Η ιδιωτική εκπαιδευτική δραστηριότητα στην Ελλάδα, αν και έχει επιχειρηματικό χαρακτήρα, εντούτοις δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί για την ανάπτυξή της από τα κοινοτικά κεφάλαια του αναπτυξιακού ευρωπαϊκού προγράμματος ΕΣΠΑ. Αντιθέτως, το πρόγραμμα αυτό μπορεί να χρηματοδοτήσει κομμωτήρια, εστιατόρια ταχείας εστιάσεως (φαστ-φουντ) και λοιπές δραστηριότητες. Έτσι, στην εποχή της κυριαρχίας της γνώσεως ως συντελεστού αναπτύξεως, αυτός ο πολύτιμος πόρος –στην χώρα όπου γεννήθηκε η φιλοσοφία– διώκεται. Και η δίωξη αυτή δεν είναι καθόλου αθώα. Είναι σκόπιμη, ιδιοτελής και εξυπηρετεί συγκεκριμένους στόχους.

Κατά τον κ. Χαράλαμπο Κυραϊλίδη, πρόεδρου του Συνδέσμου Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων (ΣΙΕΙΕ), η πολιτεία δεν θέλει να επιτρέψει την απογείωση μέσω επενδύσεων της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως γιατί έτσι θα τονιζόταν το θλιβερό επίπεδο της αντίστοιχης δημόσιας. Με άλλα λόγια, στην χώρα μας απαγορεύεται η ποιοτική ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα προσφοράς γνώσεων για λόγους ισοπεδώσεως προς τα κάτω.

Όσο για την αιτιολόγηση της απορρίψεως συμμετοχής των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων στο ΕΣΠΑ, όπως τονίζει ο κ. Α.Ι. Παναγιωτόπουλος, γενικός γραμματέας του ΣΙΕΙΕ, είναι αντάξια της γραφειοκρατικής αβελτηρίας.

Γιατί, όμως, η πολιτεία διώκει την γνώση; Όπως υποστηρίζει ο κ. Λεωνίδας-Φοίβος Κόσκος, πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής ενός συνεδρίου που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα φιλοδοξεί να «παράγει» δημοσίους υπαλλήλους. Κατά συνέπεια, οι εμπνευστές αυτής της στρατηγικής –η οποία ήδη έχει οδηγήσει την χώρα στην χρεωκοπία – είναι αδιανόητο να συμβάλουν στην πρόοδο της ιδιωτικής εκπαιδεύσεως.

Με αφορμή λοιπόν αυτήν την απαράδεκτη κατάσταση, η οποία είναι και διαχρονικά η ρίζα της ελληνικής κακοδαιμονίας, ο ΣΙΕΙΕ διοργάνωσε ένα πολύ ενδιαφέρον Συνέδριο με θέμα «Ιδιωτικό Σχολείο και Ανάπτυξη», στο οποίο οι διάφοροι εισηγητές περιέγραψαν με σοβαρά επιχειρήματα μία κατάσταση η οποία, όσο θα διαιωνίζεται, η χώρα θα απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τους συντελεστές αναπτύξεως που ήδη οριοθετούν τον 21ο αιώνα και τις διάφορες παραμέτρους του.

Ακόμα χειρότερα, στις σημερινές συνθήκες, η Ελλάδα κατασπαταλά με πρωτοφανή αθλιότητα αυτό που ο νομπελίστας οικονομολόγος Θίοντορ Σουλτζ αποκαλούσε «πολυτιμότερο πόρο» –που είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο. «Πρόκειται για τον πραγματικό πλούτο των εθνών», έγραφε ο αείμνηστος οικονομολόγος, αλλά παρόμοιες θέσεις και απόψεις αποτελούν πολύ ενοχλητικά ψιλά γράμματα για τους εγχώριους κρατικο-φεουδάρχες.

