– Με έκπληξη, αλλά και εύλογο προβληματισμό παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες την εντατική προσπάθεια συγκεκριμένων συντεχνιακών ομάδων να συσκοτίσουν και να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα για ένα εξαιρετικά ευαίσθητο ζήτημα Παιδείας που αφορά το σύνολο της κοινωνίας.

 

Ποντάροντας στη δοκιμασμένη τακτική του «εύκολου», μικροκομματικού λόγου, επιχειρούν να πείσουν χιλιάδες πολίτες ότι αυτό που θεωρείται αυτονόητο τόσο για την επιστημονική κοινότητα όσο και για όλα τα προηγμένα εκπαιδευτικά συστήματα, δηλαδή η υποχρεωτική προσχολική αγωγή υπό την αιγίδα των εκπαιδευτικών αρχών της πολιτείας, είναι λανθασμένο και επικίνδυνο.

Δεν θα σταθούμε στην ακαδημαϊκή πλευρά του ζητήματος. Οποιοσδήποτε έχει στοιχειώδη επαφή με τις σύγχρονες παιδαγωγικές και εξελικτικές/ψυχολογικές θεωρίες, γνωρίζει πως η ηλικία των 4 ετών αποτελεί ορόσημο για την ένταξη του παιδιού στο , σε μια οργανωμένη μονάδα που μπορεί να μην έχει την αυστηρή δομή που ισχύει για την υπόλοιπη τυπική εκπαίδευση, αλλά αποτελεί το πρώτο συστηματικό σχολικό περιβάλλον του παιδιού υπό την επίβλεψη άρτια καταρτισμένων λειτουργών της εκπαίδευσης. Η καθυστερημένη ένταξη των παιδιών σε περιβάλλον Νηπιαγωγείου στη χώρα μας έχει δυσμενέστατες κοινωνικές και εκπαιδευτικές συνέπειες. Στερεί μεγάλο κομμάτι νηπίων, κυρίως από τις τάξεις των μη προνομιούχων, από την πρόσληψη κρίσιμου μορφωτικού/πολιτισμικού κεφαλαίου, με αποτέλεσμα οι ανισότητες να διευρύνονται σχεδόν από την αφετηρία της ζωής των παιδιών. Επιπλέον, χιλιάδες οικογένειες αιμορραγούν καταβάλλοντας υπέρογκα δίδακτρα για υπηρεσίες που θα έπρεπε να προσφέρει εδώ και δεκαετίες η πολιτεία.

Προκαλούν, επομένως, οργή οι παρεμβάσεις διαφόρων παραγόντων επιχειρηματικής και πολιτικής (κυρίως αυτοδιοικητικής) εξουσίας που μπροστά στο φόβο της απώλειας κερδών, ή του πολιτικού ελέγχου σε ένα κομμάτι πολιτών, αντιστέκονται λυσσαλέα στον απαραίτητο εκσυγχρονισμό της προσχολικής αγωγής. Είναι ακόμη πιο εξοργιστική και βαθιά υποκριτική η χρησιμοποίηση των εργαζόμενων σε προνηπιακούς σταθμούς ως ασπίδα με το πρόσχημα της απώλειας των θέσεών τους, αν η διάταξη του Υπουργείου εφαρμοστεί. Είχαν, άραγε, την ίδια ευαισθησία, όταν τους άφηναν απλήρωτους επί μήνες, ή τους κατέβαλαν μισθούς πείνας; Δεν γνωρίζει κάθε πολίτης, κάθε γονιός, ότι με μια τροποποίηση των εισοδηματικών κριτηρίων, με μια ορθολογική διάρθρωση και οργάνωση των παιδικών σταθμών όχι μόνο δεν θα χαθούν θέσεις, αλλά θα δημιουργηθούν κι άλλες;

Σαφώς και η Ομοσπονδία μας θεωρεί πως θα έπρεπε η Πολιτεία να κινηθεί ταχύτερα και πιο οργανωμένα για το σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτής της επέκτασης της υποχρεωτικότητας στην προσχολική αγωγή. Οφείλουμε όμως να αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για μια αναμφίβολα θετική ενέργεια. Κάθε πολίτης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε δημόσιες, ποιοτικές υπηρεσίες προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης. Βεβαίως, δήμοι και ιδιώτες θα μπορούν να καλύπτουν τυχόν κενά του δημόσιου συστήματος, όμως υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας και με συγκεκριμένες προϋποθέσεις για τους εκπαιδευτικούς (να είναι απόφοιτοι πανεπιστημικακού τμήματος, να έχουν διοριστήριο από το Υπουργείο Παιδείας και να αμείβονται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που προβλέπονται για τους νηπιαγωγούς του δημόσιου σχολείου).

Κάποια στιγμή θα πρέπει όλοι να αντιληφθούμε ότι η όποια συντεχνιακή επιδίωξη έπεται του δημόσιου συμφέροντος, του κοινωνικού καλού, ιδίως δε, όταν πρόκειται για ζητήματα Παιδείας. Αποστολή όλων μας, πολιτικών θεσμών και προσώπων και κοινωνικών φορέων θα πρέπει να είναι ο εκσυγχρονισμός του εκπαιδευτικού συστήματος και η γεφύρωση των κοινωνικών και των εκπαιδευτικών ανισοτήτων. Η καθιέρωση υποχρεωτικής δίχρονης προσχολικής αγωγής αποτελεί σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.