Ο πρόεδρος του ΙΕΠ ανέφερε αναφορικά με την τράπεζα θεμάτων της Α’ Λυκείου και την τροπολογία της αναβαθμολόγησης των μαθητών μετά από το εξεταστικό φιάσκο «Θέλω να στείλω ένα μήνυμα σε όλους τους εκπαιδευτικούς, γιατί το ελληνικό σχολείο είναι ένα καλό σχολείο και στηρίζεται στους αγώνες μέσα στην τάξη, στα οράματα και στο μεράκι όλων των εκπαιδευτικών μας». Κάθε φορά που σημειώνεται ένα λάθος εκπαιδευτικής πολιτικής, γίνεται παράλληλη επίκληση στο μεράκι των εκπαιδευτικών για να το διορθώσουν. Μοιάζει σαν το μεράκι να το ‘σκασε απ’ το Υπουργείο Παιδείας κι έκτοτε το ψάχνουν από σχολείο σε σχολείο ανα την επικράτεια.

Το τελευταίο τραγελαφικό σφάλμα εκπαιδευτικής πολιτικής, η εφαρμογή της Τράπεζας θεμάτων, οδήγησε σε πρωτοφανή ποσοστά αποτυχίας εξαπλασιάζοντας τους μετεξεταστέους στην Α’ Λυκείου. Σαφώς, οι ιθύνοντες δεν είχαν αξιολογήσει τις διαρκείς επισημάνσεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τις συνέπειες της (επιεικώς πρόχειρης) εφαρμογής της. Το πείραμα απέτυχε, πόνεσε πολλούς και τώρα το φάρμακο έρχεται μέσα από την τροπολογία για την ομαδοποίηση των βαθμών για την προαγωγή των μαθητών.

Ο χώρος της εκπαίδευσης στην Ελλάδα έχει πλέον γίνει προνομιακό πεδίο του υπαρκτού σουρρεαλισμού. «Τα προβλήματα του Λυκείου είχαν αναλυθεί και σε ειδική μελέτη-πρόταση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου στο Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Και εκεί είχε διαπιστωθεί η ανάγκη αναβάθμισης του Λυκείου, μεταξύ άλλων, και μέσα από την αλλαγή και αυστηροποίηση του τρόπου προαγωγής των μαθητών» αναφέρει ο πρόεδρος του ΙΕΠ.

Όντως το πρόβλημα του Λυκείου σήμερα δεν είναι η παντελής απαξίωσή του, η υποτίμηση του έργου των εκπαιδευτικών, η απαράδεκτη εξάρτησή του από τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, αλλά η αυστηροποίηση της προαγωγής των μαθητών, μιας και όλα τα παραπάνω έχουν λυθεί, γι’ αυτό και η αναβάθιση του ξεκίνησε από την Τράπεζα Θεμάτων. Το ΙΕΒ μοιάζει να παραγνωρίζει τη διεθνή βιβλιογραφία που αποδεικνύει πως τα εκαιδευτικά συστήματα που «αυστηροποιούνται» μέσω των διαρκών εξετάσεων δεν έχουν ως αποτέλεσμα πιο μορφωμένους πολίτες αλλά μαθητές που εγκαταλείπουν ευκολότερα έναν θεσμό που αδιαφορεί για τις δεξιότητες, τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες τους.

Τα παιδιά φοιτούν σε ένα σχολείο στο οποίο κάθε τάξη τα προετοιμάζει για την επόμενη, χάνοντας τον ουσιαστικό της στόχο. Πλέον, η ύλη της Α’ δημοτικού έχει κυλήσει προς το νηπιαγωγείο, πολλά δημοτικά σχολεία διεξάγουν εξετάσεις στην έκτη δημοτικού προκειμένου οι μαθητές να προετοιμαστούν για την Α’ Γυμνασίου, τώρα οι μαθητές της Γ Γυμνασίου θα προετοιμάζονται για τις εξετάσεις της Τράπεζας Θεμάτων., κ.ο.κ. Έχοντας μετατρέψει το σχολείο σε έναν κυκεώνα εξετάσεων, το Υπουργείο θεωρεί πως «πολεμά» την παραπαιδεια στην οποία προφανώς παραδίδει σκόπιμα μια νέα ηλικιακή ομάδα μαθητών ανά τακτά διαστήματα.

Η τροπολογία για την αλλαγή της βαθμολόγησης της Α’ Λυκείου έγινε δεκτή με ανακούφιση από χιλιάδες μαθητές που ελπίζουν να με τον τρόπο αυτό να περάσουν την τάξη. Παρ’ όλα αυτά, η ύπαρξή της είναι η πιο σαφής απόδειξη πως η εκπαίδευση στην Ελλάδα προσανατολίζεται με ακρίβεια προς την απαξίωση και την κατανάλωση της γνώσης. Το Υπουργείο δεν έχει ούτε το θάρρος να αναλάβει την ευθύνη της αποτυχίας και προκειμένου να αποσιωπήσει –όσο πια μπορεί- τα λάθη εκπαιδευτικού σχεδιασμού που έγιναν, αλλάζει την τελευταία στιγμή τον τρόπο υπολογισμού των μετρήσιμων αποτελεσμάτων του πειράματός του . Τι γίνεται όμως με τα μη μετρήσιμα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εκπαιδευτικής επιλογής; Μπορεί να μετρηθεί με αριθμούς η μετατροπή της γνώσης από καταφύγιο εφηβικών αναζητήσεων σε ένα χυδαίο παζάρι χρησιμοθηρικής πληροφορίας που δημιουργεί τον «σοφό αδαή» του Ortega y Gasset;

O Θεόφραστος Γερου υπογραμμίζει πως «Tο σχολείο που έχουμε είναι η πραγματικότητά μας. Θα το κρίνουμε, αλλά δε θα το καταδικάσουμε. Δε θα το κλείσουμε. Θα αγωνιστούμε να το κάνουμε καλύτερο για τα παιδιά μας» ενώ ο Ρeter McLaren στο «Επαναστατική παιδαγωγική σε μετα-επαναστατικές εποχές» αναφέρει πως «οποιοδήποτε ίδρυμα θεωρείται άξιο να ονομάζεται ‘σχολείο’ πρέπει να εκπαιδεύει τους μαθητές να γίνουν ενεργοί φορείς του κοινωνικού μετασχηματισμού και της κριτικής ιδιότητας του πολίτη».

Και οι δύο παιδαγωγοί, συντασσόμενοι με τόσους άλλους περιγράφουν το σχολείο μη αναφερόμενοι στην αυστηρότητα της επίδοσης των μαθητών αλλά στο όνειρο της χειραφέτησής τους. Γι’ αυτό το όνειρο είναι αναγκαίο το μεράκι.