου στο οποίο αναφέρει με

χαρακτηριστικό τρόπο, μεταξύ άλλων, ότι «…Όλες οι σχολές του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής είναι 4ετούς φοίτησης, απονέμουν πτυχία ισότιμα των υπολοίπων Ιδρυμάτων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (Πανεπιστημίων και ΤΕΙ), δηλαδή διπλώματα επιπέδου 6 του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων και οι απόφοιτοι λαμβάνουν αντίστοιχα επαγγελματικά δικαιώματα, όπως ρητά αναφέρεται στον νόμο 4521/2018… Ως γνωστόν δεν δικαιολογείται σε καμία λειτουργία του κράτους άγνοια νόμουΕπιπλέον, είναι απαράδεκτη η υποτίμηση των πτυχίων που θα απονέμει το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής ως «κατώτερων» και μάλιστα χαρακτηρίζοντάς τα ως «πτυχία ΤΕΙ» όταν εδώ και χρόνια τα πτυχία των ΤΕΙ λόγω της ανωτατοποίησης και της 4ετούς φοίτησης είναι πλέον ισότιμα των Πανεπιστημίων».

Έπειτα, για άγνωστους λόγους, ο Υπουργός Παιδείας έκανε «στροφή 180 μοιρών» από την λογική των ανωτέρω δηλώσεών του και στις 12/12/2018 ανέφερε, μεταξύ πολλών άλλων, ότι «…Η πολιτική του ΥΠΠΕΘ για την εμπέδωση του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας που εγκαινιάστηκε με την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και συνεχίστηκε με τις συνέργειες ΤΕΙ και Πανεπιστημίων στην περιφέρεια, είναι η μόνη πραγματική πολιτική αναβάθμισης. Στο πλαίσιο αυτό το ΥΠΠΕΘ επεξεργάζεται και λύση για την πρόσβαση αποφοίτων ΤΕΙ στα νέα προγράμματα σπουδών μέσω ενός παράλληλου συστήματος κατατακτηρίων εξετάσεων που θα αφορά μόνο αυτούς, ώστε και οι παλιοί απόφοιτοι να μπορούν να αναβαθμίσουν τα πτυχία τους και άρα τα επαγγελματικά τους δικαιώματα». Μάλιστα, σε ό,τι αφορά τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων των Α.Ε.Ι. Τ.Τ., μας κάλεσε στην ουσία να μην έχουμε «μαξιμαλιστικές» επιδιώξεις!

Επειδή στο παρελθόν σε ανάλογες περιπτώσεις μετεξέλιξης ή πανεπιστημιοποίησης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων πραγματοποιήθηκε ισοτίμηση και αντιστοίχιση των παλαιών πτυχίων με τα νέα πανεπιστημιακά, όπως λ.χ.:

1) με το Ν. 1865/1989, προβλέφθηκε η διαδικασίας μετατροπής των πτυχίων Κ.Α.Τ.Ε.Ε. σε Τ.Ε.Ι..

2) η περίπτωση της Α.Σ.Ο.Ε.Ε. (Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών), Ανωτάτης Γεωπονικής Σχολής, Παντείου Σχολής Πολιτικών Επιστημών και Α.Β.Σ.Π. (Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς), για τις οποίες το π.δ. 377/1989 προέβλεψε την ισοτίμηση και

αντιστοίχιση των πτυχίων τους αντιστοίχως με τα νέα πτυχία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεωπονικού Πανεπιστημίου, Παντείου Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημίου Πειραιώς.

3) καθώς και η περίπτωση των Εθνικών Ακαδημιών Σωματικής Αγωγής (ΕΑΣΑ) που λειτουργούσαν ως Ανώτερες Σχολές εποπτευόμενες από την Διεύθυνση Φυσικής Αγωγής της Μέσης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, για τις οποίες προβλέφθηκε διαδικασία ισοτίμησης και αντιστοίχισης των πτυχίων τους με τα νέα πτυχία των Τμημάτων Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (Τ.Ε.Φ.Α.Α.), δυνάμει της υπ’ αριθ. Β1/421/1986 (ΦΕΚ 344 Β’) που κυρώθηκε με το άρθρο 7 του Ν. 1674/1986.

