Το τον Ιούνιο, δρομολογεί την υιοθέτηση νόμου για την ενοποίηση και εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας που αφορά στο γυμνάσιο, για την εκπαίδευση των ενηλίκων, αλλά και για την αυτό-αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων και αξιολόγηση στελεχών της εκπαίδευσης, τα νέα κριτήρια επιλογής προσωπικού και υπεύθυνων δομών και νέα ορθολογική κατανομή τους ανά Διεύθυνση Εκπαίδευσης.

Τον Αύγουστο του 2017, αναμένεται ο νόμος για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ μέχρι τις 31 του ίδιου μήνα, το υπουργείο έχει θέσει χρονικό όριο για την ολοκλήρωση των απαραίτητων ενεργειών για την τοποθέτηση μόνιμων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών.

Προσχολική αγωγή

Στην Ελλάδα, η προσχολική εκπαίδευση έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Από το σχολικό έτος 2016-2017, όλα τα νηπιαγωγεία στην Ελλάδα λειτουργούν με βάση το πρότυπο ενός ενιαίου, ολοήμερου προγράμματος. Για πρώτη φορά, 13.373 μονάδες προσχολικής αγωγής έχουν ήδη ένα θεσμικά καθορισμένο διδακτικό πρόγραμμα, όπως όλα τα άλλα σχολεία, και οι εγγραφές των νηπίων θα γίνονται στο εξής τον Μάιο, έτσι ώστε το Υπουργείο να προγραμματίζει έγκαιρα τις ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό.

Το ενιαίο ολοήμερο πρόγραμμα για την προσχολική αγωγή θα προσφέρει ίσες ευκαιρίες μάθησης σε όλα τα νηπιαγωγεία, περιορίζοντας τις διαφορές τους και συνεπώς μειώνοντας τις ανισότητες ανάμεσα στις σχολικές  μονάδες που λειτουργούν με δύο διαφορετικές τάξεις και δύο διαφορετικά προγράμματα.

Ο περαιτέρω προγραμματισμός περιλαμβάνει:

– Βελτίωση της προσχολικής εκπαίδευσης μέσω της συνεχιζόμενης κατάρτισης και, με βάση την κατάλληλη συγκριτική αξιολόγηση των αναγκών σε πόρους, το διορισμό εκπαιδευτικών στα νηπιαγωγεία.
– Εκτίμηση της ενδεχόμενης ανάγκης επέκτασης της προσχολικής αγωγής με την προσθήκη ενός ακόμη έτους φοίτησης.
– Εκτίμηση των ωφελειών της σταδιακής μείωσης  του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα στα 20 προνήπια/βρέφη ανά εκπαιδευτικό, με βάση τις διεθνείς πρακτικές.
– Μεταρρύθμιση των αναλυτικών προγραμμάτων με έμφαση στη διαφοροποιημένη παιδαγωγική (εκπαίδευση προσφύγων, μετανάστες, ευπαθείς κοινωνικές ομάδες).
– Αποτίμηση του ενιαίου ολοήμερου προγράμματος στη προσχολική αγωγή και διορθωτικές παρεμβάσεις για την απαλοιφή δυσλειτουργιών που πιθανώς παρατηρηθούν.

ΙΙ. Δημοτικό σχολείο

Στο δημοτικό σχολείο έχουν ήδη γίνει μεταρρυθμίσεις, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι η συστηματική εισαγωγή του προτύπου ενός ενιαίου, ολοήμερου σχολείου.  Το νέο ενιαίο, ολοήμερο δημοτικό σχολείο διατηρεί τα θετικά χαρακτηριστικά του Ενιαίου Αναμορφωμένου Εκπαιδευτικού Προγράμματος (ΕΑΕΠ)  και επεκτείνεται πλέον σε όλα τα σχολεία με τέσσερις ή περισσότερες τάξεις (3555 σχολεία), συγκριτικά με τα 1.337 σχολεία στα οποία  εφαρμοζόταν πριν.

