Σκέψεις για τη διδασκαλία των γαλλογερμανικών στα σχολεία (μέρος Β΄)

Κωνσταντίνος Μυταλούλης
Δρ Διδακτικής Παν/μίου Σορβόννης

Έχοντας παρουσιάσει κάποιες πτυχές της διδασκαλίας των Γαλλικών και των Γερμανικών στην Π/θμια Εκπ/ση στο Α΄μέρος, θα συνεχίσω στο παρόν με την διατύπωση σκέψεων γύρω από την διδασκαλία/εκμάθηση των δύο αυτών γλωσσών στο Γυμνάσιο. Οι απόψεις είναι προσωπικές και για αυτόν το λόγο εκφράζομαι στο πρώτο πρόσωπο. Εδώ και καιρό δεν συμφωνώ με την δήθεν φράση ύψιστης ευγενείας που ακούγεται συχνά : «συγγνώμη για το εγώ». Δηλαδή ενοχοποιείται η χρήση αυτής της προσωπικής αντωνυμίας φερόμενης ως δείγμα άκρατου εγωισμού;

Στο Γυμνάσιο, οι δύο γλώσσες διδάσκονται 2 ώρες εβδομαδιαίως . Ανήκουν στη δεύτερη, από τις τρεις, ομάδα μαθημάτων τα αντικείμενα της οποίας δεν εξετάζονται στο τέλος της σχολικής χρονιάς όπως συμβαίνει με τα 4 μαθήματα της πρώτης ομάδας, Φυσική, Μαθηματικά, Ιστορία και Νεοελληνική Γλώσσα στα οποία οι μαθητές δίνουν ανακεφαλαιωτικές εξετάσεις το πρώτο δεκαήμερο του Ιουνίου. Συνυπολογίζεται όμως ο βαθμός των Γαλλικών και Γερμανικών στην τελική βαθμολογία του μαθητή.

Είναι νωρίς να κρίνω αν αυτό (η μη εξέταση) είναι θετικό ή αρνητικό. Κλίνω προς το θετικό διότι πιστεύω ότι δεν υπάρχει λόγος να υποβάλλονται οι μαθητές σε εξετάσεις σε όλα τα μαθήματα, οι οποίες διαρκούν έναν μήνα. Θα ήμουν αντίθετος στην παντελή έλλειψη εξετάσεων όπως συνέβη λίγο μετά την αρχή της δεκαετίας 80-90, περίοδο κατά την οποία οι μαθητές περνούσαν όλες τις τάξεις του Γυμνασίου χωρίς εξετάσεις. Οι πρώτες εξετάσεις έρχονταν στο Λύκειο, στο τέλος της Α΄ Λυκείου και συνεχίζονταν μέχρι και τις αποκαλούμενες τότε Πανελλήνιες εξετάσεις. Να θυμίσω όμως, εδώ, ότι υπήρξε μια γενιά , οι γεννημένοι γύρω στο 1964-66 οι οποίοι όπου και αν έστριβαν το βλέμμα τους, έβλεπαν εξετάσεις. Εξετάσεις από την πέμπτη Δημοτικού για να περάσουν στην έκτη, εξετάσεις για να περάσουν στο Γυμνάσιο, εξετάσεις σε κάθε τάξη της Δ/θμιας, Πανελλήνιες στη Β΄Λυκείου, Πανελλήνιες στη Γ΄ Λυκείου…

Ας γυρίσουμε στη Β΄ ξένη γλώσσα στην οποία επιτρέπεται στο Β΄ εξάμηνο να εξεταστεί ο μαθητής και βάσει μιας εργασίας που θα παρουσιάσει αντί μέσω ωριαίου διαγωνίσματος. Βέβαια οι ασαφείς οδηγίες μιλούν για εργασία που θα υλοποιείται στη τάξη, κατά τη διάρκεια του μαθήματος και ακολουθώντας την ύλη… Επειδή δεν θέλω η παρέμβαση αυτή να έχει πολύ μεγάλο όγκο δεν θα επεκταθώ. Θεωρώ όμως ουτοπικό να γίνεται η εργασία στην τάξη με χαρτόνια , ψαλίδια , κόλλες και δεν συμμαζεύεται για να χρησιμοποιήσω τη λαϊκή έκφραση που ταιριάζει εδώ. Η εργασία πρέπει να γίνεται με συνεργασία στα σπίτια των μαθητών.