Για ποιον λόγο οι απόφοιτοι των Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ., αν και απόφοιτοι αναγνωρισμένων Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (τόσο διά νόμου και επισήμων εθνικών δηλώσεων όσο και διά των διεθνών ακαδημαϊκών προτύπων, κατηγοριοποιήσεων και ορισμών), αντιμετωπίζονται διαφορετικά από το Ελληνικό Κράτος σε σχέση με ανάλογες περιπτώσεις του παρελθόντος και δη όταν πρόκειται για απολύτως ισότιμα ιδρύματα, ίσης διάρκειας και ίδιου επιπέδου με το νεοϊδρυθέν ;;;

Επειδή σύμφωνα με τις παρ. 5 και 7 του άρθρου 16 του Συντάγματος  «5. Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει. 7. Η επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Κράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές». Η διάκριση της ανώτατης από την ανώτερη εκπαίδευση στην Ελλάδα επιβάλλεται και κατοχυρώνεται συνταγματικά. Διά των ανωτέρω διατάξεων, ο νομοθέτης, στον θεμελιώδη νόμο του κράτους ο οποίος είναι το Σύνταγμα, θέτει ένα τυπικό και ένα ουσιαστικό κριτήριο της εν λόγω διάκρισης. Το τυπικό κριτήριο είναι ότι οι σπουδές ανώτερης εκπαίδευσης έχουν έως τριετή διάρκεια, ενώ το ουσιαστικό ότι ως ανώτερη νοείται μόνο

η επαγγελματική ή άλλη εκπαίδευση. Επιπλέον, στο Σύνταγμα δεν κατοχυρώνεται και δεν τυποποιείται ως αυτοτελή έννοια του δικαίου της εκπαίδευσης η κατηγορία «Πανεπιστήμια», παρά μόνο η κατηγορία «Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα». Πιο συγκεκριμένα, η εν λόγω έννοια κατοχυρώνεται και τυποποιείται ως αυτοτελής συνταγματική, διότι σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο του Συντάγματος η «ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση» (παρ. 5) και των οποίων οι καθηγητές «είναι δημόσιοι λειτουργοί» (παρ. 6). Η έννοια αυτή αντιδιαστέλλεται πλήρως προς την ανώτερη εκπαίδευση, η οποία τυποποιείται στην παρ. 7 του ίδιου άρθρου διότι αυτή είναι η «επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση»  η οποία παρέχεται «από σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια». Συγχρόνως όμως, δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς τον χαρακτηρισμό ιδρυμάτων του παρελθόντος ως «σχολές ανώτατης εκπαίδευσης» τα οποία ενώ ανήκαν αναμφίβολα στην ανώτατη εκπαίδευση δεν χαρακτηρίζονταν και, κατά νομική ακριβολογία, δεν ήταν πανεπιστήμια. Τέτοια ιδρύματα, που διακρίνονταν από τα πανεπιστήμια, ήταν για παράδειγμα η Πάντειος Σχολή Πολιτικών Επιστημών, η Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή, Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ακόμη και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Παρ’ όλα αυτά όμως, μέσω του Συντάγματος του 1975, τα ιδρύματα αυτά είτε μετετράπησαν σε πανεπιστήμια (Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο) είτε εξομοιώθηκαν πλήρως με πανεπιστήμια (Πολυτεχνεία, Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών) και ανήκουν πλέον στον πανεπιστημιακό τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης. (Χρυσόγονος 2015, Γνωμοδότηση προς το Τ.Ε.Ι. Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης).

