Το πρώτο από 6 άρθρα πάνω στα ζητήματα που τίθενται με την πρόταση για τις νέες δομές στήριξης του εκπαιδευτικού έργου.  “Μοιάζει σαν όλη η πρόταση να γράφτηκε για να μας εντυπωθεί καλά η φράση: «Οι εκπαιδευτικοί της τάξης δεν αξιολογούνται.». Και όπως είχε γράψει ο Άγγελος Τερζάκης στο Βήμα «Όταν προσπαθείς να κερδίσεις τις εντυπώσεις, χάνεις τις υποθέσεις»”

Του ,  Σχολικού Συμβούλου Π.Ε., μέλους «ΠΡΩ.ΠΑΙΔΕΙ.Α.», μέλους Δ.Σ. της Ε.Ο.Δ.Ε.


Στις μέρες μας οι παρακάτω θέσεις έχουν λάβει ισχύ «αξιωμάτων» για την οργάνωση των εκπαιδευτικών συστημάτων:
Τα διαφοροποιημένα // ιδιαίτερα προβλήματα και οι ιδιαίτερες ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και των μαθητών απαιτούν διαφοροποιημένες προσεγγίσεις.
Οι διαφοροποιημένες προσεγγίσεις απαιτούν αυτονομία.
Η αυτονομία συνδέεται με την ανάπτυξη:
– των δυνατοτήτων της σχολικής μονάδας να λειτουργεί ως αυτορυθμιζόμενη κοινότητα μάθησης (κουλούρα αυτοβελτίωσης).
– ικανής σχολικής ηγεσίας και χειραφετημένων εκπαιδευτικών με κουλτούρα θεσμικής ευθύνης, ικανών για κριτική θεώρηση της σχολικής πραγματικότητας και έλεγχο των διαδικασιών μάθησης και για την άρθρωση συγκροτημένου επιστημονικού λόγου και προτάσεων βελτίωσής της.
– σύγχρονων θεσμών, μηχανισμών, διαδικασιών εποπτείας και συντονισμού.
– θεσμών και μηχανισμών στήριξης και συνεχούς βελτίωσης του εκπαιδευτικού έργου (του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αυτοαξιολόγησής του).
Επίσης, σε σχέση με τον τρόπο ενεργοποίησης των μηχανισμών στήριξης – προσαρμογής – βελτίωσης (π.χ. αυτορρύθμιση, επιμόρφωση, στήριξη εφαρμογής, συμβουλευτική καθοδήγηση) έχει αναγνωριστεί επιστημονικά, ερευνητικά, εμπειρικά ότι συμβάλλουν:
– διαδικασίες και μηχανισμοί αυτοελέγχου, αυτοαξιολόγησης (εσωτερικής)
– διαδικασίες και μηχανισμοί εποπτείας και αξιολόγησης (εσωτερικής ιεραρχικής και εξωτερικής).
Έχει τέτοιες ανάγκες το εκπαιδευτικό μας σύστημα;
Καταφατικά απαντούν μέχρι σήμερα στο ερώτημα σειρά επιστημονικών και ερευνητικών αναλύσεων και εκθέσεων και όλες οι πολιτικές ηγεσίες που έχουν εισηγηθεί προτάσεις αναδιάρθρωσης των δομών διοίκησης της εκπαίδευσης. Αυτό γίνεται σαφές και στο κείμενο του σχεδίου «Νέες Δομές» και στις ομιλίες των εισηγητών κατά την παρουσίασή του στις 15/10/2017, (Video: ).
Η προσπάθεια λοιπόν θα έπρεπε να είναι:
– μέσα από την ανάπτυξη μιας στρατηγικής για την εκπαίδευση και ενός συνεκτικού και ρεαλιστικού οράματος σχετικά με το «τι σημαίνει «καλό» σχολείο» για την Ελλάδα του 21ου αιώνα και αντίστοιχου στρατηγικού σχεδίου,
– μέσα από την κατανόηση των στόχων και των αναγκών του εκπαιδευτικού συστήματος,
– εφαρμόζοντας τις βασικές αρχές της Οργάνωσης (κατάλληλο: οργανωτικό πρότυπο, καταμερισμό εργασίας και τμηματοποίηση, βαθμό αποκέντρωσης, εύρος εποπτείας),
– να οδηγηθούμε σε ενιαίες, ολοκληρωμένες προτάσεις σχετικά με τη δομή του συστήματος οργάνωσης διοίκησης της εκπαίδευσης,
στο πλαίσιο των οποίων πρέπει να εντάσσεται κάθε πρόταση για τη δομή της στήριξης του εκπαιδευτικού έργου.
Ο άλλος δρόμος;
Προτάσσουμε τη ρητορική/ πολιτική επικοινωνία και ακολουθούμε την παλιά «κακή» συνταγή για την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων: Φορτώνουμε τα προβλήματα και την ανάγκη αλλαγής σε αυτούς που θα κληθούν να υλοποιήσουν τη νέα πολιτική. Άλλοτε φορτώνουμε την κακοδαιμονία στους εκπαιδευτικούς ή στα στελέχη που «δεν δουλεύουν», άλλοτε στα μονοπρόσωπα όργανα που είναι αυτοαναφορικά και ρέπουν στον αυταρχισμό ή στα συλλογικά όργανα που είναι δυσλειτουργικά κλπ.
Και θεωρώντας ότι «Αφού «δούλευε» το άλλο, θα «δουλέψει» κι αυτό. Και βλέπουμε…», καταλήγουμε σε ένα πρόχειρο σχέδιο (αυτό που έχουμε δει επισήμως – διότι ανεπισήμως κυκλοφορούν κι άλλα- και ενώ παράλληλα, σύμφωνα με πληροφορίες, βρίσκεται σε επεξεργασία νέο ΠΔ για τον οργανισμό του ΥΠΠΕΘ και των περιφερειακών υπηρεσιών του) που:
– δημιουργεί ένα τεράστιο κενό και είναι «τηλεματικό» και σε συγκεντρωτική κατεύθυνση ως προς τη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου στα σχολεία,
– θολώνει αντί να ξεκαθαρίζει το τοπίο ως προς την επιμόρφωση και την παιδαγωγική καθοδήγηση,
– διαλύει τους θεσμούς προώθησης της εκπαιδευτικής πολιτικής,
– υποβαθμίζει ακόμα περισσότερο την εποπτεία και την αυτοαξιολόγηση,
– υπεραντιδρά στις ανάγκες εντάσσοντας την γενική αγωγή στην ειδική,
– παραγνωρίζει βασικές αρχές οργάνωσης και λειτουργίας των σύγχρονων εκπαιδευτικών συστημάτων,
– υπονομεύει την αυτονομία των σχολείων και διαπνέεται από λογική συγκέντρωσης.
Το κείμενο είναι εξαιρετικά γενικόλογο και αποσιωπά πολλές κρίσιμες παραμέτρους. Μοιάζει σαν όλη η πρόταση να γράφτηκε για να μας εντυπωθεί καλά η φράση: «Οι εκπαιδευτικοί της τάξης δεν αξιολογούνται.».
Και όπως είχε γράψει ο Άγγελος Τερζάκης στο Βήμα «Όταν προσπαθείς να κερδίσεις τις εντυπώσεις, χάνεις τις υποθέσεις» (Βήμα, 1955).
ΥΓ: Πιο αναλυτική κριτική σε επιμέρους σημεία του σχεδίου θα γίνει σε κείμενα που θα ακολουθήσουν τις επόμενες μέρες.