Μια «καυτή» κοινοβουλευτικά εβδομάδα ξεκινά για την εκπαιδευτική κοινότητα, με το υπουργείο Παιδείας να επιχειρεί να αλλάξει συνολικά τον χάρτη της εκπαίδευσης με δύο νομοσχέδια και μέσα σε 15 ημέρες. Οπως έλεγαν στο «Βήμα» πανεπιστημιακοί αλλά και καθηγητές, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας διέπραξε τις προηγούμενες ημέρες όλα τα κοινοβουλευτικά «αδικήματα» για τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κατηγορήσει στο παρελθόν τις προηγούμενες κυβερνήσεις: τροπολογίες-«μαμούθ» σε άσχετα νομοσχέδια προκειμένου να περάσουν ταχέως και χωρίς πολλές ερωτήσεις νομοσχέδια με υποτυπώδη διαβούλευση της μίας εβδομάδας· άμεση και ριζική αλλαγή όλων των νομοθετημάτων των προηγούμενων ετών χωρίς καμία συνέχεια στη διοίκηση.
Και τα δύο νομοσχέδια, ένα για τα σχολεία που ήδη κατατέθηκε και ένα για τα πανεπιστήμια που θα κατατεθεί σε λίγες ημέρες, στοχεύουν σε αλλαγές στη διοίκηση σε όλες τις βαθμίδες.
Το νομοσχέδιο για νέο εξεταστικό σύστημα, επιλογή στελεχών και πειραματικά σχολεία έφτασε αρχικά στη Βουλή με τη μορφή τεσσάρων τροπολογιών περίπου 50 σελίδων, σχεδόν δηλαδή όσο και το νομοσχέδιο για τη βία στα γήπεδα που είχε καταθέσει ο κ. Σταύρος Κοντονής, στο οποίο και επιχειρήθηκε να ενταχθούν, καθώς το υφυπουργείο Αθλητισμού υπάγεται στο υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων. Επειτα από μια συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής κατά την οποία απειλήθηκε ρήξη, οι τροπολογίες αποσύρθηκαν για να επιστρέψουν με τη μορφή νομοσχεδίου, καθώς σχεδόν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντέδρασαν σε υψηλούς τόνους (η κυρία Εύη Χριστοφιλοπούλου από την πλευρά του ΠαΣοΚ μίλησε για «πραξικόπημα», ο κ. Θεόδωρος Φορτσάκης από πλευράς ΝΔ δήλωσε ότι θα αποχωρήσει, ο κ. Ιωάννης Γκιόκας από το ΚΚΕ έκανε λόγο για τροπολογίες-μαμούθ τις οποίες κανείς δεν έχει χρόνο καν να διαβάσει και ο κ. Γιώργος Μαυρωτάς από το Ποτάμι υπενθύμισε την περίφημη πλέον φράση του υπουργού Παιδείας κ. Αριστείδη Μπαλτά, ότι η αριστεία είναι «ρετσινιά»).
Ποια πτυχία, η… αρχαιότητα
«Φαίνεται ότι αν ισχύσει το νέο σύστημα, θα είμαστε η μόνη χώρα που έχει έναν πρωθυπουργό 40 ετών και διευθυντές σχολείων 60άρηδες» σχολιάζει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Δημήτρης Αργύρης, διευθυντής Λυκείου στο κέντρο της Αθήνας. Με το νέο σύστημα όλα τα σχολεία της χώρας θα μπουν σε «προεκλογικό πυρετό» άμεσα και ενώ οι εφετινές πανελλαδικές εξετάσεις θα συνεχίζονται, καθώς ως τις 20 Ιουνίου θα πρέπει να έχουν αλλάξει οι διευθυντές.
Η επιλογή στελεχών είναι, όπως φαίνεται, ο «αδύναμος κρίκος» του νομοσχεδίου που παρουσίασε το υπουργείο Παιδείας την περασμένη εβδομάδα. Και αυτό διότι εκτός από τις «κάλπες» που στήνει στα σχολεία, ορίζει ότι η αρχαιότητα και η προϋπηρεσία αποτελούν το βασικό κριτήριο που μοριοδοτείται περισσότερο από όλα, με τα τυπικά προσόντα (πτυχία, μεταπτυχιακά και τίτλοι) να υπολείπονται κατά πολύ.
Συνολικά το κριτήριο της επιστημονικής – παιδαγωγικής συγκρότησης και κατάρτισης αποτιμάται με 9 ως 11 μονάδες κατ’ ανώτατο όριο, από τις οποίες το διδακτορικό δίπλωμα με 4 μονάδες και ο μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών με 3 μονάδες. Το κριτήριο της υπηρεσιακής κατάστασης, καθοδηγητικής και διοικητικής εμπειρίας αποτιμάται με 14 μονάδες κατ’ ανώτατο όριο, από τις οποίες η υπηρεσιακή κατάσταση αποσπά 11 μονάδες κατ’ ανώτατο όριο. Το επόμενο κριτήριο, «συμβολή στο εκπαιδευτικό έργο – προσωπικότητα – γενική συγκρότηση», λαμβάνει 12 μονάδες κατ’ ανώτατο όριο (33% συνολικά) που θα συγκεντρώνονται από τις ψήφους των καθηγητών των σχολείων για την επιλογή του διευθυντή τους.
Με το δεδομένο ότι απαιτούνται σε σύνολο 35 μόρια στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και 37 στη Δευτεροβάθμια, είναι σαφές ότι η «αρχαιότητα» σε μια θέση σε συνδυασμό με την «προσωπικότητα» και την αποδοχή των καθηγητών μέσω κάλπης κάνουν τα πτυχία ενός υποψηφίου να μοιάζουν με περιττή πολυτέλεια.

