Απόστολος Κ. Καρύδας

(Σχολικός Σύμβουλος Α/θμιας εκπαίδευσης με μεταπτυχιακές σπουδές στις Επιστήμες της Αγωγής και στις Νέες Τεχνολογίες στην Εκπαίδευση)

[ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο ηλεκτρονικό περιοδικό ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ – θεωρία & πράξη, Τεύχος 6 (Αύγουστος – Σεπτέμβριος, 2013)]

ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Ο Νόμος 3966/2011 ορίζει το νέο πλαίσιο λειτουργίας των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων (ΠΠΣ). Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο λειτουργίας τα ΠΠΣ οφείλουν να εξελιχθούν σε σχολεία αριστείας, καινοτομίας και έρευνας και έτσι να αποτελέσουν θετικό παράδειγμα για τα υπόλοιπα σχολεία της χώρας. Η ασάφεια η οποία υπάρχει γύρω από τη έννοια της αριστείας μας δίνει το δικαίωμα να ισχυριστούμε ότι με το νέο πλαίσιο λειτουργίας των ΠΠΣ βρισκόμαστε μπροστά σε μια σημαντική πρόκληση. Στην πρόκληση τα ΠΠΣ: α) να επιδιώξουν την μαθητική αριστεία μέσω της εγκαθίδρυσης ενός μηχανισμού επιλογής αριστούχων μαθητών και μαθητριών ή β) να επιδιώξουν την αριστεία του σχολείου, που σημαίνει να καταφέρουν να γίνουν καλά σχολεία για όλα τα παιδιά και με αυτό τον τρόπο παραδειγματικά σχολεία για τα υπόλοιπα σχολεία της χώρας. Στην εργασία θα παρουσιάσουμε επιχειρήματα που υποστηρίζουν ότι τα ΠΠΣ οφείλουν να υιοθετήσουν τη δεύτερη επιλογή, την επιλογή του καλού και παραδειγματικού σχολείου για όλα τα παιδιά έναντι του σχολείου ελίτ που αφορά σε αριστούχους μόνο μαθητές και μαθήτριες.

Α. Η υπόσχεση της Παιδαγωγικής

Ο κατά κοινή ομολογία πατέρας της Σύγχρονης Παιδαγωγικής Johann Amos Comenius (1592-1670) στο βιβλίο του Μεγάλη Διδακτική (Didactica Magna, 1631) υποστήριξε την προοπτική μιας «καθολικής εκπαίδευσης για όλα τα παιδιά». Πιο συγκεκριμένα υποστήριξε την άποψη ότι «το σχολείο μπορεί και πρέπει να διδάξει σε όλα τα παιδιά όλα εκείνα τα πράγματα που είναι απαραίτητα για τη ζωή τους και μάλιστα να το κάνει με ένα τρόπο που να είναι ευχάριστος για τους μαθητές και τους δάσκαλους» (Comenius, 1967).

Τετρακόσια χρόνια μετά την έκδοση της Μεγάλης Διδακτικής το όραμα του Comenius για μια καθολική παιδεία για όλα τα παιδιά μοιάζει ανεκπλήρωτο. Και μοιάζει ανεκπλήρωτο, γιατί το σχολείο δεν φαίνεται να διδάσκει με τους ίδιους όρους όλα τα παιδιά και, επίσης, απέχει από το να είναι χαρούμενο, δημιουργικό και ανθρώπινο στο βαθμό, τουλάχιστον, που θα μπορούσε να είναι.

