Η εφαρμογή του λαϊκισμού της συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. συνεχίζεται στη λειτουργία του σχολείου. Επιχειρεί να διαμορφώσει ένα κλίμα αντιπερισπασμού προσφέροντας ευκολία και χαλάρωση στην εκπαίδευση των μαθητών ως αντίβαρο στις δυσκολίες των περιοριστικών μέτρων της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής του που βιώνουν μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί.

«Δεν χρειάζεται να εργαζόμαστε έτσι, ας χαλαρώσουμε», είναι το μήνυμα που εκπέμπει το Υπουργείο Παιδείας και καταργεί ένα μέρος των εξετάσεων του λυκείου. Αλλά οι εξεταστικές διαδικασίες ιδιαίτερα στο λύκειο αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εκπαίδευσης των μαθητών για την αφομοίωση της διδαχθείσας ύλης και δίνουν τη δυνατότητα σε μαθητές και εκπαιδευτικούς να ανασχεδιάζουν την αντίστοιχη λειτουργία τους και να καλλιεργούν την ερευνητικότητά τους.

Από καμιά μελέτη και έρευνα δεν προκύπτει ότι η κατάργηση των εξετάσεων στο τέλος της σχολικής χρονιάς κάθε τάξης προσφέρει κάτι το θετικό. Το αντίθετο, διαμορφώνει κλίμα αποδόμησης και της ίδιας της διδασκαλίας και αντιδιαπαιδαγωγεί τους μαθητές στη λογική της μεγάλης ευκολίας. Υπάρχει άραγε χώρα στην Ευρώπη που έχει αυτή τη συμπεριφορά;

Η εκπαιδευτική πολιτική του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αποβλέπει εκ των πραγμάτων ακόμα και στη θεσμική διάλυση της εκπαίδευσης. Βάζει στο στόχαστρο τους άριστους μαθητές. Διαμορφώνει σύστημα πρόσβασης που διαλύει το λύκειο. Μειώνει τις μορφωτικές απαιτήσεις για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση – ακόμα και με λειτουργικό αναλφαβητισμό θα γίνεις πτυχιούχος! Καταργεί τις εξετάσεις στο Λύκειο μετατρέποντάς το σε «Δημοτικό σχολείο» για μεγάλα παιδιά. Το μόνο που απομένει είναι να κάνει προαιρετική την παρακολούθηση των μαθημάτων.

Αλλά δεν μπορεί να απαντηθούν κρίσιμα ερωτήματα.

  1. Είναι δυνατόν σε εποχές που προκρίνουν τις κοινωνίες της γνώσης και της μάθησης, εμείς να χαλαρώνουμε την όλη εκπαιδευτική λειτουργία;
  2. Με ποια πορίσματα ερευνών γίνονται όλες αυτές οι ρυθμίσεις;
  3. Έγινε κάποιος έστω στοιχειώδης διάλογος με την εκπαιδευτική κοινότητα ή θεωρείται περιττή κάθε άλλη άποψη επί ενός τόσο κρίσιμου ζητήματος;
  4. Γιατί υιοθετείται η απαράδεκτη τακτική να ξηλώνεται το περιεχόμενο της εκπαίδευσης μέσα από απόλυτα μονομερείς αποφάσεις με την πρακτική των Προεδρικών Διαταγμάτων και δεν παίρνει ο Υπουργός την πολιτική ευθύνη να διαμορφώσει ένα γενικό Σχέδιο Νόμου για να συζητηθεί και να αποφασιστεί από τη Βουλή; Με ποιο «δικαίωμα» μια ομάδα περί τον Υπουργό ρυθμίζει αποκλειστικά τη λειτουργία του λυκείου;

5. Είχε ποτέ εκφραστεί από την ΟΛΜΕ ή την ΟΙΕΛΕ ποτέ μια τέτοια θέση στα εκπαιδευτικά τους συνέδρια, που εκφράζουν τις

πιο «προωθημένες» θέσεις, ή μήπως η ηγεσία του Υπουργείου αυτοπροσδιορίζεται ως μοναδικός κάτοχος της προοδευτικότητας;

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προσπαθεί να δημιουργήσει μια παρακμιακή αντίληψη στους μαθητές, που θα ασπάζονται τη βασική «κοσμοθεωρία» του, τη δημαγωγία του! Αυτό όμως χρειάζονται οι νέοι μας στους σημερινούς δύσκολους και απαιτητικούς καιρούς των κοινωνιών της γνώσης;

 

Υ.Γ.

  1. Δεν θα έπρεπε το οργανωμένο εκπαιδευτικό κίνημα (ΟΛΜΕ, ΕΛΜΕ, Σύλλογοι Διδασκόντων) να εκφράσει τη θέση του σ’ αυτές τις πρακτικές του Υπουργείου. Μέχρι τώρα αντιδρούσαμε στον αυταρχισμό των εκπαιδευτικών πολιτικών. Αλλά το καινούργιο πρόβλημα των ημερών μας είναι και το αντίθετο του αυταρχισμού, ο λαϊκισμός, που είναι όμως εξίσου επικίνδυνος…
  2. Ήδη οι επιστημονικές ενώσεις Φυσικών, Χημικών, Βιολόγων, Γεωλόγων έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους με έναν απόλυτα τεκμηριωμένο – επιστημονικά, εκπαιδευτικά, παιδαγωγικά – τρόπο.