Επειδή δυνάμει της υπ’ αριθ. 4247/2013 απόφασης του Γ’ τμήματος του ΣτΕ (σκέψη 5) «Επειδή, ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χώρα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες αναπτύσσεται ήδη ενιαίος χώρος ανώτατης (πανεπιστημιακής και τεχνολογικής) εκπαίδευσης και τις ανάγκες της σύγχρονης οικονομίας και παραγωγής για επιστημονικώς καταρτισμένα στελέχη και διαπιστώνοντας ότι τα Τ.Ε.Ι., με τις συνεχείς αναβαθμίσεις των προσόντων των εκπαιδευτικών τους και τον συνεχή εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών τους, είχαν αποκτήσει στην πράξη τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά της ανώτατης εκπαίδευσης, προέβη στην αναδιοργάνωση του χώρου της ανώτατης εκπαίδευσης. Με τον ν. 2916/2001 τα Τ.Ε.Ι. ως «σχολές ανώτερης βαθμίδας»

καταργούνται, ταυτόχρονα δε ιδρύονται, με την ίδια ονομασία, ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Κατά το άρθρο 1 του ν. 2916/2001 η ανώτατη εκπαίδευση αποτελείται από τον πανεπιστημιακό τομέα και τον τεχνολογικό τομέα που περιλαμβάνει τα ιδρυόμενα με τον εν λόγω νόμο Α.Τ.Ε.Ι. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 2916/2001 τα Α.Τ.Ε.Ι. αποβλέπουν στην παροχή εκπαιδεύσεως, η οποία δεν έχει τα χαρακτηριστικά της ανώτερης επαγγελματικής εκπαίδευσης, δηλαδή απλής μετάδοσης εξειδικευμένων γνώσεων, εμπειριών και δυνατοτήτων για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος, και τούτο διότι δίδεται ιδιαίτερη έμφαση στην θεωρητική και εφαρμοσμένη επιστημονική κατάρτιση των αποφοίτων τους και την διεξαγωγή τεχνολογικής έρευνας για την ανάπτυξη και μεταφορά σύγχρονης τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.»