Προς ενίσχυση των ισχυρισμών αναφέρουμε πως εάν το όραμα του Comenius – η μεγάλη αυτή υπόσχεση της Παιδαγωγικής – είχε εκπληρωθεί, δεν θα υπήρχαν σχολεία «γκέτο» στα οποία συναντάμε έως και 80-90 % παιδιά αλλοδαπά, παλιννοστούντα και Ρομά με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα της εκπαίδευσής τους (ΚΑΝΕΠ & ΓΣΕΕ, 2008, Λαζαρίδου, 2009, Μητακίδου, 2011, Τρέσσου, 2001). Έρευνες, επίσης, δεν θα έδειχναν ότι στη χώρα μας η επίδοση των μαθητών και μαθητριών εξαρτάται από την οικονομική και μορφωτική κατάσταση της οικογένειας (όταν αυτό π.χ. δεν συμβαίνει στη Φινλανδία και σε άλλες ευρωπαϊκές και μη χώρες) (Pisa, 2010). Τέλος, θα υπήρχε διαφορετική αντιμετώπιση για τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και ικανότητες από αυτή που υπάρχει σήμερα. Γιατί γνωρίζουμε, βεβαίως, πως η πολιτική της ομαλής εκπαιδευτικής ένταξης των παιδιών με αναπηρία και μαθησιακές δυσκολίες στα πλαίσια ενός γενικού ενιαίου σχολείου για όλα τα παιδιά, ενός σχολείου στο οποίο θα εφαρμόζονταν εκτεταμένα προγράμματα συμβιωτικής ένταξης και σύγκλισης αυτών των παιδιών με τα υπόλοιπα παιδιά, δεν έχει ακόμα εδραιωθεί (Τζουριάδου, 2006, Καραγιάννη, 2008, Βοζίκη, 2011).

Β. Τα ΠΠΣ &η υπόσχεση της Παιδαγωγικής

Στο σημείο αυτό αναδεικνύεται το εύλογο ερώτημα: Ποια η σχέση των ΠΠΣ με το όραμα του Comenius και την υπόσχεση της Παιδαγωγικής;

Η απάντηση μπορεί να διατυπωθεί με την εξής ερώτηση:

«Ποια σχολεία θα όφειλαν να εργαστούν (περισσότερο, ίσως, από άλλα) για να φέρουν σε πέρας το όραμα του Comenius και την υπόσχεση της Παιδαγωγικής, το όραμα για τη δημιουργία ενός ανθρώπινου, δημιουργικού και χαρούμενου σχολείου για όλα τα παιδιά, αν όχι τα ΠΠΣ;»

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά.

Γ. Ο Νόμος 3966/2011 για τα ΠΠΣ & το νέο πλαίσιο λειτουργίας τους

Στις 24 Μαΐου 2011 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Νόμος (ΦΕΚ 118 Α΄, 24.05.2011) με τίτλο: «Θεσμικό πλαίσιο των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων, Ίδρυση Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Οργάνωση του Ινστιτούτου Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων «ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ» και λοιπές διατάξεις».

Ο Νόμος αυτός καθορίζει το νέο πλαίσιο λειτουργίας των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων (ΠΠΣ)..

Έτσι, στο Κεφ. Γ, Άρθρο 36 του συγκεκριμένου νόμου διαβάζουμε πως ο σκοπός της λειτουργίας των νέων ΠΠΣ είναι μεταξύ άλλων:

1.Η εξασφάλιση δημόσιας και δωρεάν παιδείας για όλους τους μαθητές

2.Η προαγωγή της εκπαιδευτικής έρευνας στην πράξη, σε συνεργασία με τις αντίστοιχες Σχολές και Τμήματα των Α.Ε.Ι.

3.Η πρακτική άσκηση των φοιτητών των Α.Ε.Ι. (κυρίως των Παιδαγωγικών Τμημάτων και των καθηγητικών Σχολών)

4.Η επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών της ευρύτερης εκπαιδευτικής κοινότητας, σε συνεργασία με τα Α.Ε.Ι. και το Ι.Ε.Π.,

5.Η υποστήριξη της δημιουργικότητας, της καινοτομίας και της αριστείας (με τη δημιουργία ομίλων αριστείας στους οποίους μπορούν να συμμετέχουν και μαθητές από άλλα δημόσια σχολεία της χώρας)

6.Η Εκπαίδευση των μαθητών με ιδιαίτερες μαθησιακές δυνατότητες και ταλέντα, αλλά και η υποστήριξη των μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες, μέσω προγραμμάτων ενισχυτικής αγωγής

Όλα τα παραπάνω υποστηρίζεται πως θα επιτευχθούν με την πειραματική δοκιμή και εφαρμογή στα ΠΠΣ (Άρθρο 36, όπως πριν):

