Της Μυρτούς Χρονάκη*.
Αρχιτέκτων, διδάκτωρ στο ΑΠΘ, Σύμβουλος του Συνδέσμου Θηλασμού

Θα ήθελα να συμμετάσχω σε αυτόν τον διάλογο για την Παιδεία καταθέτοντας μερικές παρατηρήσεις και προτάσεις για τους στόχους και τη λειτουργία του σχολείου από την πλευρά των παιδιών, όπως την αντιλαμβάνομαι ως μητέρα, δέκα χρόνια τώρα.

Διαπιστώνω λοιπόν ότι το σχολείο, στο μεγαλύτερο μέρος του, δεν είναι το πιο ελκυστικό μέρος για τα παιδιά, δεν πηγαίνουν πάντα με χαρά αλλά συχνά το θεωρούν απλώς υποχρέωση. Θα ήθελα να εστιάσω σε δύο από αυτά που θεωρώ ως βασικά προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος, πρώτον, στην ποσότητα και στο περιεχόμενο της διδακτέας ύλης, και δεύτερον στο υλικό περιβάλλον του σχολείου.

Καταρχήν, ο όγκος των μαθημάτων: και το πιο συναρπαστικό αντικείμενο χάνει το ενδιαφέρον του εάν ξεπεράσει μία κρίσιμη ποσότητα. Αν είναι πολύ μεγάλη, δεν μπορεί να το παρακολουθήσει το παιδί, ή χάνει το ενδιαφέρον του. Οι εργασίες για το σπίτι είναι ένας επιπλέον παράγοντας κούρασης που στην πραγματικότητα απομακρύνει τα παιδιά από την εμπέδωση του μαθήματος. Συνήθως χρειάζεται όντως μια επανάληψη, και ίσως ενίσχυση, αλλά όταν πάνε στο σπίτι τα περισσότερα παιδιά θέλουν να ασχοληθούν με κάτι που θα επιλέξουν τα ίδια.

Μεγάλο μέρος του περιεχομένου των μαθημάτων δεν ενδιαφέρει τα παιδιά. Σχεδόν ποτέ η διαδικασία της μάθησης δεν είναι άμεση και βιωματική αλλά διαμεσολαβημένη και «ακαδημαϊκή». Τις περισσότερες φορές ο τρόπος παρουσίασης και διδασκαλίας δεν προσφέρει ερεθίσματα για να εξερευνήσουν μόνα τους το αντικείμενο αλλά παρέχει μόνο πληροφορίες προς απομνημόνευση.

Τις περισσότερες φορές δεν προωθεί την αυτενέργεια των μαθητών, και η συνεργασία μεταξύ τους είναι προσχηματική. Σε πολλές περιπτώσεις ξεχνούν όσα έχουν διδαχτεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα (από την επόμενη μέρα μέχρι την επόμενη χρονιά.

Το επίπεδο και οι απαιτήσεις της ύλης είναι στα περισσότερα μαθήματα είναι πολύ υψηλό, και μοιάζει να προηγείται της νοητικής ανάπτυξης των παιδιών κατά μία τάξη τουλάχιστον, ή και δύο για πολλά. Από το νηπιαγωγείο που ξεκινά η γραφή μέχρι το Λύκειο που τα μαθηματικά είναι επιπέδου πανεπιστημίου, η εκπαίδευση σε πολλούς τομίες είναι πρόωρη, με αρνητικά αποτελέσματα σε πολλά επίπεδα, νοητικό, ψυχικό, σωματικό. Τα παιδιά στερούνται ΚΑΙ τη χαρά της γνώσης ΚΑΙ τη χαρά του παιχνιδιού. Ας αφήσουμε την εφηβεία καλύτερα, εκεί είναι πιο περίπλοκα τα πράγματα…

Το σχολικό περιβάλλον, δηλαδή τα κτίρια και η αυλή, είναι σχεδιασμένα με έναν ψυχρά λειτουργικό τρόπο, ως χώροι σε παράθεση οριζοντίως ή και καθέτως, χωρίς έναν ενιαίο χώρο αλληλεπίδρασης και συγκέντρωσης παιδιών και δασκάλων, με σκληρά υλικά, χωρίς χρώματα, ως ένα ορθογωνικό κουτί χωρίς ποικιλία και διαβαθμίσεις. Οι αυλές δεν έχουν αρκετό πράσινο, σχεδόν ποτέ δεν έχουν κήπο που να φροντίζουν τα παιδιά, δεν υπάρχουν παιχνίδια για τα μικρότερα, που όμως τα απολαμβάνουν και τα μεγαλύτερα, πχ κούνιες ή σκοινιά, ούτε περιοχές με φυσικά υλικά όπως χώμα, άμμο ή νερό.

