Η αναγκαιότητα της κατάργησης των αντικοινωνικών πολιτικών στην εκπαίδευση, του Δημήτρη Πολυχρονιάδη

Από την αρχή της φετινής σχολικής χρονιάς (2014 – 2015) το Δημόσιο Σχολείο έζησε και ζει ακόμα στον αστερισμό των εφαρμοζόμενων μνημονιακών πολιτικών διάλυσής του που εφαρμόστηκαν από τις κυβερνήσεις (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ) τα τελευταία χρόνια.

Επιστέγασμα των πολιτικών αυτών ήταν η εξαγγελία και εφαρμογή από τον πρώην υπουργό Παιδείας Α. Λοβέρδο του περιβόητου «κοινωνικού» σχολείου με άξονες δράσης: την καταπολέμηση του χουλιγκανισμού στα σχολεία, την καταπολέμηση της παχυσαρκίας στα παιδιά και τους νέους διά μέσου της άθλησης και της διατροφής, την καταπολέμηση του εθισμού στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά, την καταπολέμηση του ρατσισμού, τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, την πρόληψη των μολυσματικών ασθενειών, την ανάπτυξη του προγράμματος ΕΥΖΗΝ στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού, τη λειτουργία του προγράμματος KidsAthletics του ΣΕΓΑΣ σε όλα τα σχολεία της χώρας, την εισαγωγή των εννοιών του Ολυμπισμού και των Εικαστικών στην εκπαίδευση κ.ά.

Πίσω όμως από τις γενικόλογες και εύηχες διατυπώσεις, επικοινωνιακού χαρακτήρα, του πρώην υπουργού Παιδείας Α. Λοβέρδου κρυβόταν και κρύβεται η ζοφερή πραγματικότητα της εφαρμοζόμενης εκπαιδευτικής πολιτικής των τελευταίων χρόνων που έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ταξικό πρόσημο.

Δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο από την εφαρμογή της πολιτικής του «νέου σχολείου» που γνωρίσαμε από το 2009 και μετά που στόχο είχε και έχει τη διάλυση του Δημόσιου Σχολείου, την κατάργηση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης, την κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών, τη λειτουργία του σχολείου με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, και πάνω από όλα την παραγωγή μαθητών χωρίς στέρεες βάσεις γνώσεις, αλλά κατόχους ενός σώματος δεξιοτήτων ικανών ώστε να μπορούν αύριο (οι μαθητές) να αποτελέσουν το μελλοντικό φτηνό και ευέλικτο εργατικό δυναμικό που χρειάζεται η οικονομία της άγριας καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Το έδαφος πάνω στο οποίο λιπάνθηκε η έλευση του «νέου σχολείου» και η μετεξέλιξη αυτού δηλ. το «κοινωνικό» σχολείο ήταν οι ακραία νεοφιλελεύθερες επιλογές για τις εφαρμοζόμενες πολιτικές στο χώρο της Δημόσιας Εκπαίδευσης όπως αυτές εκφράζονται στα επίσημα κείμενα της Ε. Ε. για την Παιδεία (Μπολόνια, Λισσαβόνα κλπ.).

Στο πλαίσιο αυτό το «κοινωνικό» σχολείο αποτελεί άλλον έναν «πολιορκητικό κριό» για την εισαγωγή στο Δημόσιο Σχολείο κάθε είδους ιδιωτών και ιδιωτικών εταιρειών, με την εφαρμογή προγραμμάτων-κονσέρβα που υποτίθεται ότι συνδέουν το σχολείο με την κοινωνία, διασυνδέοντας ουσιαστικά την εκπαίδευση και την παραγωγή γνώσης με τις ανάγκες της αγοράς, την εξυπηρέτηση τους και την κερδοφορία τους.

Έτσι είδαμε κατά τη διάρκεια του τρέχοντος σχολικού έτους την εταιρεία εισαγωγής και εμπορίας φρούτων (μπανάνες) “DOLE” ν’ αναλαμβάνει και να εκπονεί «προγράμματα» για την παιδική παχυσαρκία σε Δημόσια Δημοτικά Σχολεία της χώρας, σε συνεργασία με το ΥΠΑΙΘ στο πλαίσιο του «κοινωνικού σχολείου», μοιράζοντας προϊόντα της (μπανάνες) στους μαθητές, ικανοποιώντας έτσι και τις διαφημιστικές ανάγκες της εταιρείας.

Είδαμε ακόμα να διοργανώνονται ημέρες «αθλητικών δραστηριοτήτων» στα σχολεία χωρίς πρόγραμμα και στόχο στο πλαίσιο του «κοινωνικού σχολείου».