1)Ευέλικτων αναλυτικών προγραμμάτων και μεθόδων διδασκαλίας,

2)Εκπαιδευτικού υλικού οποιασδήποτε μορφής,

3)Καινοτόμων και δημιουργικών διδακτικών πρακτικών και δράσεων,

4)Διαρκούς αξιολόγησης της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου και της υλικοτεχνικής υποδομής των σχολικών μονάδων, δηλαδή αξιολόγηση δομών, υπηρεσιών και στελεχών και

5)Νέων μοντέλων διοίκησης και λειτουργίας του σχολείου.

Με τη συστηματική εφαρμογή των παραπάνω προσδοκάται από την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να εδραιωθεί σύντομα στα ΠΠΣ μία κουλτούρα επαγγελματισμού, αριστείας και αξιοκρατίας η οποία θα αποτελέσει παράδειγμα μίμησης για τα υπόλοιπα δημόσια σχολεία της χώρας (Υφυπουργός Παιδείας, Μάρτιος 2013).

Δ. «Αριστεία»: η έννοια κλειδί των νέων ΠΠΣ

Αριστεία, καινοτομία, έρευνα, πειραματισμός, αξιολόγηση είναι οι βασικοί πυλώνες γύρω από τους οποίους αναπτύσσεται η πολιτική του Υπουργείου Παιδείας για τη λειτουργία και τον νέο κοινωνικό ρόλο των ΠΠΣ (Υφυπουργός Παιδείας, Μάρτιος 2013). Από όλες αυτές τις έννοιες αυτή που χρησιμοποιείται περισσότερο για να δηλώσει το νέο προσανατολισμό των ΠΠΣ είναι η έννοια ΑΡΙΣΤΕΙΑ. Η έννοια της αριστείας, όμως, είναι ασαφής και αμφίσημη και γι’ αυτό το λόγο είναι ίσως η έννοια που εγείρει τις περισσότερες αντιδικίες και αντιπαραθέσεις.

Ας δούμε όμως την έννοια αριστεία από κοντά.

Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Κέντρου Λεξικολογίας η αριστεία συνδέεται με τις πολεμικές επιχειρήσεις και σημαίνει: «διάκριση ήρωα στη μάχη» (Μπαμπινιώτης, 2005). Στο ηλεκτρονικό λεξικό του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, από την άλλη, δεν συναντούμε λήμμα σχετικό με τη λέξη αριστεία. Αντ’ αυτής στο λεξικό υπάρχει η λέξη Αριστείο που σημαίνει: «βραβείο που απονέμεται για εξαιρετικές πράξεις ή επιδόσεις που αφορούν στα πεδία της ανδρείας, των επιστημών, των γραμμάτων και των τεχνών». Στο αγγλικό λεξικό Oxford Dictionary η λέξη αριστεία (excellence) συνδέεται σαφώς με την ποιότητα (quality). Συγκεκριμένα, το λεξικό αναφέρεται στην Αριστεία ως: «η ποιότητα του να είναι κάτι ή κάποιος εξαιρετικός ή ακραία καλός σε κάτι» (the quality of being outstanding or extremely good) (New Oxford Dictionary of English, 1998).

Με βάση τους παραπάνω ορισμούς διακρίνουμε πως η λέξη αριστεία σχετίζεται κυρίως με τις έννοιες: «διάκριση», «ποιότητα», «βραβείο», «εξαιρετικές επιδόσεις» κ.ο.κ.

Ας δούμε όμως και πως χρησιμοποιείται η έννοια αριστεία στην εκπαίδευση. Οι Harvey και Green (1993) αναφέρουν ότι ο όρος αριστεία στην εκπαίδευση τις περισσότερες φορές συσχετίζεται με τον όρο ποιότητα. Για την ακρίβεια επισημαίνουν πως απαντώνται δύο εκδοχές της έννοιας αριστεία σε σχέση με την εκπαίδευση: α) η αριστεία που αφορά στην επίτευξη υψηλών εκπαιδευτικών στάνταρτς από κάποιο εκπαιδευτικό οργανισμό και β) η αριστεία που αφορά στην καλή ποιότητα της εκπαίδευσης σε όλες τις φάσεις της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η δεύτερη εκδοχή, μας λένε, είναι σημαντικότερη και προϋπόθεση της πρώτης. Τονίζουν δε ότι απαραίτητο για την επίτευξη της δεύτερης εκδοχής της αριστείας είναι η συστηματική καλλιέργεια μιας κουλτούρας ποιότητας από τα μέλη του εκπαιδευτικού οργανισμού.

