Ηρωίδα της Ιστορίας μας: αδιόριστη εκπαιδευτικός ετών 40.

Άριστη μαθήτρια με ιδιαίτερη κλίση στα φιλολογικά μαθήματα και με όνειρο ζωής να διδάξει κάποτε σε παιδιά, να μεταδώσει αξίες, να εμφυσήσει ιδανικά, να σμιλέψει νεανικές ψυχές κατά το πρότυπο δασκάλων που θαύμαζε.

Αμ δε! “Σε γελάσανε, μικρή μου”, που λέει και ο λαϊκός στιχουργός. Μόνο που δεν είναι γιατί “δε σου τα ‘μαθε καλά ο δάσκαλός σου”, αλλά γιατί η εκάστοτε πολιτική ηγεσία στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες σε είχε εντελώς απαξιωμένη. Το ίδιο απαξιωμένη σε είχε και η κοινωνία – με την ευρύτερη και στενότερη έννοια – , μπορώ να σου πω (αμοιβαίες οι σχέσεις πολιτικής και κοινωνίας εξάλλου). Απαξιωμένη σε έχει και τώρα. Από τον πιο “υψηλό” έως τον “τελευταίο”, την “κουτσή Μαρία” της γειτονιάς, ας πούμε, που έχει άποψη και θέση επί παντός επιστητού και που μπορεί να σου αναλύσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο που δε σηκώνει αντιρρήσεις – διότι απόρροια “σοφίας πεζοδρομίου” – τόσο τη συνταγή για τα ντολμαδάκια γιαλαντζί, όσο και την οικονομική κρίση που ζούμε. Όσο δε για τα εκπαιδευτικά ζητήματα, καλά ε;, έκανες την τύχη σου! Καλύτερο αναλυτή δε θα μπορούσες να έχεις. Ποια αυτοαξιολόγηση και κουραφέξαλα, κύριε συνάδελφε του δημοσίου σχολείου! Στην “κα Μαρία” να αποταθείς! Στην κυρία που έχει πείσει το κράτος πως έχει υπερπληθώρα εκπαιδευτικών, πως δε χρειάζεται άλλους, πως δε χρειάζεται 1500 ακόμα σχολεία στα οποία έβαλε λουκέτο, πως “χτυπά την παραπαιδεία”, ενώ την ίδια στιγμή την ενισχύει με την αποσύνθεση της δημόσιας, δωρεάν εκπαίδευσης.

Και η αδιόριστη εκπαιδευτικός μας έχει χρόνια και χρόνια προϋπηρεσίας στα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα της παραπαιδείας, βιώνοντας το κοροϊδιλίκι του κράτους που της πέταξε κάποια χρόνια πριν το “κόκκαλο” της ωρομισθίας, που της υποσχέθηκε “αξιοκρατία” με πρόσληψη μέσω ειδικών εξετάσεων ΑΣΕΠ. Μόνο που δεν της είπε ότι έφτασαν αρκετοί να διοριστούν εκτός διαγωνισμού χάρη στην προϋπηρεσία που αποκτήσανε ως ωρομίσθιοι Ενισχυτικής διδασκαλίας, υπερβαίνοντας κατά πολύ τις προβλεπόμενες από το νόμο ώρες με πολιτικές “πλάτες” και ότι υπήρξανε πάμπολλοι διορισθέντες με αρκετές χιλιάδες ευρώπουλα που τα “σκάσανε” σε μεγάλα φροντιστηριομάγαζα που είχανε, όσο να πεις, τα κονέ τους, γιατί “ξέρανε” να κατευθύνουν τον “σπουδαστή” σε θέματα ύλης και νοοτροπίας απαντήσεων.

Όσο για την “κα Μαρία”, είναι κι αυτή κατά της παραπαιδείας, αλλά επειδή δε στρώνεται το βλαστάρι της από μόνο του να διαβάσει, προσλαμβάνει καθηγητές για μαθήματα κατ’ οίκον. Τελευταία μάλιστα προτιμά τελειόφοιτους, αν όχι φοιτητές, διότι πετυχαίνει να τους καταβάλει πενιχρότατες αμοιβές. Βέβαια, η ηρωίδα μας έχει χαμηλώσει και η ίδια κατά πολύ το κασέ της. Θέμα επιβίωσης.

