«Μετέωρη ανάμεσα σε δύο βάρκες» χαρακτηρίζουν έμπειροι εκπαιδευτικοί παράγοντες την τοποθέτηση του προέδρου του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) Γεράσιμου Κουζέλη για τις επιδόσεις της Ελλάδας στον διαγωνισμό PISA. Και αυτό διότι ο κ. Κουζέλης υιοθετεί τα αποτελέσματα του PISA και λέει ότι (και) βάσει αυτών θα καταθέσει προτάσεις στο υπουργείο Παιδείας, παρότι η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ και των αριστερών πολιτικών δυνάμεων –έως τώρα τουλάχιστον– παρουσιάζεται κάθετα αρνητική στο και ό,τι άλλο προέρχεται από τον «κακό» .

Μάλιστα, αφήνει να εννοηθεί ότι οι μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν επί ΣΥΡΙΖΑ υιοθετούν τη λογική του . Από την άλλη, η τοποθέτηση Κουζέλη παρουσιάζεται αμήχανη ως προς τον ρόλο των συνδικαλιστών/συντεχνιών, ορισμένοι εκ των οποίων μάλιστα μποϊκοτάρουν τον διαγωνισμό.

Ειδικότερα, ο κ. Κουζέλης:

• Αναφέρει ότι τα χρόνια που προηγήθηκαν δεν υπήρξε καμία εκπαιδευτική πρωτοβουλία ως προς τη στοχευμένη καλλιέργεια ικανοτήτων, την εμπέδωση των οποίων αξιολογεί το PISA, κι έτσι η έρευνα του 2015 δεν θα μπορούσε να καταγράφει ουσιαστικές μεταβολές.

• Επισημαίνει ότι τα αποτελέσματα δεν αφορούν την περίοδο της τρέχουσας εκπαιδευτικής πολιτικής και επομένως δεν αποτυπώνουν τις αλλαγές που έχουν ήδη εισαχθεί στο σχολείο με περυσινές και φετινές ρυθμίσεις και θα αποτυπωθούν έτσι σε διάστημα πενταετίας ή και δεκαετίας.

• Παρατηρεί ότι η γενικά σκεπτικιστική στάση φορέων της εκπαίδευσης απέναντι στη σκοπιμότητα, την αξιοπιστία αλλά και τις συνέπειες της αξιολόγησης που συνεπάγεται το PISA είχε επιβαρύνει αρνητικά το κλίμα εντός του οποίου διεξήχθη το τεστ του 2015, με ανάλογες συνέπειες στα αποτελέσματα των μαθητών.

• Δέχεται ότι η αξία κάποιων από τις διαστάσεις της γνώσης και των ικανοτήτων που αξιολογεί το PISA πρέπει να επανεξεταστεί από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς είναι όντως κρίσιμες, ιδιαίτερα για τη συμμετοχή των αυριανών πολιτών στη σύγχρονη κοινωνία.

Ο κ. Κουζέλης εστιάζει ιδιαίτερα στις αδυναμίες που παρουσιάζουν οι Ελληνες μαθητές στην πραγματική και κριτική κατανόηση κειμένων. «Η επισήμανση θίγει ένα ζήτημα που διαπερνάει όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες και όλα τα γνωστικά αντικείμενα, σφραγίζει δε τις αδυναμίες του ελληνικού σχολείου. Και αυτό ενόψει κοινωνικών διεργασιών, εντός των οποίων αμφισβητείται η δυνατότητα κρίσης και επικοινωνίας, διαβούλευσης και επιχειρηματολογίας, των θεμελιωδών δηλαδή αρχών μιας δημοκρατικής κοινωνίας που προϋποθέτει πολίτες με κατανοητική και κριτική ικανότητα», λέει.

Μάλιστα, προσθέτει ότι «τα ελληνικά αποτελέσματα χαρακτηρίζονται από πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις υψηλές και χαμηλές επιδόσεις, με τις τελευταίες να είναι η κύρια πηγή χαμηλότερης κατάταξης της χώρας. Η επισήμανση αυτή θέτει εκ νέου το θέμα της ουσιαστικής εξίσωσης των όρων εκπαίδευσης, καθώς και της ενίσχυσης των κοινωνικά ασθενέστερων και ευάλωτων ομάδων, που αποτελεί και προτεραιότητα της πολιτείας». Οπως σχολίασε στην «Κ» πανεπιστημιακός, η δήλωση Κουζέλη αποτελεί «υψηλή επίδειξη πως ο επιστημονικός λόγος μπορεί να υπηρετήσει την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να αποδείξει προς το κομματικό κοινό του, γιατί πρέπει να υιοθετηθούν τα πορίσματα του ΟΟΣΑ στην ελληνική εκπαίδευση».