alt

Ναι μεν οι Δ.Ο.Υ. πρέπει να καλούν τον φορολογούμενο σε ακρόαση και παροχή εξηγήσεων πριν την επιβολή κυρώσεως σε περίπτωση κατά την οποία μετά από έλεγχους που διενεργούν διαπιστώσουν παράβαση του Κώδικά Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ), επισημαίνει η 5μελής σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά παράλληλα τίθεται το ερώτημα εάν οι αρνητικές πράξεις των φορολογικών αρχών είναι πάνω από μία τότε για κάθε παράβαση θα πρέπει ο φορολογούμενος να παρέχει εξηγήσεις χωριστά για κάθε μια από αυτές ή για όλες μαζί.

Στο ερώτημα αυτό την τελική απάντηση θα έχει η αυξημένη 7μελής σύνθεσης του ίδιου Τμήματος όπου παραπέμφθηκε το όλο ζήτημα λόγω σπουδαιότητας.
Ειδικότερα, ο προϊστάμενος του Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου (ΔΕΚ) Αθηνών μετά από έλεγχο που πραγματοποίησε για τη διαχειριστική περίοδο 1.1. έως 31.12.1998 σε εταιρεία επέβαλε πρόστιμο 493.015 ευρώ για παραβάσεις του ΚΒΣ και συγκεκριμένα για την λήψη και καταχώρηση στα βιβλία της τριών εικονικών τιμολογίων, κατά την άποψη του ΔΕΚ Αθηνών.
Η εταιρεία προσέφυγε στην Διοικητική Δικαιοσύνη ισχυριζόμενη ότι πριν την επιβολή του προστίμου δεν τηρήθηκε η Συνταγματική επιταγή της προηγούμενης ακροάσεως που προβλέπει το άρθρο 20. Δηλαδή δεν κλήθηκε ο εκπρόσωπος της εταιρείας να παρέχει εξηγήσεις και να προβάλλει τους ισχυρισμούς του για τα τρία αυτά εικονικά τιμολόγια που όπως υποστηρίζει δεν είναι εικονικά. Ακόμη, επισημαίνει ότι πριν την επιβολή των προστίμων κ.λπ. δεν κλήθηκε να παρέχει εξηγήσεις και να καταθέσει αποδεικτικά στοιχεία για τις αποδιδόμενες σε αυτήν παραβάσεις, με αποτέλεσμα να υποστεί βλάβη.

Η 5μελής σύνθεσης του Β΄ Τμήματος του ΣτΕ στην υπ΄ αριθμ. 39/2017 απόφασή της επισημαίνει ότι σε περίπτωση παραβιάσεων του ΚΒΣ, όπου τα βιβλία και τα στοιχεία του επιτηδευματία ενδέχεται να χαρακτηριστούν ως ανεπαρκή ή ανακριβή, με συνέπεια τον εξωλογιστικό προσδιορισμό των ακαθαρίστων εσόδων, πρέπει να κινηθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 30 του ΚΒΣ διαδικασία.

Δηλαδή ο προϊστάμενος της αρμόδιας φορολογικής αρχής υποχρεούται να κοινοποιήσει στον επιτηδευματία σημείωμα με τις διαπιστώσεις του ελέγχου που έχει προηγηθεί, στις οποίες στηρίζει το ενδεχόμενο έκδοσης της καταλογιστικής πράξης, έτσι ο φορολογούμενος να ασκήσει -αν το επιθυμεί – το δικαίωμα που έχει της παραπομπής της υπόθεσης στην αρμόδια προβλεπόμενη επιτροπή.

Με τον τρόπο αυτό κινείται παράλληλα και η διαδικασία της συνταγματικής επιταγής του άρθρου 20 για την προηγούμενη ακρόαση, καθώς ο επιτηδευματίας καλείται πριν την έκδοση των καταλογιστικών πράξεων να προβάλει τις απόψεις του ενώπιον της φορολογικής αρχής, σημειώνει η πλειοψηφία των συμβούλων Επικρατείας.

Όμως, δύο μέλη του Τμήματος (μειοψηφία) εξέφρασαν την άποψη ότι εφόσον γίνεται λόγος για διαφορετικές καταλογιστικές πράξεις (πράξη επιβολής πρόστιμου, χαρακτηρισμός των βιβλίων ως ανεπαρκών και ανακριβών, κ.ά.), ο φορολογούμενος πρέπει να καλείται αυτοτελώς για κάθε καταλογιστική πράξη με την οποία επιβάλλεται σε βάρος του πρόστιμο του ΚΒΣ, φόρος εισοδήματος, ΦΠΑ, κ.λπ., να ασκεί το δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως, ακόμη και αν τα φορολογικά θέματα τελούν σε συνάφεια μεταξύ τους.

Και αυτό, σύμφωνα με την μειοψηφία, προκειμένου ο φορολογούμενος να έχει αυτοτελή και πλήρη επίγνωση των διαφορετικών συνεπειών που μπορεί να έχουν σε βάρος του οι παραβάσεις που του καταλογίζονται, έτσι ώστε να μπορεί να καταστρώνει την άμυνα του και κυρίως να συνειδητοποιήσει ότι επίκειται σε βάρος του η έκδοση δύο τουλάχιστον αυτοτελών πράξεων με διαφορετικό περιεχόμενο -φορολογικό αντικείμενο.

Μάλιστα, στην επίμαχη απόφαση επισημαίνονται προηγούμενες αποφάσεις της Ολομέλειας του ΣτΕ (2370 και 2371/2007) οι οποίες ως προϋπόθεση νομιμότητας των φορολογικών πράξεων είναι να έχει προηγηθεί και να έχει τηρηθεί η συνταγματική επιταγή της προηγούμενης κλήσεως προς ακρόαση και παροχής εξηγήσεων (άρθρο 20).