Η Kathryn L. Allan (2007) διακρίνει και αυτή δύο παρόμοιες εκφάνσεις του όρου αριστεία στην εκπαίδευση. Μας λέει πώς η αριστεία στην πρώτη εκδοχή της συνδέεται ευθέως με την επίδοση των μαθητών και μαθητριών και βοηθά στο να ξεχωρίσουν οι μαθητές και οι μαθήτριες των υψηλών επιδόσεων από τους μέτριους και χαμηλών επιδόσεων μαθητές και μαθήτριες. Ονομάζει αυτή την εκδοχή της αριστείας παραδοσιακή και επισημαίνει ότι αυτή η εκδοχή τείνει να δημιουργήσει νικητές και ηττημένους μεταξύ των μαθητών και μαθητριών. Υποστηρίζει ότι αυτή η εκδοχή εξυπηρετεί εντέλει την αγορά εργασίας η οποία έχει ανάγκη από διάφορους εργαζόμενους, από εργαζόμενους υψηλών και χαμηλών προσόντων, από εργαζόμενους που θα αναλάβουν εργασίες με ποικίλο κοινωνικό και οικονομικό στάτους. Στον αντίποδα αυτής της όψης της αριστείας η Allan διακρίνει μια δεύτερη εκδοχή την οποία ονομάζει μοντέρνα άποψη περί αριστείας (modernising view) ή αριστεία θετικού απολογισμού (positive-sum game). Η επιδίωξη αυτής της μορφής αριστείας, μας λέει, δίνει έμφαση στην ενίσχυση των γνωστικών ικανοτήτων όλων των μαθητών και μαθητριών (και όχι μόνο των λίγων) και βασίζεται στην υπόθεση ότι «περισσότερη και καλύτερη εκπαίδευση για όλα τα παιδιά σημαίνει υψηλές γνωστικές και πνευματικές επιτεύξεις για το σύνολο της κοινωνίας» (Allan, 2007, pp. 9).

Με βάση τους παραπάνω ορισμούς και προσεγγίσεις στην έννοια αριστεία μπορούμε με σχετική ασφάλεια να καταλήξουμε στο ότι η αριστεία σε ένα σχολείο θα μπορούσε να επιτευχθεί με τους εξής δύο τρόπους:

1.Με την επιλογή (με κάποιες διαδικασίες αξιολόγησης) μόνο των αριστούχων μαθητών και μαθητριών για να φοιτήσουν σε αυτό το σχολείο – οπότε μιλούμε για την επιδίωξη της αριστείας μέσω της δημιουργίας ενός σχολείου μαθητικής ελίτ.

2.Με την δημιουργία ενός καλού και ποιοτικού σχολείου για όλα τα παιδιά – περίπτωση στην οποία η έννοια αριστεία αφορά στην ποιότητα του σχολείου καθεαυτού, ήτοι στην ποιότητα των υποδομών, των εκπαιδευτικών και της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Θα υποστηρίξουμε ότι: α) είναι λογικά αίολη η επιλογή της πρώτης εκδοχής για τα ΠΠΣ και β) ότι η ελληνική κοινωνία στην τρέχουσα κοινωνική και οικονομική συγκυρία έχει νόημα να επενδύσει στη δεύτερη εκδοχή, στην εκδοχή του καλού σχολείου για όλα τα παιδιά και παραδειγματικού σχολείου για τα υπόλοιπα σχολεία της χώρας.