Ο διαχωρισμός των παιδιών στον χώρο και στον χρόνο ανάλογα με την ημερολογιακή τους ηλικία επίσης είναι ένα ζήτημα που θα πρέπει να μας απασχολήσει, καθώς αποτρέπει την αλληλεπίδραση των μικρότερων με τα μεγαλύτερα και την συναισθηματική και πνευματική τους ανάπτυξη.

Σήμερα, την εποχή μετά τις περικοπές που υποβάθμισαν ακόμη περισσότερο την Παιδεία, θεωρείται ότι πολλά από τα προβλήματα θα λυθούν αν αυξηθούν οι οικονομικοί πόροι για το εκπαιδευτικό σύστημα. Και είναι γεγονός ότι περισσότεροι δάσκαλοι, καθηγητές και καλύτερα κτίρια θα βελτίωναν άμεσα τα σχολεία.

Ωστόσο, πιστεύω, και έχει αναγνωριστεί από πολλούς, εκπαιδευτικούς και μη, τα προβλήματα του σχολείου σχετίζονται όχι τόσο με οικονομικές ή πρακτικές δυσκολίες αλλά με τη συνολική φιλοσοφία που διέπει τη λειτουργία του. Το σύστημα της καθολικής και υποχρεωτικής εκπαίδευσης που εφαρμόζεται σήμερα βασίζεται σε αυτό του 19ου αιώνα που συγκροτήθηκε στην Ευρώπη μετά τη βιομηχανική επανάσταση. Ακολουθεί την οργάνωση στον χώρο και στον χρόνο του εργοστασίου, του στρατοπέδου, του νοσοκομείου η της φυλακής.

Τα σχολικά ιδρύματα είναι χώροι συγκέντρωσης, περιορισμού ή εγκλεισμού, με τοποθέτηση χώρων κατά παράθεση και με αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Το σχολείο λειτουργεί, σε μεγάλο βαθμό, ως ένας θεσμός ελέγχου των παιδιών και προσαρμογής τους σε ένα βιομηχανικό πρότυπο παραγωγής και ζωής που βασίζεται την υπακοή, τη μίμηση και την άκριτη ένταξη στην ομάδα, το οποίο έχει μετεξελιχθεί για να συμπεριλάβει τον ανταγωνισμό, τον καταναλωτισμό, και προσφάτως την ανασφάλεια του νεοφιλελευθερισμού.

Βέβαια η εφαρμογή αυτού του προτύπου δεν σημαίνει ότι σχολείο είναι φυλακή, όπως δεν είναι και το νοσοκομείο. Αλλά σχετίζεται με το αναλυτικό πρόγραμμα των μαθημάτων, την οργάνωση των χώρων διδασκαλίας, την έλλειψη συμμετοχής των μαθητών, την έλλειψη ελευθερίας στην κίνηση και της επαφής με τον δημόσιο χώρο ή τη φύση.

Δεν είναι καιρός λοιπόν να αμφισβητήσουμε τον σημερινό τρόπο λειτουργίας τν σχολείων, και να προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε ένα διαφορετικό μοντέλο, που να προτάσσει την ελευθερία, την αυτονομία, την πρωτοβουλία, τη συντροφικότητα, την δημιουργικότητα και την κριτική σκέψη; Ακόμη και να αναρωτηθούμε συνολικά για τον κοινωνικό ρόλο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης; Δεν είναι μέσα στη φιλοσοφία και στα οράματα της ριζοσπαστικής αριστεράς ένα σχολείο που να ακούει τα παιδιά, να σέβεται τις ικανότητες και τα ενδιαφέροντα τους, να παρέχει επιλογές, υποστήριξη και καθοδήγηση στο πώς να οργανώσουν τις δραστηριότητες τους; Δεν θα ήταν προτιμότερο, πολιτικά πιο συνεπές, και επιχειρησιακά πιο αποτελεσματικό να υιοθετήσουμε ένα πιο ελευθεριακό, ανοιχτό και ευέλικτο πρότυπο;

