Αμέτρητες οι ιστορίες του σχολείου. Ιστορίες μικρές ή μεγάλες, προσωπικές ή συλλογικές μπορούν να εκτυλίσσονται κάθε ημέρα ακόμα και με τον πιο απρόβλεπτο τρόπο. Μια ζωντανή κοινότητα είναι το σχολείο, μια μικροκοινωνία που ζει και αναπνέει με τη «δημιουργία του μέλλοντος», αλλά βιώνει το παρόν με τον πιο έντονο τρόπο, αφού η συναισθηματική ανάπτυξη στις ηλικίες των παιδιών και των νέων γνωρίζει πρωτόγνωρες εξάρσεις, απροσδιόριστες εντάσεις αλλά και υπόκωφες διεργασίες σε ένα σκηνικό φαινομενικής νηνεμίας.

Του Νίκου Τσούλια


Πολλές ιστορίες του γίνονται γνωστές αλλά και αρκετές θα παραμείνουν ανεκδήλωτες και αποτελούν κρυφά συμβάντα σε πολύ μικρό κύκλο. Είναι ιστορίες που θα γίνουν αφηγήσεις ακόμα και στις πιο μακρινές από το σχολείο ηλικίες, γιατί έχουν σημαδέψει με ξεχωριστό τρόπο είτε την πνευματικότητα είτε τον ψυχισμό των μαθητών. Συχνά μέσα σε μια αθώα εκτύλιξη της διδασκαλίας και με αφορμή ένα ευρύτερα κοινωνικό θέμα μπορεί να αναπτυχθεί διάλογος «μετωπικού σχήματος» και η κάθε πλευρά να διαμορφώνει μια χωρίς προηγούμενο επιχειρηματολογία που ξαφνιάζει τον εκπαιδευτικό και πιο πολύ την εν πολλοίς στερεοτυπική αξιολόγηση που κάνει με όχημα τη βαθμολογία του. Μπορεί να είναι ακόμα και μια ερωτική «ιστορία» ονειροπόλησης και φαντασίωσης που να παραμείνει κρυφή, γιατί θεωρείται ανατρεπτική και το δρων πρόσωπο δεν τολμάει να εκδηλώσει το πάθος που το έχει κατακυριεύσει ούτε στον πιο στενό περίγυρό του.
Οι τόσες και τόσες δραστηριότητες – εκτός του παραδοσιακού curriculum – πολιτισμικές, αθλητικές, μουσικές, εικαστικές κλπ διαμορφώνουν ένα άλλο «παράλληλο σχολείο», στο οποίο δεν ισχύουν οι δεσμεύσεις και οι συνθήκες, οι αξιολογήσεις και οι ιεραρχήσεις της κυρίαρχης ούτως ή άλλως σχολικής αίθουσας, αλλά αντίθετα εκφράζουν έναν ξεχωριστό και ίσως πιο αυθεντικό κόσμο των παιδιών ή των εφήβων. Εδώ επωάζεται πληθώρα μικρών ή μεγάλων ιστοριών, που συχνά οδηγούν και στη διαμόρφωση προγεφυρωμάτων σε επόμενη φάση των νέων, όπως η δημιουργία μιας μουσικής ομάδας ή μιας ομάδας μπάσκετ, με στοιχεία βαθιάς φιλίας και ξεχωριστής συνεργατικότητας.
Μια προσωπική εργασία, ένα πνευματικό έργο κάποιου μαθητή ή μαθήτριας – ένα ποίημα, ένα διήγημα κλπ –, που δημοσιεύεται στο αυτοσχέδιο περιοδικό του σχολείου, μπορεί να προκαλέσει μια ευρεία συζήτηση και να δώσει στους μετέχοντες μια γεύση βαθύτερης επικοινωνίας σε θέματα που ούτε κατά κεραία δεν θίγει η καθημερινή λειτουργία του σχολείου, για παράδειγμα, θέματα υπαρξιακής ανησυχίας ή ερωτικής απογοήτευσης ή μεγάλων προβλημάτων υγείας ή κρίσιμων οικογενειακών ζητημάτων. Τότε η μικρή ιστορία γίνεται το μαγικό ραβδί – όχι όπως στα παραμύθια βέβαια της ονειροπλασίας που βγάζει από το βάτραχο τον πρίγκιπα – που μετασχηματίζει μια φαινομενικά ήρεμη επιφάνεια των πραγμάτων σε έντονους κυματισμούς φέρνοντας πάνω πάνω σκέψεις και πάθη, καημούς και επιθυμίες.
Ο παιδαγωγικός διάλογος είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας επώασης και καλλιέργειας ιστοριών στο σχολείο. Γιατί με αφορμή το πλούσιο περιεχόμενό του και στην «προσπάθειά του» να ανακαλύψει το κρυμμένο ορυχείο – κατά τη Μ. Μοντεσσόρι – του κάθε παιδιού έχει τη δυνατότητα να απελευθερώσει δημιουργικές δυνάμεις και ανέκφραστους στοχασμούς, και να αποτελέσουν τη μαγιά για μια διαφορετική αφήγηση της σχολικής ζωής. Ο στόχος της μάθησης δεν μπορεί να υπηρετηθεί μέσα από τη μονότονη λειτουργία του παραδοσιακού και εν πολλοίς συντηρητικού σχολείου. Αντίθετα οφείλει να βρίσκει τις «αφετηρίες» των παιδιών στον πλούσιο κόσμο των ονείρων τους και των φαντασιώσεών τους, των βαθιών και φιλόδοξων επιθυμιών τους και των τολμηρών σχεδίων τους.
Το σχολείο εφόσον ζει και αναπνέει στους ρυθμούς της νέας γενιάς και της ανίχνευσης του μέλλοντος, βρίθει μικρών και μεγάλων ιστοριών. Ισχυρίζομαι ότι δεν υπάρχει μαθητής και μαθήτρια που δεν έχει να αφηγηθεί μια ιστορία άγνωστη στους πολλούς ή που δεν έχει τη δική του μοναδική αφηγηματική προσέγγιση για ένα σημαντικό γεγονός του σχολείου. Τούτου δοθέντος, αναλογίζομαι πόσο θα άλλαζε το όλο στερέωμα του σχολείου με τη «φανέρωση» των ανείπωτων ιστοριών ή με διαφορετικότητα των ερμηνειών ενός σημαντικού γεγονότος και τι σημασία θα είχε η διαμόρφωση ενός «χάρτη» με την κατάθεση ιστοριών / αφηγήσεων των μαθητών, ενυπόγραφων ή μη, για την αυτογνωσία του σχολείου δηλαδή για την αυτογνωσία όλων των ανθρώπων του.
Προφανώς δεν γίνεται όλοι να συμμετέχουν σε ένα τόσο πολύ εικονοκλαστικό «παιχνίδι». Αλλά έχουμε αναρωτηθεί τι υπάρχει κάτω από την επιφάνεια της πραγματικότητας του «φαίνεσθαι» και μάλιστα σε έναν θεσμό που οι χυμοί του, οι χυμοί της νεότητας, αναβρύζουν διαρκώς και αενάως;