Το Υπουργείο Παιδείας συνεχίζει την πολυεπίπεδη επίθεση στην ειδική αγωγή τόσο στο επίπεδο των δομών της όσο και στο επίπεδο του μαθητικού πληθυσμού της. Μετά από 7 χρόνια κρίσης και βίαιης υποβάθμισης των όρων ζωής και εκπαίδευσης των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, υπ. υγείας και παιδείας συντονίζονται και δημιουργούν ισχυρότερες προϋποθέσεις από τη μια για παραπέρα μείωση των θεραπειών των μαθητών (μείωση 45% σε σχέση με πέρσι), και από την άλλη υιοθετούν αυστηρά προαπαιτούμενα που ακυρώνουν τη δημιουργία μικρότερων τμημάτων όταν υπάρχουν μαθητές με διαγνώσεις από δημόσιους φορείς. Οι μεθοδεύσεις αυτές θα αναγκάσουν τις οικογένειες των μαθητών με αναπηρία να βάλουν ακόμα βαθύτερα το χέρι στην τσέπη για τις θεραπείες τους και θα οδηγήσουν στα «πίσω θρανία» πολλούς μαθητές με αναπηρίες και μαθησιακές δυσκολίες, αφού αυτοί οι μαθητές θα «χαθούν» σε πολυπληθή τμήματα. Συνδυαστικά με προηγούμενη νομοθετική ρύθμιση που υποχρεώνει τους εκπαιδευτικούς των τμημάτων ένταξης να ακολουθούν πρόγραμμα «συνεκπαίδευσης» στις γενικές τάξεις, οι διατάξεις αυτές στην πράξη θα μειώσουν τις ώρες του εξατομικευμένου προγράμματος που έχουν ανάγκη οι μαθητές. Οι νομοθετικές παρεμβάσεις που έγιναν ιδιαίτερα στα χρόνια των μνημονίων καθώς και αυτές που ετοιμάζεται να ψηφίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα οδηγήσει ακόμη περισσότερο στην αποδόμηση και τη διάλυση της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης.

Οι διατάξεις που κατατέθηκαν στη βουλή σε νομοσχέδιο με τη διαδικασία του κατεπείγοντος συνδυάστηκαν με συναντήσεις του υπουργείου παιδείας και φορέων που επεδίωξαν κλίμα αποδοχής μιας πορείας που βαδίζει στις ράγες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, αναφορικά με την ειδική εκπαίδευση. Τα ευχαριστήρια του υπ. παιδείας στους φορείς που συμμετείχαν στο προσχηματικό διάλογο δίνουν στην ουσία εύσημα για την αποδοχή της αποδόμησης της ειδικής εκπαίδευσης.

Οι διατάξεις που αφορούν στην ειδική εκπαίδευση εισάγουν πολλά προαπαιτούμενα για τη μείωση του αριθμού των μαθητών σε τμήμα, όταν σε αυτό υπάρχουν διαγνώσεις μαθητών από αρμόδιους δημόσιους φορείς. Συγκεκριμένα καταργείται η διάταξη (4186/13 αρ.28 παρ.15) σύμφωνα με την οποία για κάθε μαθητή με αναπηρία ή /και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες επιτρέπεται η μείωση του μέγιστου αριθμού μαθητές κατά 3 και ορίζεται ως μέγιστη «δυνατή» η μείωση στους 22 μαθητές, όχι πια με αυτοδίκαιη απόφαση του συλλόγου διδασκόντων και έγκριση σχολικού συμβούλου, αλλά με απόφαση του περιφερειακού διευθυντή εκπαίδευσης. Μάλιστα για την ενεργοποίηση της μείωσης απαιτούνται κατ’ ελάχιστο 2 διαγνώσεις αναπηρίας ή ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών, εξαιρουμένων των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών, ή 5 και πλέον διαγνώσεις ειδικών μαθησιακών δυσκολιών με την επιπρόσθετη προϋπόθεση να μη λειτουργεί τμήμα ένταξης στο σχολείο. Οι διατάξεις αυτές αποτελούν «κόφτη» στην εκπαίδευση, στοχεύουν στον περιορισμό των τμημάτων που διαχωρίζονται εξαιτίας διαγνώσεων κατηγοριοποιώντας έτσι τα παιδιά που χρειάζονται εκπαιδευτική υποστήριξη. Επιδιώκουν να εξοικονομήσουν προσωπικό, καθώς έτσι οδηγούμαστε σε συγχώνευση όσων τμημάτων δεν εμπίπτουν στις προωθούμενες διατάξεις του σ/ν σε βάρος της εκπαίδευσης των παιδιών που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη να υποστηριχθούν σε ένα δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης που δικαιούνται.

Με τη μεθόδευση αυτή οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες διαχωρίζονται από το σώμα του μαθητικού πληθυσμού που ανήκει σε δομές ειδικής εκπαίδευσης. Παγιώνεται η άποψη της ΕΕ και του ΟΟΣΑ ότι οι μαθησιακές δυσκολίες δεν απαιτούν ειδική εκπαίδευση και για το λόγο αυτό η εκπαιδευτική ευθύνη μεταφέρεται στον εκπαιδευτικό της γενικής τάξης. Η σχολική πραγματικότητα αποκαλύπτει ότι μαθητές με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες παρακολουθούν το τμήμα ένταξης, όπου υπάρχει, 3 με 4 ώρες εβδομαδιαίως, δηλαδή πολύ λιγότερο από το 20% του σχολικού χρόνου που διεθνώς θεωρείται κατώφλι για τη στοιχειοθέτηση ένταξης στην ειδική αγωγή. Οι ευρωπαϊκές κατευθύνσεις για αποχαρακτηρισμό μαθητών από την ευθύνη της ΕΑΕ παίρνουν σάρκα και οστά μέσα ΚΑΙ από αυτές τις νομοθετικές πρωτοβουλίες, τη στιγμή που επαναλαμβάνονται οι διαφημίσεις για το «σχολείο για όλους». Ταυτόχρονα το υπουργείο πανηγυρίζει ότι η απαλλαγή από τη δεύτερη ξένη γλώσσα θα έχει «ευεργετική επίδραση στη σχολική επίδοση των συγκεκριμένων μαθητών».

Οι διατάξεις που κατατέθηκαν αναφέρουν ότι στα ειδικά νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία ρυθμίζεται ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα από 4 έως 7 μαθητές, ενώ υπό αίρεση τίθεται η λειτουργία τμημάτων 3 μαθητών καθώς η ευθύνη της απόφασης ανεβαίνει στον Περιφερειακό Διευθυντή. Φαίνεται η προσπάθεια ακύρωσης των αποφάσεων των ΚΕΔΔΥ ως δεσμευτικών για το κατάλληλο εκπαιδευτικό πλαίσιο, καθώς ο ρόλος τους εκπίπτει σε μια απλή γνωμοδότηση, την οποία ο εκάστοτε περιφερειακός μπορεί να λάβει ή όχι υπόψη του. Η εν λόγω ρύθμιση πιθανά ανοίγει τον δρόμο για μείωση της οργανικότητας των ειδικών σχολείων, ενόψει του «ολοήμερου ειδικού νηπιαγωγείου και ειδικού δημοτικού σχολείου» με δεδομένο μάλιστα ότι δε συνοδεύεται με σύσταση οργανικών ανά 4 με 7 μαθητές, αλλά σε ισχύ παραμένει το Π.Δ. 603/82 που προβλέπει 1 οργανική ανά 5 με 8 μαθητές. Η ίδρυση ολοήμερων τμημάτων στα ειδικά σχολεία προωθείται χωρίς να προβλέπονται οργανικές θέσεις του αναγκαίου προσωπικού και χωρίς να υπάρχουν οι κατάλληλες κτηριακές υποδομές.

Τέλος οι διατάξεις που κατατέθηκαν αναφέρουν νομοθετική πρόβλεψη για τις ιδιωτικές παράλληλες, χωρίς φυσικά να προβλέπεται στοιχειώδης έλεγχος της σχέσης εργασίας, του μισθού και της ασφάλισης των εργαζόμενων. Οι σύλλογοι διδασκόντων καλούνται να συγκαλύψουν τη μαύρη εργασία και να εκτιμήσουν ως άλλοι εργοδότες τα βιογραφικά σημειώματα των προτεινόμενων από τους γονείς προσώπων, λες και αυτό είναι το πρόβλημά τους, όταν το κράτος αρνείται να καλύψει το σύνολο των αναγκών σε παράλληλη στήριξη.

Η ειδική εκπαίδευση χρειάζεται:

ΜΟΝΙΜΟΥΣ μαζικούς ΔΙΟΡΙΣΜΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

ΚΑΛΥΨΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΕΝΩΝ ΣΕ σταθερές ΔΟΜΕΣ ΣΜΕΑΕ/Τ.Ε. ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΣΤΗΡΙΞΕΙΣ ΤΩΡΑ

Απαιτούμε:

  • 15 μαθητές ανά τμήμα για Α και Β δημοτικού.
  • Όχι τμήματα πάνω από 20 μαθητές για τις υπόλοιπες τάξεις του δημοτικού σχολείου.
  • Μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα όταν υπάρχουν διαγνωσμένες από δημόσιους φορείς διαγνώσεις.
  • Ίδρυση σταθερών δομών ειδικής εκπαίδευσης.
  • Αύξηση των δαπανών από τον ΚΠ για τις θεραπείες των μαθητών
  • Διαχειριστικός έλεγχος στις ιδιωτικές δομές ειδικής αγωγής και μετατροπή τους σε δημόσιες.

ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΑΙ ΔΩΡΕΑΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΚΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