«Κατάρρευση της Παιδείας! Είναι μια αίσθηση που υπάρχει γενικότερα στην κοινωνία»

Με αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε την ομιλία του στη Βουλή ο υπεύθυνος Παιδείας και βουλευτής Αττικής του Ποταμιού, Γ. Μαυρωτάς, στη συζήτηση της επίκαιρης ερώτησης βουλευτών της Δημοκρατικής Συμπαράταξης προς τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων. Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι μπορεί να μη φταίει μόνο η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για όλα τα κακά της εκπαίδευσης: «Φταίει, όμως, για την επιδείνωσή τους», όπως χαρακτηριστικά είπε.

Ο κ. Μαυρωτάς επεσήμανε τη σημαντικότερη παθογένεια στον χώρο της εκπαίδευσης, που δεν είναι άλλη από την κομματοκρατία και το πελατειακό κράτος, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει απροκάλυπτα. Υπενθύμισε τον γνωστό και διάσημο μέχρι και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διορισμό των 13 περιφερειακών διευθυντών με το σύστημα 11 ΣΥΡΙΖΑ – 2 ΑΝΕΛ. Τόνισε ότι πρέπει να υπάρχει αξιοκρατία από την κορυφή μέχρι τη βάση σε όλη τη δημόσια διοίκηση και όπως είπε: «Πρέπει να τραβήξουμε τη γραμμή πού σταματούν οι πολιτικές θέσεις και πού αρχίζουν οι διοικητικές».

Στη συνέχεια της ομιλίας του αναφέρθηκε στη «βοσκήσιμη» τροπολογία για την επιλογή των διευθυντών εκπαίδευσης με επαναφορά του θεσμού της συνέντευξης ενώπιον 3 από τα 5 μέλη της επιτροπής να είναι διορισμένα από την κυβέρνηση. Στο σημείο αυτό μάλιστα θύμισε στο σώμα ότι τόσο ο κ. Τσίπρας σε σχετική επίκαιρη ερώτηση του Σταύρου Θεοδωράκη τον περασμένο Μάιο, όσο και ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ στο τότε νομοσχέδιο του κ. Κουράκη, ξιφουλκούσαν ενάντια στη συνέντευξη την οποία χαρακτήριζαν αμαρτωλή και κατάπτυστη, παρόλα αυτά σήμερα ξαφνικά αυτή αγιοποιείται!

Για τον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, ο βουλευτής του Ποταμιού επεσήμανε τη σύμπτωση της ανασύστασης της κομματικής νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ με την κυκλοφορία ενός νέου «εκτός διαλόγου για την Παιδεία» και αυτού, προσχεδίου νόμου για τη διοίκηση στα ΑΕΙ όπου οι φοιτητικές παρατάξεις αποκτούν ενισχυμένο ρόλο. Στο σημείο αυτό σχολίασε ότι αντί η κυβέρνηση να βρει χρήματα για τις υποτροφίες του ΙΚΥ και για τους ισχνούς προϋπολογισμούς των ΑΕΙ, κοιτάει μόνο το κόμμα, ενώ τόνισε και την πάγια θέση του Ποταμιού για τη μη δημιουργία φοιτητικής παράταξης.

Στο τρέχον θέμα του διαλόγου για την Παιδεία, ο κ. Μαυρωτάς σημείωσε ότι πρέπει να είναι ειλικρινής και όχι ένας «διάλογος-φερετζές» για να περνάνε τροπολογίες και νομοσχέδια μονομερώς. «Σε έναν τέτοιο διάλογο δε θα περπατήσουμε μαζί» όπως χαρακτηριστικά είπε.

Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, τόνισε ότι: «Αν, θέλουμε να λύσουμε τα προβλήματα στην παιδεία, ας ξεφύγουμε από τις κουτοπονηριές, τους συντεχνιασμούς και την πελατοκρατία», το Ποτάμι, όπως συμπλήρωσε: «θα είναι απέναντι στην ιδεοληψία, την αλαζονεία και την εξάπλωση του πελατειακού κράτους». Κλείνοντας και σχολιάζοντας την αναφορά του κ. Φίλη για το 1981, σημείωσε: «Η εκπαίδευση είναι για κάθε χώρα μια μακροπρόθεσμη επένδυση. Αν εσείς τη βλέπετε σαν μία κομματική αρπαχτή, αλίμονό της και αλίμονό μας».