 

Θα έχουν έτσι τη δυνατότητα να συναντιούνται στο σπίτι του ενός ή του άλλου και να κάνουν και νέες παρέες. Πάντα υπάρχουν σε σπίτια, πρόθυμες μαμάδες που περιμένουν με σάντουιτς και χυμούς τα παιδιά. Τι το καλύτερο να γίνεται μια εργασία Γερμανικών π.χ. για την πτώση του τείχους του Βερολίνου σε ένα σπίτι με συναντήσεις μαθητών πάνω από μία φορά; Οποία διαφήμιση και για το γνωστικό αντικείμενο και για το σχολείο! Και για να μην υπάρξει πιθανός αποκλεισμός δε, κάποιου μη δημοφιλούς μαθητή, ο καθηγητής θα πρέπει να επέμβει στη δημιουργία των ομάδων. Αν δεν είναι δυνατή η υποβολή εργασίας που θα παρουσιάζουν τα παιδιά στην τάξη, υπάρχει πάντα η δυνατότητα του ωριαίου διαγωνίσματος. Αλλά αυτή την τακτική την έχουμε ακολουθήσει τόσα χρόνια . Εφόσον μας δίνεται η δυνατότητα από το Υπουργείο ας γίνει και κάποια δραστηριότητα διαφορετική!

 

Στο Γυμνάσιο από φέτος υπάρχει ως γνωστόν αλλαγή στη δημιουργία τμημάτων. Πρόκειται για το αέναο «πείραγμα» της διδασκαλίας της δεύτερης ξένης γλώσσας για το οποίο μίλησα στο Α΄ μέρος. Πριν το 2016, αν σε ένα τμήμα της Α΄ τάξης με 26 μαθητές οι 12 διάλεγαν Γαλλικά και οι 14 Γερμανικά , δημιουργούνταν 2 τμήματα το γαλλικό και το γερμανικό. Πλέον θα δημιουργείται ένα τμήμα και θα διδάσκεται η πλειοψηφούσα γλώσσα που στο παράδειγμα μας είναι τα Γερμανικά. Αν όμως δεν υπάρχει καθηγήτρια Γερμανικών διαθέσιμη, τότε οι μαθητές θα διδάσκονται τη Γαλλική εφόσον υπάρχει διαθέσιμος καθηγητής Γαλλικής, που συνήθως υπάρχει διότι οι Γαλλικοί και πιο παλαιός κλάδος είναι και πιο πολυπληθής. Καταλαβαίνει κανείς το «παράδοξο του Κοντορσέ».

Πολλές προτάσεις μπορεί να κάνει κανείς για το θέμα αυτό. Θα επικεντρωθώ στο παρόν άρθρο, στο Πρόγραμμα Σπουδών δηλαδή, το επίπεδο που πρέπει να κυμανθεί η προσφερόμενη γνώση.

Σε ό,τι αφορά το Ενιαίο Πρόγραμμα Σπουδών των Ξένων Γλωσσών που ορίζεται με την υπ’αριθμ. 141417/Δ2 Απόφαση του Υπουργού (ΦΕΚ 2871, της 9ης Σεπτ. 2016 ), θα ήθελα να εκφράσω το παράπονο μου για το γεγονός ότι το επίπεδο κυμαίνεται από το Α1- μέχρι το Α1+ για τα γαλλογερμανικά, μιλώντας πάντα για το Γυμνάσιο.