Καταρχήν, μπορούμε να μάθουμε πολλά από τα διάφορα πειραματικά εναλλακτικά σχολεία που έχουν δοκιμαστεί ήδη από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, πχ τις μεθόδους της Maria Montessori, Rudolf Steiner, Alexander Neill μεταξύ άλλων. Είμαι σίγουρη ότι η εκπαιδευτική κοινότητα τα έχει όλα αυτά υπόψη της, όπως φαίνεται άλλωστε από τα πολλά Μοντεσσοριανά σχολεία που έχουν ξεπηδήσει ανά την επικράτεια και κυρίως από το δημόσιο σχολείο στον Φουρφουρά της Κρήτης. Πιθανόν θα ήταν σχετικά εύκολο να συγκροτηθεί ένα εναλλακτικό πρότυπο όραμα για την Παιδεία, πόσο γρήγορα όμως θα μπορέσει να αλλάξει η σχολική ζωή των παιδιών;

Εδώ θα ήθελα να καταθέσω μερικές πολύ συγκεκριμένες προτάσεις που μπορούν να εφαρμοστούν σχετικά άμεσα και οι οποίες θα ανακουφίσουν την καθημερινότητα των μαθητών (αλλά και των γονιών τους), και θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον σπόρο, τη βάση για βαθύτερες και ευρύτερες αλλαγές στο μέλλον.

Α. Μείωση της διδακτέας ύλης κατά το ένα τρίτο περίπου για όλες τις βαθμίδες. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η ύλη της πέμπτης και της έκτης δημοτικού θα μεταφερθεί στο γυμνάσιο, και αντιστοίχως μέρος της ύλης του γυμνασίου στ λύκειο, ενώ μέρος της σημερινής ύλης του λυκείου θα καταργηθεί τελείως.
Παράλληλα, εάν μειωθεί η ύλη, θα εξαφανιστεί η ανάγκη εργασιών στο σπίτι, εκτός εξαιρέσεων, κάτι που αυτομάτως θα χαροποιήσει τα παιδιά και θα απελευθερώσει χρόνο και ενέργεια για άλλες δραστηριότητες.

Για να γίνει αυτή η περικοπή χρειάζεται βέβαια να προηγηθεί μια αξιολόγηση, πράγμα δύσκολο και χρονοβόρο, αλλά εάν υπάρχει ο στόχος μπορεί να πραγματοποιηθεί σχετικά γρήγορα.
Άλλα απλά βήματα, αντίστοιχα με την κατάργηση της τράπεζας θεμάτων, που μπορούν να γίνουν άμεσα είναι η κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων κειμένων από το πρωτότυπο στο γυμνάσιο, όπως και η κατάργηση των προαγωγικών εξετάσεων στο γυμνάσιο.

Ταυτόχρονα με τη μείωση των ακαδημαϊκών απαιτήσεων, θα ήταν καλό να αυξηθούν οι επιλογές σε διδακτικά βιβλία που μπορεί να συμπεριλαμβάνουν και λογοτεχνικά βιβλία, με τη συνεργασία των δασκάλων καταρχήν, και τη συνεργασία με τα παιδιά. Για παράδειγμα, στο ωρολόγιο πρόγραμμα θα μπορούσαν να ενσωματώνονται η αφήγηση παραμυθιών και μύθων για τα μικρότερα παιδιά, η ανάγνωση, η δραματοποίηση και η δημιουργική γραφή για τα μεγαλύτερα, όπως και η λογοτεχνία ως τρόπος μετάδοσης γνώσης, από την ιστορία μέχρι την θεωρητική φυσική

Μεγαλύτερη συμμετοχή των δασκάλων και των καθηγητών στην κατάρτιση του αναλυτικού προγράμματος, μεγαλύτερη αυτονομία στη διδασκαλία
Μεγαλύτερη συμμετοχή των μαθητών στην επιλογή της ύλης και στην οργάνωση της διδασκαλίας με βάση τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητες των μαθητών

Β. Μία άλλη σημαντική αλλαγή που θα μπορούσε να εφαρμοστεί άμεσα είναι οι περισσότερες επιλογές στο πότε θα πάει στο σχολείο το παιδί. Ένα πολύ χρήσιμο βήμα θα ήταν να γίνεται μια αξιολόγηση του πότε το παιδί είναι έτοιμο να πάει σχολείο, και να τοποθετείται ανάλογα, όπως στη Γερμανία, ή/και να μην είναι υποχρεωτικά τα νήπια για τα παιδιά, αλλά για το κράτος, δηλαδή να παρέχεται η δυνατότητα και στα τετράχρονα να πάνε στα προνήπια, και να μην πηγαίνουν όσα πεντάχρονα δεν είναι έτοιμα. Άλλωστε ακόμη και ηλικιακά υπάρχουν μεγάλους διαφορές ανάμεσα σε όσα έχουν γεννηθεί τον Ιανουάριο και τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.