Δείτε το βίντεο της ομιλίας εδώ:

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:

Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.

Συζητάμε σήμερα για την κατάρρευση της παιδείας. Είναι μια αίσθηση που υπάρχει γενικότερα στην κοινωνία και ακούστηκαν εδώ πέρα από τους προηγούμενους ομιλητές διάφορα πράγματα για τα κενά στα σχολεία γενικής και ειδικής αγωγής, για την αποδόμηση του λυκείου, για την κατάσταση των πανεπιστημίων, κλπ.

Μην γελιόμαστε, όμως. Δεν φταίει μόνο η σημερινή Κυβέρνηση για όλα τα κακά της εκπαίδευσης. Φταίει, όμως, για την επιδείνωσή τους. Είδαμε τέτοια δείγματα αυτό το τελευταίο δεκάμηνο.
Στα έξι λεπτά του χρόνου μου δεν θα αναφερθώ αναλυτικά σε θέματα, όπως για παράδειγμα η έκθεση του ΟΟΑΣΑ, οι βέλτιστες πρακτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις οποίες πρέπει να συμπλεύσουμε, η συμμετοχή στον ευρωπαϊκό χώρο ανώτατης εκπαίδευσης, η σημασία της επαγγελματικής κατάρτισης και εκπαίδευσης και διάφορα άλλα για τα οποία δεν πολύ μιλήσαμε.

Θα ασχοληθώ, λοιπόν, με τη σημαντικότερη -κατά τη γνώμη μου- παθογένεια της εκπαιδευτικής μας πολιτικής που δεν είναι τίποτα άλλο παρά το πελατειακό κράτος και η κομματοκρατία στην εκπαίδευση. Η διοίκηση της εκπαίδευσης είναι μια ιεραρχία. Βασικό της μέλημα είναι η διαμόρφωση, υλοποίηση και παρακολούθηση των εκπαιδευτικών πρακτικών. Για το σοβαρό αυτό έργο πρέπει να υπάρχει γνώση και εμπειρία, δηλαδή πρέπει να υπάρχει αξιοκρατία με «Α» κεφαλαίο, από πάνω προς τα κάτω, από την κορυφή προς τη βάση. Αυτό, βέβαια, ισχύει γενικά για τη δημόσια διοίκηση, αλλά ειδικά στον τόσο ευαίσθητο τομέα της εκπαίδευσης είναι κάτι κεφαλαιώδες.

Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να βάζουμε τους δικούς μας ανθρώπους σε κάθε βαθμίδα της ιεραρχίας, όπως ισχυρίζεται απροκάλυπτα ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να εφαρμόσουν τις πολιτικές του. Κάπου πρέπει να τραβήξουμε τη γραμμή πού σταματούν οι πολιτικές θέσεις και πού αρχίζουν οι διοικητικές. Στο επίπεδο του Υφυπουργού, στο επίπεδο του Γενικού Γραμματέα; Όσο ψηλότερα στην ιεραρχία πάντως ξεκινούν οι διοικητικές θέσεις τόσο πιο αποτελεσματική γίνεται η διοίκηση.

Πάμε, λοιπόν, στο πρόσφατο παρελθόν. Ως γνωστό την άνοιξη η Κυβέρνηση διόρισε τους δεκατρείς περιφερειακούς διευθυντές εκπαίδευσης με το γνωστό σύστημα 11-2 που έκανε και διεθνή καριέρα, καθώς συζητήθηκε ακόμα και στο Ευρωκοινοβούλιο. Πριν μια εβδομάδα στο νομοσχέδιο για τα βοσκοτόπια ο Υπουργός φέρνει αιφνιδιαστικά και εκπρόθεσμα τροπολογία για την επιλογή των διευθυντών εκπαίδευσης. Στην τροπολογία αυτή επανέρχεται ο θεσμός της συνέντευξης με καθοριστική μοριοδότηση δεκαπέντε μονάδες και με τρία από τα πέντε μέλη της Επιτροπής να είναι διορισμένοι από την Κυβέρνηση.

«Όμως, η συνέντευξη χωρίς διαφάνεια, χωρίς τίποτε, χωρίς κανέναν έλεγχο απλά και καθαρά ήταν ένα μέσο του κράτους να επιλέγει αυτούς που θέλει χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν». Δεν είναι δικά μου λόγια αυτά. Τα είπε ο Πρωθυπουργός, ο κ. Τσίπρας εδώ σε αυτήν την Αίθουσα σε απάντηση επίκαιρης ερώτησης για την παιδεία του Σταύρου Θεοδωράκη, στις 8 Μαΐου το 2015. Και κατέληγε μάλιστα: «Για αυτό την συνέντευξη θα την καταργήσουμε». Άλλη μια δέσμευση που έλιωσε στο καμίνι της πραγματικότητας.

Επίσης, ο εισηγητής σας στο νομοσχέδιο Μπαλτά –νομίζω ότι ήταν ο κ. Μπαξεβανάκης- εκείνη την εποχή, τον Μάιο του 2015 έλεγε: «Όλοι γνωρίζουμε καλά πώς χρησιμοποιήθηκε αυτή η συνέντευξη από τις προηγούμενες κυβερνήσεις για την επιλογή των ημετέρων της εκάστοτε εξουσίας». Και συνέχιζε: «Διαφωνεί κανείς με το ρόλο που έπαιξαν τα συμβούλια επιλογής με την περίφημη συνέντευξη που όριζαν διευθυντές τους εκάστοτε εκλεκτούς της κομματικής ηγεσίας και καλλιεργούσαν τις πελατειακές σχέσεις;». Αυτά έλεγε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ.

Πράγματι, εμείς δεν διαφωνούμε. Φαίνεται, όμως, ότι διαφωνεί το Υπουργείο. Έτσι, λοιπόν, η αμαρτωλή και κατάπτυστη συνέντευξη του Μαΐου, ξαφνικά σήμερα αγιοποιείται. Γιατί; Μα είναι απλό. Διότι είδατε ότι με τις εκλογές των διευθυντών στα σχολεία δεν επέλεξαν τους δικούς σας οι ψηφοφόροι και είπατε να γυρίσετε στα παλιά δοκιμασμένα κόλπα.

Ας πάμε και στα πανεπιστήμια. Θα αντιπαρέλθω την αντιστροφή της πραγματικότητας που επιχείρησε η αγαπητή κ. Βάκη, αναπολώντας το πανεπιστήμιο της δεκαετίας τους ’80.

Χθες άκουσα ότι ο γραμματέας της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ ενημέρωσε τα μέλη της κεντρικής επιτροπής ότι η νεολαία θα προχωρήσει σε νέο συνδικαλιστικό φορέα στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανασυγκροτήσει τη φοιτητική του παράταξη. Κατά διαβολική συγκυρία κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες, αυτές τις ώρες μάλλον -γιατί το είδαμε και στα site τα εκπαιδευτικά τώρα πριν λίγες ώρες- ένα προσχέδιο νόμου για τη διοίκηση των ΑΕΙ, στο οποίο φαίνεται ότι σημαντικό ρόλο θα έχουν και οι φοιτητικές παρατάξεις. Τι καταπληκτική σύμπτωση!

Καλά, δεν έχετε καταλάβει στο ΣΥΡΙΖΑ ότι τα ακαδημαϊκά και τα κομματικά συμφέροντα δεν συγκλίνουν; Γιατί επιμένετε να ασελγείτε πάνω στο σώμα των πανεπιστημίων με τις κομματικές παρατάξεις, όπως έκαναν και κάνουν, βέβαια, και όλοι οι προηγούμενοι; Αντί να σκεφτείτε πώς θα βρείτε λεφτά για τις υποτροφίες που κόπηκαν από το ΙΚΥ ή πώς δεν θα κόψετε τους προϋπολογισμούς των πανεπιστημίων, η έγνοια σας είναι να ανασυγκροτήσετε την κομματική σας παράταξη σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ.
Εμείς στο ΠΟΤΑΜΙ επειδή ακριβώς θέλουμε το καλό των πανεπιστημίων περισσότερο απ’ ό,τι το καλό του κόμματος, δηλώσαμε από την πρώτη στιγμή και επαναλαμβάνουμε ότι δεν πρόκειται να δημιουργήσουμε φοιτητική παράταξη στα πανεπιστήμια. Οι φοιτητές δεν χρειάζονται κομματικούς πάτρονες. Χρειάζονται καλύτερα πανεπιστήμια και πτυχία με αντίκρισμα.