Επειδή το νομικό καθεστώς των Α.Ε.Ι. Τ.Τ., μετά την «ανωτατοποίησή» τους (Ν. 2916/2001), χαρακτηρίζεται από μια σταθερή πορεία εξομοίωσης με τα υπόλοιπα Α.Ε.Ι. του πανεπιστημιακού τομέα, με την σταδιακή εξάλειψη των όποιων διαφοροποιήσεων είχαν διατηρήσει οι νόμοι 2916/2001, 3549/2007 και 4009/2011. Με τον Ν. 4485/2017 κορυφώθηκε η νομοθετική εξομοίωση, διότι ο νόμος αυτός ρυθμίζει τα κάθε είδους θέματα των Α.Ε.Ι. (γενικές αρχές, αυτοδιοίκηση και όργανα, καθηγητικό και λοιπό προσωπικό, σπουδές, φοιτητές κλπ.) κατά τρόπο ενιαίο και χωρίς διακρίσεις. Έτσι λοιπόν, ο νομοθέτης αφενός έχει κατοχυρώσει πλήρως τον ανώτατο ακαδημαϊκό χαρακτήρα των Α.Ε.Ι. Τ.Τ. εντάσσοντάς τα, τυπικά και ουσιαστικά, στην κατηγορία των Α.Ε.Ι. μαζί με τα Πανεπιστήμια και αφετέρου κατέστησε σαφές ότι τα Α.Ε.Ι. Τ.Τ. και τα Πανεπιστήμια έχουν, καταρχήν και κατά βάση, κοινή αποστολή την οποία επιτελούν βάσει κοινών κανόνων και αρχών. Άλλωστε, αυτό ακριβώς διαπιστώνει ο ίδιος ο νομοθέτης στην Αιτιολογική Έκθεση του Ν. 4521/2018 (σελ. 1)  (Ίδρυση Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και άλλες διατάξεις), κατόπιν ερμηνείας των διατάξεων του Ν. 4485/2017, συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «Όσον αφορά στα Τ.Ε.Ι. Αθηνών και Πειραιά, αυτά ιδρύθηκαν, όπως και το σύνολο των Τ.Ε.Ι. της χώρας, το 1983 µε το ν. 1404/1983, αντικαθιστώντας τα Κέντρα Ανώτε-ρης Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης (Κ.Α.Τ.Ε.Ε.). Ακολούθως, ο ν. 2916/2001, ενέταξε τα  Τ.Ε.Ι. στην ανώτατη εκπαίδευση, αναγνωρίζοντας το ήδη τότε αναβαθ-µισµένο επίπεδο σπουδών που παρείχαν, τόσο σε επίπεδο προγραµµάτων σπουδών όσο και στο επίπεδο των προσόντων των διδασκόντων. Στη συνέχεια, οι νόµοι 3549/2007 και νόµοι 4009/2011 εδραιώνουν τα Τ.Ε.Ι. ως Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύµατα. Σύµφωνα µε το ν. 4485/2017,  «στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής αποστολής τους, τα Α.Ε.Ι. (πανεπιστήµια και Τ.Ε.Ι.) παρέχουν ποιοτική και ολοκληρωµένη εκπαίδευση, σύµφωνα µε τις τάσεις της σύγχρονης επιστήµης, της τεχνολογίας και των τεχνών, καθώς και της διεθνούς επιστηµονικής πρακτικής. Στο πλαίσιο αυτό, τα Τ.Ε.Ι. εστιάζουν στις εφαρµογές των σύγχρονων επιστηµών, της τεχνολογίας και των τεχνών συνδυάζοντας την ανάπτυξη του κατάλληλου θεωρητικού υποβάθρου σπουδών µε την υψηλού επιπέδου εργαστηριακή και πρακτική άσκηση». Όλα, λοιπόν, τα Α.Ε.Ι. παρέχουν σπουδές µε υψηλό θεωρητικό καταρχήν υπόβαθρο και τα Τ.Ε.Ι., επιπλέον εστιάζουν και στην εφαρµογή των επιστηµών. Στα Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Πειραιά λειτουργούν πολλά Τµήµατα αναγνωρισµένα για την ποιότητα σπουδών που παρέχουν, ποιότητα που πιστοποιείται, µεταξύ άλλων, και από τις πολύ θετικές αξιολογήσεις τους µέσω και της Α.ΔΙ.Π.. Τα προγράµµατα σπουδών αυτών των Τµηµάτων έχουν ήδη, όπως εξελίχθηκαν στην πορεία των χρόνων, αυξηµένο θεωρητικό υπόβαθρο, προσιδιάζοντας σε προγράµµατα σπουδών Τµηµάτων πανεπιστηµίου. Άλλωστε και τα δυο Ιδρύµατα έχουν αξιολογηθεί και για τις ερευνητικές τους δραστηριότητες και για το  λόγο αυτόν συµµετέχουν στη Γενική Συνέλευση του Ελληνικού Ιδρύµατος Έρευνας και Καινοτοµίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.), στο οποίο συµµετέχουν όλα τα πανεπιστήµια και επιλεγµένα Τ.Ε.Ι.. Λειτουργούν, όµως, και Τµήµατα τα οποία παρά το υψηλό επίπεδο σπουδών που παρέχουν από άποψη ποιότη-τας προσωπικού και διδακτέας ύλης, θεραπεύουν εντούτοις γνωστικά αντικείµενα που δεν ανταποκρίνονται πλέον στις ανάγκες της χώρας και τις διεθνείς επιστηµονικές εξελίξεις και τα οποία έπρεπε να τροποποιηθούν άρδην. Με τα δεδοµένα αυτά, κρίθηκε αναγκαία η κατάργηση των δύο αυτών ιδρυµάτων, ώστε µε το ικανό προσωπικό και τις υποδοµές τους να υποστηριχθεί και να είναι βιώσιµο και αποδοτικό το νεοϊδρυόµενο πανεπιστήµιο, πολλαπλασιάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα οφέλη για την κοινωνία (φοιτητές, Πολιτεία, παραγωγικούς φορείς κ.λπ.), όπως αναλυτικά αποτυπώνεται σε σχετική έκθεση µελέτης συνεπειών και βιωσιµότητας  που συντάχθηκε από το Υπουργείο. Το νοµοσχέδιο είναι αποτέλεσµα µιας µακράς διαδικασίας διαβούλευσης και επεξεργασίας και κατά τη διαµόρφωσή του ελήφθη σοβαρά υπόψη το πόρισµα επιτροπής που συγκροτήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευµάτων από ακαδηµαϊκούς εγνωσµένου κύρους και εκπροσώπους των διοικήσεων των ιδρυµάτων. Με το νοµοσχέδιο αυτό θεραπεύονται παράλληλα δύο ανάγκες. Πρώτον, η ίδρυση ενός πανεπιστηµίου

