Κατά 274 εκατομμύρια αυξήθηκε το σύνολο των ατόμων με Σακχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) τύπου 2 από το 2000 μέχρι το 2017, φθάνοντας στα 425 εκατομμύρια, σύμφωνα με τη Διεθνή Ομοσπονδία Διαβήτη. Συνολικά, δε, περισσότερα από ένα εκατομμύριο παιδιά και έφηβοι, πάσχουν από ΣΔ τύπου 1.

Σύμφωνα, ωστόσο, με σχετική ανακοίνωση της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας που επικαλείται άρθρο του έγκριτου περιοδικού «Lancet», δεν παρατηρείται ανάλογη αύξηση των θανάτων οι οποίοι οφείλονται στον ΣΔ τύπου 2, λόγω των ραγδαίων και αποτελεσματικών ιατρικών εξελίξεων που αφορούν την πρόληψη και τη θεραπεία της νόσου και κυρίως λόγω της μείωσης των καρδιαγγειακών επιπλοκών.

Έτσι, όλα τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με τη νόσο, αλλά και οι πρόσφατες θεραπευτικές εξελίξεις στην κλινική πρακτική και στην παθοφυσιολογία, θα αποτελέσουν τα βασικά σημεία καταγραφής και ανάλυσης στο 17ο Πανελλήνιο Διαβητολογικό Συνέδριο, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα στις 13-16 Μαρτίου. Το Συνέδριο διοργανώνει η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία (ΕΔΕ) και απευθύνεται σε επαγγελματίες Υγείας και φοιτητές από όλο το φάσμα των επιστημών Υγείας.

Σύμφωνα με την ΕΔΕ, ο ΣΔ αποτελεί ένα πολύπλοκο συστηματικό νόσημα και μείζον ιατρικό και κοινωνικό ζήτημα, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ένας στους έντεκα ανθρώπους στον κόσμο ζει με ΣΔ, ενώ το 2030 εκτιμάται ότι το 42% της αύξησης του επιπολασμού του ΣΔ τύπου 2 θα αφορά τις ανεπτυγμένες χώρες.

Σύμφωνα, επίσης, με την ΕΔΕ, ένα στα δύο άτομα με ΣΔ (συνολικά 212 εκατομμύρια) παραμένουν «αδιάγνωστοι». Στη Μεγάλη Βρετανία, το ποσοστό του αδιάγνωστου ΣΔ (προδιαβήτη) έχει υπολογισθεί στο 30% του πληθυσμού. Στην Ελλάδα, το ποσοστό των ατόμων με διαγνωσμένο ΣΔ ανέρχεται στο 12%.

«H πρόληψη και θεραπεία της νόσου αποτελεί πρώτη προτεραιότητα και με τις νέες “Κατευθυντήριες Οδηγίες της Αμερικανικής και της Ευρωπαϊκής Διαβητολογικής Εταιρείας” και γίνεται, για πρώτη φορά, σαφής η εξατομίκευση των θεραπευτικών χειρισμών στον ΣΔ, με προτάσεις για συγκεκριμένους συνδυασμούς φαρμάκων ανάλογα με την κάθε περίπτωση», όπως τονίζει ο πρόεδρος της ΕΔΕ, Γεώργιος Δημητριάδης.

«Εκτός από τη θεραπεία της υπεργλυκαιμίας, σημαντικότατα βήματα έχουν γίνει και στη θεραπεία της υπέρτασης και της δυσλιπιδαιμίας, οι οποίες κατά κανόνα συνοδεύουν τον ΣΔ τύπου 2 και συνεισφέρουν σημαντικά στην ανάπτυξη χρόνιων επιπλοκών κυρίως από την καρδιά και τα αγγεία. Η εξέλιξη της τεχνολογίας και η εφαρμογή της στο πεδίο του ΣΔ μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στη βελτίωση της ρύθμισης του ΣΔ και θεραπεία της νόσου», αναφέρει ο γενικός γραμματέας της ΕΔΕ, Ανδρέας Μελιδώνης.