Παράλληλα, μπορεί να επανεξεταστεί το κατά πόσο ο διαχωρισμός με βάση την ηλικία είναι ωφέλιμος για τη μάθηση, ή και αν ο διαχωρισμός ο ίδιος είναι τελικά αναγκαίος ή αναπόφευκτος. Πχ θα μπορούσε να δοκιμαστεί η ανάμιξη ηλικιών στην ίδια τάξη ή/και η αλληλοδιδακτική μέθοδος.

Γ. Στα πλαίσια της μεγαλύτερη δημοκρατίας στην εκπαίδευση, προτείνω τη , νομιμοποίηση της δυνατότητας για διδασκαλία κατ’ οίκον (homeschooling)΄, όπως εφαρμόζεται ήδη στις ΗΠΑ, στη Μεγάλη Βρετανία και στη Γερμανία, υπό κάποιες προϋποθέσεις και έλεγχο βέβαια. Αλλιώς προβλέπω ότι η χώρα μας θα πληρώνει πρόστιμα για καταπάτηση ανθρώπινων δικαιωμάτων στο άμεσο μέλλον!

Δ. Ένα πολύ σημαντικό θέμα είναι η ποιότητα του σχολικού περιβάλλοντος, του κτιρίου και της αυλής. Ιδέες και προτάσεις υπάρχουν πολλές και θα μπορούσαν να γίνουν κάποια βήματα άμεσα χωρίς δημοσιονομικό κόστος, όπως να αλλάξει η διαρρύθμιση της τάξης, να βαφτούν οι τοίχοι με χαρούμενα χρώματα, να φέρουν οι γονείς μαλακά υλικά όπως μαξιλάρια ή πουφ για κάποια μαθήματα… Στην αυλή, η φύτευση μερικών δέντρων και θάμνων είναι κάτι σχεδόν δωρεάν και μπορεί να γίνει αύριο κιόλας! Η αγορά και τοποθέτηση λίγων παιχνιδιών θα μπορούσε να γίνει με δωρεές γονέων ή του οικείου Δήμου.

Επίσης, εάν είναι δύσκολο να αλλάξει το κτίριο του σχολείου, τότε το μάθημα μπορεί να γίνει εκτός σχολείου: στο πάρκο, στη βιβλιοθήκη, στο μουσείο, στο δάσος, στην πλατεία. Ακόμη και ένα μάθημα στην αυλή θα είναι κάτι καινούριο για τα παιδιά, θα τους κινήσει το ενδιαφέρον. Σε αυτά τα πλαίσια θα μπορούσε αυξηθεί ο αριθμός των εκδρομών ανά τάξη, αλλά με πιο συγκεκριμένο πρόγραμμα δραστηριοτήτων το οποίο να ενδιαφέρει τα παιδιά.

Επειδή το ζήτημα είναι κατεπείγον (όπως θα ξέρει όποια και όποιος έχει παιδιά σε σχολική ηλικία), θεωρώ ότι δεν είναι απαραίτητο να κάνουμε ΟΛΕΣ τις θεμελιώδεις αλλαγές εδώ και τώρα. Άλλωστε ούτε η κοινωνία ούτε κυρίως η εκπαιδευτική κοινότητα θα ήταν σε θέση να αλλάξουν πρακτικές και συνήθειες από τη μια μέρα στην άλλη. Καλό και αναγκαίο είναι να έχουμε αρχές και οράματα, αλλά και να έχουμε και ιδέες για άμεσες πρακτικές λύσεις, ίσως προσωρινές, που όμως θα δίνουν μια προοπτική. Πχ το να μειωθεί ο φόρτος των παιδιών θα ήταν μια τεράστια ανακούφιση που επιπλέον θα απελευθέρωνε δημιουργικές δυνάμεις των ίδιων αλλά και θα βελτίωνε τις σχέσεις με τους γονείς, που αγχώνονται και πιέζουν τα παιδιά να αφήσουν το παιχνίδια και να διαβάσουν!

Δεν είναι ουτοπικό να έχουμε ένα όραμα για την παιδεία, είναι μάλλον αναγκαίο, για να μας δώσει την έμπνευση και τη δύναμη για τις απαραίτητες αλλαγές. Και ας γίνουν βήμα-βήμα. Τα παιδιά έχουν υπομονή και καταλαβαίνουν. Αλλά όποια/όποιος έχει παιδιά σε σχολική ηλικία, ξέρει πόσο επείγον είναι αυτό το ζήτημα, έστω να γίνει μια αρχή!

Και αν δεν κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ τέτοιες αλλαγές στην εκπαίδευση τώρα, τότε ποιος θα τις κάνει; Και πότε;