Με τις καταστάσεις να εξελίσσονται ραγδαία και τα πράγματα να αλλάζουν από ώρα σε ώρα σε αναμονή του δημοψηφίσματος της Κυριακής,

όλοι κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε να προετοιμαστούμε αλλά και να συνεχίσουμε, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό, τις ζωές μας.

Οι ατελείωτες ουρές σε σουπερ μάρκετ, ATM και βενζινάδικα έχουν γίνει μέσα σε λίγες ημέρες, σύνηθες θέαμα, το οποίο μοιραία θα γεννά ερωτήματα των παιδιών μας στα οποία εμείς καλούμαστε να απαντήσουμε.

Σημαντικό είναι, όσο και αν η κατάσταση είναι ασταθής, να προσπαθήσουμε να μην μεταδώσουμε το άγχος στα παιδιά μας, ιδιαιτέρως όσα είναι μικρότερης ηλικίας. Από την άλλη όμως, τα παιδιά συχνά αντιλαμβάνονται περισσότερα από ό,τι πιστεύουμε ή, ενδεχομένως ,ελπίζουμε. Επομένως, τα ερωτήματα τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, θα έχουν, δε θα πρέπει να μένουν αναπάντητα. Το παν είναι ο σωστός χειρισμός.

Σε ερωτήσεις όπως “γιατί έχουν τόσο μεγάλη ουρά τα σουπερμάρκετ/βενζινάδικα κ.ο.κ.”, “γιατί πήραμε τόσα φαγητά/βάλαμε τόση βενζίνη κλπ.” μπορούμε ενδεικτικά να απαντήσουμε απλά ότι “θα είναι κλειστά για κάποιες μέρες οπότε παίρνουμε λίγα περισσότερα τώρα” ή ότι “συμβαίνουν κάποιες αλλαγές αλλά δε χρειάζεται να ανησυχήσεις, απλά προετοιμαζόμαστε”(λαμβάνουμε πάντοτε υπόψη και την ηλικία αλλά και το τι θεωρούμε πιο σωστή απάντηση για το δικό μας παιδί, με βάση και τα όσα μπορεί να έχει ακούσει).

Εάν τυχόν ακούσουν κάτι πιο συγκεκριμένο για την κατάσταση και μας ρωτήσουν σχετικά με το τι πρόκειται να γίνει, τους εξηγούμε ήρεμα και χαλαρά ότι δε γνωρίζουμε τι θα γίνει, αλλά ακριβώς για αυτό παίρνουμε κάποια μέτρα (τρόφιμα κλπ.) ώστε να μην έχουμε κανένα πρόβλημα.

Σκοπός μας δεν είναι να πούμε ψέματα στα παιδιά, αλλά οπωσδήποτε καλή ιδέα είναι να προσπαθούμε οι απαντήσεις που δίνουμε να είναι αρκετά καθησυχαστικές αλλά και σχετικά αόριστες ώστε να μην οδηγούν σε μακρύ διάλογο. Δε θα πρέπει να νιώθουμε τύψεις για κάποια ενδεχόμενη παραποίηση της αλήθειας σε συζητήσεις τέτοιου τύπου με τα παιδιά-αφενός, δε μπορούμε να γνωρίζουμε τι θα συμβεί, οπότε ό,τι και να πούμε είναι, κατά μία έννοια, ψέματα. Από την άλλη, ένα μικρό παιδί δεν έχει την ικανότητα να διαχειριστεί νοητικά την περιπλοκότητα της παρούσας κατάστασης, επομένως με το να του λέμε πολλές λεπτομέρειες το μόνο που καταφέρνουμε είναι να το μπερδεύουμε και να το αγχώνουμε παραπάνω.

Τα παιδιά, και ιδιαίτερα τα πιο ευαίσθητα, εισπράττουν και το βεβαρημένο κλίμα το οποίο επικρατεί τριγύρω, και σίγουρα επηρεάζονται σε κάποιον βαθμό. Ενδεχομένως να μας κάνουν ερωτήσεις όπως “γιατί κλαίει αυτή η κυρία” ή “γιατί αυτός ο κύριος είναι θυμωμένος;”. Σε τέτοιου τύπου ερωτήσεις δηλώνουμε άγνοια “δεν ξέρω αγάπη μου” και σε τυχόν επιμονή του παιδιού (“ναι αλλά ΓΙΑΤΙ “) απαντούμε “ε, ίσως κάτι έγινε και είναι στενοχωρημένη/-ος, θυμωμένη/-ος κ.ο.κ-κι εσύ δε στενοχωριέσαι καμιά φορά;”.
Βέβαια, τα παιδιά δεν ακούνε μόνο όσα τους λέμε, αλλά ερμηνεύουν και τον τόνο της φωνής μας, τις εκφράσεις του προσώπου και τη γλώσσα του σώματός μας. Επειδή δε γνωρίζουν τον κόσμο, οι γονείς τους αποτελούν σημείο αναφοράς ως προς το πώς να αντιδράσουν σε άγνωστες καταστάσεις-εάν αντιληφθούν το δικό μας φόβο, θα το πάρουν υποσυνείδητα ως σημάδι ότι πρέπει να φοβηθούν και εκείνα. Δεν αρκεί να τα καθησυχάζουμε με τα λόγια εάν παράλληλα με το σώμα μας τους στέλνουμε το μήνυμα ότι είμαστε πανικόβλητοι.
Συνεπώς, στο βαθμό που μπορούμε, προσπαθούμε να εκπέμπουμε, όχι επίπλαστη και υπερβολική χαρά, αλλά θετικότητα και κυρίως ηρεμία. Επιπλέον, για τα παιδιά οι αγκαλιές και τα χάδια λειτουργούν πάντοτε καταπραϋντικά, οπότε λίγες έξτρα αγκαλιές αυτές τις ημέρες αποτελούν, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, σημαντικότατο μέσο για να καθησυχάσουμε όσο γίνεται τα παιδιά μας.

Μυρτώ Κογεβίνα
Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
MSc University of Surrey, BA University of Oxford

πηγή: mothersblog