Τα επόμενα βήματα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι τα ακόλουθα:

Σχεδιασμός του θεσμικού πλαισίου για την επέκταση του ενιαίου, ολοήμερου προγράμματος σε άλλα περίπου 700 σχολεία, μονοθέσια, διθέσια και τριθέσια (θα σχεδιαστεί το εκπαιδευτικό έτος 2016-2017 και θα εφαρμοστεί το 2017-2018).
Βελτίωση του προγράμματος που θα υλοποιείται κατά τις απογευματινές ώρες, με τον διορισμό ενός επόπτη σε κάθε σχολική μονάδα.

Αλλαγή της μεθόδου αξιολόγησης των μαθητών με βάση μια περιγραφική ποιοτική – μέθοδο, που θα ανατροφοδοτείται από τον μαθητή και θα ενισχύει τη συνεργατικότητα,

Εφαρμογή της ευέλικτης ζώνης σε όλα τα δημοτικά σχολεία, με την εισαγωγή διεπιστημονικών εργασιών σε όλα τα μαθήματα.
Αξιολόγηση του πεδίου εφαρμογής ενός προγράμματος σχολικών συγχωνεύσεων προκειμένου να διευκολυνθεί η σταδιακή μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη.

Η περαιτέρω εκπαίδευση των εκπαιδευτικών αποτελεί προτεραιότητα και διαρκή ανάγκη, η οποία θα πρέπει να ενταχθεί στο «εθνικό σύστημα διαρκούς επιμόρφωσης». Το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής θα ολοκληρώσει την προετοιμασία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που θα χρηματοδοτηθούν από το ΕΣΠΑ.

Δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχουν μετατραπεί σε «εξεταστικά κέντρα», υποβαθμίζοντας σταδιακά την παιδαγωγική και εκπαιδευτική τους δυναμική. Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση έχει υποκατασταθεί από τη σκιώδη εκπαίδευση (φροντιστήρια), γεγονός που υπονομεύει την καθεαυτό εκπαιδευτική διαδικασία. Οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης ήταν μάλλον καταστροφικές για τις μεγαλύτερες τάξεις του Λυκείου. Το πρόβλημα αυτό δεν είναι όμως μόνο εκπαιδευτικό, αλλά και βαθύτατα κοινωνικό.

Η αναδιοργάνωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στοχεύει στην αναβάθμιση του εκπαιδευτικού της ρόλου, της αυτονομίας της και της ανεξαρτησίας κάθε βαθμίδας, έτσι ώστε να προσφέρει τα μέγιστα εκπαιδευτικά οφέλη στους μαθητές. Η μεταρρύθμιση του Γυμνασίου θέτει τις βάσεις για μια πιο διεισδυτική και πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση των μαθητών, απαλλαγμένη από τον αυστηρό εξετασιοκρατικό χαρακτήρα. Η δημιουργία μια αυτόνομης βαθμίδας ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Λύκειο) θα προετοιμάσει τους μαθητές για την είσοδό τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δίνοντας τους όλα τα απαραίτητα εφόδια, χωρίς ωστόσο να αναιρεί τον αυτόνομο εκπαιδευτικό ρόλο του σχολείου. Η αυτονομία του Λυκείου ως εκπαιδευτική βαθμίδα θα πρέπει να υπογραμμιστεί.

Για να επιτύχουν όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, προϋπόθεση αποτελεί η ενίσχυση της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, καθώς και η αναβάθμιση της θέσης της στην ελληνική κοινωνία. Αυτό θα καταστήσει την επαγγελματική εκπαίδευση  ελκυστικότερη και θα αυξήσει τον αριθμό των μαθητών.

Σημαντικό στοιχείο της όλης προσπάθειας είναι η συνεχής κατάρτιση του εκπαιδευτικού προσωπικού και η ανάπτυξη του απαραίτητου θεσμικού πλαισίου.

Επιπρόσθετα, η βελτίωση της βασικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών και η περαιτέρω κατάρτισή τους θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην όλη προσπάθεια. Με αυτό τον σκοπό έχει συγκροτηθεί μια επιτροπή, αποτελούμενη από εμπειρογνώμονες του Υπουργείου και πανεπιστημιακούς, η οποία θα οργανώσει τη βασική κατάρτιση των εκπαιδευτικών της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Τα πορίσματά της αναμένονται.