«Πιστεύω ότι η παλαιότητα είναι σημαντικό κριτήριο, αλλά εξίσου σημαντικά είναι και τα προσόντα»
λέει ο κ. Αργύρης. «Θα ήταν ίσως πιο επιτυχημένη μια ισορροπία μεταξύ των δύο κριτηρίων. Επίσης η έκφραση γνώμης από τον σύλλογο καθηγητών είναι κατά τη γνώμη μου σωστή, αλλά θα έπρεπε να ακολουθεί την εκλογική διαδικασία και να κρίνονται οι διευθυντές μετά. Κριτήριο που θα έπρεπε να μοριοδοτείται είναι η αξιολόγηση του υποψηφίου από ψυχολόγο» συνεχίζει ο κ. Αργύρης. «Τέλος, κρίνω ότι θα έπρεπε όλα αυτά να συζητηθούν πραγματικά στη βάση των εκπαιδευτικών, να δοθεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα για ανταλλαγή ιδεών και απόψεων στην εκπαιδευτική κοινότητα».
Ο ίδιος νόμος ορίζει ότι ο υποψήφιος μπορεί να βάλει υποψηφιότητα σε δύο σχολεία και αφού έχει περάσει από αυτά μέσα σε μια πενταετία. Οι δε διευθυντές εκπαίδευσης θα εκλέγονται από τους διευθυντές των σχολείων που αποκτούν και αρμοδιότητες… εκλεκτορικού σώματος.
Αντιδράσεις και στον ΣΥΡΙΖΑ
Υπέρ του νομοσχεδίου έχει ταχθεί ο πρόεδρος της ομοσπονδίας των καθηγητών κ. Θέμης Κοτσιφάκης, ο οποίος έχει δηλώσει ότι τα νομοσχέδια των προηγούμενων ετών είχαν βαθιά αντιδημοκρατικά χαρακτηριστικά για τον χώρο της Παιδείας. Παρ’ όλα αυτά αρκετά μέλη από το ΔΣ της ΟΛΜΕ έχουν εκφραστεί αρνητικά, όπως και η ομοσπονδία των δασκάλων (ΔΟΕ) σε σχετική ανακοίνωσή της.

Το θέμα έχει προκαλέσει αντιπαραθέσεις και εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Η επιλογή των στελεχών, ειδικά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση που αποτελεί «ευαίσθητη» βαθμίδα, έχει εξελιχθεί σε ένα τεράστιο πρόβλημα. «Το σύστημα της κάλπης στα σχολεία είναι λάθος και αδικεί κατάφωρα ανθρώπους, ενώ βάζει τους εκπαιδευτικούς των σχολείων σε αντιπαράθεση» λέει μιλώντας στο «Βήμα» στέλεχος του κόμματος και της κυβέρνησης. «Κάποιοι ζουν ακόμη στη δεκαετία του 1960» καταλήγει δηκτικά.

Η «ρήξη για την Παιδεία»
Μέτωπο συγκρότησαν πρόσφατα πανεπιστημιακοί, εκπαιδευτικοί και πολιτικοί με στόχο να αντιπαρατεθούν στις επικείμενες αλλαγές που επιχειρούνται στην εκπαίδευση. Στην πορεία, στον σχηματισμό αυτόν εντάχθηκαν και μέλη από τα κόμματα της αντιπολίτευσης εντός και εκτός του Κοινοβουλίου: ΝΔ, ΠαΣοΚ, Ποτάμι, ΔΗΜΑΡ κ.ά. Η κίνηση αυτή οργανώνει μια πρώτη συνάντηση διαμαρτυρίας για τις αρχές του μήνα σε κεντρικό σημείο της πόλης.