Τέλος, ανακοινώσατε τον περίφημο εθνικό διάλογο για την παιδεία. Είναι ευπρόσδεκτος ο διάλογος για την παιδεία, αρκεί να είναι ειλικρινής και να περιλαμβάνει πρόταση και όχι πρόφαση. Αν είναι όμως ένας διάλογος-φερετζές για να περνάτε τροπολογίες και νομοσχέδια, τα οποία εσείς μονομερώς θεωρείτε ως επείγοντα, τότε αυτόν το δρόμο δεν θα τον περπατήσουμε μαζί. Αν για παράδειγμα έρθει ξαφνικά ένα νομοσχέδιο που αλλάζει τον τρόπο διοίκησης των ΑΕΙ, ένα κομβικό θέμα, που αποτελεί σαφώς ένα από τα αντικείμενα του περίφημου εθνικού διαλόγου που έχουμε ξεκινήσει με βάση και την ατζέντα που μας έδωσε προχθές ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, κ. Γαβρόγλου, τότε θα έχουμε ένα δεύτερο δείγμα. Το πρώτο ήταν η επιλογή των διευθυντών εκπαίδευσης, με τη βοσκήσιμη τροπολογία. Θα έχουμε, λοιπόν, ένα δεύτερο δείγμα ότι μας κοροϊδεύετε κι ότι ο περίφημος διάλογος είναι απλώς το περιτύλιγμα των ειλημμένων αποφάσεών σας.

Στο διά ταύτα: Εφόσον θέλουμε διάλογο τότε το ποια θέματα είναι επείγοντα που πρέπει άμεσα να νομοθετηθούν ας το αποφασίζουμε μαζί στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων, που θέλει και πρέπει να έχει κομβικό ρόλο σ’ αυτήν τη διαδικασία. Έτσι θα οικοδομηθεί η εμπιστοσύνη που τόσο έχει τρωθεί μεταξύ μας. Αλλιώς εσείς θα επικαλείστε ότι όλα είναι επείγοντα, θα νομοθετείτε κι άσε τα κορόιδα να διαλέγονται.

Κλείνω με κάποια λόγια του Αϊνστάιν, που έλεγε ότι δεν μπορείς να λύσεις ένα πρόβλημα, σκεπτόμενος με τον ίδιο τρόπο που το δημιούργησε. Αν, λοιπόν, θέλουμε να λύσουμε τα προβλήματα στην παιδεία, ας ξεφύγουμε από τις κουτοπονηριές, τους συντεχνιασμούς και την πελατοκρατία, που τόσα δεινά έχουν επιφέρει τα τελευταία χρόνια. Εκεί θα είμαστε μαζί σας.

Αν, όμως, συνεχίζετε στο δρόμο που βλέπουμε ότι έχετε ξεκινήσει, δηλαδή της ιδεοληψίας, της αλαζονείας και της εξάπλωσης του πελατειακού κράτους, όπως γινόταν και στο παρελθόν, τότε θα είμαστε απέναντι.

Και ομολογώ με τρόμαξε λίγο η αναφορά του Υπουργού στο 1981 και στην αλλαγή καθεστώτος στην εκπαίδευση. Να περιμένουμε κάτι αντίστοιχο τριάντα τέσσερα χρόνια μετά άραγε; Η εκπαίδευση είναι για κάθε χώρα μια μακροπρόθεσμη επένδυση. Αν εσείς τη βλέπετε σαν μία κομματική αρπαχτή, αλίμονό της και αλίμονό μας.

Ευχαριστώ πολύ.