Ι. Το Νέο Γυμνάσιο

Δύο τετράμηνα αντί των τριών τριμήνων. Με αυτόν τον τρόπο, κατανέμονται καλύτερα οι εξεταστικές περίοδοι στη διάρκεια του σχολικού έτους, θα μειωθεί το βάρος των εξετάσεων και θα υπάρξει περισσότερος χρόνος για ποιοτική διδασκαλία.
Η διδασκαλία θα ολοκληρώνεται στο εξής στις 31 Μαίου (αντί για τα μέσα Μαϊου) και οι εξετάσεις θα γίνονται τον Ιούνιο σε 4 μαθήματα (επί του παρόντος: Νέα ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία, Ιστορία, Φυσική και Μαθηματικά). Σύντομα, ένα πιο ορθολογικό πρόγραμμα που θα σέβεται τόσο τον αριθμό των μαθημάτων όσο και τις ώρες της διδασκαλίας τους θα αρχίσει να θεσμοθετείται σταδιακά στα σχολεία, αντί για την πληθώρα των μαθημάτων που εξετάζονται στο υπάρχον σύστημα (12-14). Ταυτόχρονα, το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, έχει συγκροτήσει επιτροπές για τον εξορθολογισμό των αναλυτικών προγραμμάτων.

Προβλέπεται η ενισχυτική διδασκαλία μετά το τέλος των προαγωγικών εξετάσεων για τους μαθητές που δεν συγκέντρωσαν προβιβάσιμο βαθμό σε ένα ή περισσότερα μαθήματα.

Τρεις διδακτικές ώρες (ελεύθερη επιλογή) θα μπορούν να διατεθούν από τους διδάσκοντες κατά βούληση με ποικίλους τρόπους (δημιουργική απασχόληση, ενισχυτική διδασκαλία, συνελεύσεις καθηγητών). Ταυτόχρονα, θα επιδιωχθεί η  αναβάθμιση των βιωματικών δράσεων και των συνθετικών εργασιών.

Πιλοτική εφαρμογή της περιγραφικής αξιολόγησης των μαθητών παράλληλα με το υπάρχον αριθμητικό σύστημα.

ΙΙ Νέο Λύκειο και εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση

Το σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια βασίζεται στις , ένα σύστημα που με τα χρόνια έχει κερδίσει τη συναίνεση της κοινωνίας ως λειτουργικό και μάλλον αδιάβλητο . Το σύστημα αυτό, ωστόσο, έχει εξαντλήσει  τις ωφέλιμες δυνατότητές του και παίζει ελάχιστο παιδαγωγικό και εκπαιδευτικό ρόλο, αφού δεν μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι μαθητές θα σπουδάσουν το αντικείμενο που τους ενδιαφέρει πραγματικά. Μια από τις πολλές αρνητικές επιπτώσεις του είναι επίσης ότι σταδιακά υπονόμευσε (έως και ακύρωσε) την εκπαιδευτική διαδικασία στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου και σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι παρακολουθούν φροντιστηριακά μαθήματα έξω από το σχολείο και μελετούν αποκλειστικά τα μαθήματα που εξετάζονται για την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ.

Προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι να αναβαθμίσει το Λύκειο και να αποκαταστήσει την ενδεδειγμένη λειτουργία του και τον παιδαγωγικό του ρόλο. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εισαγωγικές εξετάσεις όπως ισχύουν αυτή την στιγμή θα καταργηθούν και η εισαγωγή στα ΑΕΙ θα γίνεται με βάση την επίδοση στο Λύκειο. Η εφαρμογή αυτής της μεταρρύθμισης προϋποθέτει ριζικές αλλαγές στα ΑΕΙ, που θα πρέπει να προγραμματιστούν παράλληλα με τις αλλαγές στο Λύκειο.

Πριν την κατάργηση της σημερινής μορφής των  θα πρέπει να έχουν αναλυθεί διεξοδικά τα προβλήματα της σημερινής κατάστασης, να έχουν αποτιμηθεί οι προτάσεις του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία καθώς και η σχετική ευρωπαϊκή εμπειρία. Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα εκτενούς διαλόγου με ειδικούς και το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας. Θα πρέπει επίσης να υπάρξει όσο το δυνατόν ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συναίνεση καθώς και μια μεταβατική περίοδος μέχρι την πλήρη ανάπτυξη της μεταρρύθμισης. Το έργο αυτό το έχει αναλάβει η Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.

