Με τίτλο «Ελλάδα: μια στρατηγική για το μέλλον» αναφέρεται το Σχέδιο Στρατηγικής Ανάπτυξης της Ελληνικής κυβέρνησης.  Σε 100 και πλέον που εκτείνεται το σχέδιο και θα βρεθεί την Τετάρτη στο επίκεντρο της προ ημερησίας συζήτησης στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών που ζήτησε η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά.

Το Σχέδιο, το οποίο παρουσίασε χθες ο πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο περιλαμβάνει 5 βασικά κεφάλαια α)δημοσιονομική βιωσιμότητα β) βιώσιμη ανάπτυξη γ) διαρθρωτικές συνθήκες για την ανάπτυξη δ) Δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη ε) Χρηματοδότηση της ανάπτυξης.

Ειδικότερα, ως κύριες προτεραιότητες για το σχεδιασμό των θεσμών της αγοράς εργασίας του αύριο παρουσιάζονται η εξάλειψη της αδήλωτης εργασίας, η δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας, η προώθηση αποτελεσματικού κοινωνικού διαλόγου και η προστασία των ανέργων. Για αυτούς τους στόχους, οι προσπάθειες στο άμεσο μέλλον θα επικεντρωθούν στη μείωση της αδήλωτης και της επισφαλούς εργασίας.

Αδήλωτη εργασία

Ήδη, όπως επισημαίνεται, η αδήλωτη εργασία μειώθηκε σε περίπου 10% σε τομείς υψηλού κινδύνου, από 30% το 2013, χάρη στην εισαγωγή νέων κανόνων και με μια σημαντική αναβάθμιση των σχετικών συστημάτων πληροφορικής. Επιπλέον, τον Ιανουάριο του 2017 ξεκίνησε η εφαρμογή ενός τριετούς σχεδίου δράσης για την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας. Το σχέδιο αυτό προβλέπει ένα ισορροπημένο ρυθμιστικό και πολιτικό πλαίσιο που περιλαμβάνει προληπτικά και διορθωτικά μέτρα για τη διευκόλυνση της μετάβασης των άτυπων εργαζομένων στην επίσημη οικονομία και την αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας. Ορισμένες από τις δράσεις-ορόσημο που αναφέρονται σε αυτό το σχέδιο είναι η δημιουργία ενός νέου συνόλου κανόνων για την καταπολέμηση της ψευδούς αυτοαπασχόλησης, καθώς και η επέκταση των επιθεωρήσεων από τον ΣΕΠΕ στον γεωργικό τομέα.

Η αναβάθμιση του πληροφοριακού συστήματος του ΣΕΠΕ, που συμπεριλαμβάνει διαλειτουργικά προγράμματα και διαρκώς αναβαθμιζόμενους κανόνες ανάλυσης κινδύνου, θα συμβάλει επίσης στην αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας. Αυτό το νέο σύνολο κανόνων και διαδικασιών αποσκοπεί στη βελτίωση της σχέσης μεταξύ του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και του ευρύτερου κοινού. Η Επιθεώρηση Εργασίας δεν θα έχει πλέον αυστηρά κατασταλτικό ρόλο, αλλά θα συμβάλλει επίσης στη δημιουργία τυπικών θέσεων εργασίας. Οι δράσεις αυτές αποσκοπούν στη μείωση της αδήλωτης εργασίας στο 5% έως το 2021.

Η επέκταση των τυπικών θέσεων εργασίας συνδέεται με την αντίστοιχη βελτίωση της ποιότητας της εργασίας. Οι ποιοτικές θέσεις εργασίας συμβάλλουν στην καταπολέμηση των εισοδηματικών ανισοτήτων και στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ενώ βελτιώνουν την κοινωνική προστασία. Ο νόμος 4488/2017 αποτέλεσε ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή, καθώς περιλαμβάνει διατάξεις που προστατεύουν τους υπαλλήλους από την αδήλωτη, υποδηλωμένη ή μη αμειβόμενη εργασία και θέτει αυστηρούς κανόνες για το χρόνο εργασίας και την καταβολή μισθών. Θα εφαρμοστούν θεσμικές μεταρρυθμίσεις για την επέκταση του ποσοστού των τυπικών θέσεων εργασίας, όπως η εισαγωγή μιας νέας δομής προστίμων για την αδήλωτη εργασία. Επίσης, αναπτύχθηκε ένα πρόγραμμα για την υποστήριξη επισφαλών εργαζομένων και θα χρηματοδοτηθεί μέσω των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών Ταμείων. Αυτό θα βελτιώσει την προσαρμοστικότητα των εργαζομένων στις αλλαγές του μοντέλου παραγωγής της χώρας.

Κατώτατος μισθός

Σύμφωνα με τη «Στρατηγική ανάπτυξης για το μέλλον», το επίπεδο του κατώτατου μισθού μπορεί να αποτελέσει ένα αποτελεσματικό μέσο πολιτικής για την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση των μακροπρόθεσμων προοπτικών οικονομικής ανάπτυξης. Λόγω των συνθηκών της ελληνικής οικονομίας και της αγοράς εργασίας, οι οποίες βελτιώνονται, η προσεκτική εξέταση της αύξησης του επιπέδου του κατώτατου μισθού φαίνεται επίκαιρη. Το νέο επίπεδο του κατώτατου μισθού θα καθοριστεί μέσω του πρόσφατα βελτιωμένου συστήματος, το οποίο απαιτεί μια εκτεταμένη εκτίμηση επιπτώσεων ώστε να προβλεφθούν οι αντιδράσεις των παραγόντων της αγοράς εργασίας και οι επιπτώσεις στη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Αυτή η εκτίμηση επιπτώσεων θα διεξαχθεί από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, μετά από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους και τους αρμόδιους φορείς υλοποίησης.

Οι αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού θα λάβουν υπόψη τις εξελίξεις στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, καθώς και το ποσοστό συνολικής ανεργίας, το ποσοστό ανεργίας των νέων, και τα ισχύοντα μισθολογικά επίπεδα.

Συλλογικές Διαπραγματεύσεις

Όσον αφορά στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, με τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος θα αποκατασταθούν δύο θεμελιώδεις αρχές: η αρχή της επεκτασιμότητας και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης. Σε συνδυασμό με τις πρόσφατες συλλογικές συμβάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν μη-μισθολογικά στοιχεία (π.χ. ζητήματα υγείας και ασφάλειας, αδήλωτη εργασία, επαγγελματική κατάρτιση), η αναζωογόνηση αυτών των αρχών θα ενισχύσει την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του κοινωνικού διαλόγου.

Αυτές οι συμπληρωματικές και αλληλοενισχυόμενες αρχές θα οδηγήσουν στην αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην Ελλάδα με θετικά αποτελέσματα για τους εργαζόμενους και τους εργοδότες.

Πρώτον, η αποκατάσταση αυτών των αρχών θα αντιστρέψει την ανισορροπία στον συσχετισμού δύναμης που προκλήθηκε στις εργασιακές σχέσεις από τις πρόσφατες πολιτικές.

Δεύτερον, θα προωθήσει τον κοινωνικό διάλογο και θα ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Τρίτον, θα ενοποιήσει τους κανόνες και θα προωθήσει τον υγιή ανταγωνισμό σε όλους τους οικονομικούς τομείς.

Τέλος, θα συμβάλει στη μείωση της ανισότητας των εισοδημάτων και στην επίτευξη δικαιότερης κατανομής του εθνικού εισοδήματος.

Αυτά τα θετικά αποτελέσματα θα τονώσουν την οικονομική ανάπτυξη και, τελικά, θα επιτρέψουν τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας