Για αυξανόμενους κινδύνους και «μαύρα σύννεφα» προειδοποιεί η Παγκόσμια Τράπεζα στην ετήσια εκτίμησή της για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας- φόβους που συμμερίζονται στο σύνολό τους αναλυτές διεθνών οργανισμών και οίκων. Ενώ όμως οι περισσότεροι εστιάζουν στην επιβράδυνση της Κίνας, για την Τράπεζα η απειλή είναι πολύ μεγαλύτερη για τις μεγάλες ανεπτυγμένες οικονομίες.

Οι ειδικοί της Παγκόσμιας Τράπεζας προβλέπουν ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμούς 2,9% φέτος και 2,8% το 2020. Η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, η αμερικανική, προβλέπεται να κατεβάζει συνεχώς ταχύτητα και να φτάσει στο 2021 αναπτυσσόμενη με ρυθμούς 1,6% έναντι 2,9% πέρυσι. Αυτό, όπως εξηγούν, θα είναι συνέπεια της εξασθένησης του αντικτύπου των φοροελαφρύνσεων Τραμπ.

Τα σύννεφα, όμως, θα είναι ακόμη πιο πυκνά για την Ευρωζώνη και την Ιαπωνία, που θα αναπτύσσονται έως και το 2021 με ρυθμούς αισθητά χαμηλότερους των ΗΠΑ. Στον αντίποδα οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, με εξαίρεση την Κίνα, θα ανεβάσουν ταχύτητα. Ακόμη και ο δράκος της Ασίας, όμως, θα αναπτύσσεται με ρυθμούς 6%, που μπορεί να είναι κατά πολύ βραδύτεροι από τον μέσο όρο της περιόδου 1980-2010, αλλά θεωρούνται άκρως ικανοποιητικοί.

Οι παραπάνω εκτιμήσεις παρουσιάζουν ουσιαστικά μία «ομαλή προσγείωση» της παγκόσμιας οικονομίας. Τα πράγματα, όμως, θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερα, προειδοποιεί η Τράπεζα, εάν δεν δοθεί τέλος στον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ- Κίνας. Πρόκειται για τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη και οι δασμοί, που επέβαλαν πέρυσι, επηρεάζουν προς το παρόν το 2,5% του παγκόσμιου εμπορίου. Αν ωστόσο η προθεσμία του Μαρτίου λήξει χωρίς συμφωνία και η αμερικανική πλευρά κάνει πράξη τις απειλές της, η επίδραση θα πολλαπλασιαστεί.

ΗΠΑ και Κίνα καλύπτουν συνολικά το 20% του παγκόσμιου εμπορίου και το 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Εάν η σύγκρουση μεταξύ τους επιδεινωθεί, θα είναι κάτι «που θα γίνει αισθητό σε κάθε γωνιά του πλανήτη» διαμηνύουν οι αναλυτές της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Ως δεύτερο μεγάλο κίνδυνο προσδιορίζουν το Brexit. Ένα no deal θα κατέφερε ισχυρό πλήγμα όχι μόνο στη βρετανική οικονομία, αλλά συνολικά στη γηραιά ήπειρο, ενώ θα επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό και τις χώρες της Βόρειας Αφρικής, που είναι στενά συνδεδεμένες με την Ευρώπη.

Αξίζει να θυμίσουμε ότι εμπορικός πόλεμος και Brexit είναι οι δύο κύριοι παράγοντες, που οδήγησαν σε βουτιά τη βιομηχανική παραγωγή και τις παραγγελίες στη Γερμανία το Νοέμβριο. Εκτιμάται ότι μετά και τη συρρίκνωσή της το τρίτο τρίμηνο του 2018- για πρώτη φορά από το 2015- στα τέλη του περασμένου έτους η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία παγιδεύθηκε σε τεχνική ύφεση.