Άννα Παππά
δασκάλα, συγγραφέας

Λέγοντας ελληνικό στοιχείο δεν εννοώ τη συσσώρευση γνώσεων, αλλά κυρίως τη γνωριμία με την ελληνική παράδοση και τον εθισμό σ’ ένα τρόπο ζωής, με γνήσια ελληνική νοοτροπία και ψυχοσύνθεση. Τα βάθρα για μια τέτοια αγωγή, είναι τρία: η γνωριμία με τον τόπο μας, η διατήρηση της εθνικής μνήμης και η διαφύλαξη των παραδόσεων. Θα πρέπει δηλαδή να γνωρίσουμε στα παιδιά μας το ελληνικό τοπίο, την ελληνική φύση καθώς αυτή είναι συνυφασμένη με τη ζωή και τις συνήθειες του λαού μας, με την ιστορία και το θρύλο, θέτοντας έτσι τις προϋποθέσεις για την ιστορική, πνευματική και ψυχική συνέχεια και βελτίωση, επωάζοντας έτσι τη συνείδηση της συνέχειας, στη νέα γενιά. Σ’ αυτό ουσιαστικά θα συμβάλλει και η διαφύλαξη των παραδόσεων. Ο δάσκαλος να είναι δάσκαλος και μαζί θεματοφύλακας.
Ζούμε σε έναν τόπο που γέννησε την ομορφιά. Το αρχαίο κάλος. Μέσα από τη θάλασσά μας βγήκε η Αφροδίτη. Στα βουνά μας επάνω κατοικούσαν οι Θεοί. Μας πλημμυρίζει το φως το Ιλαρόν, που είναι το κυρίαρχο στοιχείο του Ελληνικού πνεύματος. Ο λαός μας, αιώνιος Οδυσσέας, πέρασε από ανείπωτες φουρτούνες, πάλεψε με τους Θεούς και έφτασε τέλος, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις, στη φτωχική του Ιθάκη. Ο λαός αυτός αναστήθηκε μετά από τετρακόσια χρόνια ενταφιασμού γιατί όλα αυτά τα χρόνια ανέπνεε τον αέρα της παράδοσης.Τη ζεστασιά του ελληνικού σπιτιού, του γεμάτου παραδόσεις, είναι χρέος μας να τη διατηρήσουμε και να την εμβολιάσουμε στους μικρούς μαθητές μας. Η οικογένεια,το σπίτι, για τα ελληνόπουλα, θα πρέπει να αποτελούν την αρχή κάθε προσπάθειας. Για τα δικά μας κοινωνικοπολιτιστικά δεδομένα, η οικογένεια αποτελεί την πρώτη φυσική παιδαγωγική κοινότητα. Το σχολείο της οικογένειας είναι στην πραγματικότητα μια περίοδος καταβολής των πρώτων ψυχικών θεμελίων του κάθε ατόμου. Το αέναο στοργικό βλέμμα, πατρικό και μητρικό, είναι αυτό που προθερμαίνει ακατάπαυστα την τρυφερή παιδική ψυχή και ενεργοποιεί τα σπέρματά της, ώστε να βλαστήσουν και να ανθοφορήσουν. Το χαρακτηριστικό της ελληνικής οικογένειας, είναι η ενότητα και η ιδιαίτερη σύνδεση των μελών της, η οποία δε παρατηρείται στον ίδιο βαθμό σε οικογένειες άλλων ευρωπαϊκών λαών και κυρίως των βορείων.
Έτσι τα παιδιά θα αισθανθούν, στενά δεμένα με την πανάρχαια αυτή γη και θα δουν καθαρότερα τη σημερινή πραγματικότητα. Θα αναπτυχθούν μέσα τους ευκολότερα η υπερηφάνεια, ο αυτοσεβασμός και η αξιοπρέπεια.
Αλλά γνωρίζοντας τον τόπο τους και τον εαυτό τους, θα πρέπει να συναντήσουν και να μελετήσουν και τα πατροπαράδοτα ελαττώματα της φυλής μας. Ώστε άμα τα κοιτάξουν κατάματα, να κατορθώσουν να απαλλαγούν απ’ αυτά στο διάβα της ζωής τους.
Βέβαια, δε θα πρέπει να φανταστούμε ότι βαθαίνοντας τις ρίζες μας, είναι δυνατόν να περιορίσουμε και να στενέψουμε τον ορίζοντά μας. «Μόνο το πλατάνι που έχει βαθιά και γερά θεμελιώσει τις ρίζες του μέσα στη γη, μπορεί να ξεπεταχτεί ψηλά και να αγναντέψει απ’ την κορυφή πλατείς ορίζοντες. Τα’ αχαμνά και τα πρόσκαιρα ψευτοριζώνουν και ζουν άχαρα». Ούτε στέκεται ακόμη η παρατήρηση, ότι στη ζωή, τη σημερινή ζωή, που είναι όλο δράση και βιασύνη και τεχνολογική πρόοδο και τυποποίηση και ειδίκευση, αν αφιερωθούμε στη ψυχική και πνευματική καλλιέργεια των νέων μας, στη συνέχιση του χθες μέσα στο σήμερα, ότι θα μείνουν οι νέοι μας μακριά από την πραγματικότητα και παράμερα από τη ζωή.
Αντίθετα, μια ενέργειά μας τέτοια, θα προφυλάξει τους νέους μας, από την υποδούλωση στη μηχανική ζωή, από την εξαφάνιση της προσωπικότητάς τους μέσα στην ισοπέδωση της ομοιομορφίας και θα τους δώσει ταυτόχρονα νέες αιτίες ουσιαστικής δράσης, καθώς ακόμη θα τους αυξήσει την αγάπη τους για τη ζωή.
Ας μη μας σταματά το φαινομενικό. Μόνον η ζωή γεννά ζωή. Δεν είναι στη φύση του Έλληνα να την ατενίζει σαν ένα ναρκωμένο τέλμα, αλλά σαν ελεύθερο νερό που πηγάζει από τα τρίσβαθα της γης μας, αντιφεγγίζοντας στο διάβα του ό,τι φυτρώνει στις όχθες του, ό,τι περνά στον ουρανό του.
Είναι φανερό λοιπόν, πως μόνο έτσι θα πρέπει να αντικρίσουμε την αποστολή μας. Η σύντομη επανορθωτική διδασκαλία μας και η χαρούμενη αντίληψη για τη ζωή, θα πρέπει να χαρακτηρίζουν και να διακρίνουν την εκπαιδευτική μας προσπάθεια.
Ο ωφέλιμος διδακτικός χρόνος του σχολείου, ξοδεύεται ακόμη και σήμερα, στη μετάδοση γνώσεων, που ορίζει το αναλυτικό πρόγραμμα.
Χρειάζεται ο σημερινός δάσκαλος, επιστήμονας αιχμής, να απλώσει τα δημιουργικά του δίχτυα, για να προσφέρει κάτι διαφορετικό. Τις τελευταίες δεκαετίες, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, αντιγράφει άλλων ευρωπαϊκών και μη χωρών εκπαιδευτικά συστήματα. Αντιθέτως, οι άλλες χώρες θα έπρεπε να αντιγράψουν το δικό μας και τις αρχές του, γιατί οι Έλληνες είναι αυτοί που έχουν ως αρχή τους το ανθρωπιστικό ιδεώδες. Χρειάζεται τη διδακτική ελευθερία, λοιπόν ο δάσκαλος, για να μπορέσει να ενώσει το παρελθόν με το μέλλον, αυτής της χώρας.
Να αναζητεί αδιάκοπα στη διδασκόμενη ύλη τα μορφωτικά στοιχεία και οι διδακτικές του ενέργειες, όχι μόνο να αποβλέπουν στη σύμμετρη ανάπτυξη των ψυχικών, σωματικών και πνευματικών λειτουργιών, δεξιοτήτων και ικανοτήτων των μαθητών του, αλλά και στην αποσαφήνιση εκ μέρους του. Στην αποσαφήνιση του περιεχομένου των σύγχρονων παιδαγωγικών αντιλήψεων και διδακτικών συστημάτων και μεθόδων, έτσι ώστε αυτή να έχει σαν αποτέλεσμα την άνοδο τη δική του και την αποτελεσματικότητα και ανανέωση στο διδακτικό του έργο.
Ο απώτερος σκοπός του δημοτικού σχολείου είναι πολύ πιο ευρύς και έχει σαν έργο του να συντελέσει με τον πιο παιδαγωγικό και θεμελιακό τρόπο ενέργειας, στην ανάπτυξη και εξέλιξη όλων των δεξιοτήτων και ικανοτήτων, καθώς και την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης του νέου ανθρώπου.