Κι όλα αυτά ενώ τα Δημόσια Σχολεία «λειτουργούν» με χιλιάδες ελλείψεις σε εκπαιδευτικούς, ακόμα και τώρα στο μέσο του σχολικού έτους, εξαιτίας της πολιτικής των ελάχιστων έως καθόλου μόνιμων διορισμών εκπαιδευτικών και της τραγικής μείωσης των προσλήψεων αναπληρωτών, χωρίς κονδύλια για την κάλυψη και των στοιχειωδών ακόμη αναγκών, λόγω της πολιτικής της υποχρηματοδότησης, με χιλιάδες παιδιά που περιμένουν το σχολικό συσσίτιο για να φάνε κάτι, λόγω της καταστροφικής πολιτικής των μνημονίων κυβέρνησης-Ε.Ε.-Δ.Ν.Τ.

Μάλιστα ο τέως υπουργός Παιδείας Α. Λοβέρδος δεν δίστασε να «μοιράζει χάντρες και καθρεφτάκια» στους ιθαγενείς γονείς, φτάνοντας μέχρι του σημείου, αμέσως μετά τις εκλογές της 25 Ιανουαρίου 2015, να ανακοινώνει με έκδοση υπουργικής απόφασης, την τροποποίηση του ωρολογίου προγράμματος των Δημοτικών Σχολείων της χώρας προκειμένου, στο πλαίσιο του «κοινωνικού» σχολείου, να καθιερωθεί η δήθεν εφαρμογή της μελέτης των μαθημάτων στον πρωινό κύκλο του Δημοτικού Σχολείου σε συνδυασμό με τη μείωση της ύλης, στοχεύοντας στην ικανοποίηση των γονέων που θα «απαλλάσσονταν» από το φόρτο της επιπλέον βοήθειας για τη μελέτη των παιδιών τους στο σπίτι.

Βέβαια κανείς μας δεν ξέχασε ότι η μελέτη/εμπέδωση των μαθημάτων για τους μαθητές των Δημοτικών Σχολείων ΕΑΕΠ, ήταν κάτι που υπήρχε και προβλεπόταν από την εποχή της καθιέρωσης του ολοήμερου σχολείου, περιορίστηκε ακριβώς με την εφαρμογή του ΕΑΕΠ και αναιρέθηκε εντελώς εξαιτίας της ουσιαστικής διάλυσης του ολοήμερου σχολείου που συντελείται τα δύο–τρία τελευταία σχολικά έτη, προκειμένου να εξοικονομηθούν θέσεις δασκάλων για να καλύψουν τα τεράστια κενά και ελλείψεις που υπάρχουν.

Φαίνεται, επειδή το όλο εγχείρημα του «κοινωνικού σχολείου» υποστηρίζεται οικονομικά με χρήματα από την Ε. Ε. (πάνω από τρία εκατομμύρια ευρώ έχουν διατεθεί για το πρόγραμμα «κοινωνικό» σχολείο) και διαθέτει ήδη και δική του ιστοσελίδα υποστηριζόμενη από το Υπουργείο Παιδείας, ήταν αναγκαίο να φανεί η παραγωγή σχετικού έργου από την πλευρά του ΥΠΑΙΘ προκειμένου να δικαιολογηθεί ο πακτωλός των κοινοτικών χρημάτων για τη στήριξη του «κοινωνικού» σχολείου.

Κι όλα αυτά τη στιγμή που δεν γινόταν καθόλου λόγος για ζωτικής σημασίας θέματα που όφειλε και οφείλει να αντιμετωπίσει η επίσημη πολιτεία μέσω των εκπαιδευτικών πολιτικών που υιοθετεί, όπως:

ο υποσιτισμός των μαθητών, η παντελής έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης (εμβόλια, προληπτική ιατρική, κλπ.), εξαιτίας των μνημονιακών περικοπών

η τεράστια και συνεχώς αυξανόμενη μαθητική διαρροή από την υποχρεωτική 10χρονη εκπαίδευση, εξαιτίας της αναστολής λειτουργίας των υποστηρικτικών δομών της εκπαίδευσης για τους αδύναμους μαθητές (δηλ. ενισχυτική διδασκαλία, τάξεις υποδοχής για τους μετανάστες, τμήματα ένταξης για τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, χορήγηση δασκάλων για παράλληλη στήριξη μαθητών που το έχουν ανάγκη κλπ.),

η αποδόμηση της ειδικής αγωγής και της λειτουργικής ένταξης των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες σε κάθε δομή και δραστηριότητα της σχολικής ζωής,

η μη καθιέρωση της δίχρονης υποχρεωτικής προσχολικής αγωγής και εκπαίδευσης για προνήπια και νήπια,