Ε. Τα ΠΠΣ ως σχολεία «μαθητικής ελίτ»: μια ανορθολογική επιλογή

Σύμφωνα με το Ν. 3966/2011(ΦΕΚ 118, τ. Α΄) και το συμπληρωματικό Ν. 4072/2012 (ΦΕΚ 86Α) μέρος του έργου των νέων ΠΠΣ είναι:

1)Η υποστήριξη της καινοτομίας

2)Η πρακτική άσκηση των φοιτητών των Παιδαγωγικών Τμημάτων και Καθηγητικών Σχολών

3)Η εφαρμογή νέων και αναμορφωμένων αναλυτικών προγραμμάτων

Όλα τα παραπάνω (στο βαθμό που πραγματωθούν) προτείνεται να προταθούν ως καλά εκπαιδευτικά παραδείγματα για τα υπόλοιπα δημόσια σχολεία της χώρας. Θα δείξουμε ότι αυτό δεν είναι εφικτό αν τα ΠΠΣ (με την καθιέρωση εξετάσεων και τεστ επιλογής των μαθητών και μαθητριών) αποφάσιζαν ότι θέλουν να γίνουν σχολεία μαθητικής ελίτ.

α) Οι καινοτομίες

Βασική επιδίωξη του Ν. 3966/2011 είναι να καταστήσει τα ΠΠΣ σχολεία εκπαιδευτικών καινοτομιών. Ανάμεσα στις βασικές καινοτομίες που προτείνεται να εφαρμοστούν είναι η εφαρμογή νέων και αναμορφωμένων αναλυτικών προγραμμάτων, νέων μεθόδων διδασκαλίας και εν γένει η εφαρμογή καινοτομικών διδακτικών πρακτικών. Στις προθέσεις του νομοθέτη είναι όλες αυτές οι καινοτομίες, αφού εφαρμοσθούν και πιστοποιηθούν για τα καλά εκπαιδευτικά τους αποτελέσματα στα ΠΠΣ, να προταθούν ως παράδειγμα προς μίμηση στα άλλα δημόσια σχολεία της χώρας (με τη δημιουργία ενδεχομένως μιας ψηφιακής τράπεζας καινοτομικών εκπαιδευτικών πρακτικών των ΠΠΣ).

Ο μοναδικός τρόπος για να γίνει δυνατή αυτή η επιδίωξη είναι ο μαθητικός πληθυσμός των ΠΠΣ να είναι αντιπροσωπευτικός και αντίστοιχος του μαθητικού πληθυσμού των υπόλοιπων δημόσιων σχολείων (τόσο ως προς την εθνική ή εθνοτική καταγωγή όσο και ως προς τις διαβαθμίσεις του κοινωνικού, οικονομικού και κυρίως του μορφωτικού επιπέδου των γονέων των μαθητών και μαθητριών). Μόνο σε αυτή την περίπτωση οι καινοτομίες που εφαρμόζονται στα ΠΠΣ θα μπορούσαν να προταθούν ως παραδείγματα και στα υπόλοιπα δημόσια σχολεία. Και αυτό γιατί, αν οι καινοτομίες εφαρμοστούν και επιτύχουν σε μια ελίτ μαθητών και μαθητριών τι εχέγγυα υπάρχουν ότι θα επιτύχουν και στους μαθητές και τις μαθήτριες στα υπόλοιπα σχολεία στα οποία ο μαθητικός πληθυσμός είναι ανομοιογενής τόσο ως προς την εθνική και εθνοτική προέλευση (αλλοδαποί, παλιννοστούντες, μεταναστόπουλα κ.ο.κ. ) όσο και ως προς το μορφωτικό επίπεδο.

β) Πειραματισμός & παιδαγωγική άσκηση των φοιτητών και φοιτητριών

Αν τα παραπάνω ισχύουν για τις καινοτομίες τα ίδια ακριβώς φαίνεται να ισχύουν και για τη λειτουργία των ΠΠΣ ως κέντρων για την πρακτική άσκηση των φοιτητών και φοιτητριών. Είναι φανερό πως δεν έχει νόημα να στείλει κανείς τους φοιτητές και τις φοιτήτριες στα ΠΠΣ για να κάνουν τις πρακτικές τους ασκήσεις αν η σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού των ΠΠΣ δεν είναι αντίστοιχη με εκείνης του γενικού μαθητικού πληθυσμού των άλλων σχολείων. Η κατάσταση που θα συναντήσουν οι φοιτητές και οι φοιτήτριες στις κανονικές σχολικές τάξεις πρέπει να είναι κατά το δυνατόν συγκρίσιμη με αυτή στην οποία έκαναν τις πρακτικές τους ασκήσεις.

Γίνεται φανερό, επομένως, πως τα ΠΠΣ δεν μπορεί να είναι σχολεία των επίλεκτων μαθητών και μαθητριών μόνο. Αν αυτό συμβεί, η διάσταση του πειραματικού σχολείου ουσιαστικά καταστρέφεται. Και καταστρέφεται, γιατί είναι αδύνατο να βγάλεις αξιόπιστα ερευνητικά συμπεράσματα με σκοπό να τα εφαρμόσεις σε όλο το μαθητικό πληθυσμό, όταν η ομάδα που έχεις ερευνήσει είναι ένα επίλεκτο μαθητικό δυναμικό που προέρχεται συχνά από ένα ανάλογο κοινωνικό περιβάλλον (Ρεπούση, 2011).

γ) Μια υπόθεση εργασίας & μια διαπίστωση

Με τα παραπάνω συνδέεται και η εξής υπόθεση εργασίας:

Αν τα ΠΠΣ επέλεγαν να φοιτούν σε αυτά με διαδικασίες εξετάσεων μόνο οι αριστούχοι μαθητές και μαθήτριες, αν ταυτόχρονα διέθεταν τους καλύτερους εκπαιδευτικούς (εκπαιδευτικούς υψηλών ακαδημαϊκών προσόντων) και τις καλύτερες κτιριακές και τεχνικές υποδομές τι θα μπορούσαν να προτείνουν ως παράδειγμα προς τα άλλα δημόσια σχολεία της χώρας; Μήπως να κάνουν και αυτά εξετάσεις για να επιλέξουν τους καλύτερους μαθητές και μαθήτριες, να επιλέξουν με αυστηρές διαδικασίες αξιολόγησης τους καλύτερους εκπαιδευτικούς και να ανεβάσουν τα υλικοτεχνικά τους στάνταρτς; Είναι φανερό πως μια τέτοια πρόταση μοιάζει όχι μόνο ουτοπική, αλλά στην παρούσα κοινωνική και οικονομική συγκυρία και προκλητική!

Σε αυτό θα άξιζε να προσθέσουμε και το εξής.

Έρευνες έχουν δείξει ότι τα Πειραματικά Σχολεία (όπως π.χ. το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ΠΣΠΘ) και πριν την ψήφιση του Ν. 3966/2011 ήταν ήδη σχολεία κοινωνικής διάκρισης και σχετικής μαθητικής ελίτ. Και αυτό γιατί, λόγω της αυστηρής οργάνωσης και του απαιτητικού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος προσέλκυαν για να φοιτήσουν σε αυτά (μέσα από ένα άτυπο δίκτυο κοινωνικής κινητικότητας και πληροφόρησης) άλλοτε με εξετάσεις και άλλοτε χωρίς παιδιά της μεσαίας κοινωνικής τάξης και επάνω (Λιάμπας, 2009). Η αυστηροποίηση του τρόπου επιλογής των μαθητών και μαθητριών με τη διαδικασία των εξετάσεων και των τεστς, επομένως, το μόνο που θα μπορούσε να επιτύχει είναι να οξύνει και να εκλεπτύνει ακόμα περισσότερο τις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές διακρίσεις στη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού.

ΣΤ. Τα ΠΠΣ ως καλά και δημιουργικά σχολεία για όλα τα παιδιά και παραδειγματικά σχολεία για τα υπόλοιπα σχολεία της χώρας

Συναθροίζοντας τις παραπάνω σκέψεις φαίνεται πως υπάρχει ελπίδα τα ΠΠΣ να δείξουν ότι με ένα διαφορετικό όραμα για την εκπαίδευση, με καλές περιπτώσεις εκπαιδευτικών, με άρτιες υποδομές, με έμφαση σε προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας και σε συνεργασία με τα γειτονικά σχολεία μπορούν να γίνουν παραδείγματα καλής παιδείας για όλα τα παιδιά και πρότυπα προς μίμηση από τα άλλα σχολεία της χώρας.

Προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι οι μαθητές και οι μαθήτριες των ΠΠΣ (τόσο για τη φοίτησή τους στο Γυμνάσιο όσο και στο Λύκειο) να επιλέγονται με κλήρωση και όχι με εξετάσεις!

Τότε και μόνο τότε θα μπορούσαν τα ΠΠΣ να αποτελέσουν παράδειγμα ανθρώπινου και δημοκρατικού σχολείου (ΕΔΑΠΚΔ 2008 & Τσιάκαλος 2011). Τότε και μόνο τότε οι καινοτομίες που εφαρμόζονται σε αυτά (νέα αναλυτικά προγράμματα, εκπαιδευτικοί όμιλοι, ερευνητικές εργασίες κ.ο.κ.) θα ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ως καλά εκπαιδευτικά παραδείγματα από τα άλλα σχολεία της χώρας[1].

Διαφορετικά, το μόνο για το οποίο τα ΠΠΣ θα μπορούσαν να επιχαίρουν θα ήταν το γεγονός ότι πολλοί αριστούχοι μαθητές και μαθήτριες που φοιτούν σε αυτά επιτυγχάνουν σε πανεπιστημιακές σχολές υψηλού κύρους. Αυτή η ικανοποίηση όμως είναι εγωκεντρική και αυτάρεσκη και δεν συνεισφέρει στο δημόσιο καλό της χώρας.

Εκτός και αν η μακροπρόθεσμη επιθυμία του Υπουργείου Παιδείας είναι η δημιουργία ενός παράλληλου προς το υπάρχον δικτύου σχολείων στο οποίο θα φοιτούν οι αριστούχοι μαθητές και μαθήτριες. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως η πολιτεία θα έπρεπε να δικαιολογήσει πειστικά την ανάγκη της δημιουργίας ενός τέτοιου δικτύου σχολείων και, μάλιστα, σε μια περίοδο που η χώρα και μαζί η εκπαίδευση δοκιμάζονται από την ισχυρότερη κοινωνική και οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών.

Και, εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε να γίνει κατανοητή η δημιουργία δύο – τριών θεματικών σχολείων για να φοιτούν σε αυτά παιδιά με εξαιρετικά ταλέντα και ικανότητες σε ορισμένα γνωστικά πεδία (π.χ. καλλιτεχνικά μαθήματα, μαθηματικά, φυσικές επιστήμες κ.ο.κ.) με στόχο την αξιοποίηση και ανάπτυξη αυτών των ταλέντων . Όμως η ύπαρξη ολόκληρου παράλληλου δικτύου σχολείων αριστούχων μαθητών και μαθητριών ποια κοινωνική λειτουργία θα εξυπηρετούσε αλήθεια;

Ζ. Η ισότητα στην εκπαίδευση ως προϋπόθεση της γενικής κοινωνικής ευημερίας και προόδου

Στα προηγούμενα κεφάλαια προσπαθήσαμε να αναπτύξουμε επιχειρήματα για να δείξουμε ότι η επένδυση εκ μέρους της πολιτείας σε ποιοτικά σχολεία υψηλών εκπαιδευτικών στάνταρτς για όλα τα παιδιά (και ως τέτοια θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε και τα ΠΠΣ) αποτελεί προϋπόθεση για την αναβάθμιση της παιδείας στη χώρα.