Η Β΄ Ξένη Γλώσσα διδάσκεται 5 χρόνια μέχρι την Γ΄ Γυμνασίου . Δηλαδή ένας μαθητής θα ξεκινά από το Α1- επίπεδο στην Ε΄ Δημοτικού και θα καταλήγει στο Α1+ στη Γ΄ Γυμνασίου! Ενώ για τα Αγγλικά η απόφαση ορίζει ότι το επίπεδο ξεκινά από το Α1- στη Γ΄ Δημοτικού και καταλήγει στο Β2+ στη Γ’ Γυμνασίου. Θα αντιτείνει κανείς ότι τα αγγλικά διδάσκονται από πιο νωρίς. Δεκτόν! Αλλά, άλλο από το Α1- να φτάνει η διδασκαλία στο Α1+ και άλλο από το Α1- στο Β2+;

Εδώ μπαίνει το μεγάλο ερώτημα που με απασχολεί χρόνια: «Για ποιο λόγο οι καθηγητές Γαλλικών-Γερμανικών των Δημόσιων και Ιδιωτικών σχολείων δεν διδάσκουν αυτά που μαθαίνουν στο Πανεπιστήμιο; Προσαρμοσμένα βέβαια στο σχολικό επίπεδο. Γιατί; Στα Μαθηματικά, οι μαθητές διδάσκονται το αντικείμενο ξεκινώντας από ένα πιο εύκολο επίπεδο και μεταβαίνοντας σε ένα πιο δύσκολο. Το ίδιο και στα Αρχαία. Το ίδιο και στη Χημεία και τη Φυσική. Πολύ συχνά ακούω καθηγητές π.χ. Φιλόλογους να προβληματίζονται όταν καλούνται να διδάξουν ένα από τα ως άνω μαθήματα σε μια μεγάλη τάξη ή στο Λύκειο να λένε: « Ωχ, έχω πιο πολύ διάβασμα του χρόνου. Θα συμπληρώσω το ωράριό μου στο Λύκειο!». Οι ξενόγλωσσοι Φιλόλογοι Γαλλικών και Γερμανικών γιατί όχι;

Δεν εννοώ βέβαια τα υψηλού επιστημονικού επιπέδου αντικείμενα, αλλά προτείνω να δίνεται μια δυνατότητα στους μαθητές να παίρνουν μία γεύση από αυτές τις γνώσεις. Για ποιον σπουδάσαμε και σπουδάζουμε όσοι έχουμε σχέση με τα επαγγέλματα εκπαίδευσης; Καλλιεργούμε τόσες γνώσεις για να τις μεταλαμπαδεύσουμε σε ποιον; Μαθαίνουμε όλη τη Γερμανική και Γαλλική Φιλολογία και Πολιτισμό για να τα διδάξουμε πού; Γιατί οι πολίτες αυτής της χώρας πλήρωσαν για να χτιστούν, συγγνώμη για το υπερβολικό των εκφράσεων, «κτιριάρες», να πληρώνονται πανεπιστημιακοί «καθηγητάρες» και να δημιουργηθούν και άλλες «υποδομάρες» τις οποίες βρήκαμε εμείς ως φοιτητές και τις χρησιμοποιήσαμε; Για να κάνουμε στα παιδιά 5 χρόνια : «Bonjour Linda! Ça va? ή Guten Tag, Maria-Christine! Wie geht’ s?»;;;

Οι «αγγλικοί» σωστά επέκτειναν το επίπεδό της διδασκαλίας μέχρι το Β2+ με προοπτική να ανέβει και ψηλότερα στο Λύκειο. Σε εμάς του Γερμανογάλλους πώς ξέφυγε αυτό; Δεν νομίζω ότι όσοι ενεπλάκησαν έκαναν κάτι σκόπιμα , ούτε ότι είχαν κάποιο λόγο να λάβουν μια τέτοια απόφαση και όχι μια άλλη. Απλώς κάποια πράγματα ξεφεύγουν. Καλοπροαίρετα το λέω.

Οι σχεδιασμοί διδασκαλίας πρέπει να γίνονται με όραμα δεκαετίας ή τουλάχιστον εξαετίας. Ακόμα και τα αγγλικά πάτησαν πάνω στο περίφημο Framework το οποίο υπάρχει πάνω από 17 χρόνια και στηρίζεται στο task-tâche-Aufgabe. Μπορεί να φανεί χρήσιμο για τα Κέντρα Ξένων Γλωσσών όπου ο γονέας απαιτεί μετρήσιμα, βάσει πτυχίων, αποτελέσματα. Εκεί το καταλαβαίνω! Αλλά για τα σχολεία γιατί; Και εμείς σαν Έλληνες, πρωταθλητές στην εκμάθηση ξένων γλωσσών να στραφούμε προς την ξένη κλίμακα ; Την έχουμε πραγματικά ανάγκη ; Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε δικά μας στάνταρ; Ο Γάλλος και ο Ελβετός θα μας πει πού δυσκολευόμαστε;

Παρεμπιπτόντως, εκεί είναι και το σημείο κλειδί διαχωρισμού της γνώσης Δημοσίου Σχολείου και ΚΞΓ το οποίο ίσως αναπτύξω στο μέλλον σε άλλο άρθρο. Δηλαδή άλλη δουλειά να κάνει το σχολείο και άλλη το φροντιστήριο ξένων γλωσσών για όσους επιθυμούν να επιλέξουν αυτή τη συμπληρωματική μορφή Παιδείας που κάποιοι εσφαλμένα ονόμασαν «παραπαιδεία». Και δεν είναι δουλειά του Δημόσιου σχολείου να «κυνηγά» τα ΚΞΓ προσπαθώντας να δίνει και αυτό πτυχία.

Τη στιγμή που υπάρχει η τάση από πλευράς Υπουργείου να μειωθεί ο αριθμός των εξετάσεων και να παραμεριστεί η λογική του εξεταστικοκεντρικού συστήματος, οι ξένες γλώσσες θα στραφούν προς τις εξετάσεις;

Να δίνεται τότε και πιστοποίηση γνώσης Αρχαίων και Βιολογίας… Επίσης, δεν υπάρχει καμιά αναγνώριση σε εκπαιδευτικούς Δημοσίου που δούλεψαν το Κρατικό Πτυχίο Γλωσσομάθειας στην τάξη. Μάλλον τον μπελά τους βρήκαν.

Επανερχόμενος στη σκέψη μου για τα επίπεδα του Κοινού Ευρωπαϊκού Πλαισίου Αναφοράς για τις Γλώσσες θα ήθελα να θέσω ένα ερώτημα στην εκπαιδευτική κοινότητα των Ξενόγλωσσων. Στα θέματα πολιτισμού και κουλτούρας και διαπολιτισμικότητας [sic] για τα οποία λίγα πράγματα ορίζει τι Ευρωπαϊκό Πλαίσιο, τι ύλη θα πρέπει να κάνουμε; Από το πώς λέμε καλημέρα μέχρι και την καληνύχτα και από τον Πύργο του Άιφελ μέχρι την Πύλη του Βρανδεμβούργου; Πού θα ξεκινά και πού θα φτάνει η πολιτισμική διδασκαλία της Ξένης Γλώσσας; Ποια είναι τα επίπεδα διδασκαλίας πολιτισμού Α1- ως Α1+;

Είναι σαν να λέμε ότι Ιστορία θα κάνουμε από την Παλαιολιθική και Μεσολιθική Εποχή μέχρι τον Δεκελεικό πόλεμο. Ούτε Ελληνιστικούς χρόνους, ούτε Ρώμη , ούτε Βυζάντιο, ούτε Νεότερη Ιστορία… Γιατί; Και μετά μιλάμε για το Νέο Σχολείο του 21ου αιώνα;

Το έχω αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο μου και το επαναλαμβάνω. Η πρότασή μου είναι η Διαθεματικότητα και οι γνώσεις ουσίας και στις τρεις ξένες γλώσσες που διδάσκονται στα σχολεία! Είναι αυτό που μένει ως παιδεία στη ζωή μας. Η σύνδεση πολλών γνώσεων που βοηθούν τον άνθρωπο. Να γνωρίζει ο μαθητής για τον Shakespeare από τον καθηγητή Αγγλικών , για το έργο του Βολταίρου, για τη συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή ότι συντάχθηκε στα γαλλικά από τον καθηγητή Γαλλικών. Ποιο από τα χιλιάδες παιδιά που έχουν διαβάσει τον Μικρό Πρίγκιπα ή έχουν παίξει σε ανάλογη θεατρική παράσταση , γνωρίζει ότι είναι έργο ενός Γάλλου συγγραφέα. Γιατί να μην μάθει λεπτομέρειες για το έργο και τη ζωή του Antoine de Saint-Exupéry από τον ξενόγλωσσο Φιλόλογο Γαλλικών ή για τον φιλόσοφο Ιmmanuel Kant από τον Φιλόλογο Γερμανικής ή ότι το κίνημα του Φιλελληνισμού έχει τις ρίζες του στη Γερμανία; Μέσα από αυτή τη γνώση θα διδάσκεται και η ξένη γλώσσα εννοώ η προφορική και γραπτή της υπόσταση. Και όσα παιδιά δεν καταφέρουν να γράφουν ή να μιλάνε καλά γερμανικά ή γαλλικά θα έχουν τουλάχιστον μάθει τρία πράγματα που θα τους φανούν χρήσιμα στο μέλλον.

Οι λεπτομέρειες της πρότασής μου δεν μπορούν να χωρέσουν σε ένα άρθρο. Θα δώσω όμως ένα παράδειγμα. Σε μία από τις δύο ώρες εβδομαδιαίως να ξεκινά το μάθημα με αναφορά σε ένα ιστορικό γεγονός το οποίο θα παρουσιάζεται στα ελληνικά και στη συνέχεια να γίνεται εισαγωγή στη χρήση του Αορίστου των Γερμανικών ή Γαλλικών. Έτσι θα συνδέεται η ιστορική επίγνωση με την γλωσσική χρήση. Αλλά για αυτά χρειάζονται νέα εγχειρίδια. Εν πάση περιπτώσει αλλάζει το κλίμα μέσα στην τάξη. Οι μαθητές αναγνωρίζουν την αξία του καθηγητή και χρησιμοποιούν τη γνώση που απέκτησαν για να βοηθηθούν σε άλλα μαθήματα, π.χ. στη Γ΄ Γυμνασίου, συνδέουν την άφιξη του Όθωνα ή την γαλλική Επανάσταση διδαγμένη από τους καθηγητές Γερμανικών και Γαλλικών αντίστοιχα, με το συναφές κεφάλαιο Ιστορίας. Και να δείτε μετά πώς θα αναβαθμιστεί το μάθημα και πόσο σοβαρά θα το παίρνουν και οι μαθητές και οι γονείς! Και τότε ίσως, επιτέλους, αποφασίσουν οι εμπλεκόμενοι εκπαιδευτικοί φορείς να μην συγκαταλέγεται στα επιλεγόμενα αλλά στα υποχρεωτικά το μάθημα της Β΄ ξένης γλώσσας.

Πάντα αναρωτιόμουν γιατί το μάθημα της Γαλλικής, πρωτίστως, και μετά της Γερμανικής που εισήχθη αργότερα στην Δ΄/θμια εκπαίδευση είχαν χαμηλό επίπεδο. Μεγάλη ευθύνη φέρουν και οι Πανεπιστημιακοί και όσοι επηρέασαν τα προγράμματα σπουδών μέχρι σήμερα. Αν είναι έτσι, να διδάσκουν και οι Μαθηματικοί ως την απλή μέθοδο των τριών ή ως τα κλάσματα. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για να μην αναμορφωθεί ουσιαστικά το μάθημα των Γερμανικών και Γαλλικών. Οι γονείς και κοινωνία θα το δέχονταν ευχαρίστως. Ούτως ή άλλως, δεν θα κινδύνευε κανείς μαθητής να μείνει μετεξεταστέος , ούτε θα είχε λόγο να μην αποκτήσει τις γνώσεις που θα αφορούσαν το γνωστικό πολιτισμικό κομμάτι. Και στους καθηγητές, ίσως να τους κακοφαινόταν στην αρχή αλλά θα καταλάβαιναν γρήγορα το συμφέρον τους.

Θα ήθελα λοιπόν να παρακαλέσω τους ανθρώπους που κατά καιρούς εμπλέκονται με τέτοιου είδους λήψεις αποφάσεων είτε είναι διοικητικοί είτε εκπαιδευτικοί να είναι πιο προσεκτικοί και να επιμείνουν σε τομές, όταν τους ζητείται σχεδιασμός από την πολιτική ηγεσία. Να μην σπαταλούν τις ευκαιρίες. Και να ρωτάνε τους εκπαιδευτικούς! Πολλούς εκπαιδευτικούς και όχι να μας τα φέρνουν σερβιρισμένα. Αυθεντίες δεν υπάρχουν. Οι δε εκπαιδευτικοί (αυτό ισχύει για όλους τους κλάδους) να είναι συνεχώς έτοιμοι να προτείνουν βελτιώσεις για τη δουλειά τους!

Αυτό είναι το όραμα για τη διδασκαλία της Β΄ξένης γλώσσας τον 21ο αιώνα; Η εφαρμογή κάποιων δεικτών του Ευρωπαϊκού Πλαισίου; Οι υπεύθυνοι θα παραμείνουν πανεπιστημιακοί, διοικητικοί, σύμβουλοι ή εμπειρογνώμονες. Οι καθηγητές όμως θα «λουστούν» για χρόνια οποιαδήποτε αβλεψία τους. Όπως έγινε δηλαδή με την προχειροδουλειά των βιβλίων γαλλικής όπου και οι συγγραφείς δεν προστατεύτηκαν και οι κριτές εκτέθηκαν, οι κατά τ΄άλλα αξιόλογοι. Συγγνώμη για το επιθετικό μου ύφος αλλά πλέον με το σεις και το σας δεν γίνεται τίποτα. Η λύση είναι η συγγραφή ανθολογίων όπου θα υπάρχει το του γερμανογαλλικού πολιτισμού απάνθισμα (για να δανειστώ και τον τίτλο του έργου του Ρήγα Φεραίου) μαζί με υλικό διδασκαλίας κλασσικού μορφοσυντακτικού χαρακτήρα σε έντυπη και ψηφιακή μορφή.

Γκρινιάζω, πρώτον διότι αναμένονται σύντομα αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα που θα επηρεάσουν και τη διδασκαλία των γλωσσών και δεύτερον διότι ξέρω ότι η κοινότητα των καθηγητών Β ξένης γλώσσας έχει επιστήμονες ικανούς, αρκεί να προσανατολιστούν σωστά και έξυπνα. Το έχουν αποδείξει αλλού, π.χ. στα πολύ καλά θέματα που βάζουν στις Πανελλαδικές Εξετάσεις των ειδικών μαθημάτων. Εκεί, πώς μπορούν και βρίσκουν πολύ ισορροπημένα και έξυπνα θέματα για τα οποία σπανίως ακούγονται παράπονα;
Αλλά για αυτά τα ζητήματα θα μιλήσουμε σε κάποια άλλη ευκαιρία, auf Wiedersehen…