Αλλά πώς είπες, καψερή; δε διαβάζει ο γιόκας της κας Μαρίας κι έχει κενά και δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των εξετάσεων που τον περιμένουν στο τέλος της χρονιάς; κούνια που σε κούναγε, μαύρη! “Ο γιος μου εμένα είναι πανέξυπνος”, της ανταπαντάει. “Κι αν έχει κενά, δε φταίει το πουλάκι μου, ο κακός καθηγητής του σχολείου φταίει που δεν του τα μαθαίνει σωστά”. Στην αρχή λέει μέσα της η ηρωίδα μας “μπορεί, πράγματι, έτσι να ‘ναι, να έχει πέσει το παιδάκι στην “περίπτωση””. Αργότερα όμως διαπιστώνει ότι ο πιτσιρικάς είναι τεμπελάκος πρώτης τάξεως και ως εκ τούτου φυγόπονος και ευθυνόφυγος. Έτσι, όταν τον ζορίζει μπρος στη μαμά του, εκείνος πετάει ανετότατα το μπαλάκι στην ίδια προσωπικά: “δεν μου είπατε να το διαβάσω αυτό, κυρία”, ή “δεν κάναμε τέτοιες ασκήσεις μαζί, κυρία”. “Σύστημα το ‘χει ο μικρός”, σκέφτεται τότε εκείνη. Ευτυχώς που κρατάει αρχείο με τα γραπτά και τις επιδόσεις του μικρού, προς επίδειξη των ανωτέρων αποδεικτικών στοιχείων στην εκτός πραγματικότητας μαμά, η οποία βεβαίως πέφτει εκείνη την ώρα από τα σύννεφα. “Να τον ζορίσετε περισσότερο, κυρία Τάδε, να του δίνετε περισσότερο υλικό να διαβάζει και να γράφει, να μη σηκώνει κεφάλι απ’ το βιβλίο!” Μάταια προσπαθεί η καθηγήτριά μας να της εξηγήσει ότι με αυτόν τον τρόπο που υποδεικνύει η μαμά, δε μαθαίνει ο πιτσιρικάς, διότι το πρόβλημά του δεν είναι το “υλικό” που δεν έχει, ούτε η ίδια μπορεί να τον ζορίσει αποτελεσματικά, έτσι όπως το θέτει η μαμά, στα πλαίσια της μιας ώρας εβδομαδιαίως που τον βλέπει. Εξάλλου η μάθηση πρέπει να είναι αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης κι όχι προϊόν καταναγκασμού κι επιβολής. Αλλά, πας να αλλάξεις γνώμη στην κα Μαρία… κούνια που σε κούναγε ξανά!

Χρειάζεται αλλαγή της καθημερινότητας του παιδιού, επαναπροσδιορισμός στόχων, ιεράρχηση προτεραιοτήτων και, κυρίως, ανάληψη ευθύνης από τον ίδιο το γονιό. Αλλαγή νοοτροπίας του γονιού και της κοινωνίας εν γένει. Αλλαγή της νοοτροπίας εκείνης που θέλει να αποδίδει αβασάνιστα ευθύνες κατά κύριο λόγο στους δασκάλους, λιγότερες στις πολιτικές επιλογές μας και στο σύστημα και μηδαμινές στον εαυτό μας και στα παιδιά μας.

Η βλακεία όμως σ’ αυτόν τον τόπο είναι ανίκητη. Κι ας ευδόκησες να καταφέρεις κάποια μέρα να αλλάξεις την προδιαγεγραμμένη αυτή πορεία με τη δουλειά σου και την προσφορά σου στη νεολαία. Ούτε η ευκαιρία καλά καλά δε σου δόθηκε…

Τσιώλη Βάγια