Αγνοούνται, έτσι, εξοργιστικά από το κράτος τα σημαντικά εκπαιδευτικά αποτελέσματα των ιδιωτικών σχολείων, που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με όλες τις διεθνείς έρευνες και μελέτες (ΟΟΣΑ, PISA), από πλευράς επιδόσεων των μαθητών τους, τα εγχώρια ιδιωτικά σχολεία έχουν την δεύτερη μεγαλύτερη διαφορά σε όλες τις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως από τις αντίστοιχες επιδόσεις των δημοσίων σχολείων. Μάλιστα, ακόμα και μετά την κοινωνικο-οικονομική διόρθωση των στοιχείων με βάση το κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο των οικογενειών των μαθητών, σύμφωνα με την μελέτη Education At A Glance του ΟΟΣΑ, η διαφορά αυτή παραμένει από τις μεγαλύτερες στις χώρες μέλη του Οργανισμού.

Είναι λοιπόν κάτι περισσότερο από σαφές ότι η ελληνική ιδιωτική εκπαίδευση είναι υψηλού επιπέδου και άρα η όποια επένδυση σε αυτήν μόνον θετικές συνολικές επιπτώσεις θα μπορούσε να έχει –ιδιαίτερα δε σε χώρες που βρίσκονται σε κρίση και πάσχουν από πλευράς ανταγωνισμού, παραγωγικότητος και ανταγωνιστικότητος.

Υπό αυτή την έννοια, κάποιοι –με πρώτο τον κύριο πρωθυπουργό– θα έπρεπε να ξαναδιαβάσουν αυτά που έγραφε ο καθηγητής και νομπελίστας Θίοντορ Σουλτζ πριν τριάντα έξι χρόνια, στο πολύκροτο βιβλίο του με τίτλο «Επενδύοντας στον άνθρωπο» (Investing in People): «Η εκπαίδευση αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από μία κατανάλωση … Αντιθέτως, οι δαπάνες σε αυτήν, ιδιωτικές και δημόσιες, συμβάλλουν στην δημιουργία, αφ’ ενός, μιας καλύτερης ποιότητος ανθρώπων και, αφ’ ετέρου, στον σχηματισμό ενός παραγωγικού αποθέματος, ενσωματωμένου στα ανθρώπινα όντα και ικανού να εξελιχθεί σε μελλοντικό εισόδημα … Από έρευνες που έχουμε πραγματοποιήσει, προκύπτει ξεκάθαρα ότι μία προσθήκη μορφώσεως αυξάνει εντυπωσιακά τις επιχειρηματικές δεξιότητες και τελικώς είναι πηγή ευμάρειας … Έχω παρατηρήσει, μέσα από διάφορες μελέτες, ότι η ισχύς της διαδόσεως των θετικών πτυχών της εκπαιδεύσεως αποτελεί κορυφαίο παράγοντα τιθασεύσεως των ανισορροπιών που μοιραίως προκαλούνται από τον οικονομικό νεωτερισμό … Συνεπώς, το κεφάλαιο εκπαίδευση, ειδικά για τις υπό ανάπτυξη χώρες, είναι πολύτιμο και εξίσου σημαντικό με τους άλλους συντελεστές παραγωγής ….».

Όπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων, «το εκπαιδευτικό μας σύστημα, στην κατάσταση που βρίσκεται, παραμελεί το κεφάλαιο αυτό, κρατά καθηλωμένες τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου μας και παράγει πολίτες με έλλειμμα πρωτοβουλίας και διάθεσης για παραγωγή και καινοτομία. Συνεπώς, είναι επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε μία ευρεία συζήτηση για την βέλτιστη χρήση της εθνικής δαπάνης για την εκπαίδευση στην χώρα μας. Και κάθε συζήτηση στο επίπεδο αυτό οφείλει να λάβει υπ’ όψιν τις αρχές της αξιολογήσεως, του ανταγωνισμού και του κοινωνικού ελέγχου της αυτόνομης σχολικής μονάδας. Το ιδιωτικό σχολείο διαθέτει την τεχνογνωσία και την κουλτούρα για έναν τέτοιο δημόσιο διάλογο».

Το ερώτημά μας είναι αν και κάποιοι άλλοι διαθέτουν την ίδια κουλτούρα…

Θανάσης Παπανδρόπουλος επίτιμος πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Συντακτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και Διευθυντής της Γαλλικής Σελίδας της Pro Europa.