«Τα κριτήρια πλέον για να διοικήσεις ένα σχολείο είναι να μην ξέρεις γράμματα, να είσαι γέρος και δημοφιλής»
υπογραμμίζει καυστικά ο διευθυντής του 1ου Πειραματικού Σχολείου Πλάκας κ. Κωνσταντίνος Κοντογιάννης. «Και επειδή κριτήριο είναι και η ισότητα, θα στοιβαχτούμε όλοι στο 7ο ισόγειο της εκπαιδευτικής πολυκατοικίας» συνεχίζει.

«Ολα αυτά έρχονται σε συνέχεια της τοποθέτησης των νέων περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης με κοινό τους σημείο τον αγώνα τους ενάντια στην αξιολόγηση και τη συμμετοχή τους σε συνδικαλιστικές οργανώσεις»
δηλώνει σχετικά ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και πρώην υφυπουργός Παιδείας κ. Θεόδωρος Παπαθεοδώρου. «Φιλοσοφία του νέου συστήματος είναι να διοικούν τα σχολεία στο μέλλον συνδικαλιστές, οι οποίοι όμως τελικά δεν θα ενδιαφερθούν κιόλας, καθώς οι θέσεις αυτές απαιτούν υψηλά ποσόντα, αίσθηση διοίκησης και πολλή δουλειά» σημειώνει.

Αναστάτωση στα ΑΕΙ
Δ. Κρεμαστινός: Επανέρχονται άσυλο, συναλλαγή, διαφθορά και «αιώνιοι»

Και το δεύτερο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, για τα ΑΕΙ, που αναμένεται να κατατεθεί εντός της εβδομάδας, αφορά επίσης στο μεγαλύτερο μέρος του θέματα διοίκησης: πρυτανικές εκλογές, συμβούλια και εκλεκτορικά σώματα. Τους νυν πρυτάνεις το υπουργείο Παιδείας φαίνεται ότι τους παρόπλισε ήδη, καθώς τους ανακοίνωσε ότι θα διεξαχθούν εκλογές σε έναν χρόνο από σήμερα σε όλα τα πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα να χαμηλώσουν τους τόνους της αντιπαράθεσης αποδεχόμενοι ένα εκ των πραγμάτων δύσκολο προεκλογικό «παιχνίδι».
Στα κόμματα της αντιπολίτευσης ωστόσο οι αντιδράσεις κλιμακώνονται. «Αν ο νέος νόμος για την ανωτάτη εκπαίδευση ψηφιστεί, τότε τα πανεπιστήμια θα μεταβληθούν σε εργαστήριο συναλλαγής και διαφθοράς, και μάλιστα ταχύτατα, καθώς αυτό το μοντέλο λειτούργησε αρνητικά τα τελευταία χρόνια» δηλώνει στο «Βήμα» ο έμπειρος πανεπιστημιακός καθηγητής, βουλευτής Δωδεκανήσου και πρώην υπουργός Υγείας κ. Δημήτρης Κρεμαστινός.
«Πουθενά στην Ευρώπη…»
«Ο νόμος αυτός πρέπει να καταψηφισθεί και σε αυτό καλώ τους βουλευτές να μην ανατρέψουν τις αλλαγές που έχουν βοηθήσει τα πανεπιστήμιά μας να καταστούν διεθνώς ανταγωνιστικά. Κυρίως τους βουλευτές της Αριστεράς, πολλοί από τους οποίους είναι πανεπιστημιακοί, και δεν πιστεύω ότι θα θελήσουν να ψηφίσουν διατάξεις που δεν ισχύουν σε κανένα ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο» επισημαίνει ο κ. Κρεμαστινός.
Σχολιάζοντας τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες τονίζει ότι «ο νόμος που ισχύει σήμερα για την ανώτατη παιδεία ψηφίστηκε με συντριπτική πλειοψηφία από τα 4/5 της Βουλής, γεγονός πράγματι μοναδικό στην πολιτική ιστορία της χώρας, ύστερα από διαβούλευση με φορείς και κόμματα. Ο νόμος αυτός δεν είναι δυνατόν να ανατραπεί από απλή πλειοψηφία. Ο νόμος αυτός, αντικειμενικά κρινόμενος, πέτυχε – εκ των τριών βασικών στόχων που έθεσε – αναμφισβήτητα τους δύο που έχουν σχέση με το πανεπιστημιακό άσυλο και με τη συναλλαγή και τη διαφθορά.
Αποκατέστησε την ουσία του πανεπιστημιακού ασύλου, από άσυλο των πάσης φύσεως παρανόμων που είχε καταντήσει, σε άσυλο ιδεών»
.
Το πανεπιστημιακό άσυλο έγινε έτσι ένας όρος που ξαναμπήκε αιφνίδια στην καθημερινότητα των πανεπιστημιακών με τον νέο νόμο. «Ετσι, σήμερα, που τυπικά το πανεπιστημιακό άσυλο ως όρος έχει καταργηθεί, ουδείς διανοείται να παρεμποδίσει οποιαδήποτε δραστηριότητα ιδεολογικής φύσεως μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο από φοιτητές» λέει ο κ. Κρεμαστινός.

«Το να επαναφέρει ο νέος νόμος το πανεπιστημιακό άσυλο ως ορολογία, μόνο για ιστορικούς λόγους είναι κατανοητό. Ομως, το να μην αποτρέπει με συγκεκριμένες διατάξεις την αλλοίωση της ουσίας του είναι αδιανόητο, γιατί παραδίδει και πάλι τα πανεπιστήμια στην παρανομία»
αναφέρει.

«Σταμάτησε τη συναλλαγή και τη διαφθορά με μη συμμετοχή των φοιτητών στα εκλεκτορικά σώματα εκλογής πρυτάνεων και προέδρων τμημάτων. Συναλλαγή και διαφθορά μεταξύ καθηγητών και φοιτητών που αμφότεροι καλλιεργούσαν συστηματικά. Οι πρώτοι για να διατηρούν τα πανεπιστημιακά τους αξιώματα και οι δεύτεροι για να διασφαλίζουν προνόμια με προτεραιότητα σε διδακτορικές διατριβές και πανεπιστημιακές θέσεις, τα οποία πολλές φορές έφθαναν ως και τον χρηματισμό»
εξηγεί.
«Εμποδίζονται νέες, υγιείς δυνάμεις»
«Ομως απέτυχε στον τρίτο του στόχο. Δηλαδή, δεν σταμάτησε τη συναλλαγή μεταξύ ανωτέρων και κατωτέρων βαθμίδων των καθηγητών, που είναι και η πλέον καταστροφική γι’ αυτό καθαυτό το μέλλον των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Η συναλλαγή συντελείται με το να εκλέγουν οι κατώτερες βαθμίδες που έχουν την πλειοψηφία στα εκλεκτορικά σώματα τα διοικητικά όργανα (πρυτάνεις και προέδρους), τα οποία είναι υπεύθυνα για τις εξελίξεις τους. Σε ποιο πανεπιστήμιο του κόσμου ισχύουν αυτά; Σε κανένα» λέει ο κ. Κρεμαστινός.

«Με απλά λόγια, η συναλλαγή αυτή ουσιαστικά εμποδίζει την ανανέωση των πανεπιστημίων με νέες υγιείς δυνάμεις, ιδιαίτερα τώρα που πολλοί αξιόλογοι επιστήμονες αναγκάζονται να σταδιοδρομούν στο εξωτερικό λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, αφού οι καθηγητικές θέσεις καταλαμβάνονται στην πράξη από τους εξελισσόμενους “ψηφοφόρους”»
αναφέρει.
Σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου, ο πανεπιστημιακός καθηγητής δεν εκλέγεται για να καταλαμβάνει διοικητικές θέσεις και να ασκεί εξουσία. Εκλέγεται για να προάγει την έρευνα και την εκπαίδευση. «Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια υπήρξαν καθηγητές που ανάλωσαν το κύριο μέρος της θητείας τους στη διοίκηση, γιατί αυτό αποτέλεσε τον αυτοσκοπό για την κοινωνική τους επιβίωση. Δεν ενδιαφέρθηκαν ούτε για την έρευνα ούτε για την εκπαίδευση στην ουσία» επισημαίνει.

«Αν ο σημερινός υπουργός Παιδείας είχε στόχο την αναβάθμιση των σπουδών των ΑΕΙ – ΤΕΙ θα έπρεπε να λάβει υπόψη τον ισχύοντα νόμο και να τον βελτιώσει σύμφωνα με τα ισχύοντα στα καλύτερα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής ύστερα από εκτεταμένο διάλογο με φορείς και κόμματα και όχι να επαναφέρει τις διατάξεις εκείνες που οδηγούν στη συναλλαγή και στη διαφθορά»
.

Και ο κ. Κρεμαστινός προτείνει στον υπουργό Παιδείας «αντί να καταργεί τα Πρυτανικά Συμβούλια θα ήταν χρήσιμο να προσδιορίσει σαφέστερα τις αρμοδιότητές τους, για να μην υπάρχει αλληλοεπικάλυψη ή σύγκρουση αρμοδιοτήτων με τους πρυτάνεις. Αντί να επαναφέρει τους “αιώνιους φοιτητές”, θα έπρεπε να προτάξει τη θέσπιση χρονικού ορίου υπηρεσίας των καθηγητών σε διοικητικές θέσεις ενώ παράλληλα θα έπρεπε να απαγορεύει το δικαίωμα της επανεκλογής, γιατί απλούστατα η επανεκλογή στην ίδια θέση είναι η αιτία της συναλλαγής μεταξύ “ψηφοφόρου” και ψηφιζομένου».