Κύριε Υπουργέ, αναμένουμε μία ολοκληρωμένη πρόταση για τις προσλήψεις στην εκπαίδευση…!!!

του Παναγιώτη Κουκουρίκου, αναπληρωτή εκπαιδευτικού

Η διάταξη για την πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών για το σχολικό έτος 2016-2017 έρχεται σε μία χρονική περίοδο η οποία χαρακτηρίζεται από το τρίπτυχο της πολύχρονης αδιοριστίας στην εκπαίδευση, των επαναλαμβανόμενων αλλά αβέβαιων υποσχέσεων για 20.000 μόνιμους διορισμούς και της εργασιακής ανασφάλειας η οποία επικρατεί στους κόλπους των εκπαιδευτικών. Τα χαρακτηριστικά αυτά έχουν κάνει όλους όσους βρίσκονται τα τελευταία χρόνια στους πίνακες των αναπληρωτών εκπαιδευτικών να είναι επιφυλακτικοί σε κάθε νέα εξαγγελία, ενώ με την εμφάνιση της διάταξης τα «κομπιουτεράκια» και οι «προσθαφαιρέσεις» έχουν πάρει κυριολεκτικά φωτιά, μιας και όλοι προσπαθούν να ερμηνεύσουν και να προβλέψουν τα συν και τα πλην, τα θετικά και τα αρνητικά, τις θέσεις πάνω και τις θέσεις κάτω στο «ασανσέρ» του πίνακά τους.

Η αλήθεια είναι ότι η διάταξη έρχεται – τουλάχιστον αυτό κοινοποιείται από επίσημα χείλη – ως μία προσπάθεια να δοθεί λύση στη διαμάχη που έχει ξεσπάσει τον τελευταίο καιρό με προσφυγές αναπληρωτών κατά αναπληρωτών, αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), διπλές αιτήσεις αναπληρωτών κατά το προηγούμενο σχολικό έτος και άλλα ευτράπελα τα οποία, όμως, κινδυνεύουν να επαναληφθούν σε περίπτωση που δεν υπάρξει μία ολοκληρωμένη πρόταση και λύση. Παράλληλα, η ενοποίηση του διάσπαρτου νομικού πλαισίου σε Γενική και Ειδική Αγωγή αλλά και η προσπάθεια συγκερασμού των προηγούμενων νόμων, διατάξεων και υπουργικών αποφάσεων δείχνουν να συγκαταλέγονται στα θετικά του εν λόγω εγχειρήματος. Η επιτυχία, όμως, μίας διάταξης καθώς και η αποκατάσταση του δικαίου για όλες τις ομάδες οι οποίες έχουν θιγεί στο παρελθόν από αποσπασματικές διατάξεις δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να δοθεί από μία καινούρια αποσπασματική νομοθετική ρύθμιση με ημερομηνία έναρξης αλλά ταυτόχρονα και λήξης το επόμενο σχολικό έτος.

Αυτό που απαιτείται είναι μία ολοκληρωμένη πρόταση για τις προσλήψεις στην εκπαίδευση. Ανεξάρτητα από το αν πραγματοποιηθούν ή όχι μόνιμοι διορισμοί την επόμενη σχολική χρονιά, το Υπουργείο Παιδείας, αν επιθυμεί να δώσει οριστική λύση στην κοροϊδία που υφίστανται τα τελευταία χρόνια οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, οφείλει να δώσει άμεσα στη δημοσιότητα μία ολοκληρωμένη πρόταση για μόνιμους διορισμούς και προσλήψεις αναπληρωτών καθορίζοντας τα αντίστοιχα μετρήσιμα κριτήρια, έτσι ώστε όλοι οι εκπαιδευτικοί να γνωρίζουν τις προϋποθέσεις τις οποίες θα πρέπει να πληρούν αν επιθυμούν να εργαστούν τα επόμενα χρόνια στη δημόσια εκπαίδευση. Φυσικά, αυτό το σύστημα προσλήψεων αφενός θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ουσιαστικής διαβούλευσης του Υπουργείου Παιδείας με τις ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών αλλά και όλα τα πολιτικά κόμματα έτσι ώστε να μπορέσουμε να οδηγηθούμε σε ένα σταθερό σύστημα προσλήψεων τουλάχιστον για την επόμενη δεκαπενταετία, αφετέρου θα πρέπει να περιλαμβάνει μία ουσιαστική μεταβατική περίοδο στην οποία θα επιχειρείται η άρση των όποιων αδικιών του παρελθόντος.

