Ενστάσεις για τη διαδικασία που ακολουθείται στο σχεδιασμό της «Αθηνάς» για την αναδιάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας, εκφράζει μετά το ΠαΣοΚ και ο τομέας Παιδείας της ΔΗΜΑΡ.
Η εκπρόσωπος του τομέα Παιδείας, βουλευτής Α’ Πειραιώς και καθηγήτρια του ΑΠΘ, Μαρία Ρεπούση δήλωσε σήμερα, Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου, σε συνέντευξη Τύπου ότι το σχέδιο αυτό πρέπει να περάσει από την Βουλή και πρέπει να εμπλακούν στον χειρισμό του όλοι οι θεσμικοί παράγοντες που ενδιαφέρονται για το θέμα και να μην προωθηθεί με την μορφή Προεδρικού Διατάγματος.
«Η αναδιάρθρωση των ΑΕΙ είναι εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση και δεν μπορεί να είναι στην αποκλειστική αρμοδιότητα της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας. Χρειάζεται η ενεργοποίηση των θεσμικών οργάνων, όπως το ΕΣΥΠ και η ΑΔΙΠ, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ερωτήθηκαν καν» ανέφερε χαρακτηριστικά εκ μέρους της ΔΗΜΑΡ ο Δημήτρης Κυρτάτας, καθηγητής στο Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Στις θέσεις του τομέα Παιδείας και Έρευνας του κόμματος αναφέρθηκαν επίσης, κατά την συνέντευξη Τύπου η Μάνια Μαύρη, επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστήμιο Αιγαίου και ο Γιώργος Μιαούλης, καθηγητής στο ΑΤΕΙ Πειραιά.
Η ψήφιση του σχεδίου «Αθηνά» από την Βουλή είναι αναγκαία, εκτίμησαν οι εκπρόσωποι της ΔΗΜΑΡ και ζήτησαν από το υπουργείο Παιδείας να αναθεωρήσει την απόφασή του για έκδοση Π.Δ και να εισαγάγει την πρόταση στην κοινοβουλευτική διαδικασία.
Μάλιστα, στην διάρκεια της διαβούλευσης η ΔΗΜΑΡ θα υποβάλλει συγκεκριμένες προτάσεις βελτίωσης του σχεδίου Αθηνά στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του ακαδημαϊκού χαρακτήρα, της αναδιάρθρωσης, της απομάκρυνσης από πελατειακές και κομματικές λογικές και της αντιστοίχησης με τις αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας.
Ο τομέας Παιδείας της ΔΗΜΑΡ έδωσε στην δημοσιότητα μια πλήρη πρόταση αναδιάρθρωσης των ΑΕΙ που αναπτύσσεται σε τρεις φάσεις που μπορούν να ξεκινήσουν ταυτόχρονα και συγκεκριμένα:
– Εφαρμογή της βάσης του «10» και συγχώνευση ή και κατάργηση των τμημάτων στα οποία περισσότεροι πάνω από το 50% των σπουδαστών τους έχουν βαθμολογία κάτω του δέκα
– Δημιουργία κοινοπραξιών ανά περιφέρεια στη βάση της συνάφειας γνωστικών αντικειμένων, της γεωγραφικής τοποθεσίας, της συνδιαχείρισης υποδομών και της αποτελεσματικότερης αξιοποίησης του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού
– Εσωτερική αναδιάρθρωση σε μεγάλες Σχολές και τμήματα που ανταποκρίνονται στις επιστημονικές και κοινωνικές εξελίξεις.
– Αξιολόγηση των υποδομών, των διοικητικών υπηρεσιών, του διδακτικού και ερευνητικού έργου και παρακολούθηση της επαγγελματικής αποκατάστασης των αποφοίτων.
Ως κριτήρια αναδιαμόρφωσης του ακαδημαϊκού χάρτη η ΔΗΜΑΡ πρότεινε τα εξής:
– Χωροταξία Πανεπιστημίων & ΤΕΙ:Όπως ανέφεραν οι εκπρόσωποι του κόμματος, είναι προφανής η ανάγκη χωροταξικού εξορθολογισμού του ακαδημαϊκού χάρτη και η ανάγκη συγκέντρωσης τμημάτων και σχολών ενός Ιδρύματος σε μία, το πολύ δύο πόλεις, έτσι ώστε να περιοριστεί το φαινόμενο του ενός μόνου τμήματος σε μια πόλη και να υπάρχει δυνατότητα δημιουργικής αλληλεπίδρασης μεταξύ περισσότερων τμημάτων και καλύτερης αξιοποίησης των υποδομών. Η εξασφάλιση των στοιχειωδών προϋποθέσεων ενός ακαδημαϊκού περιβάλλοντος δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να θυσιαστεί στο βωμό της εξυπηρέτησης κακώς εννοούμενων «τοπικών συμφερόντων».