Επόμενα βήματα στο πεδίο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

Το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων σχεδιάζει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στόχος είναι να εξορθολογιστεί το παρόν σύστημα, ώστε να μεγιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητά του. Στο επίκεντρο της προσπάθειας βρίσκεται η διασφάλιση της παιδαγωγικής αυτονομίας της σχολικής μονάδας, η απαλλαγή της από το βάρος της γραφειοκρατίας και η αυτοξιολόγηση του έργου της σχολικής μονάδας – επιλογές που βρίσκονται στο πνεύμα των προσεγγίσεων του ΟΟΣΑ. Η διαρκής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών έχει θεμελιώδη σημασία, προκειμένου να επιτευχθούν οι μεταρρυθμίσεις που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας.

Ακολουθούν μερικές πρωτοβουλίες που προβλέπει το τριετές σχέδιο:

– Δημιουργία μιας επιτροπής που θα παρακολουθεί την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
– Αναβάθμιση των επιτροπών αξιολόγησης για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
– Εισαγωγή διαδικασιών αξιολόγησης των διευθυντών και των στελεχών εκπαίδευσης, μαζί με μια σειρά από σεμινάρια που θα λειτουργούν υποστηρικτικά, στο νέο πνεύμα που θα διέπει τα σχολεία.
– Εισαγωγή της αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών δομών το σχολικό έτος 2017-2018, με στόχο να δημιουργηθεί μια κουλτούρα συνεργατικού προγραμματισμού, αναστοχασμού και αποτίμησης των εκπαιδευτικών δράσεων που εφαρμόστηκαν, στην κατεύθυνση της βελτίωσης της ποιότητάς τους. Οριστικοποίηση των δεικτών προστιθέμενης αξίας κατά το σχολικό έτος 2018-2019.
– Δημιουργία Κεντρικής Υποστηρικτικής Δομής της Εκπαιδευτικής Κοινότητας, η οποία θα προβαίνει σε ετήσιο προγραμματισμό, αποτίμηση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους και της εφαρμογής τους στο τέλος της σχολικής χρονιάς, καθώς και της ορθολογικής στελέχωσης των σχολείων.
– Επανασχεδιασμός της μεθόδου σχεδιασμού και υλοποίησης των αλλαγών που αφορούν το εκπαιδευτικό προσωπικό (δηλ. μεταθέσεις, αποσπάσεις, συνταξιοδοτήσεις), για τη σωστή λειτουργία του σχολείου από την αρχή του σχολικού έτους. Σκοπός είναι να προετοιμαστεί ένα πληροφορικό σύστημα που θα ελαχιστοποιεί τη γραφειοκρατία και θα καθιστά τη διαδικασία διαφανή και αντικειμενική.

Συνένωση των ειδικοτήτων / τομέων των εκπαιδευτικών.

– Ήδη πραγματοποιούνται σεμινάρια για τους εκπαιδευτικούς, προκειμένου να υποστηριχθούν οι αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί στο περιεχόμενο και τις μεθόδους διδασκαλίας.
– Εκπαίδευση εκπαιδευτικών είτε από απόσταση είτε μεικτή (Μοντέλο Μείζονος Προγράμματος Επιμόρφωσης ). Προτεραιότητα έχει ήδη δοθεί σε μεθόδους διδασκαλίας-αξιολόγησης (μέθοδοι συνεργατικής διδασκαλίας, μάθηση βασισμένη στην έρευνα, διαφοροποιημένη διδασκαλία, ουσιαστική επίλυση προβλημάτων, projects, περιγραφική και διαμορφωτική αξιολόγηση).

– Αναθεώρηση του υλικού που σχετίζεται με τα αναλυτικά προγράμματα. Ανανέωση / ριζική αναμόρφωση των σχολικών εγχειριδίων.
Δημιουργία πιλοτικού προγράμματος για τα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, σύμφωνα με το οποίο τα καλλιτεχνικά μαθήματα θα διδάσκονται για περισσότερες ώρες από τις όσες προβλέπονταν ως τώρα και επιπλέον θα συμπεριλαμβάνεται η διδασκαλία άλλων τεχνών στο αναλυτικό πρόγραμμα, (όπως θέατρο / πολυμέσα, οπτικοακουστική έκφραση, χορός, δημιουργική ανάγνωση / γραφή κλπ.).
– Ενίσχυση των πειραματικών σχολείων, ώστε να υποστηρίξουν την αναβάθμιση των γενικών σχολείων και να διερευνηθούν τρόποι για τη μεγαλύτερη αυτονομία  των συγκεκριμένων μονάδων.
Δημιουργία πρότασης / πλαισίου για την ένταξη παιδιών που ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες προσφύγων και μεταναστών στο εκπαιδευτικό σύστημα. Λήψη κατάλληλων μέτρων για την προώθηση της κοινωνικής αλληλεγγύης ως σημείο αναφοράς στην εκπαιδευτική διαδικασία.

– Αναβάθμιση της ειδικής αγωγής με τη θέσπιση εσωτερικών κανονιστικών διαδικασιών για τα σχολεία Ειδικής Αγωγής, τα Τμήματα Ενσωμάτωσης, την Επιτροπή Διαγνωστικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης, τη Διαφορική Διάγνωση, τα Κέντρα Αξιολόγησης και Υποστήριξης για Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες κλπ., καθώς και για τα καθήκοντα των εκπαιδευτικών και άλλων εξειδικευμένων στελεχών που εργάζονται σε δομές ειδικής αγωγής και για τα καθήκοντα των σχολικών συμβούλων, με την προοπτική να επαναπροσδιοριστεί ο ρόλος των δύο (2) καθηγητών (ενός γενικού και ενός ειδικού) στην τάξη και να αναπτυχθούν συνεργατικές πρακτικές. Διεπιστημονική προσέγγιση της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης σε συνεργατικό πλαίσιο (συνεργασία ειδικών, Διαφορική Διάγνωση, Κέντρα Αξιολόγησης και Υποστήριξης, Επιτροπή Διαγνωστικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης κλπ.).

Εφαρμογή του ενιαίου κύκλου μαθημάτων πληροφορικής από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού έως το τελευταίο έτος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με τη δημιουργία μιας δομής δικτύου υψηλής ποιότητας στα σχολεία.
Διεύρυνση βιβλιοθηκών και στα δημοτικά σχολεία. Αναβάθμιση των βιβλιοθηκών που υπάρχουν ήδη, άνοιγμά τους τοπική κοινότητα και δημιουργία ενός δικτύου βιβλιοθηκών που θα συνδέονται με όλα τα σχολεία της Ελλάδας, προκειμένου να ενισχυθεί το ψηφιακό περιβάλλον μάθησης.

Επαγγελματική Εκπαίδευση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

Η επαγγελματική εκπαίδευση και η εκπαίδευση ενηλίκων αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του εκπαιδευτικού συστήματος και διαδραματίζουν διττό ρόλο: Αφενός, ενισχύουν την ικανότητα και επιτρέπουν στους νέους αποφοίτους και ενήλικες να ανταποκριθούν στις νέες προκλήσεις που εμφανίζονται στην αγορά εργασίας. Από την άλλη πλευρά, μετριάζουν τις κοινωνικές ανισότητες και εξισορροπούν τη μαθησιακή διαδικασία. Όπως ορίζεται στο Εθνικό Στρατηγικό Πλαίσιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση, το υπάρχον σύστημα πρέπει και θα βελτιωθεί σε όλα τα επίπεδα. Οι ειδικές διατάξεις και τα άμεσα μέτρα περιλαμβάνουν:

• Καθιέρωση ενός νέου συστήματος για την επαγγελματική εκπαίδευση. Η εθνική και τεχνική επιτροπή που προβλέπεται στο πρόγραμμα-πλαίσιο θα τεθεί σε εφαρμογή το 2017.

• Έναρξη του πιλοτικού προγράμματος «Μια νέα αρχή για το ΕΠΑΛ» τον Σεπτέμβριο του 2017.

• Εισαγωγή νέων προγραμμάτων σπουδών και οδηγών σπουδών στο ΕΠΑΛ / IEK το 2017.

• Καθορισμός κανόνων για την ενίσχυση της κινητικότητας των πτυχιούχων ΕΠΑΛ / ΙΕΚ και διευκόλυνση της πρόσβασης στα ΑΕΙ. Αναβάθμιση του καθεστώτος των ΙΕΚ μέσω της συνεργασίας με τα ΑΕΙ στο πλαίσιο του Ενιαίου Χώρου για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα.

• Παρακολούθηση της μετάβασης των αποφοίτων ΕΠΑΛ / ΙΕΚ στην αγορά εργασίας από το Υπουργείο Παιδείας και το Εθνικό Συμβούλιο για την Εκπαίδευση και την Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, αρχής γενομένης από το 2017.

• Δημιουργία νέων θέσεων μαθητείας για αποφοίτους ΕΠΑΛ (20% μέχρι το 2017-2018 και στόχος 33% μέχρι το 2019-2020).

• Σχεδιασμός της αυτοχρηματοδοτούμενης επέκτασης των προγραμμάτων εκπαίδευσης ενηλίκων, σε συνεργασία με τους δήμους, τα Πανεπιστήμια και τα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τους κοινωνικούς εταίρους και τις κοινωφελείς οργανώσεις (έως το Δεκέμβριο του 2017).

Ενιαίος χώρος για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και την Έρευνα

Ο Ενιαίος Χώρος για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, την Έρευνα και την Καινοτομία είναι ένα στρατηγικά σημαντικό πεδίο εφαρμογής της νέας μεταρρυθμιστικής πολιτικής. Η δημιουργία ενός ενιαίου χώρου μεταξύ των δύο αυτών τομέων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της όσμωσης μεταξύ των δημόσιων ιδρυμάτων, δημιουργώντας μια ζωτικής σημασίας διεπαφής, που θα καλύπτει όλες τις μορφές παραγωγής γνώσης, τόσο αυτές που συνυπάρχουν θεσμικά (Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης) και όσο και εκείνες που αναπτύσσονται ανεξάρτητα (ερευνητικά κέντρα).

Βασικά εργαλεία για τη δημιουργία του Ενιαίου Χώρου για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, την Έρευνα και την Καινοτομία είναι:

• Η στοχευμένη και επαρκής χρηματοδότηση ως εργαλείο εθνικής στρατηγικής στην εκπαίδευση και την έρευνα, έναν στόχο που υποβοηθείται πλέον σημαντικά από την  ίδρυση του Ελληνικού Ινστιτούτου Έρευνας και Καινοτομίας. Ορισμός συγκεκριμένων στόχων και πηγών χρηματοδότησης.

• Η οριζόντια κινητικότητα των μελών του ακαδημαϊκού και ερευνητικού προσωπικού των Πανεπιστημίων, των μελών του ερευνητικού προσωπικού των ΤΕΙ και των ερευνητών από τα ερευνητικά κέντρα ως μέσο δημιουργίας κρίσιμης μάζας. Η ίδρυση Εικονικών Ινστιτούτων και Κέντρων Επάρκειας ως μέσο σύνδεσης των ακαδημαϊκών και ερευνητικών μονάδων.

• Η ανάπτυξη ερευνητικών υποδομών και ανοικτής πρόσβασης ως πολλαπλασιαστές της ερευνητικής απόδοσης.

• Η αξιολόγηση και ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη διαμόρφωση του Ενιαίου Χώρου, συμπεριλαμβανομένης της διοικητικής δομής τους. Η προγραμματική ενοποίηση και η βελτιστοποίηση ιδρυμάτων.

• Δημιουργία νέων εργαλείων στρατηγικού σχεδιασμού και διακυβέρνησης των ΑΕΙ (ίδρυση Περιφερειακών Ακαδημαϊκών Συμβουλίων για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα, τα οποία διασυνδέουν τα ΑΕΙ και τα Ερευνητικά Κέντρα σε περιφερειακό επίπεδο –  διατάξεις για εξωτερικά επιστημονικά συμβουλευτικά συμβούλια για την αξιολόγηση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων – επιπλέον όργανα που περιλαμβάνονται στους ενημερωμένους Κανόνες και Κανονισμούς και το Οργανόγραμμα κάθε Ιδρύματος). Ένας από τους στόχους αυτών των πρωτοβουλιών είναι να σχεδιαστεί ο γενικός εξορθολογισμός των μαθημάτων που προσφέρονται από τα ΑΕΙ.

