Διευθυντές στα σχολεία που εκλέγονται ή διευθυντές με υπερεξουσίες;

Ενα εκπαιδευτικό κρας-τεστ Λέγεται «Βuona Scuola» που σημαίνει Καλό Σχολείο.

Και είναι η τελευταία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην Ιταλία, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκονται οι υπερεξουσίες που αποκτούν οι διευθυντές των σχολείων σε πλήθος θεμάτων που αφορούν την εκπαιδευτική κοινότητα.

Οι διευθυντές των ιταλικών σχολείων δεν εκλέγονται από τους συναδέλφους τους, όπως συμβαίνει πλέον με τους Ελληνες ομολόγους τους στο πλαίσιο της τελευταίας ελληνικής μεταρρύθμισης. Αυτή η διαφορά, πάντως, δίνει και το στίγμα της φιλοσοφίας των δυο μεταρρυθμίσεων. Αν στην Ελλάδα ο στόχος της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι ο «εκδημοκρατισμός» της σχολικής μονάδας, στην Ιταλία είναι η «αυτονομία» της.

Σε αυτό το πνεύμα, ο διευθυντής του ιταλικού σχολείου γίνεται ένα είδος «μάνατζερ» με πλήρη εξουσία στις προσλήψεις των εκπαιδευτικών, αλλά και την αξιολόγησή τους, η οποία θα συνδέεται και με τις απολαβές τους. Οι Ελληνες διευθυντές κρίνονται από τους συναδέλφους τους, ενώ οι Ιταλοί κρίνουν τις επιδόσεις τους και την επάρκειά τους. Το σχέδιο της μεταρρύθμισης παρουσιάστηκε στην ιταλική κοινή γνώμη τον Σεπτέμβριο του 2014 κι έγινε νόμος του ιταλικού κράτους πριν από μερικές ημέρες. Στο μεταξύ, σημειώθηκαν πλήθος αντιδράσεων τόσο από εκπαιδευτικούς όσο και από γονείς.

Η βασική τους ένσταση σύμφωνα με το εντοπίζεται στις υπερεξουσίες των διευθυντών – ή «σερίφηδων» όπως είναι πλέον το παρατσούκλι τους. Ο 53χρονος Λαρόζα διδάσκει Ανθρωπιστικές Επιστήμες και Φιλοσοφία εδώ και είκοσι χρόνια – τα 15 από αυτά στο Λύκειο «Τομάσο Καμπανέλα», το οποίο βρίσκεται στο Μπελβεντέρε Μαρίτιμο, μια κωμόπολη 11.000 κατοίκων στην περιφέρεια της Καλαβρίας.

«Η υπερεξουσία των διευθυντών ενισχύει ασφαλώς την αυτονομία, αν ως αυτονομία εννοείται η δυνατότητα των διευθυντών να κάνουν ό,τι θέλουν. Αντίθετα, εάν ως αυτονομία εννοείται η δυνατότητα της δημιουργίας ενός εκπαιδευτικού σχεδίου από τη σχολική μονάδα τότε το Καλό Σχολείο είναι μακριά από αυτόν τον στόχο» προσθέτει. Η μεταρρύθμιση προβλέπει ότι από το σχολικό έτος 2016-2017 οι διευθυντές των σχολείων θα μπορούν να επιλέγουν οι ίδιοι το διδακτικό προσωπικό για την κάλυψη των κενών στις οργανικές θέσεις της σχολικής μονάδας που διευθύνουν, καθώς επίσης και να επιβραβεύει τους καλύτερους καθηγητές (το 5% επί του συνόλου του διδακτικού προσωπικού θα λαμβάνει μισθολογικό μπόνους), αλλά και να απομακρύνει εκείνους που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του λειτουργήματός τους.