η αύξηση των μαθητών ανά τμήμα και νηπίων ανά νηπιαγωγό εξαιτίας της έλλειψης των αναγκαίων διορισμών μόνιμων εκπαιδευτικών (οι μαζικοί διορισμοί αποτελούν τη μόνη εγγύηση ώστε να υπάρχουν εκπαιδευτικοί στις τάξεις τους στην αρχή της σχολικής χρονιάς)

η απουσία μόνιμων διορισμών σχολικών ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών σε κάθε σχολείο με στόχο την αντιμετώπιση των συνεπειών της ανθρωπιστικής κρίσης που προκάλεσε η καπιταλιστική κρίση σε χιλιάδες οικογένειες και παιδεία, και όχι η πρόσληψή τους μέσω προγραμμάτων «ωφελούμενων» πεντάμηνης διάρκειας,

η εξασφάλιση του απαραίτητου πλαισίου παιδαγωγικής ελευθερίας και δημοκρατίας στο χώρο του σχολείου και η λειτουργία με συνεργατικό/συλλογικό πνεύμα, χωρίς τον ανταγωνισμό που μοιραία θα επέφερε η εφαρμογή της «αξιολόγησης – χειραγώγησης» από το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο (ν. 3848/2010, ν.4024/2011, Π.Δ. 152/2013 κλπ.), αλλά και ο εκδημοκρατισμός της λειτουργίας του σχολείου με ουσιαστικές αρμοδιότητες στο σύλλογο διδασκόντων στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας της σχολικής μονάδας, χωρίς ιεραρχικούς και αυταρχικούς θεσμούς διοίκησης,

η παντελής έλλειψη ουσιαστικής επιμόρφωσης για τους εκπαιδευτικούς, ύστερα από την κατάργηση των Διδασκαλείων το 2011,

η αδιαφορία από την πλευρά της πολιτείας για την αναγκαιότητα για δωρεάν πιστοποίηση των γνώσεων των μαθητών μέσω του σχολείου σε μια σειρά διδακτικά αντικείμενα (ξένες γλώσσες, μουσικά όργανα, Η/Υ, αθλήματα, χοροί κλπ.) με στόχο να σταματήσουν κάποτε οι γονείς να επιβαρύνονται οικονομικά προκειμένου να τα παρέχουν στα παιδιά τους,

η πλήρης απουσία πολιτικής βούλησης για τη γενναία και αναγκαία αύξηση των δαπανών για την Παιδεία από τον ΓΚΠ και την ουσιαστική στήριξη του Δημόσιου Σχολείου, μακριά από λογικές αναζήτησης ιδιωτών – χορηγών και οικονομικής «αυτονομίας» των σχολικών μονάδων που μοιραία οδηγούν στην ιδιωτικοποίηση τους.

Ας μην ξεχνάμε ότι όλα τα παραπάνω αποτελούν αποτελέσματα της εφαρμογής συγκεκριμένων αντιλαϊκών – μνημονιακών πολιτικών που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια στην ελληνική κοινωνία και την οδήγησαν στην πλήρη διάλυση και καταστροφή.

Είναι ιδιαίτερα οξύμωρο λοιπόν το γεγονός ότι το «κοινωνικό» σχολείο έχει ως προμετωπίδα του την αντιμετώπιση δήθεν κάποιων προβλημάτων που δημιουργήθηκαν ή οξύνθηκαν από την έλευση της καπιταλιστικής κρίσης που εκδηλώνεται ως ανθρωπιστική για εκατομμύρια πολίτες της χώρας (δηλ. την παιδική παχυσαρκία, το χουλιγκανισμό, τη βία, το ρατσισμό κλπ.), ενώ από την άλλη, στο πλαίσιο της εφαρμογής του «κοινωνικού σχολείου», δε γίνεται λόγος για τις βαθιά αντικοινωνικές – αντιλαϊκές πολιτικές που οδήγησαν την κοινωνία και το Δημόσιο σχολείο στο σημείο που βρίσκονται σήμερα.

Όποιος θέλει λοιπόν να παράσχει σήμερα υπηρεσία στη Δημόσια δωρεάν Παιδεία θα ήταν καλό να προχωρήσει άμεσα στην κατάργηση όλων των διατάξεων, νόμων και υπουργικών αποφάσεων που αφορούν το «νέο σχολείο» και το «κοινωνικό σχολείο», καταργώντας παράλληλα και τις βαθιά αντικοινωνικές – αντιλαϊκές πολιτικές που απειλούν την ύπαρξη του Δημόσιου Σχολείου σήμερα, αναιρούν το δωρεάν χαρακτήρα της παρεχόμενης από την πολιτεία εκπαίδευσης, μετατρέποντας την παιδεία από κοινωνικό αγαθό σε εμπόρευμα, απογειώνοντας έτσι τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση για χιλιάδες μαθητές.