• Αναδιάρθρωση και ενίσχυση του ρόλου της Ελληνικής Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ).

• Εξορθολογισμός των διοικητικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (Συμβούλια Ιδρυμάτων, ίδρυση Πρυτανικών Συμβουλίων, εκλογικές διαδικασίες για την εκλογή των πρυτανικών αρχών, συμμετοχή των φοιτητών σε φορείς σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές κ.λπ.).

• Εξέταση του τρόπου με τον οποίο ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας μπορεί να λειτουργεί πιο ευέλικτα.

• Καλύτερη αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μέσω καλύτερης διοίκησης και επαγγελματικής διαχείρισης.

• Ορθολογικοποίηση – και ενδεχομένως επαναδιαπραγμάτευση – των ετήσιων συνεισφορών σε διεθνείς οργανισμούς (CERN, Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Διαστήματος, EMBL κ.λπ.), τα οποία ανέρχονται σε περίπου 40 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Διασφάλιση πρόσβασης των ελληνικών Πανεπιστημίων σε διεθνείς βάσεις επιστημονικών περιοδικών και ηλεκτρονικών επιστημονικών βιβλίων.

Βασικοί κανόνες σε αυτή τη διαδικασία θα πρέπει να είναι:

• Οποιαδήποτε αναδιάρθρωση θα πρέπει να εγγυάται τα εργασιακά δικαιώματα του επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού.

• Η ομογενοποίηση και ο εξορθολογισμός των κανόνων θα πρέπει να γίνει στην κατεύθυνση της θεματικής ανάπτυξής τους βάσει ακαδημαϊκών και παιδαγωγικών κριτηρίων.

• Θα πρέπει σε όλες τις περιπτώσεις να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα των Ιδρυμάτων.

Προκειμένου να καταστεί δυνατή η δημιουργία του Ενιαίου Χώρου Εκπαίδευσης και Έρευνας, θα πρέπει να υπάρξουν ορισμένες προβλέψεις σε ό,τι αφορά τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ . Ως προς αυτό, θα πρέπει να προταθούν συγκεκριμένα σχέδια αναδιάρθρωσης με πρωτοβουλία των ίδιων των Ιδρυμάτων που επιθυμούν να προχωρήσουν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η βάση εκκίνησης είναι να καθοριστούν συγκεκριμένοι στόχοι συνολικά για το μέγεθος και την αποτελεσματικότητα του συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και να καθοριστούν κριτήρια σε ό,τι αφορά την ποιότητα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, την ερευνητική δραστηριότητα του προσωπικού, τη συμβολή τους στην πρόοδο της βασικής επιστήμης και της καινοτομίας, τον αριθμό των μελών, τις υποδομές και το ποσοστό του ακαδημαϊκού και ερευνητικού προσωπικού προς τους σπουδαστές. Ο Υπουργός Παιδείας, σε στενή συνεργασία με τα Περιφερειακά Ακαδημαϊκά Συμβούλια για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα και την αναμορφωμένη ΑΔΙΠ, θα πρέπει να επιβλέπει την παραπάνω διαδικασία. Στο τέλος της διετίας, τα αποτελέσματα αυτών των αξιολογήσεων θα αποτελέσουν τη βάση για περαιτέρω σχεδιασμό της συνολικής αναδιοργάνωσης των Ιδρυμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επιδιωχθούν συνεργασίες εντός και μεταξύ των Ιδρυμάτων, έτσι ώστε, σε επόμενες φάσεις, να πληρούν τα απαραίτητα κριτήρια για την αναβάθμισή τους περισσότερα Τμήματα. Εάν υπάρχουν Τμήματα στα οποία δεν υπάρχουν ευκαιρίες για σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα προγράμματα σπουδών θα πρέπει να προσαρμοστούν στην απαιτούμενη διάρκεια σπουδών και τον τύπο του πτυχίου που παρέχεται.