που θα θεραπεύει νέα γνωστικά αντικείµενα, καλύπτοντας σχετικές ανάγκες που δηµιουργήθηκαν λόγω της προόδου των επιστηµών και που είχαν ήδη διαπιστωθεί από καιρό και, δεύτερον, η κατάργηση δύο Τ.Ε.Ι. που φιλοξενούσαν Τµήµατα δύο ταχυτήτων. Τα µεν προσέφεραν σπουδές µε εντονότατο το θεωρητικό υπόβαθρο, πανεπιστηµιακού χαρακτήρα, τα δε, παρά την ποιότητα των σπουδών, θεράπευαν γνωστικά αντικείµενα που δεν ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της χώρας και της επιστήµης.». Ως εκ τούτου καθίσταται σαφές ότι πρόκειται για μια αναδιοργάνωση (συγχώνευση ή κατάργηση) κάποιων τμημάτων των δύο Α.Ε.Ι. Τ.Τ. (ως είθισται άλλωστε να γίνεται διαχρονικά, και πέραν των υφιστάμενων εθνικών αναγκών, σε διεθνές επίπεδο, σε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα που αφουγκράζονται και ακολουθούν τις  επιστημονικές, ακαδημαϊκές και  κοινωνικές εξελίξεις)  και όχι για αναβάθμιση σε κάτι ανώτερο όπως αφήνεται να εννοηθεί για λόγους άγνωστους τόσο απο την υφιστάμενη κυβέρνηση όσο και απο διάφορες συντεχνιακές εστίες.

Επειδή σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α’ της παρ. 2 του άρθρου 30 του Ν. 4009/2011 όπως έχει αντικατασταθεί και ισχύει σήμερα «Ο πρώτος κύκλος σπουδών συνίσταται στην παρακολούθηση ενός προγράμματος σπουδών, περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστο σε 240 πιστωτικές μονάδες και ολοκληρώνεται με την απονομή τίτλου σπουδών επιπέδου 6 του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων». Κατόπιν αυτού, είναι σαφές ότι τα πτυχία των Τ.Ε.Ι. και των Πανεπιστημίων είναι απολύτως ισότιμα.

Επειδή βάσει επίσημων εθνικών δηλώσεων των Α.Ε.Ι. Τ.Τ. στην Ε.Ε. ως ιδρύματα προγραμμάτων σπουδών ακαδημαϊκού προσανατολισμού καθίσταται σαφές ότι τα πτυχία των Τ.Ε.Ι. και των Πανεπιστημίων είναι απολύτως ισότιμα ως προς όλες τις συνέπειες.

Επειδή βάσει των διεθνών ακαδημαϊκών προτύπων, κατηγοριοποιήσεων και ορισμών (UNESCO ISCED 2011) ως προγράμματα σπουδών 6ης  βαθμίδας, επιπέδου Bachelor, ορίζονται αυτά που έχουν είτε εξ’ ολοκλήρου θεωρητική βάση είτε θεωρητική βάση με στοιχεία εφαρμογής και συμπληρώνονται από υψηλού επιπέδου έρευνα ή/και από υψηλού επιπέδου επαγγελματική πρακτική. “Programmes at ISCED level 6, or Bachelor’s or equivalent level, are often designed to provide participants with intermediate academic and/or professional knowledge, skills and competencies, leading to a first degree or equivalent qualification. Programmes at this level are

typically theoretically-based but may include practical components and are informed by state of the art research and/or best professional practice. They are traditionally offered by universities and equivalent tertiary educational institutions.”

Επειδή η μη ύπαρξη διαδικασίας ισοτίμησης και αντιστοίχισης των πτυχίων μας με τα πανεπιστημιακά πτυχία του ΠΑ.Δ.Α. δημιουργεί απόφοιτους δύο ταχυτήτων (στην περιπτώση μάλιστα των μηχανικών δημιουργεί τρείς, ΠΑ.Δ.Α. – Τ.Ε.Ι. – Πολυτεχνεία) και συγχρόνως προσβάλλει το κύρος των πτυχίων μας, όπως αναφέρεται στην προαναφερόμενη δήλωση του κ. Υπουργού, δημιουργώντας  τόσο προβλήματα σε όλο το φάσμα της αγοράς εργασίας όσο και αύξηση, αντί για μείωση, της εντροπίας στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, κάτι που προφανώς αντιτίθεται και στις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί ομοιόμορφης και ενιαίας έκτης βαθμίδας.

Επειδή τα Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ., σύμφωνα με τις εξωτερικές αξιολογήσεις της ΑΔΙΠ, βαθμολογήθηκαν ως «Worthy of Merit» και «Positive Evaluation» αντίστοιχα, στις οποίες συμβάλαμε κι εμείς!

Επειδή όλοι οι απόφοιτοι των δύο εν λόγω Α.Ε.Ι. Τ.Τ. είμαστε αναπόσπαστο κομμάτι του ΠΑ.Δ.Α. διότι αυτό δημιουργήθηκε διά απορροφήσεως των.

Επειδή η θέσπιση διαφορετικών διαδικασιών αντιστοίχισης και η αντιμετώπιση με τελείως διαφορετικό  τρόπο των ν+2 φοιτητών και των αποφοίτων σε σχέση με τους υπόλοιπους εγγεγραμμένους φοιτητές, στερείται τόσο ακαδημαϊκής όσο και νομικής λογικής και δημιουργεί αντισυνταγματική διάκριση ανάμεσα σε πολίτες ίσων προσόντων που εισήχθησαν στα ίδια τμήματα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και παρακολούθησαν ή παρακολουθούν ακριβώς τα ίδια ή απολύτως αντίστοιχα προγράμματα σπουδών.

Επειδή δεν νοείται ύπαρξη διαφοροποίησης μεταξύ μηχανικών με Bachelor (BSc) και Master (MSc) των 330-360 ECTS και μηχανικών πολυτεχνικών σχολών με Ιntegrated Master και 300 ECTS, δημιουργώντας κατηγορίες που αντιτίθενται τόσο στην συνθήκη της Bologna και τις ευρωπαϊκές οδηγίες όσο και στα διεθνή ακαδημαϊκά πρότυπα.

Επειδή δεν νοείται η όποια αντιστοίχιση και ισοτίμηση τμημάτων, ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ίσης διάρκειας με αποκλίνοντα τρόπο από τις ευρωπαϊκές συμφωνίες, οδηγίες και πρακτικές.

Επειδή δεν νοείται η όποια διαφοροποίηση μεταξύ ΤΕ και ΠΕ και δη μετά

την συνθήκη της Bologna, την δήλωση των Α.Ε.Ι. Τ.Τ. στην Ε.Ε. απο το Ελληνικό κράτος ως ακαδημαϊκά ιδρύματα απόλυτα ισότιμα των Α.Ε.Ι. Π.Τ. αλλά και μετά τις σαφείς οδηγίες της Ε.Ε. για άρση της όποιας υφιστάμενης διαφοροποίησης διά της πλήρους εναρμόνισης του εθνικού πλαισίου προσόντων με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό.

