Εϊναι αυτά τα παιδιά που συνήθως κάθονται στα τελευταία θρανία. Όχι για να κρυφτούν από τον δάσκαλο, αλλά για να γλιτώσουν από τα υποτιμητικά μάτια των μαθητών τους. Εϊναι αυτά που ποτέ δεν θα γίνουν η «ψυχή της παρέας», που δεν λένε τα καλύτερα αστεία, που δεν κάνουν αταξίες – όχι γιατί δεν θέλουν, αλλά γιατί φοβούνται. Είναι τα πιο λιγομίλητα, τα πιο εσωστρεφή, ζουν σε έναν δικό τους, μαγικό κόσμο και όποτε έχουν προσπαθήσει να τον μοιραστούν με άλλους, έχουν πληγωθεί.

Ο εσωτερικός τους ήλιος έχει συννεφιάσει και τα λουλούδια της καρδιάς τους έχουν τσαλαπατηθεί. Από τότε έχουν υψώσει τείχη για να προστατευτούν και όχι να απομονωθούν. Ωστόσο, έχουν πάθει, ό,τι παθαίνει κάποιος που υψώνει τείχη. Μένει μόνος του πίσω από αυτά και κλειδώνει τους άλλους, που κατά βάθος τους λαχταρά, απ’ έξω.

Ένα τέτοιο παιδί είναι και το δικό μου. Όπως κάθε γονέας μπορώ να βρω χίλιους λόγους για να δικαιολογήσω αυτή την ατολμία του, την «δειλία» του ή την έμφυτη ντροπαλότητά του. Αναφέρομαι σε λόγους για τους οποίους σίγουρα ευθύνομαι εγώ και όχι μόνο η ιδιοσυγκρασία του παιδιού. Θα μπορούσα να πω ακόμα, ότι φταίνε οι άλλοι που δεν είναι τόσο ευαίσθητοι, που δεν δίνουν μια ακόμα ευκαιρία στο παιδί μου, αλλά ούτε αυτό με ικανοποιεί σαν δικαιολογία – άλλωστε ποτέ δεν πίστευα ότι για όλα τα δεινά μου φταίνε πάντα οι άλλοι.

Έχω προσπαθήσει να τον ενθαρρύνω να κάνει παρέα με άλλα παιδιά, να είναι πιο ανοικτός στους ανθρώπους ωθώντας τον σε δραστηριότητες, αθλήματα, εκδρομές και δεν τα πάει άσχημα, ωστόσο έχει ακόμα δρόμο. Κι εγώ μαζί του.

Πριν λίγες μέρες γύρισε απο το σχολείο με πληγωμένο βλέμμα. Έπιανες στον αέρα ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε. Μεταξύ φαγητού και ανάλαφρων συζητήσεων, χωρίς να τον πιέσω κατάφερα να εκμαιεύσω ότι κάποιος συμμαθητής του έκανε πάρτι και ήταν ο μοναδικός που δεν κάλεσε από τα αγόρια. Η θλίψη του, η απόρριψη που βίωσε ήταν κάτι που δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια, όμως γέμισα τα μάτια μου με δάκρυα γιατί πραγματικά δεν ήξερα πώς να το χειριστώ.

Έβλεπα πως το παιδί μου, όσο συνεσταλμένο κι αν είναι, επιθυμούσε διακαώς να πάει σε αυτο το πάρτι και αν μη τι άλλο αυτό το έβρισκα γενναίο. Γενναίο γιατί δεν είναι λίγο να ρισκάρεις να εκτεθείς σε έναν κύκλο παιδιών που ξέρεις ότι σε έχουν απορρίψει. Ήθελε όμως να ξαναπροσπαθήσει, να ενταχθεί στην παρέα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο εκτός σχολείου. Σε ένα σπίτι όπου η χαρούμενη μουσική, τα λαχταριστά σνακ και η διάθεση για παιχνίδι που ξεχειλίζει θα αποτελούσαν τις ιδανικές συνθήκες για να ξαναπροσπαθήσει. Η απόρριψη αυτή του έκοψε τα φτερά. Γιατί αυτή η απόρριψη αποτελεί μια μορφή βίας, απλά δεν μπορείς να κατηγορήσεις κανέναν γι’ αυτό.

Αν και πιστεύω ότι δεν πρέπει οι γονείς να μπλέκονται στα ζητήματα των παιδιών μεταξύ τους, αποφάσισα να μιλήσω με τη μητέρα του αγοριού που έκανε το πάρτι. Από ιδίαν πείρα ήξερα πως οι γονείς δεν γνωρίζουν πάντα όλα τα παιδιά μιας τάξης – εγώ τουλάχιστον δεν τα ξέρω όλα με τα ονόματά τους. Βρήκα διακριτικά το τηλέφωνό της από το σχολείο και αποφάσισα να επικοινωνήσω μαζί της.

Όπως ήταν ανεμενόμενο, η συγκεκριμένη μητέρα δεν είχε ιδέα ότι το μόνο ακάλεστο παιδί ήταν ο γιος μου. Της μίλησα για την ιδιαιτερότητα του παιδιού μου, της εξήγησα πόσο πληγωμένος αισθανόταν και της ζήτησα να με βοηθήσει.

Δεν ξέρω τι ακριβώς είπε στο παιδί της και δεν ρώτησα να μάθω. Αυτό που ξέρω είναι ότι την επόμενη μέρα ο 8χρονος γιος μου έλαβε μια πρόσκληση για το περιβόητο πάρτυ. Αυτό που ξέρω ακόμα είναι πως στο πάρτυ κέρδισε σε αυτοσχέδιο διαγωνισμό χορού και όλοι εντυπωσιάστηκαν με τις χορευτικές κινήσεις του – που είχε ξεσηκώσει από το youtube και πως έκανε καινούριους φίλους. Ή μάλλον έδωσε την ευκαιρία στον εαυτό του και τους άλλους να ξαναγνωριστούν.

Και τέλος, αυτό που δεν ήξερα και έμαθα είναι ότι πρέπει να ζητάμε βοήθεια. Μην διστάζετε. Υπάρχουν γονείς εκεί έξω που «νιώθουν», που ακούν, που συμμερίζονται. Αυτή η άγνωστη μητέρα έδωσε στο παιδί μου μια μοναδική ευκαιρία. Του άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της και το βοήθησε να «ανθίσει» μέσα σε ένα απόγευμα. Και την ευχαριστώ.

Για την Ουρανία  Λητώ Αρώνη – αναγνώστρια