Κατά συνέπεια, η «μεταβατική διάταξη» που είδε το φως της δημοσιότητας θα πρέπει άμεσα να αντικατασταθεί από μία ολοκληρωμένη πρόταση για τις προσλήψεις στην εκπαίδευση. Διαφορετικά, η αποσπασματικότητα ρυθμίσεων για τον τρόπο προσλήψεων αποκλειστικά για ένα σχολικό έτος, με παντελή απουσία πληροφόρησης για το μελλοντικό σύστημα προσλήψεων, κινδυνεύει να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα και διαμάχες από αυτά που έρχεται να επιλύσει, λόγω της έλλειψης στοιχειώδους προγραμματισμού αναφορικά με τις «προτεραιότητες» στις οποίες καλούνται οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί να «επενδύσουν» (ΑΣΕΠ, προϋπηρεσία, ακαδημαϊκά κριτήρια, κοινωνικά κριτήρια). Ταυτόχρονα, όμως, αξίζει να σταθούμε κριτικά στις ρυθμίσεις της εν λόγω διάταξης αξιολογώντας τα επιμέρους στοιχεία της (κυρίως αυτά που σχετίζονται με τη μοριοδότηση), ως βάση για την έναρξη ενός ουσιαστικού διαλόγου για τις προσλήψεις στην εκπαίδευση.

Η μοριοδότηση του ΑΣΕΠ αποτελεί το μοναδικό προσόν το οποίο στη νέα διάταξη μεταφέρεται αυτούσιο για τους αναπληρωτές καθώς οι επιτυχόντες του γραπτού διαγωνισμού συνεχίζουν να λαμβάνουν 1 μόριο για κάθε μονάδα πάνω από τη βαθμολογική βάση του τελευταίου ΑΣΕΠ και 0,5 μόρια για κάθε μονάδα πάνω από τη βαθμολογική βάση του προτελευταίου ΑΣΕΠ. Αντίθετα, η προϋπηρεσία υποβαθμίζεται έντονα καθώς για κάθε μήνα προϋπηρεσίας οι αναπληρωτές λαμβάνουν από 0,10 έως 0,40 μόρια για κάθε μήνα, κλιμακωτά με βάση τη συνολική τους προϋπηρεσία και με ανώτατο όριο μοριοδότησης τους 60 μήνες (16,80 μόρια), σε αντίθεση με το ισχύον σύστημα με βάση το οποίο λάμβαναν 1 μόριο για κάθε μήνα προϋπηρεσίας, χωρίς να υπάρχει «ταβάνι» στους μήνες μοριοδότησης.

Η ύπαρξη ανώτατου ορίου μοριοδότησης για την προϋπηρεσία πρακτικά «εξισώνει» όλους τους εκπαιδευτικούς οι οποίοι έχουν προϋπηρεσία μεγαλύτερη των 60 μηνών. Βασικό, λοιπόν, κριτήριο κατάταξης σε αυτή την περίπτωση, για όσους δεν έχουν επιτυχία σε διαγωνισμό ΑΣΕΠ, θα είναι ο βαθμός πτυχίου. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα, αν η υπάρχουσα πρόταση εφαρμοστεί στην πράξη, υποψήφιοι αναπληρωτές με πολύ μεγάλες προϋπηρεσίες – είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα υπάρχουν αναπληρωτές που έχουν συγκεντρώσει έως και 130 μήνες προϋπηρεσίας – να «κατρακυλήσουν» στον πίνακα τους λόγω μικρότερου βαθμού πτυχίου, έναντι άλλων συναδέλφων τους οι οποίοι έχουν 60 μήνες προϋπηρεσίας αλλά μεγαλύτερο βαθμό πτυχίου. Μήπως, λοιπόν, η διάταξη που έρχεται να «επιλύσει αδικίες» του παρελθόντος δημιουργεί μία ακόμη «καινούρια αδικία»;

