Το τέλος του αυτοφώρου για ελεγκτές της εφορίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, κατάργηση της δυνατότητας του εκάστοτε υπουργού Οικονομικών να ασκεί πειθαρχική δίωξη στη Διοίκηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, παρά μόνο εάν προκύπτει δόλος, ίδιον όφελος ή βλαπτική μεταβολή για το δημόσιο, αλλά και ένα νέο σύστημα κινητικότητας των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ, καθιερώνει τροπολογία η οποία κατατέθηκε στη Βουλή.

Η ευθυγράμμιση του υφιστάμενου ειδικού πλαισίου ευθύνης με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα αποτελούσε ένα πάγιο αίτημα των εφοριακών, με σχετικές προβλέψεις και στο πλαίσιο μνημονιακών-μεταμνημονιακών δεσμεύσεων ενώ οι νέοι κανόνες κινητικότητας των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ δεν αποκλείεται να «δοκιμάσουν» τις σχέσεις Διοίκησης – υπαλλήλων.

Ειδικά για το αυτόφωρο των ελεγκτών, αναφέρει το Euro2day προβλέπεται ότι για τα αδικήματα που διώκονται κατ’ έγκληση και φέρεται ότι διαπράχθηκαν από υπάλληλο της Α.Α.Δ.Ε. κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων του και σε σχέση με αυτά, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί σύλληψης του δράστη και αυτόφωρης διαδικασίας σύμφωνα με τα άρθρα 275, 409-413 και 417-424 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στόχος είναι η προστασία των υπαλλήλων της Α.Α.Δ.Ε. από την υποβολή αβάσιμων και προσχηματικών εγκλήσεων σε βάρος τους και η διασφάλιση της απρόσκοπτης άσκησης των καθηκόντων τους. Αντίστοιχες διατάξεις υπάρχουν ήδη στη νομοθεσία μας για την προστασία των δικαστικών επιμελητών καθώς και των αστυνομικών, λιμενικών, πυροσβεστικών και δασικών υπαλλήλων.

Όσον αφορά στη Διοίκηση της ΑΑΔΕ, προσδιορίζονται οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης της ποινικής ευθύνης του Διοικητή, του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, του Εμπειρογνώμονα και των υπαλλήλων της Α.Α.Δ.Ε. όταν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκφράζουν αιτιολογημένη γνώμη ή εισήγηση ή διατυπώνουν πρόταση ή εκδίδουν απόφαση.

Ως εκ τούτου, εξετάζονται, διώκονται και υπέχουν ποινική ευθύνη μόνο στην περίπτωση που έπραξαν με δόλο ή με σκοπό να προσπορίσουν στον εαυτό τους ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή να βλάψουν το Δημόσιο ή άλλον ή στην περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4174/2013. Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ρητά η περίπτωση για την οποία τα όργανα της Α.Α.Δ.Ε. που είναι αρμόδια για τον έλεγχο και τον, βάσει αυτού, προσδιορισμό των δημοσίων εσόδων, υπέχουν ποινική ευθύνη ως προς την παραγραφή των υποθέσεων που τους ανατίθενται ή τους έχουν ανατεθεί προς έλεγχο.

Ορίζεται επιπλέον ότι ο Διοικητής, ο Πρόεδρος τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Εμπειρογνώμονας και οι υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε. υπέχουν την προβλεπόμενη κατά τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις αστική έναντι του Δημοσίου ευθύνη, μόνο σε περίπτωση που παραβαίνουν εκ δόλου τα καθήκοντά τους ή σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4174/2013. Παράλληλα, προβλέπεται ότι οι παραπάνω διατάξεις τυγχάνουν εφαρμογής και στις ήδη εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον πειθαρχικών οργάνων ή άλλων διοικητικών ή δικαστικών αρχών, προκειμένου να επιτευχθεί ο νομοθετικός σκοπός τους και να υπάρχει σχετική ασφάλεια δικαίου.

Κινητικότητα

Με τις προτεινόμενες διατάξεις αποσαφηνίζεται η διαδικασία αποσπάσεων ή μετατάξεων των υπαλλήλων μεταξύ της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) και του Υπουργείου Οικονομικών ή άλλης Ανεξάρτητης Αρχής ή άλλης δημόσιας υπηρεσίας κάθε μορφής ή Ν.Π.Δ.Δ., ή Ο.Τ.Α. Α’ και Β’ βαθμού, μέσω του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας, καθώς και άλλων ειδικών διατάξεων, με σκοπό την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Α.Α.Δ.Ε., την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της, καθώς και την εξασφάλιση των όρων επίτευξης των στρατηγικών και επιχειρησιακών στόχων της.

Προβλέπεται ότι η Α.Α.Δ.Ε. δύναται να αναπτύσσει και να εφαρμόζει μεθοδολογίες για την αξιολόγηση των θέσεων εργασίας και να καταρτίζει ειδικότερα συστήματα προαγωγών, βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης των υπαλλήλων της. Ειδικότερα, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις παρέχεται εξουσιοδότηση στον Διοικητή της Αρχής να καθορίζει με αποφάσεις του που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκηση της Αρχής και γνώμη του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που διατυπώνεται εντός ενός μηνός, μεθοδολογίες και διαδικασία για την αξιολόγηση των θέσεων εργασίας της Α.Α.Δ.Ε. και να συστηματοποιεί τις θέσεις αυτές σε ομάδες, ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε θέσης.

Για την αξιολόγηση των θέσεων αυτών και τη συστηματοποίησή τους σε ομάδες απαιτητικότητας λαμβάνονται υπόψη συγκεκριμένα κριτήρια, σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, όπως ενδεικτικά οι γνώσεις και η εμπειρία που απαιτούνται για την πλήρωση κάθε θέσης, ο βαθμός δυσκολίας εκτέλεσης των καθηκόντων κάθε θέσης, η ένταξή της στην υπηρεσιακή ιεραρχία, οι συνθήκες εργασίας και η βαρύτητα και η επιρροή αυτής στην επίτευξη των στόχων της Α.Α.Δ.Ε.. Τα κριτήρια αυτά αναφέρονται στα αντίστοιχα περιγράμματα των θέσεων εργασίας, όπως τα περιγράμματα αυτά καταρτίζονται και τροποποιούνται με αποφάσεις του Διοικητή, σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες της Αρχής.

Επίσης, βάσει της αξιολόγησης των θέσεων εργασίας και της ένταξής τους σε ομάδες, ο Διοικητής με αποφάσεις του που εκδίδονται με όμοια διαδικασία, δύναται να αναπτύσσει ειδικότερα συστήματα προαγωγών και βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης των υπαλλήλων του στις θέσεις αυτές. Το νέο σύστημα αξιολόγησης και συστηματοποίησης σε ομάδες των θέσεων εργασίας σκοπό έχει να συμβάλει στην επιτυχέστερη λειτουργία της Αρχής, στην καλύτερη επίτευξη των στόχων και συνακόλουθα στην αποτελεσματικότερη είσπραξη των δημοσίων εσόδων, μέσω της καλύτερης και ποιοτικότερης αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού της.

Τέλος, δεδομένου ότι η αξιολόγηση των θέσεων εργασίας της Α.Α.Δ.Ε. αφορά μόνο την εσωτερική διάρθρωση των θέσεων της και δεν επηρεάζει τυχόν κινητικότητα των υπαλλήλων από και προς την Α.Α.Δ.Ε., για λόγους σαφήνειας και πληρότητας, προβλέπεται ότι με τις προτεινόμενες διατάξεις δε θίγονται οι ισχύουσες διατάξεις περί βαθμολογικής διάρθρωσης των θέσεων και βαθμολογικής ένταξης των υπαλλήλων, καθώς και του υπαλληλικού κώδικα.