Προς επίρρωση του ισχυρισμού αναφέρουμε πως σε έρευνα που διενήργησε η εταιρία «McKinsey & Company» για την κυβέρνηση των ΗΠΑ διαπίστωσε πως η αμερικάνικη πολιτεία χάνει δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο από το γεγονός ότι δεν παρέχει ίση εκπαίδευση σε όλα τα αμερικανόπουλα. Πιο συγκεκριμένα διαπιστώθηκε ότι σε περίπτωση που οι ισπανόφωνοι και αφρικάνικης καταγωγής μαθητές και μαθήτριες λάμβαναν εκπαίδευση ανάλογη με την εκπαίδευση των λευκών μαθητών και μαθητριών και αν, επίσης, το ίδιο συνέβαινε και για την εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία και μαθησιακές δυσκολίες, τότε στα επόμενα 80 χρόνια το αμερικάνικό έθνος θα είχε να κερδίσει περί τα 50 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό ίσο με το τριπλάσιο του ετήσιου ακαθάριστου εθνικού προϊόντος των ΗΠΑ (McKinsey & Company, 2009).

Τα δεδομένα αυτής της έρευνας τα έλαβε σοβαρά υπόψη τόσο η κυβέρνηση όσο και το Υπουργείο Παιδείας των ΗΠΑ. Αποφάσισαν, πράγματι, στα επόμενα χρόνια να επενδύσουν μεγάλο μέρος των χρημάτων του εθνικού προϋπολογισμού στο σχέδιο της βελτίωσης της ποιότητας της εκπαίδευσης για όλα τα αμερικανόπουλα, χωρίς τις εξαιρέσεις και τους διαχωρισμούς του παρελθόντος που αφορούσαν στις ισπανόφωνες και στις αφρικάνικης καταγωγής κοινωνικές ομάδες. Η ίδια η επωνυμία του εθνικού στρατηγικού σχεδίου – «Για όλα τα παιδιά μαζί και για το καθένα χωριστά – μια στρατηγική για την ισότητα και την αριστεία στην εκπαίδευση» – το δηλώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο (U.S. Department of Education, 2013).

Η προσπάθεια της αμερικάνικης κυβέρνησης να προσφέρει ποιοτική και υψηλών προδιαγραφών παιδεία για όλα τα παιδιά χωρίς εθνικούς, εθνοτικούς ή άλλους διαχωρισμούς αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, ένα καλό παράδειγμα προς μίμηση για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής στη χώρα μας. Μία πολιτική που με επίκεντρο το σύνθημα «καλή και ποιοτική παιδεία για όλα τα παιδιά» θα έπρεπε να χαρακτηρίζει και την φιλοσοφία και τον κοινωνικό ρόλο των νέων ΠΠΣ.

Επίλογος

Με το Ν. 3966/2011 που ορίζει το νέο πλαίσιο λειτουργίας των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων (ΠΠΣ) βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση. Να αποφασίσουμε αν θέλουμε: α) ένα σχολείο που αφορά στους άριστους μαθητές και μαθήτριες, δηλαδή ένα σχολείο μαθητικής ελίτ ή αντίθετα β) ένα ποιοτικό και παραδειγματικό σχολείο έργο του οποίου θα είναι να προσφέρει υψηλού επιπέδου μορφωτικά αγαθά και αξίες σε όλα τα παιδία (ανεξάρτητα από τη φυλή, το φύλο, την εθνική, εθνοτική, θρησκευτική ή άλλη καταγωγή). Διατυπώσαμε βάσιμους ισχυρισμούς ότι η ελληνική κοινωνία έχει ανάγκη από τη δεύτερη επιλογή, την επιλογή του καλού, ποιοτικού και δημιουργικού σχολείου για όλα τα παιδιά. Αυτή η επιλογή φαίνεται να αποτελεί προϋπόθεση για την μελλοντική προκοπή και την ευημερία του έθνους και αφορά τόσο στα ΠΠΣ όσο και στα υπόλοιπα σχολεία της χώρας. Ας ελπίσουμε ότι οι υπεύθυνοι για το σχεδιασμό και τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής θα το λάβουν σοβαρά υπόψη. Η διάκριση και ο ελιτισμός, εξάλλου, δε ωφέλησε ποτέ την εκπαίδευση ούτε και την κοινωνία.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το άρθρο έχει δημοσιευθεί στο ηλεκτρονικό περιοδικό ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ – θεωρία & πράξη, Τεύχος 6 (Αύγουστος – Σεπτέμβριος, 2013). Μπορείτε να το κατεβάσετε και από την e – διεύθυνση του περιοδικού: