Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε ότι εξοβελίζονται συστηματικά από το Υπουργείο Παιδείας όλα τα δομικά πνευματικά υλικά που έκτισαν σταδιακά τις απαραίτητες θεμελιακές αρετές και αξίες για να μπορεί να διατηρηθεί ο πολιτισμός, η γλώσσα, η πίστη και η ιστορία του ελληνικού λαού, δηλαδή οι ρίζες της ελληνορθόδοξης ταυτότητας και κληρονομιάς.

Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής –Χριστιανικής Παιδαγωγικής στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ

Το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, πριν λίγα χρόνια, αφαίρεσε από τον τίτλο του τον συμβολικό όρο «Εθνικής»  και έγινε Υπουργείο Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων.

Τον περασμένο Φεβρουάριο, επίσης, μετέτρεψε το άρθρο του Οργανισμού του, που αναφέρεται στον σκοπό του Υπουργείου Παιδείας και, ενώ μέχρι τώρα είχε οριστεί, ως σκοπός του Υπουργείου,  «η ανάπτυξη της Εθνικής και Θρησκευτικής συνείδησης», από τώρα και μετά ο σκοπός του Υπουργείου κολοβώθηκε και έμεινε μόνον «η ανάπτυξη της Εθνικής συνείδησης», αφού αφαιρέθηκε ο όρος «Θρησκευτικής».

Το 2016 το ίδιο Υπουργείο ενέκρινε και επέβαλε νέα πολυθρησκειακά Προγράμματα Σπουδών και Βιβλία στα Θρησκευτικά Δημοτικού –Γυμνασίου –Λυκείου, χωρίς να λάβει υπόψη τις έγκυρες και νομικά κατοχυρωμένες διαμαρτυρίες και θέσεις της Εκκλησίας, της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων και τόσων άλλων Φορέων, που αποδείκνυαν τη θεολογική και παιδαγωγική ακαταλληλότητα των παραμορφωμένων αυτών Θρησκευτικών.

Ωστόσο, πριν λίγες μέρες, το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), μετά από σχετικές προσφυγές, με δύο αριστουργηματικές Αποφάσεις του ακύρωσε τα Προγράμματα αυτά, διότι έκρινε ότι με το περιεχόμενό τους «δεν υπηρετείται ο συνταγματικός σκοπός, η ανάπτυξη δηλαδή της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως, αλλά επιχειρείται ο κλονισμός ή και η μεταβολή αυτής»

Επεσήμανε μάλιστα ότι «σχολική διδασκαλία, που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή ή την αλλοίωση της θρησκευτικής  συνειδήσεως των μαθητών, όπως αυτή διαμορφώνεται στο πλαίσιο της οικογενείας, θα συνιστούσε μορφή ομαδικού προσηλυτισμού ιδιαιτέρως σοβαρή, ως επέμβαση στον ευαίσθητο ψυχικό κόσμο των μαθητών, που δεν διαθέτουν την κριτική αντίληψη και ωριμότητα των ενηλίκων, κατά παράβαση των παρ. 1 και 2 του άρθρου 13 του Συντάγματος».

Το ΣτΕ, μάλιστα, στις αποφάσεις του έκανε σαφές ότι «η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως επιτελείται κυρίως με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών, το οποίο για να υπηρετεί τον εν λόγω σκοπό, πρέπει να διδάσκεται επί ικανό αριθμό ωρών διδασκαλίας εβδομαδιαίως και να περιλαμβάνει οπωσδήποτε, με σαφήνεια και πληρότητα, τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, χωρίς να καλλιεργεί αμφιβολίες ως προς τα εν λόγω στοιχεία που συγκροτούν την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, ούτε να προκαλεί σύγχυση με τη διδασκαλία άλλων δογμάτων και θρησκειών».

Επίσης, αποφάσισε ότι η διδασκαλία των πολυθρησκειακών θρησκευτικών «δεν είναι ικανή να αναπτύξει, ήτοι να εμπεδώσει και να ενισχύσει, όπως επιβάλλεται από την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 16 του Συντάγματος, την ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση των μαθητών, διότι η διδασκαλία αυτή α) είναι ελλιπής κατά περιεχόμενο, β) δεν είναι αυτοτελής, αμιγής και διακριτή σε σχέση με την διδασκαλία στοιχείων αναφερομένων σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στους μαθητές ως προς το περιεχόμενο της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας, και γ) δεν είναι επαρκής από την άποψη του χρόνου που διατίθεται για αυτήν».

Παρά ταύτα, το Υπουργείο Παιδείας διακήρυξε ότι δεν θα υπακούσει στις αποφάσεις του ΣτΕ και ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζει τα ακυρωμένα από το ΣτΕ πολυθρησκειακά Προγράμματα που αποδομούν την ορθόδοξη θεολογική και πολιτισμική παράδοση και συνέχεια της χώρας αλλά και την υπαρξιακή δομή των ορθόδοξων μαθητών.

Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, με αυτήν την απέχθεια που επιδεικνύει έναντι της οικείας ορθόδοξης παραδόσεως των μαθητών/τριών, αντιτίθεται στην εκπαιδευτική ιστορία και στο διαχρονικό πολιτισμικό τοπίο της Ελλάδος. Διότι η πνευματική δομή της χώρας δεν κτίζεται τώρα εξ αρχής. Έχει ήδη κτιστεί από πολύ σημαντικές προσωπικότητες της ιστορίας μας. Ο Καποδίστριας έλεγε: «Η βελτίωση της κοινής Πατρίδας της Ελλάδας εξαρτάται εκ του έργου της καλής εκπαιδεύσεως των τέκνων της…, καλής υπό την ηθικήν και χριστιανικήν έννοιαν, καλής επίσης και υπό την φιλολογικήν και γλωσσικήν έννοιαν». Αισθανόταν ότι υπηρετεί ταπεινά το «θυσιαστήριον της Πατρίδος».

Την ιστορική και πνευματική σύνδεση της Ελλάδας με την ορθοδοξία, την  οποία η σημερινή πολιτική ηγεσία περιφρονεί, την σεβόταν ο Καποδίστριας, θέτοντας τις βασικές της αρχές. Η πρώτη ήταν η διαφύλαξη της πίστεως και της ζωής της Ορθόδοξης Εκκλησίας, διότι: «Οι Έλληνες … ηνωμένοι δια της εις Χριστόν και εις την Αγίαν του Εκκλησίαν σταθεράς πίστεώς των … υποστάντες την οθωμανικήν δυναστείαν, υπό μόνην την σκέπην της Εκκλησίας των διεσώθησαν. Άμα δε τώ ανεγερθήναι εις σώμα Έθνους, οι αυτών αντιπρόσωποι ανεκήρυξαν την Ελληνικήν θρησκείαν, θρησκείαν της επικρατείας… και η δεύτερη η διάσωση της ταυτότητας του Έθνους».

Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου, μέσω της πολυθρησκείας που επιβάλλει, σχεδιάζει να πετύχει ένα ουδετερόθρησκο σχολείο και κράτος, Η θέση του Καποδίστρια ήταν ότι «Αποτελεί θεία τιμή το να αναθρέψει κάποιος Ελληνόπαιδες, με τις γνώσεις της ιεράς μας θρησκείας».

Ο Θ. Κολοκοτρώνης, επίσης, είπε μεταξύ άλλων σε νέους στις 8 Οκτωβρίου 1833 στην Πνύκα: «Αφού ήλθε στον κόσμο ο Χριστός, οι λαοί όλοι επίστευσαν εις το Ευαγγέλιό Του και έπαυσαν να λατρεύουν τα είδωλα. Ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό, τι ημπορούσαν , διά να αλλάξει ο λαός την πίστη του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ’ εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος τον Σταυρό του έκαμε. Παιδιά μου! Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να τη στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα είπαμε πρώτα υπέρ πίστες και έπειτα υπέρ Πατρίδος».

Ολοι σχεδόν οι κυβερνήτες της Ελλάδας σεβάστηκαν την Ορθοδοξία και το ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών. Η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας δεν θέλει να στηρίξει την ορθόδοξη παιδεία, διότι το σχέδιό του είναι να μην διατηρήσει την ορθόδοξη χριστιανική του ταυτότητα ούτε ο λαός συλλογικά ούτε ο καθένας νέος προσωπικά.

Ωστόσο, στην Ευρώπη και αλλαχού, ο Χριστιανισμός ως κομμάτι της ιστορικά διαμορφωμένης Εθνικής ταυτότητας, και τα χριστιανικά σύμβολα, ως αναπόσπαστα μέρη της εθνικής ιδιοπροσωπίας, διατηρούνται και γίνονται σεβαστά, από σύγχρονους προοδευμένους και δημοκρατικούς λαούς. Το μάθημα των Θρησκευτικών στη συντριπτική πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών είναι χριστιανικό. Σε κανένα λαό δεν θεωρείται η πίστη «κώλυμα» για την κοινωνική πρόοδο.

Αυτό που συμβαίνει στην Πατρίδα μας, με αυτήν την ιδεοληπτική ηγεσία που έχει το Υπουργείο Παιδείας, να ξεριζώνεται η πίστη του λαού, αποτελεί διεθνή πρωτοτυπία. Όλες οι χώρες που προοδεύουν σέβονται την ταυτότητά τους. Δεν προσπαθούν να την… αποδομήσουν και να την εξαφανίσουν.

Η ηγεσία του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας, υποτιμώντας και αγνοώντας το Σύνταγμα και τους νόμους, το διεθνές δίκαιο των γονέων, τη θρησκευτική συνείδηση των μαθητών/τριών και το θρησκευτικό και πολιτισμικό τοπίο της Ελλάδας διώκει και απωθεί την ορθόδοξη πίστη του λαού και των παιδιών μας, επιβάλλοντας αντί μιας πίστεως ένα μείγμα πίστεων, αντί του ενός Θεού, πολλούς Θεούς, αντί της χριστιανικής θρησκευτικής ταυτότητας, μια πολλαπλή θρησκευτική ταυτότητα.

Τα σχεδιασμένα μαθησιακά αποτελέσματα που επιδιώκει να πετύχει, μέσα από αυτήν τη δίωξη των ορθοδόξων μαθητών/τριών, είναι η θρησκευτική σύγχυση, ο θρησκευτικός συγκρητισμός και ο μηδενισμός. Όμως, μάλλον, λογαριάζουν χωρίς τον Ξενοδόχο και Ξενοδόχος είναι ο Ιησούς Χριστός και ο ορθόδοξος Ελληνικός λαός!