Μια αιματολογική εξέταση μπορεί να ανιχνεύσει την υποτροπή του καρκίνου του πνεύμονα μήνες πριν από την Αξονική Τομογραφία (CT) και την Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων (PET), υποστήριξαν αμερικανοί επιστήμονες παρουσιάζοντας σχετικά στοιχεία στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Ακτινολογίας Ογκολογίας στο Σαν Φρανσίσκο.

Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Φιλαδέλφεια, πραγματοποίησαν μικρού εύρους μελέτη σε δείγμα 48 ενηλίκων, με σταδίου 2 ή τρία τοπικά εντοπισμένου προχωρημένου σταδίου μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα. Οι πάσχοντες ήταν από 31 έως 84 ετών και όλοι είχαν υποβληθεί σε θεραπεία και ακτινοθεραπεία.

Οι επιστήμονες πήραν δείγματα αίματος από τους ασθενείς πριν τη θεραπεία, κατά τη διάρκεια και σε έξι διαφορετικές χρονικές στιγμές κατά τη διάρκεια των δύο ετών μετά τη θεραπεία. Τα δείγματα ελέγχθηκαν για αυξημένα επίπεδα κυκλοφορούντων ογκοκυττάρων.

Έτσι, οι ειδικοί κατάφεραν να εντοπίσουν την υποτροπή του καρκίνου του πνεύμονα, κατά μέσο όρο έξι μήνες πριν από την Αξονική Τομογραφία (CT) και την Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων (PET).

«Όσο νωρίτερα εντοπίζεται η υποτροπή τόσο μεγαλύτερη δυνατότητα έχει ο θεράπων ιατρός να σχεδιάσει εναλλακτικές θεραπείες για την βελτίωση του θεραπευτικού αποτελέσματος και της ποιότητας ζωής του ασθενή», εξηγεί ο επικεφαλής ερευνητής Τσιμπου Τσινια.

Και συμπληρώνει πως «η πρώιμη ανίχνευση της υποτροπής μπορεί να μεταφραστεί σε αυξημένη πιθανότητα θεραπείας, όταν το φορτίο του όγκου είναι χαμηλό και άρα υπάρχει ελπίδα ανταπόκρισης στην αγωγή».

Πάντως, ο Σρ Τσαρλς Σάιμον ο Β’, επίκουρος καθηγητής Ακτινολογίας Ογκολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ τονίζει ότι «οι αιματολογικές εξετάσεις θα πρέπει να γίνονται συνδυαστικά με τις απεικονιστικές τεχνικές για την καλύτερη παρακολούθηση των ασθενών μετά τη θεραπεία».