Επειδή το υποθετικό μέτρο των κατατακτηρίων εξετάσεων που στο παρελθόν είχε εξαγγείλει ο κ. Γαβρόγλου είναι ανέφικτο και αμφιβόλου νομιμότητας μέτρο, καθώς αφενός θα κληθούν αποφοιτήσαντες από τμήματα των εν λόγω Α.Ε.Ι. Τ.Τ. να παρακολουθήσουν εκ νέου τα ίδια ή απόλυτα συναφή τμήματα, ίσης διάρκειας του νέου ιδρύματος και αφετέρου, οποιοσδήποτε ευνοϊκός όρος και αν υπάρξει, θα προϋποθέτει πολυετή αναμονή για να μπορέσει κάποιος ενδιαφερόμενος να κάνει χρήση αυτής της διαδικασίας, καθώς πλέον των ανωτέρω, υπάρχει ειδική ποσόστωση εισαχθέντων μέσω κατατακτηρίων εξετάσεων.

Επειδή σε οποιαδήποτε μετατροπή και αλλαγή του status ενός ιδρύματος στο παρελθόν, ακόμα και από ανώτερη σχολή σε Α.Ε.Ι., ακολούθησε και αλλαγή του status των αποφοίτων. Για ποιον λόγο τώρα συντελείται αυτή η άδική διάκριση εις βάρος των αποφοίτων Α.Ε.Ι. Τ.Τ., κυρίως με την παράληψη αυτόματης αντιστοίχισης των πτυχίων, και μάλιστα όταν πρόκειται για ισότιμα με τα πανεπιστήμια ιδρύματα;;; Το γεγονός αυτό προκαλεί επιπλέον προβλήματα στο κύρος των πτυχίων μας διότι μας καθιστά απόφοιτους εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που δεν υπάρχουν πια!

     Επειδή τα αιτήματα μας είναι δίκαια, νόμιμα και σύμφωνα με την ακαδημαϊκή ιστορία-πορεία των Τ.Ε.Ι. Αθήνας και Α.Ε.Ι. Πειραιά Τ.Τ..

Επειδή αποτελεί κατάφωρη αδικία, παραπλάνηση και εξαπάτηση η αντιμετώπιση των αποφοίτων των Α.Ε.Ι. Τ.Τ. ως απόφοιτους δεύτερης κατηγορίας, με σαφή διάκριση απ’ τα υπόλοιπα Α.Ε.Ι. κυρίως στα επαγγελματικά δικαιώματα και στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, την στιγμή που δήλωσαν στο μηχανογραφικό τους ένα Α.Ε.Ι. Τ.Τ. απόλυτα ισότιμο με τα υπόλοιπα Α.Ε.Ι. της χώρας, τόσο βάσει νόμου, Συντάγματος και ευρωπαϊκών οδηγιών όσο και ακαδημαϊκών αξιολογήσεων.

Επειδή λόγω των παραπάνω καθίσταται σαφές ότι δεν υπάρχει κανένα απολύτως νομικό, ακαδημαϊκό ή λογικό αντεπιχείρημα ή εμπόδιο στην αυτόματη αντιστοίχιση και ως προς όλες τις συνέπειες ισοτίμηση των τμημάτων των δυο Α.Ε.Ι. Τ.Τ. με τα αντίστοιχα ή συναφή τμήματα του 

ΠΑ.Δ.Α.

Επειδή είμαστε εκατοντάδες χιλιάδες και η μη ύπαρξη διαδικασίας ισοτίμησης και αντιστοίχισης των πτυχίων μας με τα νέα πανεπιστημιακά πτυχία του ΠΑ.Δ.Α., μας  καθιστά κατάφωρα αδικημένους, και

Επειδή οι μέχρι τώρα προθέσεις του κ. Υπουργού δείχνουν ότι δεν έχει κανένα σκοπό να επιλύσει το ζήτημα.

 

Κατόπιν όλων των ανωτέρω,

Παρακαλούμε όπως:

Στο υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, να προστεθούν διατάξεις οι οποίες να κατοχυρώνουν  την πλήρη και ως προς κάθε συνέπεια αυτόματη ισοτίμηση και αντιστοίχιση των πτυχίων των τμημάτων των δυο πρώην Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων Τ.Τ., Αθήνας και Πειραιά, με τα νέα, ίσης διάρκειας σπουδών (240 ECTS) και ίδιας βαθμίδας (EQF Level 6) , πτυχία των αντίστοιχων ή συναφών τμημάτων και κατευθύνσεων του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής .