Πολύ μελάνι και πολλά… bytes έχουν αφιερωθεί, στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, για το και την παραβατικότητα σε πανεπιστημιακούς χώρους. Πιο πρόσφατα, με αφορμή την παρουσία του «Ρουβίκωνα» στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και τη συμβολική αναστολή λειτουργίας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ) για την κατάσταση που επικρατεί γύρω από το πανεπιστήμιο.

Αθηνά Καστρινάκη

Από πλευράς ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, έχει τονιστεί επανειλημμένως η σημασία της «χαρτογράφησης» των ζητημάτων από την Επιτροπή Παρασκευόπουλου, ως μία κάποια αρχή επίλυσής τους. Όπως επίσης και η επαναφορά του καθορισμού του ασύλου, στο νόμο Γαβρόγλου για τα μεταπτυχιακά, που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2017 (ν. 4485/17).

Στο άρθρο 3 του νόμου, περί ακαδημαϊκών ελευθεριών, περιλαμβάνονται δύο παράγραφοι. Με την πρώτη, κατοχυρώνεται στα η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και στη διδασκαλία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών. «Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των δημοκρατικών αξιών, των ακαδημαϊκών ελευθεριών στην έρευνα και στη διδασκαλία, την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, την προστασία του δικαιώματος στη γνώση και τη μάθηση έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει», αναφέρει επί λέξει ο νόμος.

Η «καυτή πατάτα» της επέμβασης της αστυνομίας στους χώρους των , καθορίζεται στη δεύτερη παράγραφο: «Επέμβαση δημόσιας δύναμης σε χώρους των ΑΕΙ επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακουργημάτων, καθώς και εγκλημάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Οι ανωτέρω περιορισμοί δεν ισχύουν για επεμβάσεις του Πυροσβεστικού Σώματος και επεμβάσεις σε περιπτώσεις τροχαίων ατυχημάτων».

Σε παλαιότερες τοποθετήσεις του, ο υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου, έχει υπεραμυνθεί της επαναφοράς του ασύλου, λέγοντας ότι η εικόνα των πανεπιστημίων έχει από τότε βελτιωθεί. Η πραγματικότητα, σε ορισμένα πανεπιστημιακά ιδρύματα, όμως, είναι πολύ μακριά από μία «ακαδημαϊκή κανονικότητα».

Είναι θέμα ασύλου, καθηγητών, φοιτητικού κινήματος ή Πολιτείας;

«Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα», σχολίασε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ καθηγητής σε πανεπιστημιακό ίδρυμα της Αθήνας. Γενικά, όταν γίνεται συζήτηση για το άσυλο, κανείς δεν αμφισβητεί τα όσα αυτό κατοχυρώνει πνευματικά. Τα δύσκολα έρχονται στην πράξη: Σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται, σε περιπτώσεις πλημμελημάτων, αποφασίζει την επέμβαση ή μη της αστυνομίας το Πρυτανικό Συμβούλιο, που αποτελείται από τον πρύτανη, τους αντιπρυτάνεις, εκπρόσωπο των φοιτητών και εκπρόσωπο των διοικητικών υπαλλήλων. «Στην ουσία, δεν υπάρχει δυνατότητα επίλυσης προβλημάτων. Σε περιπτώσεις μικροεγκλημάτων, δηλαδή, μέχρι να συνέλθει το Πρυτανικό Συμβούλιο, να αποφασίσει και να έρθει η αστυνομία, το όποιο περιστατικό θα έχει λήξει πολύ νωρίτερα», σημείωσε ο ίδιος καθηγητής, «πρακτικά, δεν υπάρχει εργαλείο αντιμετώπισης περιστατικών, όπως η διακίνηση ναρκωτικών».

Πάντως, σύμφωνα με πανεπιστημιακό που πρόσκειται στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας την ευθύνη έχουν και οι άνθρωποι του πανεπιστημιακού χώρου. «Έχουν ευθύνη και οι φοιτητές και οι καθηγητές, από την άποψη ότι θα πρέπει να απαιτούν τη λύση του προβλήματος και να προσπαθούν να αποτελέσουν μέρος της λύσης», σχολίασε. Μάλιστα, υπερασπιζόμενος την τοποθέτηση του κ. Γαβρόγλου για την ευθύνη του φοιτητικού κινήματος στη λύση θεμάτων παραβατικότητας, σημείωσε ότι τη δεκαετία του ΄80, αν και στα Εξάρχεια γινόταν διακίνηση ναρκωτικών, στο Πολυτεχνείο «δεν τολμούσε να μπει κανείς», γιατί ήταν κάτι που είχαν κατοχυρώσει οι φοιτητές.

Για τον ίδιο, το πρόβλημα δεν είναι στο άσυλο. Ούτε η λύση στην καλύτερη αστυνόμευση μόνο. «Μπορεί η αστυνομία να φυλάει ένα μέρος για ένα εξάμηνο πιο εντατικά, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα τη λύση ενός προβλήματος, αλλά τη μετατόπισή του σε γειτονικά μέρη», τόνισε. Σημείωσε, δε, ότι ακόμη και αν το άσυλο καταργούνταν ξανά, πάλι θα υπήρχαν προβλήματα, που εμφανίζονταν παλιότερα, αφού «δεν έπαιρνε κανείς την ευθύνη για παρέμβαση».

Όσο για την αστυνόμευση εντός των χώρων του πανεπιστημίου, το υπουργείο τάσσεται καθαρά κατά. Όπως επισήμανε ο ίδιος πανεπιστημιακός, το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει ιδιαιτερότητες, που -«χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα λογικό»- σχετίζονται με τις νωπές ακόμα μνήμες από τη Χούντα. «Ακόμα, όμως, και στην περίπτωση της παρουσίας security στα πανεπιστήμια, θα υπάρχει ο φόβος αυθαιρεσιών, ενώ δεν θα έχει ουσιαστική δικαιοδοσία να παρέμβει σε σοβαρές περιπτώσεις», συμπλήρωσε.

Αν το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι το άσυλο, αλλά η παραβατικότητα -και- εκτός ή πέριξ των πανεπιστημίων και η λύση δεν είναι η καλύτερη αστυνόμευση, τότε τι είναι;

Σε αυτό το σημείο φαίνεται να συμφωνούν πανεπιστημιακοί και υπουργείο: Η εύρεση μίας μόνιμης λύσης. Για τους πανεπιστημιακούς, την πρωτοβουλία πρέπει να έχει η Πολιτεία. «Μιλάμε πια για περιπτώσεις που η Πολιτεία θα πρέπει να αναλάβει το ρόλο της», υπογράμμισε ο καθηγητής πανεπιστημίου της Αθήνας, συμπλέοντας με τα όσα είχε πει λίγες ημέρες νωρίτερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΟΠΑ, Εμμανουήλ Γιακουμάκης, ότι είναι θέμα των αρμόδιων φορέων να επέμβουν, ώστε να βρεθεί μία οριστική λύση στο πρόβλημα διακίνησης ναρκωτικών γύρω από το πανεπιστήμιο.

Από την πλευρά του, ο κ. Γαβρόγλου σε συνέντευξή του την ίδια ημέρα σημείωνε ότι όπου δεν υπάρχει ανταπόκριση σε θέματα ευθύνης των πρυτάνεων, θα πρέπει «να δούμε για ποιον λόγο δεν υπήρχε ανταπόκριση και να κλείσουμε επιτέλους το θέμα». Αυτό βέβαια, σημαίνει την εμπλοκή και άλλων φορέων, όπως είναι το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη.

Όπως σημείωσε και ο πανεπιστημιακός, που πρόσκειται στην ηγεσία του υπουργείου, «το θέμα πρέπει να εκκινήσει από την Πολιτεία». Και αν το «μπαλάκι» της ευθύνης είχε πάει στην ακαδημαϊκή κοινότητα από την Πολιτεία με την εκ νέου κατοχύρωση τού ασύλου και τον καθορισμό των προβλεπόμενων για δράση σε περιπτώσεις παραβατικότητας και ανομίας, αυτή τη στιγμή, οι πανεπιστημιακοί έχουν ρίξει τη μπάλα στο γήπεδο της Πολιτείας, όπου υπάρχει γόνιμο έδαφος, μετά και το πόρισμα Παρασκευόπουλου και την πρακτική αδυναμία να λύσουν ζητήματα πέραν της αρμοδιότητάς τους, όπως είναι το θέμα των ναρκωτικών.