Η αξιολόγηση αυτή θα γίνεται κάθε τρία χρόνια, ενώ στην περίπτωση μιας ενδεχόμενης απόλυσης θα λαμβάνεται υπόψη η γνώμη που θα εκφράζει η λεγόμενη Επιτροπή Αξιολόγησης, η οποία θα αποτελείται από τον ίδιο τον διευθυντή, δύο καθηγητές, έναν γονέα και έναν μαθητή (στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση). «Το σύστημα αυτό δεν δημιουργεί άμιλλα μεταξύ των ανόητων εκπαιδευτικών αλλά έναν ανόητο ανταγωνισμό. Το έργο του εκπαιδευτικού είναι από τη φύση του συλλογικό. Για να λειτουργήσει αυτόνομα μια σχολική μονάδα είναι απαραίτητη η συνεργασία ανάμεσα σε καθηγητές διαφορετικών ειδικοτήτων.

Γιατί να συνεργαστείς με κάποιον, όταν θα ξέρεις ότι από αυτήν την συνεργασία μπορεί να επωφεληθεί και να αυξηθεί ο μισθός του, στερώντας ενδεχομένως από σένα το μπόνους;» είναι η ένσταση που καταθέτει ο Αντόνιο Λαρόζα. Ο ίδιος προσθέτει ότι η συμμετοχή των μαθητών στην αξιολόγηση των καθηγητών τους είναι ευπρόσδεκτη αρκεί να γίνεται οργανωμένα και με ειδικά ερωτηματολόγια, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στη Βρετανία. Πράγματι, η ιδέα της αυτονομίας της σχολικής μονάδας ακόμη και σε θέματα ιδιωτικών χορηγιών, καθώς και η συμμετοχή των μαθητών στην αξιολόγηση, δεν είναι καινούργια.

Ανάλογη πρόταση κατέθεσε προ ημερών στην Ελλάδα ο Συνήγορος του Παιδιού προς την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας. «Το θέμα αυτό συνδέεται αφενός µε το δικαίωµα της έκφρασης της γνώµης των µαθητών, αφετέρου δε µε τη βελτίωση της ποιότητας της Εκπαίδευσης. Μία από τις προτάσεις που έχουν διατυπώσει επανειληµµένα µαθητές προς τον Συνήγορο και έχει αναδείξει η Αρχή ως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι «να µελετηθεί ένα σύστηµα για τη συµµετοχή και των µαθητών στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, µε βάση κριτήρια όπως η µεταδοτικότητα, η διεξαγωγή του µαθήµατος µε ενδιαφέροντα τρόπο και η προσωπική επαφή τους µε τους µαθητές» σημειώνει ο Συνήγορος του Πολίτη. «Ο Συνήγορος είναι διατεθειµένος να συζητήσει την πρόταση αυτή µε τους αρµόδιους παράγοντες του υπουργείου, εφόσον υπάρξει σχετικό ενδιαφέρον» αναφέρεται σχετικά στην πρόταση. Στην Ιταλία οι διευθυντές επιλέγονται μέσα από δημόσιο διαγωνισμό, στους οποίους συμμετέχουν εκπαιδευτικοί που συγκεντρώνουν τα σχετικά προσόντα.

Κι αυτός ο τρόπος επιλογής, ωστόσο, φαίνεται ότι έχει αδυναμίες δεδομένου ότι μετά από σχεδόν κάθε διαγωνισμό κατατίθενται πλήθος προσφυγών από τους συμμετέχοντες που θεωρούν ότι αδικήθηκαν, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις διατάχθηκε έρευνα για ατασθαλίες. Αντιδράσεις, όμως, υπήρξαν και στην Ελλάδα για τον νέο τρόπο επιλογής των διευθυντών, στην οποία περιλαμβάνεται και η ψηφοφορία του διδακτικού προσωπικού. Η βασική ένσταση είναι ότι οι διευθυντές θα αισθάνονται εξαρτημένοι από την ψήφο των συναδέλφων τους. Το ζητούμενο και στις δυο εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, πάντως, είναι ένα καλύτερο σχολείο. Κι όπως επισημαίνεται, αυτό θα κριθεί εκ του αποτελέσματος.