ΕΠΙΣΤΟΛΗ Γ. ΚΟΥΖΕΛΗ ΣΤΟΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟ Απαντώντας στην επιστολή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος στον πρωθυπουργό και στους πολιτικούς αρχηγούς σχετικά με τα νέα Προγράμματα Σπουδών στα , o πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής Γ. Κουζέλης απέστειλε στον Αρχιεπίσκοπο επιστολή με 10 διευκρινίσεις για το νέο πρόγραμμα του μαθήματος.

Εξηγεί ότι οι εργασίες για τα νέα προγράμματα σπουδών ξεκίνησαν από το 2011 και πως η επιτροπή του ΙΕΠ για την αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών «έλαβε υπόψη της για τη διαμόρφωση του Πορίσματός της το Υπόμνημα που κατέθεσε η Επιτροπή της Εκκλησίας της Ελλάδος για τα Θρησκευτικά (19-04-2016) αλλά είχε και την τιμή να επισκεφθεί τον Μακαριότατο και να συζητήσει μαζί του στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών (24-02-2016) και κατόπιν το ίδιο έπραξε και με τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων Εκκλησίας και Πολιτείας (02-03-2016)».

Αναφέρει ότι «αντιλαμβανόμαστε τις καλές προθέσεις της κριτικής που ασκείται στο έργο μας», ωστόσο επισημαίνει ότι «πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος μια παρόμοια κριτική να μην οδηγηθεί στα πιο ορθά συμπεράσματα αν δεν λάβει υπόψη της το όλο παιδαγωγικό πλαίσιο».

Εξηγεί ότι στόχος των νέων προγραμμάτων είναι η αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών με αφετηρία το υφιστάμενο νομικό και εκπαιδευτικό πλαίσιο και η «ανάδειξη του πνευματικού πλούτου και της μορφωτικής δυναμικής που περιέχει το μάθημα των Θρησκευτικών με επίκεντρο την ορθόδοξη παράδοση και σε συνεχή, δημιουργικό διάλογο με τον σύγχρονο και ραγδαία μεταβαλλόμενο κόσμο μας».

Ο Γ. Κουζέλης υπογραμμίζει ότι τα Θρησκευτικά «δεν είναι κλειστά και εφάπαξ τετελεσμένα, αλλά από τη φύση και τη λειτουργία τους είναι ανοιχτά και επιδέχονται συνεχή ανανέωση και αναθεώρηση» και πως τα νέα προγράμματα «μετασχηματίζουν και αναπλαισιώνουν» την ύλη «σε παιδαγωγική προσέγγιση με βάση σύγχρονες θρησκειοπαιδαγωγικές μεθόδους», «χωρίς να ‘εκκοσμικεύεται’ σε καμία περίπτωση το δόγμα και το ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας».

Επίσης, σημειώνει ότι τα νέα προγράμματα «δεν πρέπει να κρίνονται ως εγχειρίδια του μαθητή, αλλά ως βιβλία και εργαλεία που απευθύνονται πρωτίστως στον εκπαιδευτικό» και πως σε αυτά «οι όποιες θρησκειολογικές αναφορές γίνονται με σαφέστατα διακριτό τρόπο».

Προσθέτει ότι «κινούνται πλέον σε μια ανοιχτή, πλουραλιστική και διαλογική / διαθεματική κατεύθυνση» και πως «το άνοιγμα αυτό του δημόσιου σχολείου στη θρησκευτική ετερότητα» γίνεται επειδή «χρειάζεται να ανοίξει ο ορίζοντας της θρησκευτικής εκπαίδευσης» προς όφελος «του κοινωνικού σώματος». Ο πρόεδρος του ΙΕΠ σημειώνει ότι «η στροφή προς τη φοβικότητα του όποιου ‘Άλλου’ δεν σχετίζεται, άλλωστε, με την Ορθόδοξη Εκκλησία και τη χριστιανική στάση» και καταλήγει λέγοντας πως το Ινστιτούτο «είναι πάντοτε ανοιχτό στον διάλογο»