Το «ταβάνι» αυτό της μοριοδοτούμενης προϋπηρεσίας εγείρει φυσικά και ερωτήματα μισθολογικής φύσεως, καθώς με βάση τις μέχρι τώρα ερμηνευτικές εγκυκλίους του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για το ενιαίο μισθολόγιο και τους αναπληρωτές αν κάτι δεν αποτελεί προσόν πρόσληψης δεν προσμετρείται μισθολογικά. Κάτι αντίστοιχο ίσχυσε στο παρελθόν για τους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους και διαφαίνεται πως με ανώτατο όριο προϋπηρεσίας στους 60 μήνες παγώνει (;;;) και η μισθολογική εξέλιξη των αναπληρωτών στα 5 έτη. Μήπως, λοιπόν, μισθολογικοί είναι και οι λόγοι για τους οποίους απουσιάζουν από τη μοριοδότηση των ακαδημαϊκών κριτηρίων μεταπτυχιακοί και διδακτορικοί τίτλοι, πλην αυτών που αποτελούν προσόν ένταξης στους πίνακες ειδικής αγωγής, καθώς αν αποτελούσαν προσόν πρόσληψης, όπως διατυμπανίζονταν από επίσημα χείλη του Υπουργείου Παιδείας, θα έπρεπε άμεσα να αναγνωριστούν και μισθολογικά; Πρόκειται για εύλογα ερωτήματα τα οποία ενώ είναι ουσιώδη και απασχολούν πολλούς αναπληρωτές εκπαιδευτικούς δε θα πρέπει στην παρούσα φάση να μονοπωλήσουν τη συζήτηση και να εγείρουν διαμάχες στους κόλπους των αναπληρωτών εκπαιδευτικών.

Αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι η κατάθεση από πλευράς Υπουργείου Παιδείας, ομοσπονδιών και πολιτικών κομμάτων ολοκληρωμένων και όχι αποσπασματικών προτάσεων με ημερομηνία λήξης και αβέβαιο μέλλον, έτσι ώστε να διαμορφωθεί, επιτέλους, μέσα από τη σύνθεση ένα σταθερό, βιώσιμο και διαχρονικό σύστημα προσλήψεων στη δημόσια εκπαίδευση. Διαφορετικά, η κοροϊδία για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς θα συνεχίζεται επ’ αόριστον και η «μεταβατική διάταξη» που ευαγγελίζεται την άρση αδικιών του παρελθόντος θα αποτελέσει ένα επικίνδυνο πυροτέχνημα το οποίο θα διχάσει για μία ακόμη φορά την εκπαιδευτική κοινότητα, μεταθέτοντας τη συζήτηση από τη ρίζα του προβλήματος, που δεν είναι άλλη από την πραγματοποίηση μόνιμων διορισμών στην εκπαίδευση, σε μία συνεχή διαμάχη και ένα νέο «διαίρει και βασίλευε». Οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε αυτό να συμβεί και ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΕΝΩΜΕΝΟΙ θα πρέπει να απαιτήσουμε στοιχειώδη σεβασμό και αξιοπρεπή μεταχείριση από όλους τους εμπλεκόμενους για την επίλυση των χρόνιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε.

Παναγιώτης Κουκουρίκος Δάσκαλος Ειδικής Αγωγής, ΠΕ71 Καθηγητής Πληροφορικής, ΠΕ19 Αναπληρωτής Εκπαιδευτικός