27-01-17 Η ομιλία του Κώστα Γαβρόγλου στην Ειδική Εκδήλωση στη Βουλή με θέμα: Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος

Το Ολοκαύτωμα, του οποίου την μνήμη τιμάμε σήμερα, είναι η εμπειρία που μας έφερε αντιμέτωπους με το μέγεθος της καταστροφής που μπορεί να γεννήσει ο πολιτισμός μας, αν δεν φροντίζουμε αγρυπνώντας να διαφυλάττουμε τις δημοκρατικές και ανθρωπιστικές αξίες. Και ας μη μας γελούν οι λέξεις: δεν πρόκειται για καταστροφή με την έννοια της αναπόφευκτης συμφοράς που ενσκήπτει στην ανθρωπότητα από δυνάμεις ανώτερες, ούτε βέβαια τυχαίο γεγονός. Πρόκειται για ένα έγκλημα με βαθιές ιδεολογικές ρίζες που απεργάστηκαν άνθρωποι εναντίον άλλων ανθρώπων και εναντίον του ανθρώπινου πολιτισμού εν γένει. Πρόκειται για ένα έγκλημα προσδιορισμένο ιστορικά, που ωστόσο οι αιτίες του είναι τόσο βαθιά ριζωμένες στον πολιτισμό μας, που δεν επιτρέπει εφησυχασμό. Αντίθετα καλεί σε διαρκή επαγρύπνηση.

Δεν υπάρχει πιστεύω σήμερα πολίτης με δημοκρατική συνείδηση, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη ή τον κόσμο, που δεν αντιλαμβάνεται με όλο το είναι του, τι σημαίνει η συστηματική εξόντωση των 6.000.000 Εβραίων που θεωρήθηκαν «ανθρώπινα σκουπίδια» και «παράσιτα». Τα 2/3 των Εβραίων της Ευρώπης έχασαν τη ζωή τους στο Ολοκαύτωμα. Και μαζί τους πολλοί Ρομά, πολλοί αριστεροί, πολλοί ομοφυλόφιλοι. Αριθμός ασύλληπτος. Δεν υπάρχει δημοκρατικός πολίτης που δεν συγκλονίζεται από την ιδέα ότι είναι δυνατόν άνθρωποι να σχεδιάσουν για τους ανθρώπους παρόμοια φρίκη, που δεν τον στοιχειώνουν ακόμη οι καμινάδες των κρεματορίων του Μπίρκεναου και που δεν ανατριχιάζει στη σκέψη ότι αν εφησυχάσουμε, αν θεωρήσουμε ότι όλα αυτά ανήκουν πια στο παρελθόν, ο φασισμός παραμονεύει.

Κυρίες και κύριοι,

Σαν σήμερα, το 1945 απελευθερώθηκε το Άουσβιτς από τα στρατεύματα της Σοβιετικής Ένωσης. Οι ελάχιστοι επιζήσαντες που βρέθηκαν στο στρατόπεδο, ζωντανοί σκελετοί με χαμένη την ικμάδα της ζωής, ήταν η απόδειξη του τι είχε συμβεί στους 1.000.000 Εβραίους που έχασαν τη ζωή τους μόνο στο στρατόπεδο αυτό. Το σχέδιο ήταν να μη μείνει κανένας μάρτυρας για να πει τι είχε συμβεί. Αυτό το νόημα είχε η «Τελική Λύση» και αυτό το νόημα είχε και η εσπευσμένη μεταφορά των 58.000 κρατουμένων σε στρατόπεδα στο εσωτερικό της Γερμανίας, όταν πια ήταν φανερό ότι η είσοδος των συμμαχικών στρατευμάτων ήταν θέμα ωρών. Δεν έπρεπε να επιζήσει κανείς για να περιγράψει τη φρίκη. Το Ολοκαύτωμα αφορούσε κυρίως τους Εβραίους, αλλά όχι μόνο. Στο Ολοκαύτωμα θυσιάστηκαν όλοι όσοι δεν χωρούσαν στο πρότυπο του ανθρώπου που είχε διαμορφώσει ο ναζισμός – ένα πρότυπο όμως στο οποίο προσυπέγραψαν με ενεργό συμμετοχή ή σιωπηρή ανοχή ολόκληρες κοινωνίες.

Το Ολοκαύτωμα δεν είχε μόνο θύματα. Είχε και αυτουργούς – φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς. Το Ολοκαύτωμα είναι έργο όσων το συνέλαβαν ως ιδέα αλλά και όσων το εκτέλεσαν, βήμα το βήμα. Είναι όμοια έργο των διοικητών, των γιατρών και των φυλάκων στα στρατόπεδα εξόντωσης, των προμηθευτών των Ζyclon b ακόμη και των οδηγών των τρένων του θανάτου. Αλλά είναι όμοια έργο και της κοινωνίας που ανέχθηκε το έγκλημα να συμβαίνει δίπλα της, χωρίς να αντιδρά, πολλές φορές και χωρίς να θέλει να αντιλαμβάνεται – όχι από άγνοια, αλλά από ανοχή.

Η σιωπή όπως τότε, έτσι και σήμερα ενάντια σε φαινόμενα ρατσισμού είναι συνενοχή.

Το Ολοκαύτωμα είναι έργο συλλογικοτήτων που λειτούργησαν σαν καλοκουρδισμένες μηχανές, όπου όλα τα μέλη, καθένα χωριστά εκτελούσε με ευσυνειδησία και υπευθυνότητα το ρόλο που του αναλογούσε. Αυτή η συλλογική ενοχή βάραινε για πολλές δεκαετίες τη γερμανική κοινωνία – ενοχή που στην αρχή συνοδεύτηκε με σιωπή απέναντι σε ένα εξαιρετικά περίπλοκο παρελθόν. Όμως, αυτή η κοινωνία κατάφερε και είδε κατάματα το παρελθόν της, όταν ιστορικοί, διανοοούμενοι και εκπαιδευτικοί άρχισαν να παίζουν ένα πρωταγωνιστικό ρόλο στην συζήτηση για να ξεπεραστεί αυτή η αδιέξοδη κατάσταση.

Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή. Γιατί το να αποδώσει κανείς το Ολοκαύτωμα σε εθνικές ιδιαιτερότητες δημιουργεί ολέθριο εφησυχασμό, αφού δεν επιτρέπει την επαγρύπνηση απέναντι στην πιθανότητα επανάληψής του. Αυτό που προέχει είναι να στοχαστούμε πάνω στο πώς στάθηκε δυνατό να συμβεί το Ολοκαύτωμα, να συμβεί στο Ολοκαύτωμα στην καρδιά της Ευρώπης, να ανιχνεύσουμε πώς το κακό εκδηλώνεται και γιγαντώνεται στην ανθρώπινη ύπαρξη όχι ως κάτι εξαιρετικό και απρόβλεπτο, αλλά ως σταδιακή, ανεπαίσθητη σχεδόν απόκριση σε κοινωνικές και πολιτικές συγκυρίες.

Ολοκαύτωμα δεν θα υπήρχε χωρίς τη ναζιστική ιδεολογία. Ο ναζισμός ωστόσο είναι γέννημα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, και αυτό δεν έχουμε το δικαίωμα να συνεχίσουμε να το παραβλέπουμε, πιστεύοντας πως με τον τρόπο αυτό ξορκίζουμε το κακό. Ο φασισμός και ο ναζισμός πήρε σάρκα από τη σάρκα της Ευρώπης. Όλα τα ιδεολογικά του υπόβαθρα – η φυλετική ιδεολογία, ο αντισημιτισμός, η ευγονική, ο κρατικός συγκεντρωτισμός – υπήρχαν και καλλιεργούνταν συστηματικά πολύ πριν την εμφάνισή τους ως πολιτικές ιδεολογίες, πολλώ δε μάλλον πριν την επικράτησή του φασισμού. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί στοχαστές αναρωτήθηκαν αν η κληρονομιά του Διαφωτισμού μετέτρεψε τη γνώση σε μέσο όχι απελευθέρωσης, αλλά ελέγχου και χειραγώγησης. Αναρωτήθηκαν αν η κληρονομιά αυτή είχε μέσα της τα σπέρματα της απόλυτης άρνησης του ανθρωπισμού που ήταν το Ολοκαύτωμα. Κια ο Theodor Adorno την ίδια εποχή, αναρωτήθηκε αν το να γράφεις ποιήση μετά το Auschwitz είναι κάτι το βάρβαρο, σηματοδωτόντας έστι την τραγική αμηχανία πολλών διανοουμένων που είχαν πιστέψει τόσο βαθειά στην Ευρώπη και τα ιδεώδη της.

Είναι κρίσιμο να τα θυμόμαστε όλα αυτά, ιδιαίτερα στη συγκυρία στην οποία βρισκόμαστε. Μια συγκυρία κατά την οποία βλέπουμε φασιστικές και νεοναζιστικές ομάδες να βγαίνουν από την αφάνεια και τη ρητορική του μίσους να διαχέεται και πέρα από αυτές, σε ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας. Ας μην υποτιμούμε την επικινδυνότητα μιας τέτοιας ρητορικής. Το Ολοκαύτωμα δεν ξεκίνησε από τα κρεματόρια – κατέληξε σε αυτά. Ξεκίνησε από μια ρητορική μίσους. Ρητορική που θεωρούσε ότι η ζωή των αναπήρων δεν είναι ζωή που αξίζει κανείς να ζει. Ρητορική που υποστήριζε ότι έχουμε υποχρέωση να ελέγχουμε την αναπαραγωγή για τη δημιουργία «υγιών ανθρώπων». Ρητορική που θεωρούσε τους Εβραίους «παράσιτα», μολυσματικούς για την κοινωνία. Αυτό είναι το πιο κρίσιμο χαρακτηριστικό του φασισμού: το να ιεραρχεί τους ανθρώπους σε κατηγορίες, το να υποβιβάζει ανθρώπους σε όντα κατώτερα της ανθρωπινότητας, το να θεωρεί ότι κάποιες ζωές δεν είναι αξιοβίωτες. Και το σημαντικότερο: με αυτά τα φαινόμενα, όχι μόνο δεν έχουμε τελειώσει, αλλά τα βλέπουμε ολοζώντανα να ξεδιπλώνονται δίπλα μας.

Κυρίες και κύριοι,

Το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων θεωρεί ότι έχει διπλή υποχρέωση απέναντι σε τούτη τη μέρα: από τη μια μεριά να ενθαρρύνει την καλλιέργεια της ιστορικής μνήμης γύρω από τις συνθήκες που γέννησαν το Ολοκαύτωμα, αυτής της πιο σκοτεινής σελίδας της ευρωπαϊκής ιστορίας αλλά και της δικής μας, της ελληνικής ιστορίας, γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε τις πολυάριθμες εβραϊκές κοινότητες που αφανίστηκαν από τις πόλεις μας. Λέμε συχνά πως επιθυμούμε οι μαθητές μας να αναπτύξουν κριτική, ιστορική σκέψη. Είναι ένας στόχος που πρέπει να πάψει να είναι κενός λόγος, γιατί η κριτική σκέψη δεν είναι απλά ένα ακόμη χαρακτηριστικό μιας δημοκρατικής παιδείας. Αποτελεί το θεμελιώδες χαρακτηριστικό πολιτών με δημοκρατική συνείδηση που θωρακίζει από φανατισμούς, και η ανοιχτή συζήτηση στα σχολεία διαλύει τις προκαταλήψεις. Και θα είχαμε εδώ να πάρουμε παράδειγμα σπουδαίο από το πώς η γερμανική κοινωνία, τις δεκαετίες που ακολούθησαν τις φρικτές αποκαλύψεις, αναζήτησε τρόπους για να συζητήσει ανοιχτά, δημόσια, το τι είχε συμβεί στο πρόσφατο παρελθόν της. Όμως από μόνη της η ιστορική γνώση δεν επαρκεί. Εδώ εντοπίζουμε την δεύτερη υποχρέωση του Υπουργείου – στην εκπαίδευση δηλαδή πολιτών με οξυμένα δημοκρατικά αντανακλαστικά. Δεν είναι δυνατόν να μεταφέρουμε στα παιδιά μας μία φρίκη αυτού του βάθους. Μπορούμε όμως να καλλιεργήσουμε την ενσυναίσθηση απέναντι στον πόνο του άλλου, απέναντι στη στέρηση βασικών δικαιωμάτων, μπορούμε να παροτρύνουμε τους μαθητές μας να μπουν στη θέση του πιο αδύναμου, μπορούμε να τους εκπαιδεύσουμε στο να αναγνωρίζουν τα πρώιμα στάδια του εκφασισμού στη δική τους, σχολική κοινωνία, μπορούμε να αναδείξουμε την ανοχή στη διαφορετικότητα σε αξία. Και τέλος, οφείλουμε να θυμίζουμε σε όλους όσους εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία πως η δημοκρατία κατακτιέται ή χάνεται κάθε μέρα.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Στα σχολεία μας σήμερα ένα δίωρο είναι αφιερωμένο στη μνήμη και την κατανόηση του Ολοκαυτώματος. Ένα δίωρο είναι αφιερωμένο στη θωράκιση της δημοκρατίας και των ανθρωπιστικών ιδανικών μας. Οι καιροί δεν αφήνουν περιθώρια για εφησυχασμό. Οι προκλήσεις που απαιτούν να αποδεικνύουμε έμπρακτα την αντίθεσή μας απέναντι στην αδιαφορία που επέτρεψε το Ολοκαύτωμα όλο και πληθαίνουν. Ας φροντίσουμε, από τούτη εδώ τη Βουλή, να δώσουμε το παράδειγμα συνεχούς προάσπισης της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού, των φωτεινών όψεων της ευρωπαϊκής μας παράδοσης, όχι μόνο με αναφορές στο παρελθόν, αλλά κυρίως κοιτώντας με εντιμότητα το μέλλον και αποφασίζοντας όχι με γνώμονα μόνο το πρόσκαιρα συμφέρον αλλά το μακροπρόθεσμα και ουσιαστικά ωφέλιμο.