Η πραγματική αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ μπορεί να μετατεθεί στα τέλη του 2019 λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η βρετανική κυβέρνηση…
και των εκλογών στη Γαλλία και τη Γερμανία, σύμφωνα με τους Sunday Times.

Η κυβέρνηση της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι έχει ανακοινώσει ότι σχεδιάζει να επικαλεστεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας της ΕΕ στις αρχές του 2017. Μετά την ενέργεια αυτή ξεκινάει μια περίοδος διαπραγματεύσεων δύο ετών στο τέλος της οποίας η ενδιαφερόμενη χώρα αποχωρεί από την ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι αν η διαδικασία ξεκινήσει στις αρχές του 2017 και η ουσιαστική αποχώρηση θα γίνει στις αρχές του 2019.

Ωστόσο σύμφωνα με τους Sunday Times, Βρετανοί υπουργοί έχουν προειδοποιήσει κατ’ ιδίαν υψηλόβαθμους αξιωματούχους του χρηματοπιστωτικού τομέα του Σίτι του Λονδίνου ότι η προσφυγή στο άρθρο 50 μπορεί να γίνει στα τέλη του 2017, το οποίο θα αναβάλει και το Brexit για τα τέλη του 2019.

«Υπουργοί πιστεύουν σήμερα ότι η εκκίνηση (της διαδικασίας) μπορεί να μετατεθεί στο φθινόπωρο του 2017», δήλωσε στην εφημερίδα μια πηγή του Σίτι, σημειώνοντας ότι έχει συζητήσει για το θέμα αυτό με δύο υπουργούς.

«Δεν έχουν την υποδομή για τους ανθρώπους που πρέπει να προσλάβουν» για τις διαπραγματεύσεις, σύμφωνα με την ίδια πηγή. «Λένε ότι δεν γνωρίζουν μήτε ποια είναι τα σωστά ζητήματα που πρέπει να θέσουν όταν αρχίσουν τελικά να διαπραγματεύονται με την Ευρώπη».

Εξάλλου μέλος του βρετανικού υπουργικού συμβουλίου, το οποίο δεν κατονομάζεται, δήλωσε στους Sunday Times ότι τα χρονοδιαγράμματα των εκλογών στη Γαλλία και τη Γερμανία θέτουν «ορισμένες δυσκολίες».

Οι δύο γύροι των προεδρικών εκλογών στη Γαλλία θα διεξαχθούν στις 23 Απριλίου και στις 7 Μαΐου του 2017, ενώ οι ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία θα γίνουν το φθινόπωρο του 2017.

Μετά το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου στη Βρετανία με το οποίο οι πολίτες της τάχθηκαν υπέρ της εξόδου της χώρας τους από την ΕΕ, η Μέι, η οποία διαδέχθηκε τον Ντέιβιντ Κάμερον, δημιούργησε ένα υπουργείο που είναι αρμόδιο για την επίβλεψη των διαπραγματεύσεων για το Brexit. Ωστόσο ο υπουργός που το έχει αναλάβει, ο Ντέιβιντ Ντέιβις, έχει μέχρι στιγμής προσλάβει μόνον το μισό προσωπικό από αυτό που θα χρειαστεί.

Ένα άλλο υπουργείο, αυτό του Διεθνούς Εμπορίου, του οποίου ηγείται ο Λίαμ Φοξ, χρειάζεται επίσης να στρατολογήσει γρήγορα πολλούς ειδικούς, καθώς προς το παρόν δεν διαθέτει παρά μια πεντάδα πεπειραμένους διαπραγματευτές.