Η υπερφόρτιση σιδήρου είναι καταστροφική για τον εγκέφαλο, καθώς συνδέεται με βλάβες στους νευρώνες.
Η περίσσεια σιδήρου μπορεί να μετρηθεί με εξέταση των δοντιών, παρέχοντας τις απαραίτητες ενδείξεις για την έκθεση του ατόμου στο μέταλλο.

Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι η συσσώρευση σιδήρου στον εγκέφαλο συσχετίζεται με τη νόσο Πάρκινσον και άλλες συναφείς νευροεκφυλιστικές νόσους και μια νέα μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Journal of Neuroscience έρχεται να δώσει περισσότερες απαντήσεις σχετικά με τα βαθύτερα αίτια του φαινομένου.
Ερευνητές από το αμερικανικό Ινστιτούτο Μπακ για την Έρευνα της Γήρανσης διαπίστωσαν ότι η υπερβολική ποσότητα σιδήρου στον εγκέφαλο προκαλεί βλάβες στους νευρώνες μέσω τις αποδυνάμωσης των λυσοσωμάτων, κυτταρικών δομών που διασπούν και «επισκευάζουν» πρωτεΐνες.
Αρκετοί από τους παράγοντες που συμβάλλουν στο Πάρκινσον δεν έχουν κατανοηθεί πλήρως από τους επιστήμονες. Εκτιμάται ότι ένας συνδυασμός κληρονομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων παίζει τον πλέον καθοριστικό ρόλο στην εκδήλωση του Πάρκινσον. Στόχος της νέας μελέτης ήταν να ερευνηθεί ποιος είναι ο ρόλος του σιδήρου στην εκδήλωση της νευροεκφυλιστικής νόσου.

Τα λυσοσώματα εμπλέκονται σε μια διεργασία κατά την οποία τα κύτταρα διασπούν κατεστραμμένες πρωτεΐνες και στη συνέχεια τις αναδομούν, φτιάχνοντας καινούργιες. Η διεργασία αυτή ονομάζεται αυτοφαγία (autophagy) και επηρεάζει πολυάριθμες βιολογικές εκφάνσεις, κυρίως τη διαδικασία της γήρανσης και της νευροεκφύλισης. Όσο περνούν τα χρόνια, η δράση των λυσοσωμάτων επιβραδύνεται κι έτσι η διαδικασία «ανακύκλωσης» των πρωτεϊνών δεν εκτελείται εξίσου αποτελεσματικά. Το αποτέλεσμα είναι να συσσωρεύονται κακής ποιότητας πρωτεΐνες εντός των κυττάρων και κατ’ επέκταση να εισέρχεται ευκολότερα ο σίδηρος στους νευρώνες, προκαλώντας τοξικό οξειδωτικό στρες.

Μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες των λυσοσωμάτων είναι να αποθηκεύουν το σίδηρο σε τμήμα του κυττάρου που δεν του παρέχει πρόσβαση ώστε να συμμετάσχει στις αντιδράσεις οξειδωτικού στρες.
Στο πλαίσιο της νέας μελέτης, οι ερευνητές κατάφεραν να αποδείξουν ότι μια μετάλλαξη σε ένα λυσυσωματικό γονίδιο έχει σαν αποτέλεσμα να απελευθερώνεται ο σίδηρος στο κύτταρο και να προκαλεί την καταστροφή των νευρώνων.