– Κοινοπραξίες Πανεπιστημίων, ΤΕΙ & Ερευνητικών Κέντρων. Τονίστηκε ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προταχθεί η δημιουργία Κοινοπραξιών Πανεπιστημίων, ΤΕΙ και Ερευνητικών Κέντρων στη βάση της συνάφειας γνωστικών αντικείμενων, της γεωγραφικής τοποθεσίας, της συνδιαχείρισης υποδομών και της αποτελεσματικότερης αξιοποίησης του διδακτικού & ερευνητικού προσωπικού. Η πρόταξη των κοινοπραξιών εμπεριέχει συγχωνεύσεις ιδρυμάτων όπου αυτές κριθούν απαραίτητες.
Οι κοινοπραξίες δεν θα εξαντλούνται μόνο σε “εκπαιδευτικές” δράσεις, αλλά θα επεκταθούν και σε άλλες δραστηριότητες (όπως, π.χ., κοινά προγράμματα σπουδών, κοινές υποδομές, κοινοί ερευνητικοί στόχοι κλπ). Το πλαίσιο λειτουργίας τους θα καθορίζεται από τα Ιδρύματα και τα Ερευνητικά Κέντρα τα οποία θα ανήκουν στην κοινοπραξία. Η δημιουργία μιας κοινοπραξίας θα αποφασίζεται με Προεδρικό Διάταγμα. Η οργάνωση, τα όργανα διοίκησης και η λειτουργία τους θα προσδιορίζονται με νομοθετική ρύθμιση.
– Επικαιροποίηση Γνωστικών Αντικειμένων και δημιουργία σχολών: Τα μέλη του τομέα παιδείας του κόμματος δήλωσαν ότι τα ελληνικά ΑΕΙ οφείλουν να ξανασκεφθούν ανά ίδρυμα και συνολικά τα γνωστικά αντικείμενα που υπάρχουν στα προγράμματα σπουδών. Υπάρχει αφενός μια πληθώρα τμημάτων που δεν αντιστοιχούν σε διεθνώς καθιερωμένα γνωστικά αντικείμενα, υπάρχουν αφετέρου εκτεταμένες αλληλοεπικαλύψεις.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν πολλά τμήματα στο ίδιο ΑΕΙ με διαφορετικό τίτλο και παρεμφερή έως και όμοια γνωστικά αντικείμενα ενώ απουσιάζουν σύγχρονα ή και διεπιστημονικά γνωστικά αντικείμενα. Συνολικά η κατεύθυνση πρέπει να είναι ο περιορισμός των εξειδικευμένων αντικειμένων και ο προσανατολισμός σε «ευρύτερα» και επιστημολογικά σαφέστερα γνωστικά αντικείμενα, ενώ ο τεχνολογικός τομέας πρέπει να οδηγεί σε συγκεκριμένα επαγγέλματα, σε επίπεδο προπτυχιακών σπουδών. Η αναδιάταξη των κλασικών σχολών που υπάρχουν στα ελληνικά ΑΕΙ και η δημιουργία νέων μεγάλων σχολών με συγγενή γνωστικά αντικείμενα πρέπει επίσης να απασχολήσει την αναδιάρθρωση των ΑΕΙ.
– Ενίσχυση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης: Αναφέρθηκε ότι η αναδιάρθρωση του ακαδημαϊκού χάρτη πρέπει να συμβάλει στην αναγκαία στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς την ενίσχυση της παραγωγικής προσπάθειας, της οικονομικής ανάπτυξης, και της καινοτομίας. Πρέπει να συμβάλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη του όλου συστήματος επαγγελματικής εκπαίδευσης (τεχνολογικό λύκειο, μεταλυκειακή εκπαίδευση, κατάρτιση), στον εξορθολογισμό της πυραμίδας των επαγγελμάτων και την ανάπτυξη της διά βίου μάθησης.
Η αναδιάρθρωση αυτή πρέπει να συνδυαστεί με την αναδιάρθρωση της οργάνωσης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και της αγοράς εργασίας μέσω της ανάπτυξης του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων (ΕΠΠ). Το ΕΠΠ σε εφαρμογή του Ευρωπαϊκού ΠΠ (που έχει υιοθετηθεί και από την UNESCO) μπορεί να δώσει ουσιαστικές δυνατότητες κινητικότητας στα επαγγέλματα, τόσο οριζόντιας μετακίνησης σε συγγενείς κλάδους, όσο και κάθετης ανέλιξης.
– Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και Ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο θα επηρεάσει σημαντικά την συνολική διάρθρωση των ΑΕΙ, τον αριθμό των εισακτέων σε σχολές και τμήματα, καθώς και την βιωσιμότητα αυτών. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας είναι σημαντικό να έχουν προσδιορισθεί τομείς που θα πρέπει να ενισχυθούν όπως, π.χ., η ναυτιλία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κλπ., και να βρεθούν τρόποι περιορισμού του φαινομένου της εξαγωγής επιστημονικού δυναμικού που έχει σπουδάσει με κρατική δαπάνη στην Ελλάδα.