«Στον αέρα» βρίσκεται το σύστημα επιλογής στελεχών της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε χθες αντισυνταγματικό τον νόμο 4327/15 και τον τρόπο επιλογής των διευθυντών σχολικών μονάδων.

Αντισυνταγματικό έκρινε το ανώτατο δικαστήριο τον νόμο για το σύστημα επιλογής στελεχών της Εκπαίδευσης

Το Γ’ τμήμα ΣτΕ, με μείζονα σύνθεση λόγω σπουδαιότητας του θέματος, αμφισβητώντας το σύστημα αξιολόγησης – επιλογής των υποψηφίων (γιατί γίνεται χωρίς αιτιολογημένα πρακτικά, με μυστική ψηφοφορία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη εκθέσεις αξιολόγησης κ.λπ.) δέχθηκε ότι παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας, της αξιοκρατίας και της ελεύθερης πρόσβασης και σταδιοδρομίας κάθε Ελληνα στις δημόσιες θέσεις, ανάλογα με την προσωπική του αξία και ικανότητα.

Χαρακτηρίζοντας παράνομη τη σχετική υπουργική απόφαση που εκδόθηκε στις 20-5-15 (καθόρισε τη διαδικασία υποβολής αιτήσεων και επιλογής διευθυντών σχολικών μονάδων και εργαστηριακών κέντρων), το Γ’ τμήμα παρέπεμψε την υπόθεση υποχρεωτικά στην Ολομέλεια, λόγω της αντισυνταγματικότητας. Αν η 17μελής Ολομέλεια υιοθετήσει την άποψη των 7 ανώτατων δικαστών, θα καταρρεύσει όχι μόνο ο νόμος αλλά και οι επίμαχες επιλογές διευθυντών, ενώ θα απειληθούν με ακύρωση όσες πράξεις τους προσβληθούν εμπρόθεσμα (εντός 2μήνου) στα δικαστήρια, με επίκληση και μόνο του ισχυρισμού ότι δεν ήταν νόμιμη η επιλογή τους.

«Τριγμοί»
Οι διευθυντικές θέσεις που καλύφθηκαν με τον ν. 4327 «τρίζουν» (όπως και ο νόμος και η υπουργική απόφαση που εκδόθηκαν επί υπουργίας Αρ. Μπαλτά) κατόπιν σχετικής αίτησης που υπέβαλαν στο ΣτΕ 58 εκπαιδευτικοί διευθυντές σχολικών μονάδων – προϊστάμενοι εκπαιδευτικών θεμάτων και η Πανελλήνια Ενωση Διευθυντών Εκπαίδευσης (ΠΕΔΕ).

Στην πολυσέλιδη δικαστική απόφαση (865/16 πρόεδρος Αικ. Συγγούνα, εισηγητής Δ. Μακρής) αναλύονται οι συνταγματικές αρχές και οι διαφοροποιήσεις στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο αξιολόγησης και επιλογής των διευθυντικών στελεχών την τελευταία 5ετία, με απόσυρση και της προφορικής συνέντευξης των υποψηφίων.

Κατά το ΣτΕ, το σύστημα του ν. 4327 δεν εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις αξιοκρατικής κρίσης των υποψηφίων, ενώ παράλληλα δεν γνωστοποιείται σε αυτούς η αξιολόγησή τους ως προς ορισμένα κριτήρια, με συνέπεια να μην μπορεί τελικά να ελεγχθεί από τη δικαιοσύνη η νομιμότητα των επιλογών που έγιναν.

Οι συνταγματικές ενστάσεις του ΣτΕ εντοπίζονται κυρίως στη μυστικότητα της ψηφοφορίας για την αποτίμηση διαφόρων προσόντων των υποψηφίων, αλλά και στο γεγονός ότι δεν απαιτείται αιτιολογία για τον τρόπο που αξιολογείται η συμβολή του καθενός στο εκπαιδευτικό έργο, η προσωπικότητα και η γενική συγκρότησή του. Το ΣτΕ αμφισβητεί ευθέως τη συνταγματικότητα των κριτηρίων επιλογής που στηρίζουν το 1/3 της βαθμολογίας των υποψηφίων, ενώ παράλληλα θεωρεί αντισυνταγματική τη μη λήψη υπόψη των υπηρεσιακών εκθέσεων αξιολόγησης, τονίζοντας ότι η μυστική ψηφοφορία μεταξύ μονίμων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών κάθε σχολικής μονάδας δεν διασφαλίζει την έγκυρη αξιολόγηση με αντικειμενική και αξιοκρατική διαδικασία από κατάλληλο όργανο.

Για τη μυστική ψηφοφορία, με την οποία αποτιμώνται επίσης η προσωπικότητα και τα προσόντα των υποψηφίων (ήθος, εντιμότητα, δημοκρατική συμπεριφορά, επαγγελματική ανάπτυξη – συνέπεια, ικανότητες επικοινωνίας, συνεργασίας, δημιουργίας, επίλυσης προβλημάτων κ.λπ.), το ΣτΕ τονίζει ότι ως διαδικασία δεν προσιδιάζει στις σχολικές μονάδες (πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης) που κατά το Σύνταγμα ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους. Η διοίκησή τους -συνεχίζει- πρέπει να αναδεικνύεται στο πλαίσιο διαφανούς και αντικειμενικής διαδικασίας, κατάλληλης για να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των κριτηρίων επιλογής.

Παράβαση
Το ΣτΕ επισημαίνει ότι, κατά παράβαση του Συντάγματος, δεν αξιολογείται με αιτιολογία η βαθμολογική αποτίμηση του υποψηφίου στα κριτήρια της συμβολής στο εκπαιδευτικό έργο, της προσωπικότητας, της γενικής συγκρότησης. Το δικαστήριο δεν προχώρησε στον έλεγχο συνταγματικότητας άλλων κριτηρίων (υπηρεσιακής κατάστασης, καθοδηγητικής – διοικητικής εμπειρίας) γιατί προσβαλλόταν ευθέως ο νόμος. Πάντως, και κατά τη μειοψηφία 2 δικαστών, είναι αντισυνταγματική η μη λήψη υπόψη εκθέσεων αξιολόγησης που έπρεπε να συνεκτιμηθούν, αλλά και να θεσπιστούν κατάλληλες μεταβατικές διατάξεις, εφόσον το υπουργείο ισχυριζόταν ότι δεν είχαν ακόμα συνταχθεί εκθέσεις.

ΑΛ. ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