“Αιμοδοσία” είναι η οργανωτική δομή, που ασχολείται με τη λήψη, επεξεργασία, έλεγχο, συντήρηση και διάθεση του αίματος και των παραγώγων του, με σκοπό τη μετάγγιση τους σε ασθενείς που τα έχουν ανάγκη.

Μετάγγιση.… ένας ιδιαίτερος κλάδος της Αιματολογίας

Η μετάγγιση αίματος υπήρξε η πρώτη επιτυχημένη μεταμόσχευση οργάνου. Τα τελευταία 50 χρόνια, η επιστημονική και τεχνική πρόοδος στον τομέα της μετάγγισης αίματος υπήρξε τόσο αλματώδης, ώστε σήμερα η μετάγγιση να μην είναι απλά η λήψη και η χορήγηση αίματος, αλλά ένας ιδιαίτερος κλάδος της Αιματολογίας που βρίσκεται σε συνεχή εξέλιξη, μια θεραπευτική μέθοδος, που βασίζεται σε αυστηρότατους κανόνες, μια ολόκληρη οργάνωση, που περιλαμβάνει κλινικούς επιστήμονες, γιατρούς, νοσηλευτές, εξειδικευμένο παραϊατρικό προσωπικό, αιμολήπτες, στατιστικολόγους, κοινωνικούς παράγοντες και κρατικούς λειτουργούς. Για να φτάσουμε στη σημερινή θέση της «Μετάγγισης Αίματος» χρειάστηκαν πολλές προσπάθειες, επιτυχείς και ανεπιτυχείς, που μας γυρίζουν πολλά χρόνια πίσω.
Από τους αρχαίους χρόνους πολλοί λαοί απόδωσαν στο αίμα μαγικές ή θεραπευτικές ιδιότητες. Λόγος για χορήγηση αίματος γίνεται στον ‘Ομηρο, στους Αιγυπτιακούς παπύρους, σε Εβραϊκά και Συριακά χειρόγραφα.

1552
Το 1552, ο Francis Potter,εφημέριος του Klimanton, έκανε την πρώτη μετάγγιση αίματος από κοτόπουλο σε άλλο κοτόπουλο. Περιέγραψε με λεπτομέρεια την παρακέντηση φλέβας. Αναφέρει ότι ο τρόπος αυτός, δηλαδή η λήψη του αίματος από τη φλέβα, δεν επιτρέπει την αφαίρεση μεγάλων ποσοτήτων αίματος.

1657
Εκατόν χρόνια μετά, το 1657, οsir Christofe Wen, ανθρωπιστής, φιλόσοφος, αστρονόμος και ιατρός μελέτησε την τεχνική λήψης αίματος από τη φλέβα σκύλου. Χρησιμοποιώντας τις γνώσεις και εμπειρίες του, έγινε ο πρώτος που χορήγησε φάρμακα δια της ενδοφλέβιας οδού.

1667
Η ιδέα ότι το αίμα ζώου μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν φάρμακο άρχισε να καλλιεργείται. Το 1667, οι ανεξάρτητες επιστημονικές μελέτες των ιατρώνJean Denisκαι Richard Lower, αναφέρουν χωριστά την επιτυχή μετάγγιση αίματος που λήφθηκε από μικρό αρνί σε νεαρό άνθρωπο.
ΟDenisπαίρνοντας θάρρος από αυτή την επιτυχία υπέβαλε άλλους τρεις ασθενείς στην ίδια θεραπεία. Ο τέταρτος ασθενής με το όνομαΑntoine Mauroy, πέθανε μετά από τρεις μεταγγίσεις, με αποτέλεσμα ο Denis να μηνυθεί από τη χήρα του. Το περιστατικό αυτό έγινε αφορμή να ασχοληθεί η Δικαιοσύνη με το φάκελο «Μετάγγιση». Ο Denis αθωώθηκε, αλλά η Ιατρική Σχολή απαγόρευσε αυτού του είδους την θεραπεία χωρίς την έγκρισή της.
Η ιστορία της μετάγγισης εμπλουτίζεται με εικονογραφίες, η σπουδαιότερη από τις οποίες παρουσιάζεται το 1693 από τη Scultetus, η οποία παριστάνει τη μετάγγιση αίματος από σκύλο σε άνθρωπο. Η εικονογράφηση αυτή εκτίθεται στη βιβλιοθήκη της Ιατρικής Σχολής του Λονδίνου.

18ος αιώνας
Στο τέλος του 18ου αιώνα η μετάγγιση εισέρχεται στη νεότερη φάση της ιστορίας της με τα πειράματα του Βlundell, που κατόρθωσε να τη βγάλει από την μυστικιστική περίοδο. Ο James Blundell(1790-1838), μαιευτήρας και φυσιολόγος είναι ο πρώτος που προχώρησε σε μετάγγιση από άνθρωπο σε άνθρωπο για την αντιμετώπιση αιμορραγίας μετά από τοκετό. Ο Βlundellκαι οι διάδοχοι του είναι οι πρώτοι που περιέγραψαν το αιμορραγικό shock, που προκαλείται μετά από έντονη αφαίμαξη και διορθώνεται με τη μετάγγιση αίματος ίδιου είδους ζώου.

19ος αιώνας
Ανακάλυψη του πρώτου συστήματος των ομάδων αίματος

Η έκρηξη στην ανάπτυξη της τεχνικής της μετάγγισης ξεκίνησε το1900, όταν ο Αυστριακός γιατρός Karl Landsteiner, ανακάλυψε και περίγραψε τις τρεις πρώτες ανθρώπινες ομάδες αίματος Α, Β, 0.

Η μεγάλη σημασία αυτής της ανακάλυψης, όσον αφορά τη συσχέτιση των ομάδων αίματος και της μετάγγισης αίματος, δεν έγινε αμέσως αντιληπτή.

Το 1910, ο Γερμανός ερευνητής Volt, διαπιστώνει ότι το αίμα του ίδιου του δότη μπορούσε να γίνει ανεκτό μόνο από ορισμένους δέκτες, ενώ σε άλλους προκαλούσε ανεπιθύμητες αντιδράσεις. Η διαπίστωση αυτή ήταν τυχαία αφού δεν αναφέρθηκε στις ομάδες αίματος Α, Β, 0 που είχαν ήδη περιγραφεί.

Την ίδια περίπου περίοδο, οι εργασίες του Ηektoen περίγραψαν ότι οι κίνδυνοι της μετάγγισης αίματος μπορούσαν να αποφευχθούν σεβόμενοι τους φαινοτύπους των ερυθρών αιμοσφαιρίων.

Η ανακάλυψη του Landsteiner αργοπόρησε να εφαρμοσθεί σε μεγαλύτερη κλίμακα, λόγω διαφωνιών και συγχύσεων που αφορούσαν την ονοματολογία του συστήματος ΑΒΟ.

Το 1928, η Κοινωνία των Εθνών, υιοθετεί την ονοματολογία ΑΒΟ και το 1930, οLandsteiner τιμήθηκε με το βραβείο ΝΟBΕL.
Το 1940, ανακαλύπτεται το σύστημα ομάδων αίματος Rhesus από τους Karl Landsteiner, Αλέξανδρο Wiener, Philip Levine και RE Stetson.

1940
Την ίδια χρονιά, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεσπίζει ένα εθνικό πρόγραμμα συλλογής αίματος. Τα επόμενα λίγα χρόνια, βελτιστοποιήθηκαν τα συντηρητικά και αντιπηκτικά διαλύματα και χρησιμοποιήθηκαν τα πρώτα δοχεία για τη συλλογή αίματος που αποτελούνταν από γυάλινες φιάλες κενού.

Όπως ήταν αναμενόμενο, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η μετάγγιση αίματος χρησιμοποιείται σε μεγάλη κλίμακα για τη θεραπεία τραυματισμένων στρατιωτών και έγινε γνωστή ως διαδικασία διάσωσης ανθρώπινων ζωών.

Το 1961, τα συμπυκνωμένα αιμοπετάλια αναγνωρίζονται σαν μέσο για τη μείωση της θνησιμότητας από αιμορραγία σε ασθενείς με καρκίνο.
Το 1964, η πλασμαφαίρεση εισάγεται ως μέσο συλλογής πλάσματος για κλασματοποίηση.

Το 1971, αρχίζει ο έλεγχος των μονάδων αίματος για τον ιό της Ηπατίτιδας Β και το1992, για τους ιούς του AIDS με αποτέλεσμα την αύξηση της ασφάλειας των προϊόντων αίματος.

Η απευθείας μετάγγιση αίματος από δότη σε δότη θεωρείται ως μέθοδος απαρχαιωμένη και έχει εγκαταλειφθεί μπροστά στα μεγάλα πλεονεκτήματα της έμμεσης μετάγγισης συντηρημένου αίματος.

Η χρησιμοποίηση τέτοιου αίματος επιτρέπει τη δημιουργία αποθεμάτων αίματος, διαθεσίμων ανά πάσα στιγμή, σε κάθε ανάγκη, εξουδετερώνει σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο μετάδοσης διαφόρων νοσημάτων όπως σύφιλης, ηπατίτιδας και ΑIDS και αυξάνει την ποιότητα των παραγώγων αίματος.

Η αντικατάσταση της φιάλης από γυαλί με πλαστικούς ασκούς διευκόλυνε όχι μόνο τη συντήρηση του αίματος αλλά και την ασφαλή μεταφορά του. Η τεχνική της μετάγγισης απλουστεύτηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό και έγινε εφικτή η χορήγηση του αίματος στον ασθενή σε αργό ρυθμό, γεγονός που ελαττώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης προβλημάτων στο δέκτη.